Categories: ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Ψυχική Υγεία και Lockdown: Πόσο καλά (μπορούμε να) αισθανόμαστε εν μέσω πανδημίας;

Πόσο καιρό έχετε να ακούσετε κάποιον να απαντάει στην ερώτηση «πώς είσαι;» με χαρούμενο ύφος και λέγοντας «μια χαρά», «ποτέ καλύτερα» ή έστω «καλά τα περνάω»; Oύτε καν θυμάστε, φαντάζομαι.

Είναι γεγονός. Όλα δείχνουν ότι αυτό το δεύτερο lockdown μας έχει στοιχίσει ποικιλοτρόπως πολύ περισσότερο από το πρώτο.  Είναι λογικό. Υπάρχει ήδη η κόπωση που προκύπτει από την πολύμηνη αίσθηση αβεβαιότητας, υπάρχουν αντικειμενικά οικονομικά προβλήματα για μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, υπάρχουν πολλά περισσότερα κρούσματα, νοσούντες, νοσηλευόμενοι, δυστυχώς πολλοί περισσότεροι νεκροί, ενώ δεν υφίσταται πια εκείνη η ψευδαίσθηση που, εκεί γύρω στον Μάιο, μας είχε λίγο πολύ καταλάβει όλους: «έρχεται καλοκαίρι, διακοπές, φαίνεται ότι αφήσαμε πίσω μας δύσκολα». Ψευδαίσθηση που μάλλον τη μοιράστηκε πολιτική ηγεσία και κοινωνία για να καταλήξουμε στον συναγερμό του σήμερα.

Ήδη από τον Ιούνιο του 2020 ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας του Τμήματος Χημείας του ΕΚΠΑ, καθηγητής Νικόλαος Θωμαΐδης είχε δώσει στη δημοσιότητα ευρήματα που προέκυψαν από την ανάλυση των αστικών αποβλήτων του Κέντρου Επεξεργασίας Λυμάτων Ψυττάλειας κατά τη διάρκεια του lockdown της άνοιξης. Συγκεκριμένα: κατά τη διάρκεια της πρώτης καραντίνας στην Αττική σημειώθηκε αύξηση 31% στα αντικαταθλιπτικά, 77% στις ψυχοδραστικές ουσίες λοραζεπάμης (για αγχολυτική δράση π.χ. Tavor), 36% στα αντιβιοτικά και αντιϊκά φάρμακα και 198% στα αναλγητικά φάρμακα (παρακεταμόλη). Οι αναλύσεις από την επεξεργασία του Κέντρου Επεξεργασίας Λυμάτων της Ψυτάλειας έδειξαν επίσης αύξηση 650% (!) στην αμφεταμίνη και 37% στην μεθαμφεταμίνη (έκστασι/MDMA), αλλά και κατανάλωση 800 γρ./ημέρα κοκαϊνης.

Από τις αρχές Απριλίου λειτουργεί η τηλεφωνική γραμμή ψυχοκοινωνικής υποστήριξης για τον κορωνοϊό 10306. Η Γραμμή συστήθηκε με πρωτοβουλία του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (Α’ Ψυχιατρική Πανεπιστημιακή Κλινική -Αιγινήτειο Νοσοκομείο) και του Υπουργείου Υγείας και υλοποιήθηκε σε συνεργασία με το Εθνικό  Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το Χαμόγελο του Παιδιού και την Ομοσπονδία Φορέων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης και Ψυχικής Υγείας «ΑΡΓΩ» που παρέχει διοικητική υποστήριξη και συντονισμό. Οι κλήσεις προς το 10306 ως τις 20 Νοεμβρίου ανέρχονται σε 107.010 (30.974 κλήσεις απο 4 Απριλίου ως 10 Μαΐου / 35.197 από τις 11 Μαΐου ως 3 Σεπτεμβρίου/ 40.839  μέχρι 15 Νοεμβρίου).

Ποια στοιχεία μας δίνει η Γραμμή μέχρι στιγμής; Την πρώτη περίοδο κυριαρχούσε στα αιτήματα ο φόβος: σε ποσοστό 90% φόβος για τον ιό, σε 85,7% για την καραντίνα και σε 44,5% για την οικονομία, ενώ τα ακόλουθα αιτήματα σχετίζονταν με την λύπη (58,2%), τον αιφνιδιασμό (43%) και τον θυμό (42,8%). Τα ποσοστά του φόβου σημείωσαν φθίνουσα πορεία (στα τέλη Μαΐου διαμορφώθηκαν σε 54,6% για τον ιό, 72,8% για την καραντίνα και 30% για την οικονομία. κάτι που πρόσκαιρα εξηγείται από την καταβολή τον Μάιο των οικονομικών επιδομάτων κι ενισχύσεων). Μετά τον Μάιο, αυτά που κυριαρχούν πλέον είναι τα αρνητικά αισθήματα για την οικονομία, την ανεργία και για το αύριο. Κλινικά σήμερα σε ποσοστό 30% παρατηρείται κάποια μορφή κατάθλιψης και σε 28% αυξημένο άγχος, ενώ σε ποσοστό 10% οι καλούντες πάσχουν από κάποια ψυχική διαταραχή.

Η Γραμμή σήμερα, σε συνθήκες lockdown, κυρίως απαντάει σε κλήσεις που εκφράζουν άγχος και φόβο για τον κορωνοϊο (78%), ανασφάλεια για το αύριο σε οικονομικό και προσωπικό επίπεδο (72%), και αίσθημα απομόνωσης (60%). Παράλληλα, εντονότερος είναι ο θυμός ενώ εκφράζεται λύπη για την αύξηση του αριθμού νεκρών από Covid19. 

Η ψυχολόγος Εύα Κορομηλά εργάζεται στη Γραμμή και περιγράφει συνοπτικά τι έχει αποκομίσει μέχρι τώρα: «Η Γραμμή ήρθε να καλύψει μια  ανάγκη για βοήθεια εξαιτίας της αγωνίας και του φόβου που δημιουργήθηκαν λόγω των συνθηκών από την αρχή κιόλας του πρώτου lockdown. Τα συναισθήματα που εισέπραττα από τα πρώτα κιόλας τηλεφωνήματα ήταν αυτά της απομόνωσης, της μοναξιάς, του φόβου για το απροσδόκητο, για το ξαφνικό που μας βρήκε όλους. Πολύ έντονα προέκυπτε και το αίσθημα “του αβοήθητου”: με την έννοια ότι συνέβη κάτι άγνωστο που δεν μπορούμε να το ελέγξουμε, μπήκε πολύ βίαια στη ζωή και στην καθημερινότητά μας και ότι πέρα από κάποιες συγκεκριμένες προφυλάξεις δεν μπορούσαμε να κάνουμε πολλά απέναντί του.
Μαζί με αυτά εκφράζονταν και άλλα συναισθήματα: η θλίψη, η ανία, η ανησυχία για τον στιγματισμό (εφόσον νοσούσε εκείνος-η που καλούσε ή κάποιος-α από το περιβάλλον του-της ή ακόμα αν εργαζόταν ως υγιειονομικός-ή). Σε όλα αυτά τα συναισθήματα έχει πλέον προστεθεί κι ο θυμός για τη διαχείριση της κατάστασης, όχι μόνο στην Ελλάδα (αν και είναι αναμενόμενο οι περισσότεροι να επικεντρώνονται στη χώρα μας), η έντονη λύπη για τους θανάτους και η έντονη ανησυχία για το τι θα γίνει στο εργασιακό τους μέλλον και στα οικονομικά τους.
Η φιλοσοφία της Γραμμής δεν είναι να υποκαταστήσει την ψυχοθεραπευτική διαδικασία, την ψυχολογική ή ψυχιατρική υποστήριξη. Ο ρόλος της είναι να αποτελέσει ένα υποστηρικτικό περιβάλλον που θα λειτουργήσει εδώ και τώρα, τη στιγμή που κάποιος θα καλέσει. Το θέμα είναι να τους αφουγκραστούμε και να τους βοηθήσουμε στη διαχείριση και κυρίως να τους πλαισιώσουμε έτσι ώστε να λειτουργήσει η Γραμμή σαν μια γέφυρα προς μια δωρεάν υπηρεσία ψυχικής υγείας. Παραπέμπω συνεπώς αυτούς που μας καλούν σε δωρεάν μονάδες ψυχικής υγείας έτσι ώστε να έχουν μια υποστήριξη συνεχή, συνεπή και σταθερή. Η Γραμμή μπορεί για κάποιους, είτε έχουν ιστορικό είτε όχι, να αποτελέσει πύλη εισόδου προς τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
Καλούν και άνθρωποι με ιστορικό ψυχικής νόσου. Αυτές οι κλήσεις είναι, κυρίως, βραδινές, από τις 20:00 και μετά και καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας· πολλοί μένουν μόνοι τους, δεν υπάρχει πάντα πλαίσιο ή κοινωνικός περίγυρος. Παίρνει όμως και πολύ μεγάλος αριθμός ανθρώπων που πρώτη φορά απευθύνονται σε ειδικό και για μένα αυτό είναι σημαντικό αλλά κι ελπιδοφόρο με την έννοια ότι κάποιος παίρνει την απόφαση να σηκώσει το ακουστικό για να επικοινωνήσει μια δυσκολία που αντιμετωπίζει εκείνη τη στιγμή. Δεν είναι πια στίγμα να επικοινωνήσεις με έναν ειδικό της ψυχικής υγείας».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ 

Ο Μενέλαος Θεοδωρουλάκης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Φορέων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης και Ψυχικής Υγείας «ΑΡΓΩ» και συντονιστής και επόπτης της Γραμμής 10306 κάνει μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση «Στην πρώτη φάση, του lockdown της άνοιξης, οι νεότεροι όταν καλούσαν έβγαζαν έναν παράπονο ότι παραμένουν στα σπίτια τους και μακριά από τις δουλειές τους και τις συνήθειές τους λόγω των ηλικιωμένων. Στο τωρινό lockdown, έχει αυξηθεί ο αριθμός των νεότερων ανθρώπων που καλούν κι έχει διαφοροποιηθεί η στάση τους: φαίνεται να κατανοούν ότι αυτό δεν γίνεται μόνο για τους ηλικιωμένους, στους οποίους θέλουν να δείξουν την αλληλεγγύη τους, αλλά επιπλέον φοβούνται ότι οι ίδιοι είναι πια περισσότερο εκτεθειμένοι στον ιό, καθώς κυκλοφορούν ως εργαζόμενοι πολύ περισσότερο από τους συνταξιούχους, και ζητούν να αυξηθεί το ποσοστό της τηλεργασίας μέχρι να ξεπεραστεί ο κίνδυνος».

«Στο 10306, καλούν και άνθρωποι με ιστορικό ψυχικής νόσου. Αυτές οι κλήσεις είναι, κυρίως, βραδινές, από τις 20:00 και μετά και καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας· πολλοί μένουν μόνοι τους, δεν υπάρχει πάντα πλαίσιο ή κοινωνικός περίγυρος» Εύα Κορομηλά. ψυχολόγος – εργαζόμενη στην Γραμμή Υποστήριξης

Τι συμβαίνει αλήθεια με τους υγειονομικούς πρώτης γραμμής που βρίσκονται αντιμέτωποι με την πανδημία αλλά και με όσους νόσησαν; «Μια μεγάλη μελέτη που έγινε σε γιατρούς και νοσηλευτές της πρώτης γραμμής αντιμετώπισης της Covid19 σε 34 νοσοκομεία της Κίνας έδειξε ότι το 50% των υγειονομικών εμφάνισε συμπτώματα κατάθλιψης, το 45% συμπτώματα άγχους, το 34% διαταραχές ύπνου και το 72% γενικά συμπτώματα ψυχικής επιβάρυνσης ενώ ιδιαίτερα βαρύ ψυχικό κόστος επέφερε η αδυναμία παροχής επαρκούς φροντίδας στους ασθενείς. Επιπλέον, από μια συστηματική ανασκόπηση μελετών, από όλο των κόσμο, ατόμων που νόσησαν με Covid19,  νοσηλεύτηκαν και μετά ανέρρωσαν διαπιστώθηκε ότι εμφάνισαν μετατραυματική διαταραχή άγχους σε ποσοστό 32% ενώ το 15% παρουσίασε κατάθλιψη. Επίσης, μετά τη νοσηλεία σε ΜΕΘ έχει περιγραφεί ένα συγκεκριμένο σύνδρομο (post-intense care syndrome) περιλαμβάνει και εκτός από τα ψυχολογικά συμπτώματα, νευρολογικά και γνωστικά», μας ενημερώνει η Αλίκη Γρηγοριάδου, ψυχίατρος για παιδιά και εφήβους και επιστημονική διευθύντρια του Ελληνικού Κέντρου Ψυχικής Υγιεινής και Ερευνών που παρέχει κοινοτικές υπηρεσίες πανελλαδικά για ενήλικες, εφήβους και παιδιά.

Παιδιά και έφηβοι, άλλη μια ομάδα που η καθημερινότητά της έχει πληγεί. Αλλαγή στην εκπαιδευτική διαδικασία μέσω της τηλεκπαίδευσης, απομόνωση από φίλους κι αγαπημένους συγγενείς στις ηλικίες που αναπτύσσεται η κοινωνικοποίηση, προσπάθεια διαχείρισης των αγχωμένων κι αγχωτικών συναισθημάτων που εκπέμπουν οι πιεσμένοι γονείς. «Το Κέντρο προχώρησε σε πανελλαδική μελέτη σε οκτώ παιδοψυχιατρικές δομές σε παιδιά και εφήβους που τον τελευταίο χρόνο είχαν λάβει υπηρεσίες από τις δομές. Τα αποτελέσματα βρίσκονται ακόμη υπό επεξεργασία αλλά υπάρχουν κάποια ενδεικτικά στοιχεία που αφορούν την περίοδο του πρώτου lockdown: τα παιδιά και οι έφηβοι παρουσίαζαν συναισθηματική επιβάρυνση με συμπτώματα άγχους, ανησυχίας, θλίψης, εκνευρισμού και κακή συναισθηματική διάθεση. Επιπλέον, υπήρξαν διαταραχές στον ύπνο τους είτε με τη μορφή αϋπνίας είτε με πλήρη αποδιοργάνωση του ωραρίου ύπνου.  Επίσης, αυξήθηκε πολύ σε σημείο υπερβολής η χρήση των ψηφιακών μέσων, όπως των βιντεοπαιχνιδιών καθώς και η χρήση ουσιών, νόμιμων και παράνομων», λέει σχετικά η κ. Γρηγοριάδου.

«Ας αφήσουμε τις εκλαϊκευμένες ερμηνείες περί “λαϊκής ανωριμότητας”. Τα πράγματαείναι πάντοτε πιο σύνθετα. Η κατάσταση που ζούμε θυμίζει τη διαδικασία του πένθους, χωρίς όμως το συνακόλουθο χρόνο για τη διαχείριση του. Δεν έχουμε χρόνο να πενθήσουμε για κάτι έκτακτο που χάνεται, επομένως αναζητούμε το “λίγο ακόμα”» Δημήτρης Σταράκης, ψυχολόγος.

Είναι εμφανές ότι η επιβάρυνση αποτυπώνεται στην καθημερινή μας συμπεριφορά και μας δυσκολεύει όλους. Αλλά ακόμη περισσότερο όσους αντιμετώπιζαν ζητήματα ψυχικής υγείας ή νοητικής στέρησης πριν από την εμφάνιση του κορωνοϊού. «Τα άτομα που έχουν μια προϋπάρχουσα ψυχική διαταραχή είναι πιο ευάλωτα στη νέα κατάσταση, καθώς επιβαρύνονται με περισσότερο στρες λόγω των νέων συνθηκών ενώ έχει δυσκολέψει η πρόσβασή τους στο να λάβουν υποστήριξη για την ψυχική τους υγεία. Κάποιοι άνθρωποι δυσκολεύονται στη διαδικτυακή υποστήριξη είτε γιατί δεν τους ταιριάζει είτε γιατί δεν διαθέτουν τα μέσα.
Στοιχεία από μελέτες ανά τον κόσμο έχουν δείξει ότι τα άτομα που έχουν σοβαρές ψυχικές διαταραχές, όπως η σχιζοφρένεια, έχουν σαφώς υψηλότερες πιθανότητες να νοσήσουν με Covid19 λόγω της μειωμένης τους λειτουργικότητας, της δυσκολίας αυτοπροστασίας και των συνθηκών ζωής, ειδικά αν δεν έχουν φροντιστές κοντά τους. Επίσης, οι μελέτες έδειξαν ότι όσοι αντιμετωπίζουν σοβαρές ψυχικές διαταραχές έχουν περισσότερες πιθανότητες να εισαχθούν σε ΜΕΘ-Covid19 και να πεθάνουν από Covid19. Εδώ υπενθυμίζω το περιστατικό με τον αυτιστικό άνδρα στην Καβάλα που βρέθηκε δίπλα στη νεκρή μητέρα του, μεταφέρθηκε ο ίδιος με κορωνοϊό στο νοσοκομείο και δεν βρέθηκε μια κοινωνική υπηρεσία να φροντίσει αυτό τον άνθρωπο πριν φτάσει σε αυτό το σημείο», λέει χαρακτηριστικά η κ. Γρηγοριάδου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όσο περνάει ο καιρός επέρχεται κόπωση όχι μόνο από την αβεβαιότητα για το πότε και πώς θα μας βρει η μέρα μετά τον κορωνοϊό αλλά και από τα αυστηρά μέτρα και τον εγκλεισμό. Φαίνεται ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι, παρότι δέχονται την επικινδυνότητα της πανδημίας δυσφορούν με την απαγόρευση κυκλοφορίας και τον έλεγχο των μετακινήσεών τους. Ο ψυχολόγος Δημήτρης Σταράκης λέει σχετικά «Η δυσκολία συμμόρφωσης είναι τόσο αναμενόμενη, όσο και η κόπωση. Η κατάσταση αυτή δεν οφείλεται σε εκλαϊκευμένες ερμηνείες περί “λαϊκής ανωριμότητας” και λοιπόν απλοϊκών ερμηνειών που ανταλλάσουμε μεταξύ μας. Τα πράγματα στον άνθρωπο είναι πάντοτε πιο σύνθετα και χρειάζονται διάφορες υποθέσεις, χωρίς να μπορούμε ποτέ να καταλήξουμε σε ένα και μόνο συμπέρασμα. Έτσι λοιπόν, η απαγόρευση της επαφής έχει άμεση επίπτωση στο σώμα μας, το οποίο την αποζητά, επιθυμεί τη συνάντηση με το σώμα του άλλου. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που οι άνθρωποι, τόσο στη χώρα μας, όσο κι άλλου, επιδιώκουν να βρεθούν σε πλατείες, να κάνουν βόλτα, να συναντήσουν το αγαπημένο τους πρόσωπο, να πάνε για ψώνια πριν από την επιβολή του περιορισμού των μαζικών μετακινήσεων. Συνάμα, είναι και ένας τρόπος να παραταθεί μία κατάσταση πριν την απαγόρευση της, προκειμένου ο ερχομός της απαγόρευσης αυτής να έλθει με ένα πιο ομαλό τρόπο για τον ψυχισμό του ατόμου. Θυμίζω επίσης εδώ ότι η κατάσταση αυτή θυμίζει τη διαδικασία της απώλειας, του πένθους, χωρίς όμως το συνακόλουθο χρόνο για τη διαχείριση του. Δεν έχουμε χρόνο να πενθήσουμε για κάτι έκτακτο που χάνεται, επομένως αναζητούμε το “λίγο ακόμα”».

Συνεπώς ποιος είναι ο ισορροπημένος τρόπος να συζητάμε για την προστασία μας από τον ιό χωρίς να ενεργοποιούμε παράγοντες κινδύνου για την ψυχική μας υγεία; Η κ. Γρηγοριάδου εστιάζει στην ενημέρωση και στα ΜΜΕ «Ο φόβος είναι πρωταρχικός παράγοντας κινδύνου για την ψυχική υγεία. Η ενημέρωση πρέπει να δίνει έμφαση στους τρόπους προφύλαξης και όχι να χρησιμοποιεί λεξιλόγιο που επιτείνει τα αισθήματα άγχους όπως πχ τη φράση “έχουμε πόλεμο”. Η τήρηση των μέτρων προφύλαξης φέρνει αποτελέσματα και όχι ο φόβος και το τονίζω γιατί άκουσα με τα αυτιά μου δημοσιογράφο σε ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό να αναρωτιέται “μα τι άλλο να δείξουμε για να φοβηθούν;”. Είναι μεγάλο λάθος να θεωρούμε ότι ο φόβος λειτουργεί αποτρεπτικά για όλους, και ειδικά για τους νέους. Με φόβο μπορεί να πετύχει κανείς μια σύντομη καταστολή αλλά σίγουρα ο φόβος δεν δρα εκπαιδευτικά και δεν σε προετοιμάζει για το επόμενο βήμα».

Και τελικά πώς αντιδράμε στην κόπωση από τον βομβαρδισμό αρνητικών ειδήσεων, την αβεβαιότητα για το εργασιακό μέλλον αλλά και γενικότερα, τον εγκλεισμό και την βίαιη αλλαγή της καθημερινότητας μας; Ο κ. Σταράκης δίνει μια εικόνα που τελικά εμπεριέχει μέσα της την ελπίδα που μας βοηθά να μην πέσουμε κάτω, ή ακόμη κι αν πέσουμε να βρούμε τη δύναμη να σηκωθούμε ξανά: «Η ψυχική διάσταση του ανθρώπου, η οποία έχει την τάση να επιδιώκει μία ισορροπία ανάμεσα στη δυσφορία και στην ευχαρίστηση, ασυνείδητα απωθεί την ένταση και βάζει έτσι το σώμα σε μία κατάσταση όπου δεν ακολουθεί την οξύτητα που έχουν ορισμένες δημόσιες ανακοινώσεις και περιγραφές από τα ΜΜΕ. Φανταστείτε το σώμα σας να υποφέρει από πολυήμερο πυρετό: ή τάση είναι να τον αποφύγετε με χρήση αντιπυρετικών και όχι να αφήνετε τον εαυτό σας να συνεχίσει να “ψήνεται”. Από τον Μάρτιο μέχρι και σήμερα τα αισθήματα ματαίωσης, ανημποριάς, μελαγχολίας, άγχους, φόβου είναι αυτά που, κυρίως, μας απασχολούν . Όμως, μέσα σε αυτήν την κατάσταση, διαπιστώνει κανείς για άλλη μία φορά την ικανότητα των ανθρώπων να αποδεχτούν τη δυσφορία τους και να επιλέξουν τη δική τους, μοναδική τοποθέτηση στον τρόπο χειρισμού της τρέχουσας κατάστασης. Αυτή η ικανότητα τους επιτρέπει να προχωρούν και να συνεχίζουν εν μέσω έκτακτων καταστάσεων, όπως είναι η σημερινή».

Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.