1.
Η φυτολογία μάς λέει ότι τα επιπολαιόριζα προκοπή δεν έχουν. Κι όσοι από μας δεν νιώθουν ενίοτε την ανάγκη να «βιώνουν» τις ρίζες τους στην Ιστορία (κάτι σαν δυναμωτική τσικουδιά της υπόστασης), σε μπαλόνια μάλλον κάθονται – κι άντε να κρατηθείς. Η Μ. Πουρνάρα, στην Καθημερινή της 25.09.16, μας παρώθησε σε μια τέτοια ηδεία κατάδυση στις ρίζες μας, περιγράφοντας την έκθεση «Οι ελληνικές εκδόσεις του Άλδου Μανούτιου» που οργανώθηκε στη Βενετία, μέσα στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη, με πρωτοβουλία του δραστήριου και γενναιόδωρου Ιδρύματος Λασκαρίδη και με επιμελητή τον οτρηρό Κ. Στάικο. Χάρις σ’ αυτούς, «ζήσαμε» γερή δόση Ιστορίας: Να είσαι σε μια αίθουσα ιστορημένη απ’ τον Τισιανό και τον Βερονέζε, να φαντάζεσαι ένα γύρο όλη την πολύτιμη συλλογή 500 περίπου ελληνικών χειρόγραφων βιβλίων που ο Βησσαρίων (το 1468) δώρησε στην Ενετική Γερουσία – κι ακόμη να σκέφτεσαι ότι από δω δίπλα ο Δόγης είχε ξεκινήσει εν πομπή για να περάσει στο απέναντι νησάκι να προσκυνήσει τον βασιλέα της Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννην τον Η΄ τον Παλαιολόγο, ο οποίος είχε έρθει απελπισμένος για βοήθεια ενάντια στους Τούρκους (1438). Άλλη μια Ζητεία των Ελλήνων (απ’ τις τόσες) – μάταιες μεν, αποδοτικότατες ωστόσο για το πολιτισμικό Ξύπνημα της Ευρώπης, χάρις στην ιταλική Αναγέννηση. Την οποία την είχε τόσο τροφοδοτήσει και την είχε φουντώσει η δράση των Ελλήνων λογίων στην Ιταλία, ήδη απ’ τον 12ο αιώνα. Και τώρα, μιας κι η εκδήλωση μνήμης γίνεται στη Βενετιά, ακούμε και τη φωνή του «σοφότατου» Μάρκου Μουσούρου (1470-1517) φιλολογικού διευθυντή στις εκδόσεις Μανούτιου, να διδάσκει τον ίδιο τον Έρασμο: Σταθείτε στη σκάλα που ανεβάζει στην αίθουσα Sansoviniana της Μαρκιανής, κι αν είστε τυχεροί θα τους υποπτευθείτε και τους τρεις να περνάνε˙ τέτοια πύκνωση Ιστορίας…
2.
Η Βενετία θα είναι το κυριότερο κέντρο έκδοσης ελληνικών βιβλίων εκείνον τον καιρό˙ 50% του συνόλου των αριστοτελικών εκδόσεων της Ιταλίας θα τυπωθούν στη Βενετία. Άλλωστε, εκεί πρωτόφθασε ο μεγάλος Δάσκαλος Χρυσολωράς (1396)˙ κι εκεί στη Βενετία πρωτοήρθε κι ο Γεώργιος Τραπεζούντιος (1416) για ν’ αντιγράψει χειρόγραφα, για λογαριασμό τού F. Barbaro. Η δε πρώτη απόπειρα εκτύπωσης ελληνικού βιβλίου (σχετικού με τα Ερωτήματα του Χρυσολωρά), κι αυτή στη Βενετία έγινε, γύρω στο 1471. Σε λίγο, όταν οι Γάλλοι θα καταλάβουν την ακρόπολη του ιταλικού ουμανισμού, τη Φλωρεντία (1495), τα εκδοτικά πρωτεία θα περάσουν για καλά στην Γαληνοτάτη. Θα ευνοηθούν (i) απ’ τις παραδοσιακές σχέσεις της Βενετίας με την Κωνσταντινούπολη, (ii) απ’ τους ανοιχτούς εμπορικούς δρόμους της Βενετιάς μ’ όλον τον κόσμο για τη διάθεση του βιβλίου, αλλά και (iii) απ’ την πολυάριθμη και ικανότατη Ελληνική Κοινότητα της Βενετίας και τις επαφές της με την υπόδουλη Ελλάδα. Γι’ αυτό άλλωστε κι η Βατραχομυομαχία που τυπώνουν στη Βενετία (1486) οι Κρήτες Λαόνικος και Αλέξανδρος, για τους Έλληνες προοριζόταν.
Την ίδια περίπου εποχή (1496), ο U. Bolzanio (μαθητής του Κ. Λάσκαρη), επιστρέφοντας από την περιοδεία «Ομηρομάθειας» στα νησιά του Αιγαίου (τον φαντάζεσθε;), ιδρύει στη Βενετία σχολή Ελληνικών, και γίνεται κι αυτός ένας απ’ τους στενότερους συνεργάτες του Άλδου. Όπως κι ο G. Valla, μαθητής κι αυτός του Κ. Λάσκαρη, κάτοχος σπουδαιότατης βιβλιοθήκης χειρόγραφων βιβλίων (το ex libris του ήταν: «γεωργίου του βάλλα έστι το βιβλίον»!). Και να σκεφθεί κανείς ότι, ήδη απ’ το 1468, βρισκόταν στη Βενετία κι ο θησαυρός της βιβλιοθήκης του Βησσαρίωνος – άσχετο αν οι τότε αρμόδιοι της Μαρκιανής την είχαν ουσιαστικώς «ενταφιάσει» για να την προστατέψουν.
3.
Μέσα λοιπόν σ’ αυτόν το πλήθος των βιβλιοθηκών, τον πλούτο των γνώσεων και τον ενθουσιασμό του ουμανισμού, προβάλλει η φυσιογνωμία τού Άλδου Μανούτιου˙ στην 500-ετή επέτειο του θανάτου του είναι αφιερωμένη η Έκθεση του Ιδρύματος Λασκαρίδη στην Μαρκιανή: Γεννημένος το 1450 περίπου, κοντά στη Ρώμη, σπουδάζει Ελληνικά στη Φερράρα, θα θαυμάσει τον υπέροχο ελληνιστή της Φλωρεντίας A. Poliziano, και τελικά ύστερα από μια μακρά σταδιοδρομία ως διδάσκαλος, θα αποφασίσει ν’ αφοσιωθεί στην Τυπογραφική. Και γράφει ο Στάικος στον πολύτιμο Κατάλογο της Έκθεσης: «Η Τυπογραφία με το εντυπωσιακό δυναμικό της, συνιστούσε το αποτελεσματικότερο όργανο για την πιο πλατιά διάδοση των ουμανιστικών ιδεωδών του Άλδου». Ενώ στην μνημειώδη του Χάρτα της Ελληνικής Τυπογραφίας (600 σελίδες θαυμαστής μονοτυπίας) ο Στάικος τονίζει: «Το εκδοτικό έργο του Άλδου και των συνεργατών του, ήταν ένας αγώνας για την ανακάλυψη του κατάλληλου χειρογράφου, για την αποκατάστασή του [για την κατασκευή μιας πρωτότυπης οικογένειας ελληνικών τυπογραφικών χαρακτήρων] και για την διοχέτευση των βιβλίων και σ’ αγορές πέραν της Βενετίας». Διέθετε δε ένα πετυχημένο πρότυπο, το ουμανιστικό τυπογραφείο που είχε στηθεί στη Ρώμη το 1468, με τη γενική φιλολογική εποπτεία του μεγάλου Θεόδωρου Γαζή, όσο ζούσε ο Βησσαρίων. Τώρα στη Βενετιά, τα πρώτα βιβλία που τυπώνει ο Μανούτιος είναι Τα καθ’ Ηρώ και Λέανδρον (π. 1495) με ωραιότατη χαρακτική εικονογράφηση, την πρώτη σε ελληνικό έντυπο βιβλίο, και η Επιτομή των οκτώ του λόγου μερών (1495) του Κ. Λάσκαρη – στον πρόλογο του οποίου ο Μανούτιος μιλάει για την «απόφασή του να αφιερώσει όλη του τη ζωή επ’ ωφελεία της ανθρωπότητας, […] όσο ζούμε σ’ αυτήν την κοιλάδα των δακρύων και των βασάνων». Τέτοια είναι η νοοτροπία των μεγάλων…
Έτσι, ως φαίνεται και με τη στήριξη του βιβλιοθηκάριου της Μαρκιανής M. A. Sabellico, ο Άλδος ασκεί το σύντονο έργο των εκδόσεών του. Κι είναι τόσο σπουδαίοι και τόσο πολλοί οι Λόγιοι που συνεργάζονται μαζί του, ώστε ιδρύει την «Νεοακαδημίαν» (~ 1500) της οποίας τα μέλη είναι υποχρεωμένα να μιλούν ελληνικά – κι η παράβαση αυτού του κανόνος τιμωρούνταν με πρόστιμο! «Ιερός έρως» με τα όλα του…
Το τυπογραφείο του Μανούτιου θα κλείσει το 1509, οπότε ο πόλεμος της Βενετίας με την Ευρώπη επέβαλε σημαντικές θυσίες στην Γαληνοτάτη. Σύντομα όμως (το 1512) ο Άλδος θα θέσει πάλι σε λειτουργία το τυπογραφείο του – εκφράζοντας μάλιστα τον θαυμασμό του για τα σταθερά πολιτιστικά ενδιαφέροντα της Βενετίας, και γράφοντας στον πρόλογο του Πινδάρου (1513):
“revertimur Venetias, quas
Athenas alteras hoc tempore
possumus dicere”.
4.
Έως το 1509 είχαν εκδοθεί απ’ τον Άλδο 50 τίτλοι, ενώ ως τον θάνατό του (1515) θ’ ακολουθήσουν άλλοι 11 τίτλοι (το όλον 61). Φαίνεται δε ότι και το πλήθος των αντιτύπων του κάθε βιβλίου ήταν πολύ μεγάλο για την εποχή εκείνη (2000 για τις τραγωδίες του Σοφοκλέους): Ο Μανούτιος πραγματοποιούσε την υπόσχεσή του να τυπώνει πολύ φροντισμένα αλλά μικρού κόστους βιβλία, ώστε να είναι εύκολη η διάθεσή τους σε ανθρώπους χαμηλού εισοδήματος. Τα μισά απ’ τα βιβλία αυτά αφορούν τη Φιλοσοφία και την Ιστορία, τα δε υπόλοιπα είναι αφιερωμένα στη Γραμματική, τη Λογοτεχνία και τη Θρησκεία. Πολύ λίγα αφορούν τις Επιστήμες, παρ’ όλον ότι στη Βενετία θα τυπώνονταν αργότερα πολλά τέτοια ελληνικά έργα, όπως η Αλμεγίστη του Πτολεμαίου (ο ίδιος ο Βησσαρίων είχε παροτρύνει τους Γερμανούς ουμανιστές να την μεταφράσουν), τα Μηχανικά Προβλήματα του Αριστοτέλους, η Αυτοματοποιητική του Ήρωνος, κ.ά.
Η Βενετία, τέλος, θ’ αποδειχθεί φιλόξενο λίκνο και για τους Έλληνες που δεν είχαν φραγκέψει: Άλλη μια απόδειξη θα είναι ο Καλλιέργης, ο πολυσχιδής φιλόλογος, εκδότης και τυπογράφος, ο οποίος τον ίδιο καιρό με τον Άλδο, τυπώνει στην Βενετία ελληνικά βιβλία χωρίς λατινικές μεταφράσεις, φιαγμένα αποκλειστικώς από ελληνικά χέρια – βιβλία προορισμένα για το υπόδουλο Γένος. Ο Μουσούρος (στον πρόλογο του Παυσανία, 1516) θα είχε κι αυτόν υπόψη-του όταν έγραφε το εγκώμιον στους Ήρωες που τύπωναν τότε ελληνικά βιβλία «τους αυτόχθονας της πρεσβυτέρας Ελλάδος εκείνοις ήρωσιν ομοσπόρους».
Ποιος από εμάς σήμερα θα τολμούσε να φαντασθεί εαυτόν «ομόσπορον»…