lodge, david

Ο Άνταμ Άπλμπι έχει πολλά προβλήματα και κανένα τρόπο να τα λύσει. Είναι 25 ετών, παντρεμένος, με τρία παιδιά και ανησυχεί ότι η σύζυγός του είναι πάλι έγκυος. Τα οικονομικά του δεν επαρκούν για να συντηρεί την οικογένεια, γιατί είναι μεταπτυχιακός φοιτητής που προσπαθεί να γράψει την ανέμπνευστη εργασία του πάνω στην Αγγλική Λογοτεχνία (με τίτλο «Η δομή των μακρών προτάσεων σε τρία μοντέρνα αγγλικά μυθιστορήματα» σπαταλώντας τις μέρες του στη βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου.

Όπως κάθε μέρα, έτσι και σήμερα, έναν Νοέμβριο της δεκαετίας του ’60, ο Άνταμ ξυπνάει γεμάτος άγχος. Τα μωρά κάνουν φασαρία, η γυναίκα του έχει παντού θερμόμετρα για να μετράει τη θερμοκρασία της, ώστε να καταλάβει αν είναι έγκυος κι αυτός έχει πάλι αργήσει.

Όταν επιτελους φτάσει στο Βρετανικό Μουσείο, το μόνο που δεν μπορεί να κάνει είναι να δουλέψει. Τα βιβλία που θέλει να διαβάσει κάνουν πολλή ώρα να έρθουν, οι συνάδελφοί του τον απασχολούν άσκοπα και ο ίδιος παίρνει κάθε λίγο τηλέφωνο τη γυναίκα του για να μάθει αν τελικά είναι έγκυος ή όχι.

Το μόνο που μπορεί να τον σώσει είναι μια αναπάντεχη ανακάλυψη: μια επιστολή τον ενημερώνει ότι μπορεί να είναι αυτός που θα πρωτοπαρουσιάσει τα άγνωστα γραπτά ενός ημι-διάσημου συγγραφέα, κάτι που μπορεί να του προσφέρει εγγυημένα αναγνώριση στον τομέα του. Όμως, για να πέσουν στα χέρια του, θα πρέπει να συμφωνήσει η στρίγγλα κάτοχος των γραπτών.

Δημοσιευμένο το 1965, «Το Βρετανικό Μουσείο Πέφτει» είχε στόχο να παρουσιάσει με κωμικό τρόπο τα προβλήματα που συναντούν τα νεαρά Καθολικά ζευγάρια στην εποχή των Swinging Sixties, την ξέφρενη δεκαετία του 1960 κατά την οποία σημειώθηκαν μεγάλες αλλαγές στην Δυτική κουλτούρα, με κυρίαρχη την σεξουαλική επανάσταση. Ενώ η νεολαία γνωρίζει τον έρωτα χάρη στο «χάπι» της αντισύλληψης, η Καθολική θρησκεία όχι απλά το απαγορεύει, αλλά απαγορεύει και κάθε άλλη μέθοδο αντισύλληψης, εκτός από την δική της «Ασφαλή Μέθοδο», η οποία αναγκάζει τα ζευγάρια να απέχουν από το σεξ και να κάνουν σεξ μόνο συγκεκριμένες ημέρες του μήνα, τις οποίες μπορούν να βρουν μέσα από γραφήματα μετρήσεων της θερμοκρασίας τους.

lodge
Η περιγραφή από τον Lodge της αγωνίας του νεαρού ζευγαριού να μην αμαρτήσει αλλά και να καταφέρει να κάνει σεξ χωρίς να αποκτά διαρκώς απογόνους, συνδυάζει τον σεβασμό προς τη πίστη και την απόγνωση στην οποία αυτή οδηγεί. Το ότι ο Άνταμ περνάει τις μέρες του στη διάσημη βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου με τα εκατομύρια βιβλία που δεν μπορούν όμως να δώσουν λύση στο πρόβλημα, γιατί μόνο η άποψη της Καθολικής Εκκλησίας μετράει, είναι το πανέξυπνο σχόλιο του συγγραφέα για τη δύναμη(;) της γνώσης.

Εξίσου κωμικά και με οξυδέρκεια παρουσιάζεται και η περιπέτεια της συγγραφής μιας διατριβής. Το βιβλίο (που ανήκει στο είδος της «πανεπιστημιακής λογοτεχνίας») παρουσιάζει πειστικά τις δυσκολίες αυτής της χρονοβόρας διαδικασίας που στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι γεμάτη άσκοπες ημέρες και ανέμπνευστη εργασία με αδιάφορο αποτέλεσμα για την επιστημονική κοινότητα.

Στυλιστικά, ο Lodge επιλέγει να γεμίσει το βιβλίο με αναφορές και παρωδίες. Για παράδειγμα, η δράση καλύπτει μια ολόκληρη ημέρα από τη ζωή του ήρωα (όπως συμβαίνει και στον περίφημο «Οδυσσέα» του Τζόϋς), ενώ το τελευταίο κεφάλαιο της αφήγησης της συζύγου του Άνταμ θυμίζει πάλι τον αντίστοιχο της Μόλυ Μπλουμ στο τέλος του «Οδυσσέα». Σε άλλες σκηνές, βλέπουμε τις αναφορές στον Κάφκα, τον Λώρενς, τον Χέμινγουει, την Γουλφ, τον Χένρυ Τζέιμς. Η μεγαλύτερη επιρροή είναι, ασφαλώς, ο Μάλκολμ Μπράντμπερι, ο οποίος υπήρξε προσωπικός φίλος του Lodge.

Εξαιτίας του άλματος στα κοινωνικά ήθη στις δεκαετίες που ακολούθησαν την κυκλοφορία του, «Το Βρετανικό Μουσείο Πέφτει» αναπόφευκτα αποπνέει σήμερα έναν αναχρονιστικό αέρα. Όμως, είναι μια εξαιρετική κωμωδία, γεμάτη σπαρταριστές σκηνές και γλυκόπικρο χιούμορ.


Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bell.