11. Κωνσταντίνος Δοξιάδης: Μια πόλη που εξυπηρετεί την ανθρώπινη ανάπτυξη.
(απόσπασμα από το βιβλίο του Αλέξανδρου Κύρτση, Κωνσταντίνος Α. Δοξιάδης: Κείμενα, Σχέδια, Οικισμοί. Εκδόσεις Ίκαρος)
Ekistics, 1968, τομ. 25, τεύχ. 151, σ. 374-394. Το άρθρο αυτό ενσωματώνει ιδέες οι οποίες παρουσιάστηκαν στα σεμινάρια του Αθηναϊκού Κέντρου Οικιστικής κατά τα ακαδημαϊκά έτη 1965- 1967, στη διάρκεια του Αθηναϊκού Μήνα Οικιστικής το 1967 στο Hillcrest School της Ουάσινγκτον, DC, τον Φεβρουάριο του 1968 και τέλος στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον, τον Μάρτιο του 1968.
Μιας κι έχει αρχίσει και πάλι να μας απασχολεί ο Άνθρωπος και η ανάπτυξή του, είναι καιρός να αναρωτηθούμε πώς συνδέονται οι πόλεις με την ανθρώπινη ανάπτυξη και πώς μπορούμε να αποκτήσουμε πόλεις οι οποίες πλέον δικαιολογημένα θα μπορούν να χαρακτηρίζονται ανθρώπινες. Γιατί οι τωρινές πόλεις, παρ’ ότι πόλεις του Ανθρώπου, δεν είναι απαραίτητα ανθρώπινες. Για να απαντήσουμε σε τέτοιου είδους ερωτήματα πρέπει πρώτα να ορίσουμε τι εννοούμε όταν λέμε «πόλη», «ανθρώπινη» και «ανάπτυξη».
Η «πόλη» είναι ένας γενικός όρος με τον οποίο συνήθως, αλλά εσφαλμένα, εννοούμε κάθε αστικό οικισμό, από τους μικρότερους ως τους μεγαλύτερους, από τους παραδοσιακούς ως τους νεότερους, εκ των οποίων οι περισσότεροι αναπτύσσονται τώρα με τρόπο δυναμικό και συνεχή, και συνυφαίνονται μέσα σ’ ένα σύστημα αυξανόμενης πολυπλοκότητας. Και είναι αυτή η πολυπλοκότητα –πολύ μεγαλύτερη σήμερα παρά ποτέ άλλοτε- που δυσκολεύει την κατανόηση του συστήματος στο σύνολό του και που κατά συνέπεια μας προκαλεί σύγχυση. Κάθε μέρος αυτού του πολύπλοκου συστήματος –κάθε μέρος της πόλης- αποτελείται από πέντε στοιχεία: τη Φύση, τον Άνθρωπο, την Κοινωνία, τα Κελύφη (παντός είδους κτίρια) και τα Δίκτυα (δρόμοι, νερό, ρεύμα και επικοινωνίες). Αν και όλα αυτά προέκυψαν σε διαφορετικές εποχές το καθένα, τώρα συνδέονται μεταξύ τους και αποτελούν ένα σύστημα το οποίο μπορεί να ονομαστεί: το μόριο της πόλης. Αν διασπάσουμε το μόριο αυτό στα άτομά του, ακόμα και αν αφαιρέσουμε μόνο απ’ αυτά τα μέρη, η πόλη δεν υφίσταται πια.
Αλλά η πόλη δεν μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο από τα στοιχεία της· πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι λειτουργεί με πέντε διαφορετικούς τρόπους, ως ένα οικονομικό, κοινωνιολογικό, πολιτικό, τεχνολογικό ή πολιτισμικό φαινόμενο. Ένα σύστημα πέντε στοιχείων το οποίο λειτουργεί με πέντε διαφορετικούς τρόπους, οδηγεί σε πάνω από 33 εκατομμύρια συνδυασμούς. Μπορεί κάποιος να μιλήσει για την ανάγκη μιας νέας εθνικής οδού από την οικονομική σκοπιά, ενώ κάποιος άλλος μπορεί να είναι αντίθετος, διότι ο δρόμος θα καταστρέψει ένα όμορφο φυσικό τοπίο και δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να υπάρξει μεταξύ τους συνεννόηση.
Έπειτα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη μας ότι οι πόλεις ή οι ανθρώπινοι οικισμοί, αποτελούνται από μονάδες πολλών και διαφόρων μεγεθών –από την ανθρώπινη φυσαλίδα που περιέχει το σώμα του Ανθρώπου, μέχρι το δωμάτιο, το σπίτι, τη γειτονιά, την πόλη, τη μητρόπολη, τη μεγαλόπολη κι ακόμη παραπέρα. Σε μία συστηματική διαίρεση του γήινου χώρου όπως αυτή που μας δίνει η οικιστική, υπάρχουν δεκαπέντε τέτοιες μονάδες. Αυτό σημαίνει ότι οι τρόποι με τους οποίους μπορούμε να κοιτάξουμε την πόλη μπορούν να αυξηθούν σε δισεκατομμύρια και τρισεκατομμύρια.
Αναπόφευκτα, οδηγούμαστε σε σύγχυση.
Από την ιδέα της «πόλης» στρεφόμαστε στην ιδέα του «ανθρώπινου», το οποίο μπορούμε να το συσχετίσουμε με τέσσερις πλευρές του συνολικού Ανθρώπου: το σώμα, τις αισθήσεις, τον νου και την ψυχή. Για να κατανοήσουμε τον συνολικό Άνθρωπο στον χώρο, μπορούμε να προχωρήσουμε ως εξής: αν εξετάσουμε μόνο το σώμα του, μπορούμε να τον παρουσιάσουμε όπως ο Leonardo Da Vinci, καταδεικνύοντας τα όρια του σώματός του και μόνο. Αλλά ο Άνθρωπος έχει ανάγκη από περισσότερο χώρο από αυτόν που καταλαμβάνει το σώμα του. Ο Άνθρωπος όντως καταλαμβάνει μία ανθρώπινη φυσαλίδα, όπως την αποκάλεσε ο Edward T. Hall. Τέτοιες φυσαλίδες ορίζουν τις σχέσεις ενός αριθμού ανθρώπων στον χώρο.
Μπορούμε να ορίσουμε την έννοια της «ανάπτυξης» ως την ανάπτυξη κάθε ανθρώπου, αξιοποιώντας πλήρως το βιολογικό του δυναμικό. Ο δρόμος προς μία τέτοια ανάπτυξη, μπορεί να ακολουθηθεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Θα συζητήσω μόνο την ανάπτυξη που σχετίζεται με τη φυσική δομή της πόλης, την οποία σχηματίζουν η Φύση, τα Κελύφη και τα Δίκτυα. Ακόμα και η φυσική δομή μπορεί να ιδωθεί από πολλές διαφορετικές σκοπιές, με λιγότερες ή περισσότερες λεπτομέρειες. Απ’ αυτές, θα συζητήσω μόνο τις διαστάσεις και τις γενικές μορφές του χώρου που περικλείουν τον Άνθρωπο. Οι σχέσεις ανάμεσα στον Άνθρωπο και τον χώρο του ή τα στοιχεία και τα αντικείμενα που βρίσκονται μέσα σ’ αυτόν, μπορούν να ποικίλουν από παθητικές μέχρι ενεργητικές και από άμεσες μέχρι έμμεσες. Όλα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη αν πρόκειται να κατανοήσουμε την ικανοποίηση του Ανθρώπου από τον χώρο που σχηματίζει το άμεσο περιβάλλον του. Το ύψος μιας οροφής, για παράδειγμα, μπορεί, για λόγους φυσιολογίας, να προκαλέσει διάφορα είδη και βαθμίδες θετικής ή αρνητικής ικανοποίησης.
Η πόλη του Ανθρώπου
Αν η υπόθεσή μας είναι σωστή και οι παρατηρήσεις μας πάνω στην ανάπτυξη ενός συστήματος που οδηγεί σε σχέσεις μεταξύ του Ανθρώπου και του χώρου του, αποδεικνύονται, πώς πρέπει να προχωρήσουμε για να δημιουργήσουμε την πόλη του Ανθρώπου;
Αναγνωρίζοντας ότι η πόλη πρέπει να χτιστεί σύμφωνα με τις πολιτικές φιλοδοξίες αυτών που ενδιαφέρονται για την ανθρώπινη ανάπτυξη, εκκινούμε από το αξίωμα, ότι πρέπει να έχουμε μια ρεαλιστική αντιμετώπιση απέναντι στις επικρατούσες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες και στην αντίστοιχη τεχνολογική ανάπτυξη. Μέσα σ’ αυτά τα όρια, η πόλη πρέπει να εγγυηθεί τη μέγιστη ελευθερία και τον μέγιστο αριθμό επιλογών.
Τέτοιες σκέψεις μας βοηθούν να κατανοήσουμε πώς συνέβη οι ανθρώπινοι οικισμοί, που ξεκίνησαν ως χωριά, να εξελιχθούν σε πόλεις οι οποίες έχουν γίνει βαθμιαία πιο δυναμικές. Η δυναμική πόλη έχει πλέον εξελιχθεί σε δυναμική μητρόπολη, η οποία μετατρέπεται σε μεγαλόπολη και τώρα όλες οι συστηματικές προβολές δείχνουν ότι όλες οι πόλεις του κόσμου, κατευθύνονται προς ένα πολύ μεγαλύτερο σύστημα, το οποίο θα μπορούσε να ονομαστεί «Το σύστημα της παγκόσμιας πόλης ή της Οικουμενόπολης».
Ρεαλιστικές μελέτες της ιστορίας των πόλεων, δείχνουν ότι δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε τις τελικές τους διαστάσεις ή το μέγεθος του πληθυσμού τους· αυτά καθορίζονται από συνεχιζόμενες δυνάμεις. Όμως, απ’ όποια πλευρά κι αν εξετάσουμε το θέμα, φαίνεται όντως ότι οι πόλεις οδεύουν προς εξωανθρώπινες διαστάσεις και απάνθρωπο περιεχόμενο. Έτσι, η πραγματική πρόκληση, με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι, είναι να ορίσουμε το είδος της ζωής που μπορεί ο Άνθρωπος να έχει μέσα σε τόσο μεγάλες πόλεις. Για να επιτευχθεί αυτή η ποιότητα πρέπει να ξεκινήσουμε να χτίζουμε με βάση τον ίδιο τον Άνθρωπο: από τις μικρές μονάδες προς τις μεγάλες.
Η βασική μονάδα χώρου στις αναπόφευκτα μεγάλες πόλεις πρέπει να προέρχεται από ανθρώπινες διαστάσεις. Η ιστορία δείχνει ότι, δια μέσου των αιώνων, οι πόλεις με ανθρώπινη κλίμακα είχαν τα εξής χαρακτηριστικά:
Α. Οι μεγαλύτερες διαστάσεις τους είναι ένα τετράγωνο 2.000 x 2.000 μέτρα.
Β. Η μέγιστη, μέση απόσταση με τα πόδια, δεν υπερβαίνει τα 10 λεπτά.
Γ. Οι αισθητικές τους διαστάσεις αντιστοιχούν στις αισθητικές ικανότητες του μέσου ανθρώπου.
Δ. Με βάση αυτά τα δεδομένα, ο πληθυσμός τους σπάνια ξεπερνούσε τους 50.000 πριν την εισβολή των μηχανοκίνητων συγκοινωνιών.
Ε. Είναι εύκολες στη λειτουργία και τη διαχείρισή τους.
Έτσι, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι τωρινές και μελλοντικές τεράστιες πόλεις του Ανθρώπου θα πρέπει να κατασκευάζονται ξεκινώντας από κύτταρα που αντιστοιχούν σ’ αυτές τις ανθρώπινες διαστάσεις. Η μεγάλη πρόκληση μπροστά μας είναι το πώς θα χτίσουμε μια τέτοια πόλη η οποία, στα κύτταρά της, θα διαφυλάττει όλες τις ανθρώπινες αξίες που έχουμε μάθει από το παρελθόν καθώς και αυτές που μπορούμε να μάθουμε από το παρόν. Αλλά η πόλη αυτή πρέπει επίσης να μπορεί να λειτουργεί στο σύνολό της, διότι δεν πρέπει να γίνει ένα σύστημα χωριών αλλά μία μεγάλη πόλη για τον Άνθρωπο.
Το αποτέλεσμα θα δώσει στον Άνθρωπο, επιπλέον, τα πλεονεκτήματα μιας ζωής σε ανθρώπινη κλίμακα και μιας ζωής μέσα σε μια τεράστια πόλη (Εικ. 47).
Συμπεράσματα
Αν μπορούμε να προσδιορίσουμε τους στόχους μας, αν μπορούμε να ορίσουμε τη σχέση ανάμεσα στον Άνθρωπο και στην πόλη του, αν μπορούμε να μάθουμε από αυτό το τεράστιο εργαστήριο που λειτουργεί αυτή τη στιγμή επάνω στην επιφάνεια της γης, αν μπορούμε να επιχειρήσουμε έναν πολύ προσεκτικό πειραματισμό, επειδή έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους και όχι με μηχανές, τότε μπορούμε να είμαστε έτοιμοι να χτίσουμε τις μεγάλες πόλεις του Ανθρώπου. Οι μεγάλες αυτές πόλεις δεν θα συνθλίβουν πια τον Άνθρωπο μέσα στα σωθικά τους, αλλά θα τον αφήσουν ν’ αναπτυχθεί στο έπακρο. Αν μπορούσαμε να το κατορθώσουμε αυτό, πιθανόν να μπορούσαμε να εγγυηθούμε στον Άνθρωπο το καλύτερο δυνατό σκηνικό για την ανάπτυξή του προς το επόμενο στάδιο της εξέλιξης. Υπάρχει, όμως, μία απόλυτη προϋπόθεση. Πρέπει να έχουμε το θάρρος να αναπτύξουμε την καλύτερη δυνατή υπόθεση και στη συνέχεια να τη θέσουμε υπό δοκιμή. Μόνον έτσι μπορούμε να παρέχουμε τις καλύτερες δυνατές λύσεις στα ερωτήματα που τίθενται μέσα σ’ αυτό το σύστημα ιδεών. Μόνον έτσι μπορούμε να αξιολογήσουμε εκείνες τις απαντήσεις που ήδη, διστακτικά, παρουσιάζονται· να τις βελτιώσουμε και από ‘κει να εξάγουμε δικαιολογημένα συμπεράσματα.