Θυμάσαι τα βίντεο κλάμπ; Είχαμε γεμίσει, “ένα για κάθε γειτονιά”. Όχι μόνο ένα αλλά ίσως και δύο – τρία. Ήταν κέντρα κοινωνικής αλληλόδρασης έβλεπες τον κόσμο να πηγαινοέρχεται και τις ουρές, έβλεπες φίλους και γνωστούς και έλεγες μια κουβέντα, πολλές φορές μίλαγες και με τον ιδιοκτήτη. Το πράγμα φαίνονταν πως ήταν μια τεράστια φούσκα γιατί ουσιαστικά η αγορά δεν μπόρεσε να αντέξει τόσους επαγγελματίες στον χώρο της διανομής του υλικού οπότε όταν ήρθε και η δορυφορική έγινε η απορρύθμιση με τα τηλεοπτικά κανάλια και έτσι τα περισσότερα βίντεο κλάμπ ήταν καταδικασμένα. Το σωματείο, μάλιστα, των βιντεολεσχών ήθελε εξυγίανση και καινούργιες παραγωγές, περισσότερο αξιόλογες! Ήταν όμως προδιαγεγραμμένη η πορεία, από τα τέλη του 89 πολλοί παραγωγοί και σκηνοθέτες θεωρούσαν την ιστορία με το βίντεο τελειωμένη. Η βιντεοταινία ήταν μια μεγάλη αρπαχτή στην ουσία που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τον κινηματογράφο των 60s που παρουσιάστηκε το ίδιο φαινόμενο ακριβώς. Συστήνονταν εταιρείες παραγωγής για ένα χρόνο και μετά διαλύονταν.
Το πλαίσιο μέσα στο οποίο έγινε αυτή η αρπαχτή με τις βιντεοταινίες ποιο ήταν; Το ΠΑΣΟΚ είχε ξαναβγεί. Δεύτερη τετραετία ΠΑΣΟΚ που ανακόπηκε λόγω σκανδάλου Κοσκωτά, ειδικό δικαστήριο, το σκάνδαλο με την Μιμή, πιέσεις της αντιπολίτευσης και ενώ το ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε με άρωμα ελευθερίας χρησιμοποίησε το περιρρέον πνεύμα της εποχής και κινήθηκε ανάλογα δίνοντας στα μικροαστικά στρώματα, την ραχοκοκκαλιά της αλλαγής, την ευκαιρία για να αναρριχηθούν και να φτάσουν τις υπόλοιπες κοινωνικές κλίμακες. Ένας από τους τρόπους αυτούς ήταν η κατανάλωση διαμέσου της επίδειξης και του εντυπωσιασμού. Δημόσιοι υπάλληλοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, ακόμη και εργάτες, σιγά-σιγά κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα κοινωνικό στάτους που χωρίς την κατανάλωση δικαιωματικά δεν θα τους ανήκε. Γιαυτό βλέπουμε και την πολύ μεγάλη υπερβολή και το κιτς. Δεν μπορεί στην Ευρώπη και την Αμερική να βλέπουμε εξαιρετικούς σχεδιαστές μόδας και στην Ελλάδα να κυριαρχούν οι βάτες και το ξασμένο μαλλί. Αυτό είναι και η παγίδα της βιντεοταινίας, ενώ βλέπουμε την υπερβολή κάποια πράγματα είναι υπερδιογκωμένα όπως π.χ. η εικόνα του punk. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι μικροαστοί χρησιμοποίησαν το βίντεο ως μια φτηνή ταβέρνα. Έχοντας την συσκευή που ήταν ένα διαρκές καταναλωτικό αγαθό, που κόστιζε αρκετά χρήματα, έκαναν μια επένδυση και ήταν πάρα πολύ εύκολο να το χρησιμοποιήσουν ως μέσο εντυπωσιασμού. Κυρίως χρησιμοποίησαν το υλικό της βιντεοταινίας ως ένα συμβολικό υλικό που αντικατόπτριζε εν μέρει τις ανελικτικές τους τάσεις. Η τηλεόραση εκείνη την περίοδο ήταν κομματικά πολωμένη και μπορεί μετά τα μέσα των 80s να είχε ένα πολυποίκιλο πρόγραμμα, όμως οι άνθρωποι που αντιπροσωπεύονταν απο τις σαπουνόπερες έβλεπαν τις βιντεοταινίες αφενός τα έβλεπαν σαν ένα είδος εσκαπισμού και απόδρασης και αφετέρου αντικατόπτριζαν μέσα από τις αφηγήσεις των μεγάλων οικογενειών των υψηλών τζακιών και των πολυτελών αμαξιών μια ενδόμυχη ευχή και λαχτάρα να γίνουν έτσι. Ούτως ή άλλως έπνεε ένα μεγάλο πνεύμα αλλαγής αλλά και λαϊκισμού το οποίο φαίνεται και στις βιντεοταινίες. Π.χ. η έκρηξη του Τσερνόμπιλ πέρασε πρώτα από το βίντεο με την ταινία του Κ.Τσάκωνα “Ο Άνθρωπος από το Τσερνόμπιλ.” Άρα το πλαίσιο είναι πολυσύνθετο από τη μια συμβαίνουν ραγδαίες πολιτικές αλλαγές και εξελίξεις κυριαρχεί το πνεύμα της ελευθερίας αλλά και του λαϊκισμού.
Οι βιντεοταινίες ήταν όμως και πολιτικά σχόλια. Το μελόδραμα που υπάρχει μια αναβίωση με παλαιότερους ηθοποιούς και κυριαρχία παλαιότερων συμβάσεων είναι κυρίως αχρονικό και δεν προσφέρει νύξεις για το εδώ και τώρα της εποχής. Ωστόσο η κωμωδία επειδή συχνά πολλοί σεναριογράφοι χρησιμοποιούσαν ένα βιτριολικό χιούμορ ακόμα και αν αυτό ήταν επιδερμικό σου προσέφερε πολλά σχόλια για την πολιτική επικαιρότητα της εποχής. Γιαυτό και είναι δύσκολο για πολλούς νεώτερους να καταλάβουν κάποια ονόματα και τον ρόλο που διαδραμάτισαν. Όταν αναφέρονται π.χ. στον Τρίτση ως τον τρελό μουστάκια Κεφαλλονίτη, ή στον Κατσιφάρα ή ακόμα και το όνομα του Κοσκωτά. Ασφαλώς ήταν πολύ μεγάλη η κριτική στον Ανδρέα Παπανδρέου και στην σχέση του με την Μιμή αλλά και στον Κωσταντίνο Μητσοτάκη. Ενώ ο κινηματογράφος της εποχής χρησιμοποίησε την αλληγορία και το σύμβολο εκεί έχουμε τις πραγματικές νύξεις στο “εδώ και τώρα”. Δηλαδή μπορεί να έβγαινε ένα νομοσχέδιο και μετά από μια βδομάδα να υπήρχε μια αναφορά σε βιντεοκασέτα.
Όμως στις βιντεοκασσέτες βλέπουμε να διακωμωδούνται και πολύ οι μειονότητες, Ρομά, Πόντιοι, Βλάχοι, ομοφυλόφιλοι, πάνκ, μήπως οι Έλληνες μικροαστοί έπασχαν από τότε από έναν υφέρποντα κοινωνικό ρατσισμό; Κάτι τέτοιο υπήρχε από τα 50s και ιδίως από τα 60s που συστηματοποιούνται ορισμένες θεματικές. Υπήρχε θέμα απέναντι στις διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, γιατί όταν έχουμε να κάνουμε και με κωμωδία πρέπει να έχουμε εξασφαλισμένο πως το περιεχόμενο θα αποδώσει γέλωτα και έτσι το εύκολο θύμα ήταν πάντα κάποια μειονότητα. Προφανώς χωρίς να υπάρχει ουδεμία ουμανιστική τοποθέτηση, αφού οι παραγωγοί και οι σκηνοθέτες το είδαν σαν αρπαχτή οι Πόντιοι π.χ. που παλιννόστησαν για ακόμα μια φορά στην Ελλάδα του 80, αντιμετωπίστηκαν με ένα τρόπο απαράδεκτο, δεν έχουμε να κάνουμε καν με οξυδερκές χιούμορ ή κάτι αντίστοιχο. Πάντοτε η μειονότητα είναι το εύκολο θήραμα και εκεί ενδόμυχα κρύβεται ένας τεράστιος συντηρητισμός της ελληνικής κοινωνίας. Όταν υπάρχει ένας ηθικοδιδακτισμός για την παραβατική νεολαία της εποχής ο οποίος προέρχεται από τον ηθικολογικό πανικό ο οποίος φάνηκε πολύ στο λαϊκό τύπο της εποχής. Οι εφημερίδες της εποχής είχαν υπέρτιτλους όπως “Θύματα του λευκού θανάτου” ή η Αυριανή που παρουσίαζε την πλατεία Εξαρχείων ως τον χώρο που δεν μπορεί να πάει κανείς. Σίγουρα μέσα από την αφήγηση της βιντεοταινίας βλέπουμε μια τεράστια υπερβολή. Ο Ταμτάκος δεν είναι ο τυπικός Ρομά της εποχής είναι έξυπνος, με περίεργο ντύσιμο και λεξιλόγιο, όμως σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως οι σκηνοθέτες ήταν ουδέτεροι ως προς τους Ρομά όταν υπήρχαν καθημερινές διεκδικήσεις και προβλήματα με την πολιτεία να θεσπίζει συνεχώς μέτρα για τους καταυλισμούς.
Τελικά η βιντεοταινία ήταν κοινωνική σχέση που λέει και ο Ντεμπόρ ή απλά οπτικουαστικό υλικό για να περάσει η οικογένεια ευχάριστο Σαββατοκύριακο; Με μια πρώτη ανάγνωση ήταν απλά οπτικουαστικό υλικό , ελλείψει καλού τηλεοπτικού προγράμματος ή του κινηματογράφου που έπνεε τα λοίσθια. Όμως σε μια δεύτερη ανάγνωση μπορούμε να πούμε οτι η βιντεοταινία αναπαρήγαγε όλο τον συντηρητισμό που ενυπάρχει μέσα στο θέαμα, αναπαρήγαγε με επιδέξιο τρόπο πολλά στερεότυπα της εποχής και εκεί υπάρχει το θέμα για το αν μπορούμε να την εκλάβουμε ως τεκμήριο της εποχής. Διατυπώνονται τρομερές θέσεις από την κριτική ενάντια στους παπάδες, που πολλές φορές είναι πολύ εύστοχη και άλλες φορές φτάναμε στο άλλο άκρο, γίνονταν κριτική σε πρόσωπα και πράγματα που ήταν πολύ χοντροκομμένη. Ήταν ένα καλοκουρδισμένο σύστημα το οποίο βέβαια είχε ημερομηνία λήξης γιατί κανείς δεν αποφάσισε συνειδητά να ασχοληθεί με την βιντεοταινία για να την συντηρήσει και να την εξελίξει.
Υπάρχει καμία σχέση μεταξύ youtube και βιντεοταινίας; Με την έννοια της ευκολίας, όπως έφτιαχναν τότε ταινίες σε μια βδομάδα, το ίδιο μπορεί να γίνει τώρα και με το youtube. Ναι είναι περίπου οι ίδιες διαδικασίες αλλά στο youtube υπάρχουν και ερασιτεχνικά βίντεο, ενώ στην βιντεοταινία το προσωπικό που γύριζε την ταινία ήταν επαγγελματίες. Δηλαδή η ταινία μπορεί να ήταν χάλια αλλά είχε διεύθυνση παραγωγής, φωτογραφίας και συχνά μπορείς να συναντήσεις σκηνοθέτες που μετά έκαναν πορεία στον ελληνικό κινηματογράφο. Ή έβλεπες πως υπήρχε σκρίπτ ή συνθέτης που έκανε την μουσική. Ενώ στο youtube είναι διαφορετικά τα κίνητρα, τότε ήθελαν να κάνουν λεφτά, μπορεί μερικοί να το είχαν ρίξει στον χαβαλέ αλλά στο βάθος του μυαλού τους είχαν τη συγκεκριμένη διαδρομή της ταινίας μέχρι το βίντεο. Στο youtube βλέπεις κυρίως παρέες και αυτό που το διαφοροποιεί με τις βιντεοταινίες είναι το ακροατήριο και ο τρόπος διαπραγμάτευσης της πραγματικότητας.
Οι μικρομεσαίοι τότε είχαν την βιντεοταινία και άλλα, οι μικροαστοί τώρα πως διασκεδάζουν; Εν μέσω κρίσης επειδή έχουν διαταραχθεί πολύ οι ισορροπίες και σε κοινωνικό και σε πολιτισμικό επίπεδο. Τουλάχιστον ως προς τα γυναικεία ακροατήρια την εσκαπιστική διάθεση και όραμα που θα σου έδινε μια βιντεοταινία την δίνουν πλέον τα τουρκικά σήριαλ. Ο Σουλεϊμάν έχει διεισδύσει στην καθημερινή αφήγηση και είναι κομβικό γιατί ουσιαστικά οι μικροαστοί και κυρίως τα γυναικεία ακροατήρια βλέποντας την κοινωνική ισορροπία να διαταράσσεται, τα παιδιά φεύγουν στο εξωτερικό, οι σύζυγοι τους χάνουν τις δουλειές τους και οι ίδιες μπορεί να είναι άνεργες, έχουν πάντα στο μυαλό τους τις τυπικές αφηγήσεις με τις οποίες έχουν γαλουχηθεί τα γυναικεία ακροατήρια. Έτσι επανέρχονται σε μορφές αφήγησης που όχι μόνο τους θυμίζουν τις παλιές προσλαμβάνουσες αλλά έχουν και έναν συντηρητισμό ο οποίος χρειάζεται πλέον για την ζωή τους αφού βλέποντας αυτή την ρευστή κατάσταση και έναν ιδιότυπο εκσυγχρονισμό ο οποίος οδεύει προς την κόλαση βλέπουν με άλλο μάτι τα τουρκικά σήριαλ. Αυτά όχι μόνο τους προσφέρουν μια αφήγηση απόδρασης γιατί ορισμένα από αυτά έχουν και εξωτερικά πλάνα και ονειρεύονται και ίσως ταξιδεύουν και σε “χαμένες πατρίδες” αλλά κυρίως βλέπουν μια ισορροπία στην οικογένεια γιατί υπάρχουν αναπαραστάσεις εκτεταμένων οικογενειών με όλη την οικογένεια να τρώει μαζί στο τραπέζι μαζί με άλλα στοιχεία της οικογενειακής ζωής όπως γάμοι. Πλέον δεν μπορείς να μιλάς για ανελικτικές τάσεις αφού η ψαλίδα έχει μεγαλώσει ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς και τα σήριαλ είναι ένα νέο απάγγειο λιμάνι στον δρόμο για την επιστροφή στην οικοιακότητα.
Τελικά Ορσαλία – Ελένη Κασσαβέτη η Αλήθεια βρίσκεται στους Sex – Pistols; (Γέλια) Οι Χούλιγκανς είναι κινηματογραφική ταινία! ( Γέλια) Το καταλαβαίνεις από τον κινηματογραφικό κόκκο, η εικόνα της βιντεοταινίας είναι πεντακάθαρη, θυμάσαι τι σου είπα στην αρχή για τα λάθη που κάνει η νέα γενιά;
Κοκκινίζω, η νέα γενιά είμαστε απρόσεκτοι, την εποχή του download και του youtube, η ανάμνηση της βιντεοταινίας φέρνει μυρωδιά πασοκοπλαστικίλας και βρωμάει μεταπολίτευση, ενώ βιβλία σαν αυτό της Ορσαλίας είναι ο ψύχραιμος απολογισμός ανθρώπων που θα χτίσουν την νέα αληθινή ελληνική κουλτούρα. Α και θυμάστε την ιστορία που διηγήθηκα στην αρχή; Ε, μετά από λίγες μέρες το πρώην βίντεο κλαμπ έγινε προποτζίδικο.
Το βιβλίο της Ορσαλίας – Ελένης Κασσαβέτη «Η Ελληνική βιντεοταινία (1985-1990): ειδολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές διαστάσεις» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ασίνη. Η επίσημη παρουσίασή του θα γίνει την Παρασκευή 3 Οκτωβρίου στις 20:00 στο Ρομάντσο (Αναξαγόρα 3-5).