Ακόμη κι αν φύγεις για τον Γύρο του Κόσμου…

Η Αρλέτα είναι από τις αγαπημένες μου τραγουδίστριες. Κι από τις δικές σας. «Τα Ήσυχα Βράδια» συνδέονται πάντα (και για πάντα) με αναμμένους αναπτήρες, αγκαλιές  και τρυφερά φιλιά στον λαιμό. «Ακόμη κι αν φύγεις για τον γύρο του κόσμου, θα ‘σαι πάντα δικός μου, θα ‘μαστε πάντα μαζί», τραγουδάς και το πιστεύεις.
Ναι, αλλά το εφαρμόζεις;

Ζούμε στο 2017. Όταν μεγάλωνα στα τιμημένα late 90s – early 00s, τα ζευγάρια που ζούσαν τον έρωτά τους από απόσταση ήταν κατά βάση φοιτητές, προπτυχιακοί ή μεταπτυχιακοί, που ξενιτεύονταν είτε σε μια άλλη πόλη της Ελλάδας, είτε κάπου στην Ευρώπη. Δάκρια, αναστεναγμοί, καρτοτηλέφωνα που έτρωγαν μονάδες πιο γρήγορα απ’ ότι καταβροχθίζουν οι γάτες φρέσκο ψαράκι. Όποιος δεν έχει ζήσει εξ αποστάσεως έρωτα στη νιότη του θα πρέπει να νιώθει σχεδόν αδικημένος. Η αλήθεια είναι ότι σε αυτές τις ηλικίες των early 20ς όλο αυτό αντέχεται κι ας το μεγαλοποιούμε ως drama queens ή kings λόγω μεταφηβικών ορμονών. Στο κάτω κάτω ελάχιστοι θέλουν, τόσο νωρίς, στην πραγματικότητα να δεσμευτούν σε μια καθημερινότητα που ο άλλος θα είναι όντως αναπόσπαστο κομμάτι της.


Ζούμε όμως, ξαναλέω, στο 2017. Και να που τα ζευγάρια που ζουν τον έρωτά τους εξ αποστάσεως έχουν διευρυνθεί περιλαμβάνοντας και αυτούς που βρίσκονται στα πρώτα ή στα δεύτερα –άντα τους. Ο λόγος; Kατ’ αρχάς ζούμε στην εποχή που κόσμος και κοσμάκης πήρε τα μπογαλάκια του, λόγω κρίσης, έριξε ένα σιχτίρισμα κι έφυγε στο εξωτερικό για να βρει δουλειά ή έστω μια πιο αξιοπρεπή δουλειά. Πολλοί από αυτούς άφησαν πίσω τους έναν σύντροφο που έχοντας μια δουλειά που τον ικανοποιεί δεν παίρνει εύκολα το ρίσκο να την εγκαταλείψει και να φύγει εκτός συνόρων για να βρει κάτι άλλο. Το ξέρουμε ότι οι εποχές είναι δύσκολες, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για κινήσεις βασισμένες στο συναίσθημα. Πολλές φορές, η αλλαγή χώρας δεν είναι καν ακριβώς απόφαση του μετανάστη. Παγκοσμιοποίηση, μεγάλες πολυεθνικές, «φίλη μου, σε χρειαζόμαστε στο Παρίσι και ο μισθός εκεί είναι x2». Λες όχι;
Έχουμε 2017, ας μη το ξαναπούμε.

Άλλωστε ζούμε, επίσης, την εποχή που τα αεροπορικά για εξωτερικό μπορούν να στοιχίσουν λιγότερο από το Αθήνα-Ηγουμενίτσα (ξέρετε πόσα διόδια έχει;) και που το skype και οι κάθε λογής βιντεο-κλήσεις είναι ψωμοτύρι κάθε ανθρώπου που ξέρει να χρησιμοποιεί υπολογιστή και smartphone. Χάρη μάλιστα στα social media έχει δημιουργηθεί κι ένας νέος τύπος ζευγαριού, αυτός που πρώτα γνωρίστηκε κι άναψε και κόρωσε διαδικτυακά -ξέρω μάλιστα και ζευγάρι που ερωτεύθηκε έτσι, γνωρίστηκαν κι από κοντά, παντρεύτηκαν και καλά κρατούν μαζί εδώ και κάποια χρόνια- και πολλές φορές όταν αρχίσουν τα likes, τα πειράγματα στα comments και τις ανταλλαγές τραγουδιών στο inbox, τότε συνειδητοποιούν ότι δεν μένουν καν στην ίδια πόλη.

Ναι, οι τεχνολογικές συνθήκες πια σου επιτρέπουν και να γνωρίσεις κόσμο που βρίσκεται ΠΟΛΛΑ χιλιόμετρα μακριά και να βλέπεις τον ταίρι που έφυγε στα ξένα σε καθημερινή βάση. Αλλά όσο βοηθητική κι αν είναι η εξέλιξη της τεχνολογίας το σώμα απουσιάζει. Το συναίσθημα μπορεί να έρθει να φουσκώσει σαν κέικ, η φαντασία θα κάνει τα δικά της σπριντ, φωτογραφίες με γυμνή σάρκα θα ανταλλαχθούν στο τσατ (παιδιά, προσέχετε μη ποστάρετε τίποτα περίεργο «Στην Ημέρα σας» και πάθετε κανένα εγκεφαλικό) αλλά η αφή, η μυρωδιά, η γεύση δεν θα μπορέσουν να ικανοποιηθούν παρά μόνο από κοντά. Πάρτε το απόφαση. Θυμάμαι τη δραματουργό Έλενα Πέγκα σε μια συνέντευξη της στην Ιωάννα Κλεφτόγιαννη να λέει μεταξύ άλλων: «Έχουμε απομακρυνθεί όλοι από τη φύση και από τον κόσμο των ενστίκτων και από τα σώματά μας. Γυναίκες και άντρες περνούμε ώρες ατελείωτες κολλημένοι στη οθόνη του υπολογιστή μας. Νομίζουμε πως ζούμε κάτι, ενώ δεν ζούμε τίποτα. Οι σχέσεις απαιτούν χρόνο και ροή μέσα στην καθημερινότητα, όχι την ασυνέχεια που ζούμε με όλα σήμερα».

Ναι, είναι περίεργο. Μιλάς στο τσατ και υπάρχει μόνο όραση καμιά άλλη αίσθηση. Πώς να μην ζαλιστεί ο εγκέφαλος με αυτή την εντολή του νιώσε για κάποιον που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καν εκεί; Μου θυμίζει τον ίλιγγο που προκαλείται όταν βρίσκεσαι σε αυτοκίνητο ή τραίνο. Ξέρετε γιατί γίνεται αυτό; Το μάτι βλέπει τις κινούμενες εικόνες και δίνει εντολή στον εγκέφαλο ότι κινείσαι. Είσαι όμως στην πραγματικότητα σταθερός, ο λαβύρινθος του αυτιού σου δεν αντιλαμβάνεται καμία κίνηση και δίνει στον εγκέφαλο την πληροφορία ότι είσαι ακίνητος. Και ποιον να πιστέψει αυτός; Το μάτι ή το αυτί; Μπερδεύεται λοιπόν κι εσύ ζαλίζεσαι. Όπως ακριβώς ζαλίζεσαι όταν μιλάς στο τσατ ή έστω στο skype με τον καλό σου και ενώ τον βλέπεις δεν τον μπορείς να τον αγγίξεις. Μια επιθυμία έντονη μένει ανικανοποίητη. Και τι να κάνεις;

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αλλά είναι και η καθημερινότητα που είναι πιο βασανιστική. Ξέρεις ότι θα γυρίσεις σπίτι και δε θα είναι εκεί ή δε θα μπορείς να την πάρεις ένα τηλέφωνο για να της πεις: «Πάμε σιναμεδάκι απόψε; Ή να κάτσουμε να χουχουλιάσουμε;». Οι επιλογές είναι συγκεκριμένες. Οθόνη, skype, chat, πες μου πώς πέρασες, πες μου τι θα κάνεις απόψε μακριά μου.

Εάν το χρονικό διάστημα που το ζευγάρι μείνει χωριστά είναι συγκεκριμένο και υποφερτό –και εξ ίσου αποδεκτό- τότε μπορεί αυτή η απόσταση όντως να ανανεώσει τη σχέση, ειδικά σε ζευγάρια που έχουν βαριά προϋπηρεσία χρόνων. Θα φύγει ο άλλος και θα πάρεις μια ανάσα από μια καθημερινότητα που είχε καταντήσει βαρετή, μονότονη ίσως και ασφυκτική ώρες ώρες. Και μετά που θα πάρεις την ανάσα θα αρχίσει να σου λείπει και να εκτιμάς τις ευλογημένες εκείνες στιγμές της επανένωσης που θα δημιουργήσουν έναν πόθο σαν αυτόν του πρώτου καιρού –ή μια ψευδαίσθηση του, έστω. Αλλά μετά τι;


Πόσο μπορεί να αντέξει ένα ζευγάρι να ζει χωριστά; Πόσο μπορεί κάποιος να ζει χωρίς τον σύντροφο που επέλεξε; Πώς παλεύεται η μοναξιά του «η μέρα μου πήγε ολότελα σκατά, χρειάζομαι μια αγκαλιά»; Απάντηση δεν έχω ή μάλλον αυτή που έχω θα κάνει όσους ανθρώπους ζουν μια τέτοια κατάσταση να μου ρίξουν ένα μπινελίκι. Πιστεύω ότι η απόσταση είναι το μόνο πράγμα που δεν αντέχεται. Γιατί διαρρηγνύει την έννοια του «μαζί». Όχι ότι η ρεαλιστική εγγύτητα την εξασφαλίζει. Άλλος αγώνας θα δοθεί κι εκεί. Αλλά τουλάχιστον υπάρχει η συνθήκη του εδώ και τώρα. Κι από εκεί και πέρα τα πράγματα θα πάρουν τον δρόμο τους, όποιος κι αν είναι αυτός. Γι’ αυτό πιστεύω ότι ένα ζευγάρι που θέλει να είναι μαζί θα τον βρει τον τρόπο και κυρίως τον τόπο. Και θα πάρει αυτός ή αυτή τη βαλίτσα του και ή θα πάει ή θα επιστρέψει.

Από την άλλη ίσως υπάρχει κάτι που εγώ δεν καταλαβαίνω. Θέλω να πω ότι σε καμία περίπτωση δεν καταδικάζω τη σχέση όσων ζουν από μακριά. Τους αναγνωρίζω τον ηρωισμό και ρομαντισμό, που μάλλον εμένα μου λείπει, ότι θα τα καταφέρουν. Τους αναγνωρίζω την αυτοπεποίθηση που τους γεννάει αυτό που έχουν. Αυτό που τραγουδάει η Αρλέτα…

«Και δε θα σου λείπω/γιατί θα `ναι η ψυχή μου/
το τραγούδι της ερήμου/που θα σ’ ακολουθεί».

Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.