Categories: ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Γιατί, και φέτος όπως, κάθε Μεγάλη Παρασκευή η Ένωση Αθέων διοργανώνει Φανερό Δείπνο;

Υπάρχει μια ένωση που συζητιέται εντόνα κάθε περίοδο που φτάνει το Πάσχα. Όταν δηλαδή  αποστέλλει ερωτήματα προς τα εμπλεκόμενα με το «Άγιο Φως» υπουργεία, σχετικά με το κόστος της μεταφοράς του από την Ιερουσαλήμ στη χώρα μας. Παράλληλα, τα τελευταία εφτά χρόνια κάνει ανοιχτή πρόσκληση στον «Φανερό Δείπνο» της Μ. Παρασκευής, σε ένα τραπέζι που μπορούν να παρευρεθούν κρεατοφάγοι ή μη με τα μέλη της ένωσης που όπως λένε «απέχουν από το πένθος και τη νηστεία, αλλά όχι από τη λογική». Τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου, η Ένωση Αθέων τάσσεται ενάντια σε οποιουδήποτε είδους θρησκευτική κατήχηση, απαιτεί σύνταγμα και κράτος «στο όνομα του λαού και όχι του Θεού», φροντίζει να μας υπενθυμίζει πως η βάφτιση δεν είναι υποχρεωτική και -καθώς υποστηρίζει πως η Εκκλησία ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την οικονομική κρίση- με μότο της το «Κάνε καλό χωρίς Θεό» μας προτρέπει να φανούμε  αλληλέγγυοι στους μη έχοντες. 

Η Ένωση Αθέων οργανώθηκε επίσημα τον Μάιο του 2010 ως ένωση προσώπων. Κάποια από τα σημερινά μέλη γνωρίστηκαν μέσω διαδικτύου επικοινωνώντας για αθεϊστικά θέματα κι αποφάσισαν να ιδρύσουν έναν φορέα με νομική υπόσταση, ώστε να μπορούν να έχουν διεκδικήσεις απέναντι στο κράτος. Η νομική μορφή της Ένωσης άλλαξε το Μάιο του 2012, μετά την έγκρισή της από το Πρωτοδικείο ως σωματείο. Αυτή τη στιγμή αριθμεί 1.860 μέλη και περίπου 630 υποστηριχτές. Μέλος της Ένωσης μπορεί να γίνει οποιοσδήποτε συμφωνεί με το καταστατικό της και είναι άνω των 18 ετών.

Σχεδόν σε κάθε χώρα του εξωτερικού υπάρχουν αθεϊστικές/κοσμικές/ουμανιστικές ενώσεις, ακόμα και σε απόλυτα θεοκρατικές χώρες όπως το Ιράν. Ο γραμματέας της Ένωσης Αθέων, Ναπολέων Πάπιστας, εξηγεί πως οι Έλληνες άθεοι δεν επηρεάστηκαν από την ύπαρξη και τη λειτουργία κάποιας άλλης ένωσης, απλώς θεώρησαν πως ήταν καιρός να δημιουργηθεί κάτι ανάλογο και στην Ελλάδα. «Δε νομίζουμε ότι ήταν ποτέ της μόδας να δηλώνει κανείς άθεος. Μάλλον το αντίθετο συνέβαινε, στο παρελθόν ήταν πολύ πιο δύσκολο να δηλώσει κάποιος κάτι τέτοιο. Στην ελληνική κοινωνία η λέξη “άθεος” είναι αρνητικά φορτισμένη και ένας από τους στόχους μας είναι να εξαλειφθεί ακριβώς αυτή η αρνητική εντύπωση».


Πάγια διεκδίκησή τους είναι ο διαχωρισμός Κράτους – Εκκλησίας, «ο οποίος φυσικά δεν θα έρθει από τη μία μέρα στην άλλη, αλλά θα επιτευχθεί μέσα από μικρά βήματα όπως είναι τα αποτεφρωτήρια. Οι υψηλόβαθμοι κληρικοί στην Ελλάδα υπερασπίζονται τα συμφέροντα του οργανισμού στον οποίο ανήκουν με κάθε μέσο, συμπεριλαμβανομένης και της διαπλοκής με την πολιτική εξουσία. Οι πολιτικοί από την άλλη μεριά, διστάζουν να δυσαρεστήσουν την επίσημη Εκκλησία, καθώς γνωρίζουν ότι αυτό ενέχει σημαντικό πολιτικό κόστος. Παραδείγματα πολιτικών που στέκονται σούζα μπροστά σε δεσποτάδες έχουμε άπειρα, από όλες τις κυβερνήσεις».

Ένας από τους στόχους που είχαν θέσει και τελικά επιτεύχθηκε είναι η δυνατότητα διαγραφής θρησκεύματος ανηλίκου από το ληξιαρχείο. «Επίσης, θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχουμε συμβάλει έστω κι ελάχιστα στο γεγονός ότι ακούγεται πιο συχνά η λέξη άθεος στην Ελλάδα, και ότι πλέον είναι πιο εύκολο για κάποιον να δηλώσει την αθεΐα του απ’ όσο ήταν πριν δέκα χρόνια».

«Όλες οι γνωστές θρησκείες έχουν μεταφυσικές βάσεις, κι ως εκ τούτου είναι εχθρικές απέναντι στην αμφισβήτηση, την έρευνα και τη γνώση. Η πίστη μπορεί μεν να οδηγήσει σε καλές πράξεις, αλλά εξίσου εύκολα μπορεί να οδηγήσει και σε αποτρόπαιες, όπως έχουμε δει σε άπειρα παραδείγματα στην ιστορία του ανθρώπινου γένους».

Ας το κάνουμε πολιτικό. Ένας κομμουνιστής είναι άθεος, αφού ασπάζεται την ιδεολογία του υλισμού. Η αθεΐα όμως των μελών της συγκεκριμένης ένωσης προκύπτει από κάποια πολιτική τοποθέτηση; «Ενδεχομένως ναι, αλλά το αντίθετο δεν ισχύει. Στην Ένωση εκπροσωπούνται σχεδόν όλες οι πολιτικές απόψεις. Δυστυχώς, η ελληνική κοινωνία έχει μία πολύ διαστρεβλωμένη άποψη σχετικά με τους άθεους. Οι βασικές προκαταλήψεις που αντιμετωπίζουμε είναι πώς οι άθεοι είναι κομμουνιστές, ή έστω αριστεροί, πώς οι άθεοι είναι ανήθικοι, αφού δεν λαμβάνουν τους ηθικούς κανόνες από κάποια ανώτερη δύναμη, πώς η Ορθοδοξία είναι ταυτισμένη με τον ελληνισμό, άρα οι άθεοι που δεν πιστεύουν δεν είναι και τόσο Έλληνες όσο οι θρήσκοι».


Όσον αφορά τις μέρες κατάνυξης και τις εορταστικές περιόδους του χριστιανισμού -όπως αυτή που διανύουμε- ο Ναπολέων Πάπιστας δεν πιστεύει πως ωθούν κάποιον βαφτισμένο ορθόδοξο προς την πίστη, τουλάχιστον όχι αυτούς που χαρακτηρίζει σαν «χριστιανούς της παράδοσης» αφού όπως έχει διαπιστώσει «εμφανίζονται στην εκκλησία για πέντε με δέκα λεπτά το βράδυ της παραμονής του Πάσχα. Δεν σημαίνει ότι ξαφνικά γίνονται πιο πιστοί, καθώς οι εκκλησίες θα είναι άδειες πάλι την επόμενη Κυριακή».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο βρετανός βιολόγος  και συγγραφέας Ρίτσαρντ Ντόκινς (που από πολλούς θεωρείται ο «γκουρού» της αθεΐας), από την άλλη, κατηγορεί τους αριστερούς ως οπισθοδρομικούς που δεν θέλουν να παραδεχθούν τα δεινά που προκαλεί το Κράτος του Ισλάμ παγκοσμίως. «Δεν είναι η θέση της Ένωσης να κρίνει μία πολιτική ιδεολογία. Εξάλλου, δεν πιστεύουμε ότι οποιαδήποτε πολιτική ομάδα είναι αρκετά ομοιογενής για να εκφραστεί άποψη για το σύνολό της. Το Ισλάμ βέβαια, όπως και κάθε θρησκεία, είναι εν δυνάμει επικίνδυνο όταν χρησιμοποιείται από φονταμενταλιστές». Πιστεύουν όμως πως κάθε θρησκεία ενέχει τον σκοταδισμό ή η κάθε είδους πίστη οδηγεί σε αγαθές πράξεις; «Όλες οι γνωστές θρησκείες έχουν μεταφυσικές βάσεις, κι ως εκ τούτου είναι εχθρικές απέναντι στην αμφισβήτηση, την έρευνα και τη γνώση. Η πίστη μπορεί μεν να οδηγήσει σε καλές πράξεις, αλλά εξίσου εύκολα μπορεί να οδηγήσει και σε αποτρόπαιες, όπως έχουμε δει σε άπειρα παραδείγματα στην ιστορία του ανθρώπινου γένους».

«Θεωρούμε ότι στη θρησκεία οφείλεται ένα πολύ μεγάλο μέρος του συντηρητισμού της ελληνικής κοινωνίας σήμερα. Οι λειτουργοί της θρησκείας εκφράζουν καθημερινά κηρύγματα μίσους απέναντι σε οτιδήποτε διαφορετικό».

Εξετάζοντας πάλι εγχώρια ζητήματα, οι έλληνες άθεοι κρίνουν ως υπερβολικά τα εννέα χρόνια διδασκαλίας θρησκευτικών, «όταν πρόκειται για κατήχηση σε συγκεκριμένο δόγμα μιλάμε ουσιαστικά για πλύση εγκεφάλου. Ακόμα και να αλλάξει το μάθημα σε Θρησκειολογία, θεωρούμε ότι ένα έως δύο χρόνια στο λύκειο αρκούν για να λάβουν τα παιδιά τις απαραίτητες γνώσεις για τις θρησκείες του κόσμου». Εκτός όμως από θεσμικά ζητήματα, όπως είναι η δυνατότητα αποτέφρωσης, η απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών και η κατάργηση καταγραφής του θρησκεύματος, υπάρχουν μικρές καθημερινές συνήθειες που παρατηρούν εντός της κοινωνίας και θα ήθελαν να εξαλειφθούν από τη στιγμή που σχετίζονται με την θρησκεία; «Θεωρούμε ότι στη θρησκεία οφείλεται ένα πολύ μεγάλο μέρος του συντηρητισμού της ελληνικής κοινωνίας σήμερα. Οι λειτουργοί της θρησκείας εκφράζουν καθημερινά κηρύγματα μίσους απέναντι σε οτιδήποτε διαφορετικό».


Συμφωνούν ή διαφωνούν με τη δημιουργία τζαμιού στην Αθήνα; «Η Ένωση Αθέων είναι υπέρ της θρησκευτικής ελευθερίας και το στοιχειώδες αίσθημα δικαίου επιβάλλει το να επιτραπεί η δημιουργία ενός τζαμιού ή οποιουδήποτε άλλου ναού άλλης θρησκείας. Στην ιδανική περίπτωση ενός κοσμικού κράτους, οι ναοί κάθε θρησκείας θα χρηματοδοτούνταν από τους πιστούς της και μόνο, όχι από το κράτος. Μέχρι όμως να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, η επιθυμία μας είναι να μην αυξηθούν τα κονδύλια για θρησκευτικούς σκοπούς, αλλά να ανακατανεμηθούν τα υπάρχοντα».

Πως οδηγείται τελικά κάποιος  στην αθεΐα; Άραγε υπάρχουν μέλη  που έχουν μεγαλώσει σε συντηρητικές και βαθιά θρησκευόμενες οικογένειες; «Η αθεΐα δεν είναι τίποτα περισσότερο από την έλλειψη πίστης σε θεούς. Το πώς έφτασε ο καθένας σε αυτό το συμπέρασμα, είναι δικό του προσωπικό θέμα. Οι περισσότεροι άθεοι που γνωρίζω εγώ πάντως, κατέληξαν στην αθεΐα τους μέσω του ορθολογισμού και της κριτικής σκέψης. Σίγουρα όταν προέρχεσαι από μια βαθιά θρησκευόμενη οικογένεια είναι πιο δύσκολο να αποτινάξεις τα δεσμά της πίστης, αλλά δεν είναι αδύνατον, υπάρχουν πολλά παραδείγματα». Κατά τον γραμματέα της ένωσης, κάποιος που έχει καταλήξει συνειδητά στην αθεΐα έχει ήδη προβεί και σε μια μεγάλη φιλοσοφική αναζήτηση που τον έφερε σε αυτό το αποτέλεσμα, σφυρηλατώντας παράλληλα το χαρακτήρα του. «Ζώντας χωρίς την πίστη σε μια μετά θάνατον ζωή –ή και περισσότερες, ανάλογα με τη θρησκεία– η παρούσα ζωή αποκτάει ακόμα μεγαλύτερο νόημα».

Ζωή Παρασίδη

Η Ζωή Παρασίδη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1990 στην Αθήνα. Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και από το 2009 εργάζεται ως δημοσιογράφος.