Flesh and Bone 2015

Η αλήθεια είναι πως βλέπω αρκετή τηλεόραση. Ίσως παραπάνω απ’ ότι θα έπρεπε. Έχω μια αρκετά εκτενή λίστα με σειρές που παρακολουθώ κάθε εβδομάδα, άλλες λιγότερο άλλες περισσότερο. Καμία όμως μέχρι τώρα, δε θυμάμαι να με είχε κάνει να «παρατήσω» όλες τις υπόλοιπες για να την παρακολουθήσω με τόσο ενδιαφέρον και με τόση ανεξήγητη εμμονή όσο το Flesh and Bone. Έχοντας ολοκληρώσει τον πρώτο και τελευταίο κύκλο του, αναρωτιέμαι αν το ψυχολογικά επώδυνο και «πειραγμένο» δράμα του Starz αξίζει τέτοια τιμή.

Δημιούργημα της Moira Walley-Becket, της παραγωγού που κέρδισε τρεις φορές το βραβείο Emmy για το Breaking Bad, θεωρητικά (και τεχνικά) έχει τις καλύτερες βάσεις, με θέμα που δε βλέπεις συχνά στη μικρή οθόνη αλλά μια ιστορία σχεδόν κλισέ: «φτωχή πλην τίμια» και ταλαιπωρημένη χορεύτρια, εγκαταλείπει το μίζερο σπίτι και τον καταπιεστικό εραστή της για να δοκιμάσει την τύχη της ως μπαλαρίνα στη Νέα Υόρκη. Και ενώ από plié σε développé και απο arabesque σε attitude καταφέρνει να ξεχωρίσει και να φτάσει στη λαμπρή κορυφή, τα βήματα της προσωπικής της ζωής που την έφεραν μέχρι εδώ, μαρτυρούν μια λιγότερο φωτεινή ιστορία.

Βασικά η κοπελιά, η Claire, δεν είναι με τα καλά της. Και είναι αυτό το στοιχείο που κάνει τη συγκεκριμένη κλισέ ιστορία να διαφέρει από αυτό που ίσως περίμενες. Είναι σαν όλη η σειρά να έχει το ίδιο πειραγμένο – δεν μπορώ να βρω καλύτερη λέξη – στοιχείο, μια σκοτεινή, αρρωστημένη πλευρά που έρχεται σε τέλεια αντίθεση με την χάρη και την αρμονία του μπαλέτου. Καταρχάς, έχει μια ακατανόητη εμμονή με το αίμα. Το δικό της κυρίως, το οποίο ενίοτε χρησιμοποιεί και ως κραγιόν. Προκαλεί πληγές στο σώμα της με πλήρη επίγνωση και με μια ανεξήγητη αυτοκαταστροφική τάση. Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, μετά από πολύ καιρό και αρκετά χιλιόμετρα μακριά, ξαναμπαίνει στη ζωή της ο εραστής απ’τον οποίο έφυγε σχεδόν τρέχοντας. Και ο οποίος τυγχάνει να είναι ο αδελφός της.

Αυτό είναι το στοιχείο-taboo του Flesh and Bone, που έκανε πολλούς να μιλάνε για την σειρά-έκπληξη της χρονιάς. Η αιμομιξία όντως, είναι ένα πολύ ριψοκίνδυνο και ευαίσθητο θέμα το οποίο όμως η Walley-Becket θέλησε να εξερευνήσει γιατί, όπως λέει η ίδια στο Vanity Fair, ήθελε να «ρίξει φως στο πολύπλοκο του θέματος. Στις αδυναμίες, την ανάγκη και την απόγνωση που οδηγούν στο να ξεκινήσει μια τέτοια κατάσταση». Πολύ έξυπνα, το θέμα δεν έχει «τραβηχτεί» μόνο και μόνο για να σοκάρει αλλά έχει χρησιμοποιηθεί σωστά για να εξηγήσει γιατί η Claire δεν είναι με τα καλά της. Η μόνη μου ένσταση είναι στο μέχρι που φτάνει αυτό ως δικαιολογία.

ΟΚ, ίσως έχω και μια άλλη ένσταση. Στην προσπάθειά τους να αποδώσουν ένα ρεαλιστικό και αυθεντικό περιβάλλον – και το έχουν καταφέρει -,  οι δημιουργοί επέλεξαν αληθινούς χορευτές για τους ρόλους, παρά… αληθινούς ηθοποιούς. Κι αυτό φαίνεται, λίγο. Η ηρωίδα για παράδειγμα, είναι η χορεύτρια Sarah Hay, σολίστ του μπαλέτου Semperoper της Δρέσδης. Αδιαμφισβήτητα ταλαντούχα και με ένα πρόσωπο απ’ αυτά που οι κάμερες λατρεύουν, έχει μια αυθεντικά εύθραυστη έκφραση που χαρίζει αρκετή αληθοφάνεια στις έντονα φορτισμένες σκηνές. Με μεγάλη απογοήτευση όμως, ανακαλύπτεις ότι είναι η μόνη έκφραση που έχει αλλά προφανώς φτάνει και περισσεύει, αφού κατάφερε να είναι υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης γυναικείας ερμηνείας σε limited series. Θα εκπλαγώ πολύ αν κερδίσει, αφού στα περισσότερα επεισόδια, απλά περιφέρεται ως μονίμως μουτρωμένη, σχεδόν χωρίς σκοπό και μάλιστα σε ένα από αυτά, καταλήγει σε ένα strip pole και αρχίζει να κανει stiptease.

Είναι αυτές οι καταστάσεις που προσωπικά βρήκα εκνευριστικές, γιατί σα χαρακτήρας η Claire σου δίνει τόσα λίγα, που αδυνατείς να καταλάβεις τα πώς και τα γιατί των πράξεών της. Σχεδόν σαν να σου λέει, «μα κάνω σεξ με τον αδελφό μου, δε σου φτάνει;!» Ναι ΟΚ, το’ παμε, αναμφισβήτητα δικαιολογεί πολλά προβλήματα και συμπεριφορές, αλλά χάριν δραματουργίας του όλου θεάματος, από ένα σημείο και μετά καταντάει απλά και μόνο αυτό: δικαιολογία. Αν είσαι διατεθειμένος να παραβλέψεις τέτοιες λεπτομέρειες όμως, το Flesh and Bone σε αποζημιώνει με ένα σχεδόν υπνωτιστικό πρώτο επεισόδιο, μια πολύ προσεγμένη παραγωγή και με μια πιστή αναπαραγωγή του κόσμου του μπαλέτου: τα τέλεια φωτισμένα dance studios, τον εκνευριστικά εγωκεντρικό artistic director (ο Ben Daniels σε ένα ρόλο γάντι), τις υπόλοιπες μπαλαρίνες-bitches, τα λαμπερά parties και gala, τα χάλια διαμερίσματα σχεδόν όλων των χορευτών με χαμηλούς ή καθόλου μισθούς.

Φυσικά, είναι περιττό να σου πω ότι αν δεν έχεις το παραμικρό ενδιαφέρον για την τέχνη του μπαλέτου, ίσως το Flesh and Bone να μην είναι για σένα. Ακολουθεί πιστά και πολύ έξυπνα την δομή μιας real life παράστασης, κάτι που αν δεν είσαι γνώστης του θέματος δεν θα εκτιμήσεις ιδιατίερα, με όλους τους κεντρικούς χαρακτήρες: την «πριγκίπισσα», τον κακό μάγο, τον εραστή, τον τρελό – ο Damon Herriman, στον πιο κανονικό ρόλο της σειράς, προσωπικά τον βρήκα εκνευριστικό και περιττό, είναι αυτός όμως που φέρνει τη λύτρωση στο τελευταίο επεισόδιο. Ειδική αναφορά αξίζει και στον Josh Helman ως τον αδελφό της Claire, που φέρει στους ώμους του ένα «βαρύ», λιγομίλητο χαρακτήρα που σχεδόν ξεχειλίζει πόνο και παρόλο το «έγκλημα» που έχει διαπράξει, σου βγάζει μια συμπόνια που σχεδόν εκπλήσσει ακόμα και εσένα. Και για να ρίξουμε αυλαία, είναι το Flesh and Bone μια σειρά που αξίζει να δεις; Αν δεν σου αρέσει το μπαλέτο, τότε σίγουρα όχι. Αν σου αρέσει, τότε ναι, ακόμα και με τα ελαττώματά της. Ο χορός στο τελευταίο επεισόδιο θα σε αποζημίωσει και με το παραπάνω. Σου προτείνω να δεις το πρώτο επεισόδιο και να αφεθείς στον κόσμο του. Αν θες να μείνεις και μετά το διάλειμμα, τότε είσαι σε πολύ καλό δρόμο.