Ακόμη και σε αυτή την προχωρημένη φάση, εκφράσεις μη ρεαλιστικής ελπίδας συνεχίζουν να υπάρχουν σε αφθονία. Μετά βίας φαίνεται να υπάρχει έστω μια μέρα χωρίς κάπου να διαβάσω πως είναι ώρα να «σηκώσουμε τα μανίκια» και «να σώσουμε τον πλανήτη»‧ πως το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής μπορεί να «λυθεί» αν επιστρατεύσουμε την συλλογική μας βούληση.
Παρόλο που αυτό το μήνυμα ήταν κατά πάσα πιθανότητα αληθινό ακόμη το 1988, όταν η επιστήμη μίλησε τελείως ξεκάθαρα πάνω στο θέμα, έχουμε εκλύσει τόσο άνθρακα στην ατμόσφαιρα τα τελευταία τριάντα χρόνια όσο είχαμε δημιουργήσει και κατά τους δύο προηγούμενους αιώνες βιομηχανοποίησης. Τα δεδομένα έχουν αλλάξει, αλλά με κάποιον τρόπο το μήνυμα παραμένει το ίδιο.
Από ψυχολογική άποψη, αυτή η άρνηση έχει λογική. Παρά το εξοργιστικό γεγονός πως σύντομα θα είμαι νεκρός για πάντα, ζω στο παρόν, όχι στο μέλλον. Αν μου δοθεί επιλογή ανάμεσα σε μια ανησυχητική αφαίρεση (θάνατος) και στα καθησυχαστικά στοιχεία των αισθήσεών μου (πρωινό!), το μυαλό μου προτιμά να επικεντρωθεί στα τελευταία.
Ο πλανήτης, επίσης, είναι ακόμα καταπληκτικά άθικτος, ακόμη κατά κύριο λόγο κανονικός —οι εποχές αλλάζουν, άλλη μια εκλογική χρονιά έρχεται, νέες κωμικές σειρές στο Netflix —και η επικείμενη κατάρρευσή του είναι ακόμη πιο δύσκολο να χωρέσει στο κεφάλι μου από ό,τι ο θάνατος. Άλλου είδους αποκαλυπτικά συμβάντα, είτε θρησκευτικά είτε θερμοπυρηνικά είτε της πτώσης κάποιου αστεροειδή, τουλάχιστον έχουν τη δυική καθαρότητα του θανάτου: τη μια στιγμή ο κόσμος είναι εκεί, την επόμενη έχει χαθεί για πάντα. Η κλιματική καταστροφή, αντιθέτως, είναι μπερδεμένη. Θα πάρει τη μορφή όλο και πιο σοβαρών κρίσεων που θα συσσωρεύονται χαοτικά μέχρι ο πολιτισμός να αρχίσει να διαλύεται.
Τα πράγματα θα πάνε πολύ άσχημα, αλλά ίσως όχι πολύ σύντομα, και ίσως όχι για όλους. Ίσως όχι για μένα.
Κομμάτι της άρνησης, παρ΄όλ’αυτά, ενέχει μεγαλύτερη υστεροβουλία. Η δολιότητα της θέσης του Ρεπουμπλικανικού κόμματος σχετικά με τη κλιματική επιστήμη είναι ευρέως γνωστή, αλλά η άρνηση έχει παγιωθεί και στην προοδευτική πολιτική, ή, τουλάχιστον, στη ρητορική της.
Το Green New Deal, το σχέδιο που οι περισσότερες ουσιαστικές προτάσεις βάζουν στο προσκήνιο σε σχέση με το όλο ζήτημα, παρουσιάζεται ακόμη ως η τελευταία μας ευκαιρία να αποτρέψουμε την καταστροφή και να σώσουμε τον πλανήτη, μέσω γιγαντιαίων πρότζεκτ παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας. Πολλά από τα γκρουπ που υποστηρίζουν αυτές τις προτάσεις χρησιμοποιούν φράσεις όπως «σταμάτημα» της κλιματικής αλλαγής, ή υπονοούν πως υπάρχει ακόμα χρόνος για να την αποτρέψουμε. Εν αντιθέσει με τη δεξιά, η αριστερά περηφανεύεται πως ακούει τους επιστήμονες του κλίματος, οι οποίοι όντως παραδέχονται πως θεωρητικά η καταστροφή είναι κάτι που μπορεί να αποτραπεί. Όμως δεν φαίνεται να ακούνε όλοι με προσοχή. Το βάρος πέφτει στη λέξη θεωρητικά.
Η κλιματική καταστροφή, αντιθέτως, είναι μπερδεμένη. Θα πάρει τη μορφή όλο και πιο σοβαρών κρίσεων που θα συσσωρεύονται χαοτικά μέχρι ο πολιτισμός να αρχίσει να διαλύεται.
Η ατμόσφαιρα και οι ωκεανοί μπορούν να απορροφήσουν μια συγκεκριμένη ποσότητα θερμότητας προτού η κλιματική αλλαγή, εντατικοποιημένη από διάφορους βρόγχους ανάδρασης, ξεφύγει πέρα από οποιοδήποτε έλεγχο. Η επικρατούσα άποψη στην επιστημονική κοινότητα και σε αυτούς που χαράσσουν πολιτικές είναι πως θα ξεπεράσουμε αυτό το σημείο χωρίς γυρισμό αν η παγκόσμια μέση θερμοκρασία αυξηθεί πάνω από δύο βαθμούς Κελσίου (μπορεί και με λίγο περισσότερο, αλλά μπορεί και με λίγο λιγότερο).
Το I.P.C.C. —η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος— μας λέει πως, για να περιορίσουμε την άνοδο σε λιγότερο από δύο βαθμούς, δεν χρειαζόμαστε απλά να αντιστρέψουμε την τάση των τελευταίων τριών δεκαετιών. Πρέπει να πλησιάσουμε τις μηδενικές εκπομπές ρύπων, παγκοσμίως, στις επόμενες τρεις δεκαετίες.
Αυτό είναι, το λιγότερο, κάτι ιδιαίτερα ζόρικο. Προϋποθέτει επίσης πως εμπιστεύεσαι τους υπολογισμούς του I.P.C.C. Νέες έρευνες, που αναφέρονται στο Scientific American του προηγούμενου μήνα, καταδεικνύουν πως οι επιστήμονες του κλίματος, κάθε άλλο παρά υπερβάλλουν σε σχέση με τον κίνδυνο της κλιματικής αλλαγής, αντιθέτως υποτίμησαν την ταχύτητα και τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Για να προβλέψουν την άνοδο της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας, οι επιστήμονες βασίζονται σε περίπλοκα ατμοσφαιρικά μοντέλα. Παίρνουν μια πληθώρα μεταβλητών και τις τρέχουν σε υπερυπολογιστές για να βγάλουν, ας πούμε, δέκα χιλιάδες διαφορετικές προσομοιώσεις για τον επόμενο αιώνα, με σκοπό να κάνουν την «καλύτερη» πρόβλεψη για την άνοδο της θερμοκρασίας.
Όταν μια επιστήμονας προβλέπει μια άνοδο της τάξης των δύο βαθμών Κελσίου, απλά αναφέρει ένα νούμερο για το οποίο η ίδια έχει κάποια βεβαιότητα: η άνοδος θα είναι τουλάχιστον δύο βαθμοί. Η άνοδος, όμως, στην πραγματικότητα, μπορεί να είναι πολύ πιο υψηλή.
Σαν κάποιος που βέβαια δεν είναι επιστήμονας κάνω και εγώ τα δικά μου μοντέλα. Δοκιμάζω διάφορα μελλοντικά σενάρια στο μυαλό μου, εφαρμόζω τους περιορισμούς της ανθρώπινης ψυχολογίας και της πολιτικής πραγματικότητας, λαμβάνω υπ’όψιν την ασταμάτητη αύξηση της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας (μέχρι στιγμής, οι εκπομπές άνθρακα που έχουν εξοικονομηθεί μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχουν κατά πολύ ξεπεραστεί από αυτούς που προκαλεί η αύξηση της ζήτησης από τους καταναλωτές), και μετράω τα σενάρια όπου η συλλογική δράση αποτρέπει την καταστροφή. Αυτά τα σενάρια, τα οποία αντλώ από τις προτάσεις αυτών που σχεδιάζουν τις πολιτικές και των ακτιβιστών, θέτουν κάποιες αναγκαίες προϋποθέσεις.
Η πρώτη προϋπόθεση είναι πως κάθε μια από τις κύριες χώρες που συνεισφέρουν στη μόλυνση του πλανήτη θα θεσπίσουν δρακόντεια μέτρα συντήρησης, θα κλείσουν μεγάλο μέρος από τις ενεργειακές δομές τους και τις δομές μεταφορών, και θα αναδιαμορφώσουν πλήρως την οικονομία τους.
Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα στο Nature, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τις υπάρχουσες υποδομές, αν αυτές δουλέψουν για όλη τη δυνατή διάρκεια ζωής τους, θα ξεπεράσουν όλες τις εκπομπές που μας «επιτρέπεται» —όλους αυτούς τους επιπλέον γιγατόνους διοξειδίου που μπορούν να απελευθερωθούν στην ατμόσφαιρα χωρίς να φτάνουμε στο κατώφλι της καταστροφής. (Αυτή η εκτίμηση δεν λαμβάνει υπόψη τα χιλιάδες νέα πρότζεκτ παραγωγής ενέργειας και μεταφορών που ήδη σχεδιάζονται ή βρίσκονται στο στάδιο της κατασκευής.) Για να παραμείνουμε μέσα στα επιτρεπτά όρια, χρειάζεται μια εκ των άνω παρέμβαση όχι μόνο σε κάθε χώρα αλλά και σε ολόκληρη την επικράτεια της κάθε χώρας. Το να μετατρέψουμε σε μια πράσινη ουτοπία τη Νέα Υόρκη δεν θα ωφελήσει σε τίποτα αν οι Τεξανοί συνεχίσουν να αντλούν πετρέλαιο και να οδηγούν τα αγροτικά τους.
Οι ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβούν αυτές οι χώρες πρέπει επίσης να είναι οι σωστές ενέργειες. Τεράστια ποσά από χρήματα των κυβερνήσεων θα πρέπει να ξοδευτούν χωρίς να σπαταληθούν και χωρίς να κάνουν πλούσιες τις λάθος τσέπες. Εδώ είναι χρήσιμο να θυμηθούμε το καφκικό αστείο της εντολής της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τα βιοκαύσιμα, η οποία βοήθησε την επιτάχυνση της αποψίλωσης των δασών της Ινδονησίας για τη δημιουργία φυτειών φοινικέλαιου, και της αμερικάνικης επιδότησης της αιθανόλης, η οποία αποδείχθηκε πως δεν είναι προς το συμφέρον κανενός πλην των παραγωγών καλαμποκιού.
Εν τέλει, ένας τεράστιος αριθμός ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων εκατομμυρίων Αμερικανών που μισούν την κυβέρνηση, πρέπει να δεχτούν την υψηλή φορολογία και τη μεταστροφή σε έναν πιο λιτό τρόπο ζωής χωρίς να εξεγερθούν. Πρέπει να αποδεχτούν την πραγματικότητα της κλιματικής αλλαγής και να έχουν πίστη στα ακραία μέτρα που παίρνονται για να την καταπολεμήσουν. Δεν μπορούν να υποβαθμίζουν τα νέα που δεν τους αρέσουν ως fake news.
Θα πρέπει να βάλουν στην άκρη τον εθνικισμό και τις ταξικές και φυλετικές έχθρες. Θα πρέπει να κάνουν θυσίες για μακρινά έθνη που βρίσκονται σε κίνδυνο και για τις γενιές του μακρινού μέλλοντος. Θα πρέπει να είναι μονίμως τρομοκρατημένοι από τα θερμότερα καλοκαίρια και τις όλο και πιο συχνές φυσικές καταστροφές, αντί απλά να συνηθίζουν σε όλα αυτά. Κάθε μέρα, αντί να σκέφτονται το τί θα φάνε για πρωινό, θα πρέπει να σκέφτονται τον θάνατο.
Πείτε με πεσιμιστή ή πείτε με ανθρωπιστή, πάντως δε βλέπω την ανθρώπινη φύση να αλλάζει ουσιαστικά μέσα στον επόμενο λίγο καιρό.
Πείτε με πεσιμιστή ή πείτε με ανθρωπιστή, πάντως δε βλέπω την ανθρώπινη φύση να αλλάζει ουσιαστικά μέσα στον επόμενο λίγο καιρό. Μπορώ να δοκιμάσω δέκα χιλιάδες διαφορετικά σενάρια, και σε ούτε ένα από αυτά δεν βλέπω να επιτυγχάνεται ο στόχος των δύο βαθμών Κελσίου.
Κρίνοντας από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, οι οποίες δείχνουν πως μια πλειοψηφία των Αμερικανών (πολλοί από αυτούς Ρεπουμπλικανοί) είναι απαισιόδοξοι σχετικά με το μέλλον του πλανήτη, και βλέποντας την επιτυχία ενός βιβλίου όπως το “The Uninhabitable Earth” του David Wallace-Wells, το οποίο κυκλοφόρησε αυτή τη χρονιά, φαίνεται πως δεν είμαι ο μόνος που έχει φτάσει σε αυτό το συμπέρασμα. Όμως συνεχίζει να υπάρχει μια απροθυμία στο να το κοινοποιήσουν.
Κάποιοι ακτιβιστές για την κλιματική αλλαγή υποστηρίζουν πως αν παραδεχτούμε δημόσια πως το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί αυτό θα αποθαρρύνει ανθρώπους από το να αναλάβουν οποιαδήποτε δράση θα έκανε τα πράγματα καλύτερα. Αυτό φαίνεται σε μένα όχι μόνο μια πατερναλιστική οπτική αλλά επίσης μια οπτική αναποτελεσματική, λαμβάνοντας υπόψη πόσο λίγη πρόοδο έχουμε να επιδείξουμε μέχρι στιγμής.
Οι ακτιβιστές αυτοί μου θυμίζουν τους θρησκευτικούς ηγέτες που φοβούνται πως, χωρίς την υπόσχεση της αιώνιας σωτηρίας, οι άνθρωποι δε θα έμπαιναν στον κόπο να φερθούν καλά. Σύμφωνα με την εμπειρία μου, αυτοί που δεν πιστεύουν δεν αγαπούν λιγότερο τους γείτονες τους από αυτούς που πιστεύουν. Και έτσι αναρωτιέμαι τι θα μπορούσε να συμβεί αν, αντί να αρνούμαστε την πραγματικότητα, λέγαμε στους εαυτούς μας την αλήθεια.
Πρώτα απ’όλα, ακόμη και αν δεν μπορούμε να ελπίζουμε πως θα σωθούμε από την άνοδο δύο βαθμών της θερμοκρασίας, υπάρχει πάλι σοβαρός πρακτικός και ηθικός λόγος για να μειώσουμε της εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Μακροπρόθεσμα, μάλλον δεν θα έχει μεγάλη σημασία κατά πόσο ξεπεράσαμε τους δύο βαθμούς‧ από τη στιγμή που θα περάσουμε το όριο, ο κόσμος θα αρχίσει να αλλάζει από μόνος του. Για το τώρα, πάντως, τα ημίμετρα είναι καλύτερα από ό,τι η απουσία μέτρων. Το να μειωθούν στα μισά η εκπομπές ρύπων θα έκανε τα άμεσα αποτελέσματα της ανόδου της θερμοκρασίας κάπως λιγότερο σοβαρά, και θα καθυστερούσε κάπως το πότε θα φτάναμε στο σημείο χωρίς επιστροφή.
Το πιο τρομακτικό πράγμα σε σχέση με την κλιματική αλλαγή είναι η ταχύτητα με την οποία το όλο πράγμα εξελίσσεται, το σχεδόν μηνιαίο σπάσιμο κάθε ρεκόρ ανόδου της θερμοκρασίας. Αν η συλλογική δράση έφερνε ως αποτέλεσμα να υπάρξει έστω ένας λιγότερος καταστροφικός τυφώνας, έστω λίγα ακόμη χρόνια σχετικής σταθερότητας, τότε αυτό θα ήταν ένας στόχος άξιος να τον κυνηγήσει κανείς.
Στην πραγματικότητα, θα άξιζε να τον κυνηγήσει κανείς ακόμη και αν δεν είχε κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Το να αποτύχουμε να εξοικονομήσουμε ένα πεπερασμένο απόθεμα όταν υπάρχουν μέσα για να το πετύχουμε αυτό, το να επιβαρύνουμε χωρίς λόγο με διοξείδιο του άνθρακα την ατμόσφαιρα όταν ξέρουμε πολύ καλά τί κάνει σε αυτή, είναι απλούστατα λάθος. Παρ’όλο που οι πράξεις του κάθε ανθρώπου ατομικά δεν έχουν καμία απολύτως επιρροή πάνω στο κλίμα, αυτό δε σημαίνει πως αυτές στερούνται νοήματος.
Κάθε ένας από εμάς έχει μία ηθική επιλογή να κάνει. Την περίοδο της Μεταρρύθμισης, όταν οι «έσχατοι χρόνοι» ήταν απλά μια ιδέα, και όχι το τρομακτικά απτό πράγμα που είναι σήμερα, ένα μείζον θεολογικό ερώτημα ήταν το αν έπρεπε να κάνεις καλές πράξεις επειδή αυτές θα σε οδηγούσαν στον Παράδεισο, ή αν έπρεπε να τις κάνεις απλώς επειδή είναι καλές πράξεις—γιατί, ενώ ο Παράδεισος δεν είναι κάτι βέβαιο, ξέρεις πως αυτός ο κόσμος θα γινόταν καλύτερος αν όλοι συμπεριφέρονταν έτσι. Μπορώ να σέβομαι τον πλανήτη, και να νοιάζομαι για τους ανθρώπους με τους οποίους τον μοιράζομαι, χωρίς να πιστεύω πως αυτό θα με σώσει.
Πέρα από όλα αυτά, μια ψεύτικη ελπίδα σωτηρίας μπορεί να αποδειχτεί πρακτικά ζημιογόνος. Αν επιμένεις να πιστεύεις πως η καταστροφή μπορεί να αποτραπεί, δεσμεύεις τον εαυτό σου στην καταπολέμηση ενός προβλήματος τόσο μεγάλου που θα πρέπει να είναι η βασική προτεραιότητα όλων για πάντα. Ένα αποτέλεσμα αυτού είναι, παραδόξως, ένα είδος εφησυχασμού: με το να ψηφίζεις πράσινους υποψηφίους, να πηγαίνεις με το ποδήλατο στη δουλειά, να αποφεύγεις τα ταξίδια με αεροπλάνο, μπορεί να νιώσεις πως έκανες ό,τι μπορούσες για το μόνο πράγμα που αξίζει να κάνεις κάτι. Ενώ, αν αποδεχτείς την πραγματικότητα του ότι ο πλανήτης σύντομα θα υπερθερμανθεί σε σημείο να απειλεί τον πολιτισμό, τότε υπάρχει μια πληθώρα πραγμάτων που θα έπρεπε ακόμα να κάνεις.
Οι πόροι μας δεν είναι απεριόριστοι. Ακόμη και αν επενδύσουμε πολλούς από αυτούς για χάρη του πιο τραβηγμένου σεναρίου, τη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα με την ελπίδα πως αυτό θα μας σώσει, δεν είναι φρόνιμο να επενδύσουμε το σύνολό τους. Κάθε δισεκατομμύριο που ξοδεύετε για κάποιο high-speed τρένο, το οποίο μπορεί να είναι κατάλληλο για τη Βόρεια Αμερική μπορεί και όχι, είναι ένα δισεκατομμύριο που δεν αποταμιεύεται για την προετοιμασία ενάντια στην περίπτωση κάποιας καταστροφής, για αποζημιώσεις σε κάποια πλημμυρισμένη χώρα, ή για κάποια ανθρωπιστική βοήθεια.
Κάθε μεγα-πρότζεκτ παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας που καταστρέφει ένα ζωντανό οικοσύστημα —η «πράσινη» ενεργειακή ανάπτυξη που βλέπουμε τώρα στα εθνικά πάρκα της Κένυας, τα γιγαντιαία υδροηλεκτρικά πρότζεκτ στη Βραζιλία, οι ηλιακές φάρμες που κατασκευάζονται σε ανοιχτούς χώρους, και όχι σε κατοικημένες περιοχές — υπονομεύει τις αντοχές ενός φυσικού κόσμο που ήδη παλεύει για την επιβίωσή του.
Ας συλλογιστούμε την εξάντληση του χώματος για καλλιέργεια και του νερού, την υπερβολική χρήση εντομοκτόνων, τον αφανισμό της παγκόσμιας αλιείας —η κοινή βούληση είναι απαραίτητη και για αυτά τα προβλήματα, επίσης, και, αντίθετα από το πρόβλημα του διοξειδίου του άνθρακα, αυτά είναι στο χέρι μας να λυθούν.
Επιπλέον, πολλές δράσεις που δεν απαιτούν κάποια προηγμένη τεχνολογία (η αναδάσωση, η συντήρηση των λιβαδιών, το να τρώμε λιγότερο κρέας) μπορούν να μειώσουν το ενεργειακό μας αποτύπωμα το ίδιο αποτελεσματικά όσο και οι μαζικές αλλαγές σε επίπεδο βιομηχανίας.
Ο ολοκληρωτικός πόλεμος στην κλιματική αλλαγή έβγαζε νόημα μόνο για όσο ήταν δυνατό να κερδηθεί. Από τη στιγμή που θα αποδεχτείς πως τον έχουμε χάσει, άλλες μορφές δράσης αποκτούν περισσότερο νόημα. Η προετοιμασία για την αντιμετώπιση πυρκαγιών, πλημμυρών και για την υποδοχή προσφύγων είναι ένα αρκετά εύστοχο παράδειγμα. Όμως η επικείμενη καταστροφή καθιστά επείγουσα κάθε δράση για τη βελτίωση του κόσμου.
Σε καιρούς ολοένα αυξανόμενου χάους, οι άνθρωποι αναζητούν προστασία πίσω στις κλειστές κοινότητες και στις ένοπλες δυνάμεις, αντί για την τάξη του νόμου, και η καλύτερη άμυνά μας απέναντι σε αυτού του είδους τη δυστοπία είναι να διατηρήσουμε την εύρυθμη λειτουργία των δημοκρατιών, την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος δικαιοσύνης, και λειτουργικές κοινότητες. Από αυτή την άποψη, κάθε κίνημα που στοχεύει σε μια πιο δίκαιη και πολιτισμένη κοινωνία μπορεί σήμερα να θεωρηθεί μια ουσιαστική δράση σχετικά με το κλίμα. Η διασφάλιση πως θα διεξάγονται δίκαιες εκλογικές διαδικασίες είναι μια δράση για το κλίμα.
Η μάχη ενάντια στην ακραία οικονομική ανισότητα είναι μια δράση για το κλίμα. Το να κλείσουμε τις μηχανές μίσους στα social media είναι μια δράση για το κλίμα. Το να θεσμοθετήσουμε μια ανθρωπιστική πολιτική γύρω από τη μετανάστευση, να μιλήσουμε για την ισότητα ανάμεσα στα φύλα και τις φυλές, το να προωθήσουμε τον σεβασμό για το νόμο και την εφαρμογή του, το να στηρίξουμε τον ελεύθερο και ανεξάρτητο τύπο, το να γίνει παράνομη η οπλοκατοχή — όλα αυτά είναι ουσιαστικές δράσεις σε σχέση με το κλίμα. Για να επιβιώσει από τις αυξανόμενες θερμοκρασίες, κάθε σύστημα, είτε είναι του φυσικού είτε του ανθρώπινου κόσμου, θα χρειαστεί να είναι όσο το δυνατόν πιο δυνατό και υγιές μπορούμε να το κάνουμε.
Και έπειτα υπάρχει το ζήτημα της ελπίδας. Αν η ελπίδα σου για το μέλλον στηρίζεται σε κάποιο ακραία αισιόδοξο σενάριο, τι θα κάνεις όταν σε δέκα χρόνια από τώρα, το σενάριο αυτό θα είναι μη πραγματοποιήσιμο ακόμη και σε θεωρητικό επίπεδο; Θα παρατήσεις τον πλανήτη ολοκληρωτικά;
Για να δανειστούμε την προτροπή των οικονομικών συμβούλων, θα πρότεινα να γεμίσουμε πιο ισορροπημένα το βαλιτσάκι με τις ελπίδες μας, λίγη ελπίδα μακροπρόθεσμα, περισσότερη για το άμεσο μέλλον. Είναι εντάξει να παλεύεις ενάντια στους περιορισμούς της ανθρώπινης φύσης, ελπίζοντας να περιορίσεις τα χειρότερα που έρχονται, αλλά είναι εξίσου σημαντικό να μένεις προσγειωμένος, να δίνεις περισσότερες τοπικές μάχες για τις οποίες υπάρχει ρεαλιστική ελπίδα πως θα τις κερδίσεις. Συνέχισε να κάνεις το σωστό για τον πλανήτη, ναι, αλλά συνέχισε να προσπαθείς επίσης να σώσεις αυτό που αγαπάς συγκεκριμένα — μια κοινότητα, έναν θεσμό, ένα μέρος ανέγγιχτο από τον άνθρωπο, ένα είδος που κινδυνεύει — και πάρε κουράγιο από τις μικρές σου επιτυχίες.
Κάθε τι καλό που κάνεις τώρα αποτελεί αναμφίβολα ένα εμπόδιο ενάντια στο θερμότερο μέλλον, αλλά αυτό που πραγματικά έχει νόημα είναι πως είναι κάτι καλό που γίνεται σήμερα. Όσο έχεις κάτι να αγαπάς, θα έχεις και κάτι για να ελπίζεις.
Στη Σάντα Κρουζ, όπου ζω, υπάρχει ένας οργανισμός που λέγεται Homeless Garden Project. Σε μια μικρή φάρμα στα δυτικά όρια της πόλης, προσφέρει απασχόληση, εκπαίδευση, υποστήριξη, και ένα αίσθημα του ανήκειν στα μέλη του άστεγου πληθυσμού της πόλης. Δεν μπορεί να «λύσει» το πρόβλημα της έλλειψης στέγης, αλλά αλλάζει ζωές, κάθε φορά και από μία, για σχεδόν τριάντα χρόνια.
Υποστηρίζοντας εν μέρει οικονομικά τη λειτουργία του με το να πουλάει οργανικά προϊόντα, συνεισφέρει με έναν πιο ευρύ τρόπο σε μια επανάσταση σχετικά με το πως σκεφτόμαστε για τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη, και για τον φυσικό κόσμο που μας περιβάλλει. Το καλοκαίρι, σαν μέλος του προγράμματος C.S.A., απολαμβάνω το κέιλ και τις φράουλες, και το φθινόπωρο, επειδή το χώμα είναι ζωντανό και αμόλυντο, μικρά αποδημητικά πουλιά βρίσκουν τροφή στα αυλάκια του.
Μπορεί να έρθει μια μέρα, συντομότερα από ο,τι όλοι μας θέλουμε να ελπίζουμε, που η βιομηχανική αγροτική παραγωγή και το παγκόσμιο εμπόριο θα καταρρεύσουν και οι άνθρωποι χωρίς σπίτι θα είναι περισσότεροι από αυτούς με σπίτι. Σε εκείνο το σημείο, η παραδοσιακή αγροτική παραγωγή και οι δυνατές κοινότητες δε θα είναι απλά φιλελεύθερα κλισέ.
Η ευγένεια προς τους γείτονες και ο σεβασμός για τη γη, η φροντίδα για υγιές χώμα, η έξυπνη διαχείριση του νερού, η προσοχή απέναντι στους επικονιαστές — θα είναι βασικά πράγματα σε μια κρίση και στην όποια κοινωνία καταφέρει να επιβιώσει από αυτή. Ένα πρόγραμμα όπως το Homeless Garden Project μου δίνει ελπίδα πως το μέλλον, αναμφίβολα χειρότερο από το παρόν, μπορεί επίσης, σε κάποια πράγματα, να είναι καλύτερο. Πιο πολύ από όλα, όμως, μου δίνει ελπίδα γα το σήμερα.