Ένα εστιατόριο στη Θεσσαλονίκη βασίζεται στην παλιομοδίτικη ηθική των παππούδων μας

Το καλό φαγητό είναι κάτι το δεδομένο στη Θεσσαλονίκη. Τα τελευταία χρόνια παρατηρεί κανείς ότι η επιχειρηματικότητα στην εστίαση έχει αρχίσει να κινείται και προς το χώρο του φρέσκου μαγειρευτού φαγητού. Κι αν αυτό το συνδυάσεις με την έννοια της αλληλεγγύης, το καλό φαγητό γίνεται απόλαυση και η στήριξη της επιχείρησης αυτής από τον κόσμο καταλήγει σαρωτική. Εδώ και μερικούς μήνες, το εστιατόριο «Μάγειρες» στο κέντρο της Θεσσαλονίκης αποτελεί πλέον συνώνυμο της ως άνω περιγραφής.

Ο Θάνος Βενιέρης, ο ένας από τους τέσσερις φίλους που βρίσκονται πίσω από τους «Μάγειρες», εξηγεί το πώς ξεκίνησαν όλα: «Πάντα μου έκανε εντύπωση το ότι στη δυτική προσέγγιση το επιχειρείν είναι ξεχωριστό από την ηθική. Δεν μας άρεσε αυτό, οπότε προσπαθήσαμε να συγκεράσουμε το επιχειρείν και τις αρχές του management, που ενδιαφέρονται μόνο για μετρήσιμα στοιχεία, με την παλιομοδίτικη ηθική των παππούδων μας, βάζοντας έτσι και μη μετρήσιμα στοιχεία μέσα στη συνάρτηση. Ίσως αυτή η ερασιτεχνική και όχι και τόσο επαγγελματική μας προσέγγιση να μας βοήθησε στο να πετύχουμε σε αυτή μας την προσπάθεια». Από στόμα σε στόμα λοιπόν, χωρίς καμία διαφήμιση («προτιμήσαμε να πληρώσουμε τους εργαζόμενους από τον προϋπολογισμό της διαφήμισης»), οι «Μάγειρες» έγιναν γνωστοί στον κόσμο της Θεσσαλονίκης.

Ο εμπνευστής του εγχειρήματος Θάνος Βενιέρης.

Ο βασικός άξονας φιλοσοφίας τους είναι το «κάνε το καλό». «Μπορούμε να λειτουργήσουμε μια επιχείρηση χωρίς να ωφελούμε αποκλειστικά και μόνο εμάς, αλλά και τους άλλους. Πρώτα από όλα, προσφέρουμε στους πελάτες μας μια πολύ αυξημένη σχέση ποιότητας-τιμής, προσφέροντας φαγητό εξαιρετικής ποιότητας σε τιμές λογικές και προσιτές». Για του λόγου το αληθές: όλα τα λαδερά (από φασολάκια και μπριάμ μέχρι τουρλού και γεμιστά) κοστίζουν 3 ευρώ, όλοι οι κιμάδες (στη Θεσσαλονίκη, όταν λέμε κιμάδες εννοούμε το παστίτσιο, το μουσακά και όλα τα παρεμφερή πιάτα) 4 ευρώ και όλα τα κρέατα 5 ευρώ. Υπάρχει επίσης και η προσφορά του μπουφέ, όπου με 7 ευρώ επιλέγεις φαγητό, σαλάτα (από πολίτικη μέχρι ταμπουλέ), αναψυκτικό, ψωμί και γλυκό.

Επιπροσθέτως, οι προμηθευτές είναι αποκλειστικά και μόνο Έλληνες. «Θέλουμε να προωθούμε τον ελληνικό πολιτισμό-γιατί το φαγητό και η φιλοξενία είναι πολιτισμός. Δεν πιστεύουμε με τίποτα στην υπεροχή των αλλοδαπών προϊόντων. Η περίφημη παρμεζάνα με τίποτα δεν συγκρίνεται με την κεφαλογραβιέρα της Νάξου, ούτε τα γνωστά διεθνή αναψυκτικά με τα ελληνικά. Με κίνδυνο να χάσουμε πελάτες, προσπαθουμε να στείλουμε το μήνυμα ότι ο κάθε Έλληνας πρέπει να βρει τη χαμένη περηφάνια του και να στηρίξει την χώρα με όποιον τρόπο μπορεί».

Το πραγματικά κοινωνικό πρόσωπο των «Μαγείρων» όμως καταδεικνύεται στην επιλογή των εργαζομένων, που προέρχονται αποκλειστικά από κοινωνικές ομάδες που χρειάζονται στήριξη. Μακροχρόνια άνεργοι, άτομα που δεν υπάγονται στα γνωστά πρότυπα πρόσληψης (σκέψου τις αγγελίες τύπου «ζητούνται νέες κοπέλες για σέρβις»), ανύπαντρες ή χωρισμένες μητέρες, θύματα ενδοοικογενειακής βίας, άνεργοι φοιτητές που δυσκολεύονται να τελειώσουν τις σπουδές τους. «Πρόκειται για άτομα που τα είχε χτίσει η κοινωνία σε ένα ντουβάρι κι εμείς απλά προσπαθούμε να τους ανοίξουμε ένα παράθυρο. Συζητάμε τώρα να ανοίξουμε παράθυρα σε ακόμα πιο χοντρούς τοίχους. Θέλουμε να προσλάβουμε άτομα που έχουν αποφυλακιστεί, ώστε να μην έχουν την αντιμετώπιση που είχε ο Γιάννης Αγιάννης, αλλά να τους δώσει η ζωή μια δεύτερη ευκαιρία. Μάλιστα ήδη έχουμε έρθει σε. επαφή με την θεραπευτική κοινότητα της ΙΘΑΚΗΣ προκειμένου να συνεργαστούμε με άτομα που έχουν απεξαρτηθεί, ούτως ώστε να προσπαθήσουμε να τα βοηθήσουμε να βρουν τη θέση τους στον κόσμο».

Ο έτερος άξονας φιλοσοφίας των «Μαγείρων» είναι το «τίποτα δεν πάει χαμένο». Η τροφή που τυχόν περισσεύει (φαγητό δεύτερης μέρας δεν σερβίρεται ποτέ) στέλνεται στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Νεάπολη για το συσσίτιό της, ενώ το μισοφαγωμένο φαγητό δίνεται στη φιλοζωική εταιρία «Άργος». Και ναι, υπάρχει υπάλληλος που ξεχωρίζει το κρέας από τα λαχανικά, ώστε τίποτα να μην πεταχτεί χωρίς λόγο.

Η ανταπόκριση από τον κόσμο υπήρξε άμεση. «Ο κόσμος δεν μας στηρίζει γιατί έχουμε το καλύτερο ή το φθηνότερο φαγητό της Θεσσαλονίκης. Μας στηρίζει γιατί θέλει μέσω ημών να στηρίξει πρώην ανέργους, Έλληνες παραγωγούς και κάτι καινούριο, κάτι φρέσκο που γεννιέται μέσα από μια εποχή όπου όλα θεωρούνται μαύρα και αποτυχημένα και χωρίς προοπτική».

Στα άμεσα πλάνα τους είναι το πρόγραμμα «Γεύση και Ζωή», που θα ξεκινήσει από το νέο έτος: «Σε συνεργασία με τις αδερφές Πασχαλέρη, που η μία είναι διαιτολόγος-διατροφολόγος και η άλλη γεροντολόγος, θα ετοιμάζουμε γεύματα ειδικά σχεδιασμένα για άτομα τρίτης ηλικίας και τις ανάγκες τους και θα τα πηγαίνουμε στο χώρο τους καθημερινά, με αντίτιμο 50 ευρώ το δεκαπενθήμερο ή 100 ευρώ το μήνα». Και μακροπρόθεσμα; Σαφώς και τους ενδιαφέρει η ανάπτυξη, αλλά για αυτούς είναι πιο σημαντικό το να βρουν συνεργάτες της ίδιας φιλοσοφίας. «Δεν προχωρούμε τόσο γρήγορα γιατί δεν θέλουμε να τρέξουμε χωρίς να μάθουμε να περπατάμε πρώτα. Δε θέλουμε να εκχωρηθεί μόνο το εμπορικό μέρος της υπόθεσης-χωρίς το κοινωνικό σκέλος, οι «Μάγειρες» δεν θα ήταν παρά ένα απλό μαγειρείο. Θέλουμε να βοηθήσουμε τις εθελοντικές και ακτιβιστικές ομάδες να έρθουν στο προσκήνιο και σε αυτή την προσπάθειά μας να συμμετάσχουν και άλλες επιχειρήσεις, εστίασης και μη. Κοντά στον βασιλικό θα ποτιστούν πολλές γλάστρες με αυτό τον τρόπο. Τότε μόνο θα νιώσουμε πραγματικά πετυχημένοι».

Οι «Μάγειρες» βρίσκονται επί της Βασ. Ηρακλείου 42 (τηλ. 231 027 2379) και στη σελίδα τους στο Facebook. Μαγειρεύουν (και φέρνουν στο χώρο σου αν μένεις στο κέντρο) καθημερινά 12.00-20.00. Τις Κυριακές ξεκουράζονται.

 

Μαριάννα Βασιλείου

Share
Published by
Μαριάννα Βασιλείου