Οι γαστρονομικές πιάτσες της Αθήνας πάντα λειτουργούσαν ως ένα είδος οδηγού στην ιδιαίτερη ανθρωπογεωγραφία της. Τα πεϊνιρλί της Δροσιάς, τα γαριδάδικα της Χαραυγής και της Αγίας Βαρβάρας, τα κεμπαμπτζίδικα της Δραπετσώνας, τα ουζερί του Περάματος, η μπιφτεκούπολη στη Γλυφάδα είναι μερικά τέτοια παραδείγματα που σε καλούσαν όχι μόνο να τραβηχθείς κάπου για να φας, αλλά και για να κρυφοκοιτάξεις ως τουρίστας τις, ίσως μακρινές, γειτονιές της πόλης σου. Η βόλτα ξεκινούσε, αλλά τελικά ξέφευγε, από το φαγητό. Το κέντρο, ναι μεν πρόσφερε πάντα τις περισσόερες επιλογές, αλλά ποτέ δεν είχε αυτόν τον «θεματικό» χαρακτήρα – τα σουβλατζίδικα στο Μοναστηράκι, ας πούμε, είναι πια περισσότερo αξιοθέατα.
Γι’ αυτό είναι μοναδικό αυτο το υπέροχο food village που έχει στηθεί στα πλευρά της πλατείας Συντάγματος, στις παρυφές της Πλάκας αν προτιμάτε. Ένα, κατά βάση ασιατικό, γαστρονομικό χωριό που εκτείνεται στις οδούς Βουλής, Απόλλωνος, Νίκης και Σκούφου. Μπορείς να δοκιμάσεις το καυτερό καλαμάρι του κορεάτικου Dosirak, να δεις από κοντά τον Σωτήρη Κοντιζά στο Nolan ενώ τρως το άφθαστο θράψαλο με μαραθόριζα (ή το απίθανο τηγανητό κοτόπουλο), να τσεκάρεις τα bao του Βασίλη Καλλίδη στο Pink Flamingo, να ξεπεράσεις μάλλον εύκολα την απώλεια του Furin Kazan με το Gaku που άνοιξε στη θέση του απέναντι από το μανάβικο των θρυλικών «κυριών», να προνοήσεις για μια από τις 12 θέσεις στο Sushimοu του Αντώνη Δρακουλαράκου, να πάρεις για το σπίτι sushi από το Koi/ «ινδικό σουβλάκι» από το Babaji/ το κλασικό νο. 53 του Noodle bar «με cassius και γλυκιά σάλτσα τσίλι», να καείς στα βινταλού και τα κόρμα του Indian Kitchen, να περιμένεις την -επίσης ασιατικής κατεύθυνσης- άφιξη του Άρη Βεζενέ στη γειτονιά. Τον ασιατικό κανόνα σπάνε το συνεπές Avocado (εκεί before vegan was cool), το αειθαλές Οινομαγειρείο (τόσο στην Απόλλωνος όσο και στη Βουλής) για κεφτέδες στο μαντέμι και η taqueria που αναμένεται στο χώρο του παλιού spooky ψαροκρεοπωλείου στην Απόλλωνος.
Δεν υπήρχε καλύτερο περιβάλλον για το Spitjack, την ροτισερί που ήρθε στα τέλη Γενάρη να αποενοχοποιήσει τη σούβλα στην αθηναϊκή εστίαση. Και γιατί όχι δηλαδή… οι νεότεροι Αθηναίοι δεν σκέφτονται μόνο το Πάσχα και τον οβελία στη θέα της, αλλά και τις πάπιες στις βιτρίνες της λονδρέζικης Chinatown ή τα αντίστοιχα φαγάδικα σε μέρη όπως η παριζιάνικη Μπελβίλ. «Κι εμείς απο το εξωτερικό ξεσηκώσαμε το κόνσεπτ. Θέλαμε να φτιάξουμε μια γαλλική ροτισερί με νεοϋρκέζικη διακόσμηση που όμως να μην κλοτσάει, αλλά να παραπέμπει σε κάτι οικείο, αγαπημένο κι εύκολο. Γι’ αυτό και φτιάξαμε έναν εύχρηστο μικρό κατάλογο», μου λέει ο Γιώργος Κανελλόπουλος που μαζί με τον Γιώργο Μελισσάρη εμπνεύστηκαν την ιδέα κι έστησαν το μαγαζί (ιδιοκτήτες και της ντίσκο Cinderella στο Κολωνάκι, αμφότερα ανήκουν στον όμιλο Μωράκη).
8 τραπέζια και 5 θέσεις στο μπαρ, ένας επιβλητικός πολυέλαιος κι ένας χαρακτηριστικός καθρέφτης, δεκάδες κάδρα στους τοίχους με διάσημους σταρ από τον Μάρλον Μπράντο και τον Στιβ Μακ Κουίν στη Μέριλιν και τον Έλβις να «φοράνε τατουάζ» (το design έχει επιμεληθεί ο Γιώργος Παντελούκας), οι σούβλες στο βάθος σε πρώτο πλάνο. Κι ένα μενού με 2 σελίδες μπρος-πίσω που επιμελήθηκε ο Μιχάλης Μερζένης (the Cellar Athens, Dry and Raw, Fresh Mykonos) που τον τρόπο του με τα κρέατα τον (παρα)έχει.
Απλά τα πράγματα. Τρεις επιλογές: κοτόπουλο (το μισό €10), τραγανή πάπια (το best seller του καταλόγου που περνά από τη χρονοβόρα διαδικασία «καθάρισμα-μαρινάρισμα-φούσκωμα-στέγνωμα-ψήσιμο», η μισή €16) και πορκέτα (προσωπικό fav αυτό το θαυμάσιο ιταλικό χοιρινό ρολό με μυρωδικά και καρυκεύματα, τυλιγμένο στην κρατσανιστή κρούστα του λίπους του – τα 400 γραμμάρια €13). Αν είστε πάνω από 2 άτομα, πάρτε ένα ταμπλό από το καθένα. Θα διαπιστώσετε πως το σιγοψήσιμο μαλακώνει ηδονικά το κρέας σε επίπεδα «τρυφερό σαν την καρδιά ενός μαρουλιού», και ειδικά η εναλλαγή της πιο λιπαρής porchetta με την edgy πάπια ανταμοίβει. Το μπαλταδάκι, αντί για μαχαίρι, στην πραγματικότητα δε θα σας πολυχρειαστεί, αλλά είναι το trademark του μαγαζιού κάνοντας ήδη καλή καριέρα στα σόσιαλ μίντια (μπορείτε να το αγοράσετε κιόλας φεύγοντας για €25).
Για να δουλέψει καλύτερα το κρέας, θα βουτήξετε σε κάποια σος (καπνιστή BBQ, κονιάκ-μέλι-μουστάρδα, τρούφα-Jack Daniels) και για να δροσιστείτε υπάρχουν τρεις σαλάτες: η noodle που είναι κι αυτή hit με ανανά, αβοκάντο και κολοκυθάκια (€6)/ μια ακόμα με βάση την κινόα (€7) και η τρίτη με ψιλοκομμένα λαχανικά, πιπεριά jalapeno και τραγανά κρεμμύδια (€7). Στα συνοδευτικά, πατάτες (baby ψητές με σπεκ ή πουρέ στα €5) και βέβαια, αν έχετε ακόμα αυτήν την παιδικη συνήθεια όπου βλέπετε καλαμπόκι να το ζητάτε όπως εγώ, διαλέξτε το corn on the cob με μελένιο βούτυρο (€4,5). Θα πίειτε μπίρα ή κάποιο από τα κοκτέιλ με βάση το Jack Daniels…«Delivery δεν κάνουμε κι ούτε σκοπεύουμε να βάλουμε γιατί θα μας άλλαζε όλο τον τρόπο παραγωγής εις βάρος της ποιότητας, αλλά ήδη δουλεύουμε πολύ καλά με τα γύρω γραφεία του κέντρου από κόσμο που κάνει lunch break εδώ ή έρχεται να πάρει το μεσημεριανό του και να φύγει», μου λέει ο Γιώργος Κανελλόπουλος και σκέφτομαι ότι πολλοί μπορεί να προτιμούν τα Spit Rolls – τα τρία προανεφερθέντα κρεάτα σε μπριός με διαφορετικούς συνδυασμούς από πίκλες και σος (από 6.5-8€). Σερβίρονται μέχρι τις 19.00, και σε μενού με σαλάτα και μπίρα/ποτήρι κρασί (€10).
Η λέξη-κλειδί για το Spitjack είναι comfort. Ένα κομψό μικρό εστιατόριο πόλης, εκείνο που θα βγαινες με την παρέα που θες να κάνεις catch up τρώγοντας κάτι που ξέρετε ότι (θα) σας αρέσει, αλλά κι εκείνο που θα πήγαινες για πρώτη φορά φαγητό με κάποιον-α που βγαίνεις και δείχνει τόσο cool ώστε να υποστηρίξει σούβλες και μπαλτάδες. Απλά, μην τον/την αφήσετε να το αγοράσει. Ακόμα…