Ανάμεσα στα δυστοπικά νέα που συνεχώς προσπαθούμε να χωνέψουμε, οι ανακοινώσεις των ονομάτων που θα πλαισιώσουν τα line up των φεστιβάλ του καλοκαιριού μοιάζουν με ακτίνες φωτός και με ένα αναγκαίο boost χαράς. Όχι βέβαια για όλους. Η προχθεσινή ανακοίνωση του ερχομού της Rosalía στη χώρα μας, στο Release Athens Festival, σε συνεργασία με το SNF Nostos, κατέληξε να φέρει περισσότερο εκνευρισμό παρά ενθουσιασμό.
Εκεί που μεταξύ μας στις παρέες λέγαμε πόσο σημαντική είναι η παρουσία σύγχρονων καλλιτεχνών με παγκόσμια αναγνώριση στα ελληνικά φεστιβάλ, ξεκίνησε μία διαδικτυακή επιδρομή των “metalheads” – και όχι μόνο – που μας επιβεβαίωσε ότι ακόμη δυσκολευόμαστε ως κοινό να σεβαστούμε αυτό που αποκλίνει από τα γούστα μας, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για κάτι pop, γυναικείο και mainstream. Δεν έχει σημασία που η Καταλανή star παντρεύει το reggaetón με την R&B, την ιαπωνική και κορεατική κουλτούρα και δημιουργεί το δικό της μουσικό ιδίωμα, δεν έχει σημασία που ως έφηβη μυήθηκε στη μουσική φλαμένκο ερχόμενη σε επαφή με τις καταλήψεις των αναρχικών περιοχών της Βαρκελώνης όπου ζούσε, και με τα παραδοσιακά φωνητικά των Ρομά της Ισπανίας – εμείς θα την κράξουμε, γιατί «δεν έμεινε πιστή στις ρίζες της».
Στην πραγματικότητα, δεν χρειάζεται η παρουσίαση των κατορθωμάτων της και των βιωμάτων της για να επιχειρηματολογήσουμε κατά της τοξικότητας του διαδικτύου και της ροπής του ελληνικού κοινού στο να σπεύσει να χλευάσει οτιδήποτε δεν απολαμβάνει (και είναι δικαίωμά του να μην απολαμβάνει). Αλλά θα το κάνουμε.
Η Rosalía φιγουράρει στα μεγαλύτερα φεστιβάλ του κόσμου. Φέτος, θα εμφανιστεί μεταξύ άλλων στο ιστορικό Coachella, στο Primavera, αλλά και στο Lollapalooza που διοργανώνεται σε διάφορες πόλεις ανά τον κόσμο. Η συμμετοχή της στο Release Athens αποδεικνύει πως οι ελληνικές διοργανώσεις καταφέρνουν όσο περνούν τα χρόνια να σταθούν επάξια δίπλα στα line up των δημοφιλέστερων φεστιβάλ που αφουγρκάζονται και αγκαλιάζουν τις τάσεις του σήμερα. Ούτε αυτό όμως μας είναι αρκετό. Εμείς θα το κράξουμε, γιατί ο ήχος της Rosalía δεν είναι «σκληρός», δεν είναι metal, δεν είναι rock.
Πέρα από την αυθαίρετη εξίσωση που θέλει για πολλούς, η καλή μουσική να ισοδυναμεί αποκλειστικά με τη metal, τη rock και τα παρακλάδια τους – άντε και τον Bach – τα σχόλια που απυήθυναν στην καλλιτέχνιδα οι «δυσαρεστημένοι», συνδέθηκαν με τη γυναικεία της υπόσταση και το κλισέ που θέλει μια γυναίκα που τραγουδάει pop και έχει σέξι εμφάνιση, να μην είναι «σοβαρή» μουσικός. Είμαστε βέβαιοι πως αν η μουσικός φορούσε τα παραδοσιακά ρούχα του φλαμένκο και δεν διεκδικούσε να ανοίξει νέους δρόμους στο είδος, τα comments του κοινού στα social media θα ήταν αρκετά διαφορετικά. Η Rosalía Vila Tobella, επιλέγει όμως να χορέψει με πάθος, να δείξει το σώμα της, για το οποίο είναι υπερήφανη, αποσυνδέοντάς το από την πατριαρχική αντικειμενοποίηση του γυναικείου κορμιού, και να αποδομήσει το στερεότυπο που θέλει το reggaeton να αποτελεί μουσική υποκουλτούρα, παντρεύοντάς το με τις ρίζες του φλαμένκο.
Άλλωστε, η καλλιτεχνική ταυτότητα της super star, είναι βαθιά συνδεδεμένη με τον φεμινισμό. Το δεύτερο άλμπουμ της, El Mal Querer, είναι εμπνευσμένο από τη διπλωματική της εργασία όταν σπούδαζε στο Escola Superior de Música de Catalunya. Μια έρευνα πάνω σε ένα έμμετρο μυθιστόρημα, το οποίο σκιαγραφεί τον κακοποιητικό γάμο μιας γυναίκας που βιώνει την υπέρμετρη ζήλια του άντρα της, καταφέρνοντας στο τέλος να φύγει μακριά του. «Δεν θα αφήσω κανέναν άνδρα να με δυναστεύει», λέει χαρακτηριστικά ένας στίχος από το άλμπουμ της. Παράλληλα, στον δίσκο, ο δυναμισμός και το πάθος του φλαμένκο γίνονται το έναυσμα της γυναικείας ενδυνάμωσης. Αντίστοιχα, και το τελευταίο της άλμπουμ, Motomami, αποτελεί για την ίδια ένα φεμινιστικό αντίβαρο στον σεξισμό και την τοξική αρρενωπότητα.
Σε ένα ντοκιμαντέρ του 2018 για τον Camarón de la Isla, τον μέντορα της Rosalía στο φλαμένκο, που παρουσιάζει μια σειρά από έντονες συζητήσεις σχετικά με το τι είναι πραγματικό φλαμένκο, ο μουσικός Juan Peña αναστοχάζεται: «Αν θέλουμε να σώσουμε το φλαμένκο, αν θέλουμε να μεταφέρουμε το φλαμένκο στις μάζες, θα πρέπει να βρούμε έναν νέο τρόπο. Ένα νέο στυλ. Πρέπει να δημιουργήσουμε κάτι καινούριο». Και η Rosalía το έκανε, τραγουδώντας στη γλώσσα της και διοχετεύοντας όλη τη θηλυκότητά της. Και είναι απόλυτα σεβαστό να μην μας αρέσει, αλλά δεν είναι πολύ συνετό να προσβάλλουμε τις επιλογές των ανθρώπων επειδή απέχουν από τα γούστα μας.
Σχόλια όπως «Τι είναι τούτο πάλι», «Επιτέλους και λίγη ποιοτική slut(o)- pop βρε παιδιά», «Έχουμε τόσες μπάντες με παγκόσμια καριέρα και μας φέρνουν την Μαριμάρ σε τσόντα», «Τι σκουπίδια είναι αυτά;» και «Έχουν βαλθεί να μετατρέψουν τη μουσική σε οίκο ανοχής και να μας πείσουν πως είναι και πχιότητα», που διαβάσαμε κάτω από την ανακοίνωση του ερχομού της, σίγουρα δεν μας τιμούν ως μουσικόφιλους που θα φιλοξενήσουμε το απόλυτο pop icon της εποχής μας στη χώρα μας – και σίγουρα δεν σας τιμούν ως άντρες, αγαπητό κοινό.
Rosalía, δείξε τους πώς γίνεται κορίτσι μου. Ανυπομονούμε.