Ήμουν 20 χρονών, είχα κάνα χρόνο στην Αθήνα, έψαχνα ακόμη να βρω τις πατημασιές μου στην νέα πόλη, στις καινούριες παρέες, στο πού θα βγαίνω, με ποιους θα βγαίνω, μύριζα, εξερευνούσα. Αγόρι δεν είχα. Θυμάμαι λοιπόν ότι κάποια στιγμή δέχτηκα να βγω με έναν τύπο που με φλέρταρε και μου πρότεινε ξανά και ξανά να βγούμε οι δυο μας. Δεν είχα και πολύ καλό προαίσθημα, τον είχα πετύχει σε κοινές παρέες και κάπως βαρετός μου είχε φανεί αλλά είπα ότι οκ, δεν έχουμε στην πραγματικότητα μιλήσει καθόλου και μπορεί να τον αδικώ και κάτσε να δούμε τι λέει σαν άτομο στο τετ α τετ. Πήρα όμως κάποια μέτρα ασφαλείας. Λέω στην ξαδέρφη μου «Να έχεις από κοντά το κινητό σου, αν δω ότι δεν παλεύεται θα σου στείλω μήνυμα να με πάρεις τηλέφωνο να βρω μια δικαιολογία να φύγω». Με ρωτάει «Και τι να πω;», «Ε, δεν ξέρω ό, τι σου ρχεται», της απάντησα.
Βγαίνω λοιπόν με το αγόρι, πάμε σε μια ψιλοάθλια καφετέρια-μπαρ που τη διάλεξε αυτός, και μετά παιδιά δεν θυμάμαι τίποτα. Σαν να αποφάσισε η μνήμη να διαγράψει τα πάντα ή μάλλον σαν να αποφάσισε ο εγκέφαλος πως τίποτε από όσα συμβαίνουν σε αυτό το ραντεβού έχει αξία να καταγραφεί. Είχε δίκιο ο εγκέφαλος μου. Πρέπει να άντεξα λίγο πάνω από μισή ώρα, πήρα το κινητό στα χέρια μου διακριτικά, έγραψε «ΣΟΣ ΣΟΣ, ΠΑΡΕ ΜΕ ΣΕ 3 ΛΕΠΤΑ». Σε πέντε λεπτά (τα επιπλέον φρικτά δύο ήταν πρωτοβουλία της ξαδέρφης μου) χτυπάει το τηλέφωνο, το σηκώνω «Μαρία, τι έγινε όλα καλά;» κι ακούω την ξαδέρφη να λέει «Έγινε σεισμός στην Κέρκυρα, 6 ρίχτερ, πάει το νησί, δεν βρίσκω τους γονείς σου». Έτοιμη ήμουν να της πω «Τι λες παιδάκι μου; Αν πω ότι έγινε σεισμός 6 ρίχτερ, θα το μάθει μετά ότι δεν έγινε, θα ρεζιλευτούμε». Δεν το έκανα. Μέσα σε 5 νανοσεκόντ αποφάσισα ότι καθόλου δεν με ενδιέφερε τι θα σκεφτόταν μετά, γυρνάω και του λέω «Έγινε τρομερός σεισμός στην Κέρκυρα, δεν είμαι καλά, πρέπει να αναζητήσω τους δικούς μου». Σηκώθηκα, έφυγα, ούτε που γύρισα να κοιτάξω πίσω μου. Πάντως, δεν με ενόχλησε ποτέ ξανά. Είναι αυτός ο ιδανικός τρόπος να αντιμετωπίσεις ένα άθλιο ραντεβού; Δεν ξέρω αν είναι ο ιδανικός αλλά είναι ένας τρόπος.
Και πότε ξέρεις ότι ένα ραντεβού είναι λίγο χειρότερο από το βρίσκεσαι εγκλωβισμένη σε παράσταση του Σεφερλή και να σε κρατούν ακινητοποιημένη για να μη το σκάσεις; Μπορείς να το καταλάβεις από την πρώτη ατάκα.
Αυτό ακριβώς συνέβη στην Μίνα και στην αδερφή της την Δήμητρα. Ήθελε η Μίνα να βγει με ένα αγόρι, της λέει αυτός «να φέρω κι εγώ έναν φίλο μου, να φέρεις κι εσύ την αδελφή σου να το κάνουμε double date», της Μίνας της άρεσε η ιδέα, να υπάρχει μια σανίδα σωτηρία κοντά και ναι, την χρειάστηκε με το που βγήκαν από την πολυκατοικία, στην είσοδο τις περίμεναν τα αγόρια όπου ξεστόμισαν την θεϊκή #νοτ ατάκα: «Α, γιατί ντυθήκατε τόσο καλά; Πού θα πάμε;». υγ: το τόσο καλά ήταν ψηλό τακούνι και λίγο πιο βραδινό ντύσιμο, βράδυ ήταν άλλωστε. Η Δήμητρα έριξε λέιζερ με τα μάτια στην αδερφή της, μετά στα αγόρια και το double date ήταν απλώς μια πανωλεθρία.
Θα μου πεις όλα όσα θα ειπωθούν σε ένα πρώτο ραντεβού πρέπει να είναι σωστά, υπέροχα, φανταστικά; Ιδανικά ναι, ρεαλιστικά ας μην έχουμε τέτοιες προσδοκίες. Και τα λάθη και η αμηχανία μερικές φορές μπορεί να έχουν πολύ χαριτωμένα αποτελέσματα και να βρεθεί βρε παιδί μου ένας τρόπος να περάσετε καλά. Γιατί εντάξει δεν είναι εύκολο να ταιριάξεις με έναν άνθρωπο, ας μη το ξεχνάμε αυτό.
Έχω μια φίλη που είναι γαμώ τα κορίτσια και όλο με ρωτάει «Ρε Λίνα, τι σκατά κάνω λάθος και έχω σερί αποτυχημένων ραντεβού;». Μπροστά δεν είμαι όταν βγαίνει με τα αγόρια αλλά υποπτεύομαι ότι δεν συμβαίνει κάτι τρομερά λάθος και δεν είναι και ακριβώς κανενός το φταίξιμο. Προφανώς υπάρχουν κάποιες συμπεριφορές που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε φρικτά ραντεβού: να μιλάει ο άλλος ασταμάτητα, να μη σε ακούει όταν μιλάς, να κοιτάει το κινητό του, να χαζεύει άλλους/άλλες. Όλες οι παραπάνω συμπεριφορές είναι αγενείς και ευτυχώς που τις είδες από το πρώτο ραντεβού και κατάλαβες πως δεν χρειάζεται δεύτερο.
Από την άλλη όμως, υπάρχουν κακά ραντεβού που απλώς είναι κακά ραντεβού γιατί αυτοί που θα βγουν δεν έχουν καμία χημεία μεταξύ τους, δεν έχουν τίποτα κοινό, ό,τι φαίνεται ενδιαφέρον στον έναν ακούγεται βαρετό στον άλλον, δεν επικοινωνούν, δεν γελάνε, δεν, δεν, δεν…
Μπορεί να είναι απογοητευτικό ένα τέτοιο ραντεβού αλλά είναι απλώς η πραγματικότητα. Δεν είναι ο ένας για τον άλλον. Αυτό ας το έχουμε κατά νου. Είναι τρομερά δύσκολο να βρεις ανθρώπους που πραγματικά, πραγματικά όμως μπορείς να συνυπάρξεις. Κάποιες φορές αυτό είναι ορατό από το πρώτο ραντεβού οπότε δες το απλώς ότι κερδίζεις χρόνο.
Τα αποτυχημένα ραντεβού είναι αποτυχημένα ραντεβού όχι αποτυχημένοι άνθρωποι.
«Και γιατί ρε Λίνα να μου σκάνε όλο αποτυχημένα ραντεβού και να μη βρίσκω αυτό που θα με κάνει χαρούμενη να τελειώνουμε;», με ρωτά με παράπονο η φιλενάδα «και γαμώ τα κορίτσια». Αυτό που δεν καταλαβαίνει είναι πως δεν είναι εξαίρεση, όλοι περνάνε αυτό το λούκι, θέλει χρόνο και υπομονή και στο κάτω κάτω ποιος είπε ότι «έτσι τελειώνουμε;» Μετά μπαίνουμε στο λούκι της σχέσης, αν προχωρήσει το πράγμα, αλλά αυτό είναι ιστορία για άλλα Γκομενικά.
Μέχρι τότε βγείτε ραντεβού. Άθλια, αποτυχημένα, βαρετά. Ε, κάποια στιγμή θα έρθει κι αυτό που θα το θυμάσαι για πολύ πολύ καιρό και θα χαμογελάς. Ασχέτως, από τι θα ακολουθήσει μετά.