Η στιγμή όταν, μετά από πολλά χρόνια
Στέκεσαι στο κέντρο του δωματίου σου,
Σπίτι, δύο στρέμματα, τετραγωνικό μίλι, νησί, χώρα
Ξέροντας τελικά το πώς έφτασες εδώ,
Και λες, το κατέχω αυτό
Είναι η ίδια στιγμή που τα δέντρα χαλαρώνουν
Τ’ απαλά τους μπράτσα από γύρω σου,
Τα πουλιά παίρνουν πίσω τη γλώσσα τους,
Οι βράχοι σκίζονται και καταρρέουν,
Ο αέρας τραβιέται από σένα σαν κύμα
Και δεν μπορείς ν’ αναπνεύσεις.
Όχι, ψιθυρίζουν. Δεν κατέχεις τίποτα.
Ήσουν ένας επισκέπτης, ξανά και ξανά
Σκαρφαλώνοντας τον λόφο, υψώνοντας τη σημαία,
Διαδηλώνοντας. Ποτέ δεν ανήκαμε σε σένα.
Ποτέ δε μας βρήκες.
Υπήρχε πάντα τριγύρω η άλλη πλευρά.