Πόσο χρόνο χρειαζόμαστε για να κάνουμε καλό σεξ;

Στο μυθιστόρημα Γυρίστε τον γαλαξία με ωτοστόπ του Ντάγκλας Άνταμς ο υπολογιστής Deep Thought ύστερα 7,5 εκατομμύρια χρόνια υπολογισμών αποφαίνεται ότι η ύψιστη απάντηση στη Ζωή, στο Σύμπαν και τα Πάντα είναι «42». Αν  τη δεχόμασταν αδιαμαρτύρητα η συγκεκριμένη απάντηση θα ίσχυε και για την ερώτηση «πόσο διαρκεί το καλό σεξ;», το κείμενο θα τελείωνε εδώ, ο αρχισυντάκτης μου θα αναρωτιόταν αν τα έχω παίξει τελείως (τα έχω παίξει, ναι) κι εγώ θα έβαζα ένα ποτάκι να χαλαρώσω και θα έφτιαχνα καμιά λίστα στο Spotify. Σωστά; Λάθος. Γιατί όλο και κάποια φωνούλα θα πεταγόταν και θα ρωτούσε «42 τι; δευτερόλεπτα; λεπτά; ώρες; μέρες;».

Όπως και να ‘χει 42 δεν είναι η απάντηση που μας καλύπτει και δεν νομίζω να βρούμε μία απάντηση να μας καλύπτει στη συγκεκριμένη ερώτηση.  Γιατί; Κατ’ αρχάς γιατί δεν έχουμε κανένα σταθερό παράγοντα στην εξίσωση. Εδώ δεν μπορούμε καλά καλά να ορίσουμε τι είναι σεξ ή τι ακριβώς συμπεριλαμβάνουμε σε αυτό. Αποκλειστικά την συνουσία; ή μπαίνουν και τα προκαταρκτικά στο παιχνίδι; Και πότε ολοκληρώνεται το σεξ; Όταν έρθουν σε οργασμο; Και οι δύο; Κι αν θέλουν να συνεχίσουν για να έρθουν ξανά σε οργασμό είναι νέος κύκλος σεξ ή όχι; Και γιατί είναι σεξ ό,τι περιλαμβάνει διείσδυση και δεν είναι για παράδειγμα το στοματικό;

Συνεπώς στην πραγματικότητα δεν μας απασχολεί το πόσο κρατάει το καλό σεξ αλλά το σεξ να κρατάει τόσο ώστε να περνούν καλά και οι δύο (ή και παραπάνω από δύο αν είστε μερακλήδες).

Το μεγάλο άγχος δεν είναι πόσο κρατάει το ίδιο το σεξ, το μεγάλο άγχος είναι ότι δεν έχουμε πια χρόνο για εμάς και τον άλλον, δεν έχουμε ποιοτικό χρόνο. Και αυτό αφαιρεί ποιότητα και χαρά και από το σεξ ως σεξ. Η ερωτική πράξη είναι πολύ πιο διασκεδαστική με τις σάλτσες της.  Εννοώ τα προκαταρκτικά, όχι τα χάδια, φιλιά κλπ κλπ αλλά προκαταρκτικά φλερτ, έξοδος, παρέα, γέλιο, συζήτηση, οτιδήποτε μπορεί να σου δημιουργήσει την κατάλληλη ατμόσφαιρα που μπορεί να οδηγήσει σε γαμάτο σεξ, γιατί το γαμάτο είναι αυτό που μας ενδιαφέρει, το καλό οκ λίγο πολύ γίνεται.

Το λάθος των περισσότερων είναι ότι πιστεύουν πως αυτά αφορούν την αρχή μιας γνωριμίας, μιας σχέσης. Νομίζω ότι αυτά, πολύ περισσότερο, αφορούν το μετά. Γιατί οκ, στην αρχή την έχουμε σίγουρη την χημεία, το πάθος και τον πόθο· εάν δεν τα έχουμε αυτά τα συστατικά δεν ξέρω γιατί ασχολούμαστε εξ αρχής. Μετά όμως, δεν ξέρω πόσο μετά, η επανάληψη θα φέρει βαρεμάρα, η βαρεμάρα θα φέρει χασμουρητό, το χασμουρητό θα φέρει μηχανικό σεξ του τύπου «άντε να βγάλουμε την υποχρέωση». Νομίζω, ότι όσο περνάει ο καιρός ένα ζευγάρι,  ειδικά αν έχει παιδιά, είναι καλό να βρίσκει τον χρόνο να περνάει καλά μαζί, γιατί αυτό το καλά μαζί φέρνει το σεξ της οικειότητας που δεν έχει, ίσως, τα πυροτεχνήματα της αρχής αλλά έχει μια δύναμη γνώσης του τι χρειαζόμαστε για περάσουμε γαμάτα σεξουαλικά, ερωτικά, συναισθηματικά. Και φέρνει κι έναν ρυθμό εσωτερικά στα σώματα που ενώνονται. Κι ο ρυθμός είναι χρόνος.

Κάθε ζευγάρι ας βρει λοιπόν τον χρόνο του, τον ρυθμό του. Γιατί δεν είναι όλα ικανοποιητικά για όλους. Αν ξαναγυρίσουμε στο πιο στενό πλαίσιο του σεξ η Χαρά είδε για πρώτη φορά το φως το αληθινό όταν τα έφτιαξε με τον Φώτη που λόγω ανατομικού θέματος είχε αντοχές διαρκείας και έτσι η Χαρά που ήθελε τον χρόνο της τον βρήκε και τον φχαριστήθηκε. Από την άλλη η Αλίκη λειτουργεί αλλιώς «αν είναι να έχω οργασμό, έχω στο πρώτο πεντάλεπτο, εάν δεν μου έρθει μέχρι τότε σπάνια μου βγαίνει πιο μετά άσε που αν κρατάει πάνω από τέταρτο αρχίζω να μουδιάζω· καταλαβαίνεις πού».

Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι μεγάλες προσδοκίες μπορούν να φέρουν και μεγάλες απογοητεύσεις. Στην ταινία Μια κάποια εκπαίδευση η Τζένη κάνει για πρώτη φορά σεξ και με την ειλικρίνεια της νεότητας αναρωτιέται μπροστά στον πιο αρκετά μεγαλύτερο εραστή της «Είναι αστείο όμως. Όλη αυτή η ποίηση, όλα αυτά τα τραγούδια για κάτι που διαρκεί ελάχιστα». 

Ο Μιχάλης, που του αρέσει να βάζει διλήμματα, με είχε ρωτήσει μια φορά «Θα προτιμούσες να κάνεις ώρες γαμάτου σεξ χωρίς να φτάνεις σε οργασμό ή να φτάνεις σε οργασμό κατευθείαν με τη διείσδυση;». Ειλικρινά δεν θυμάμαι τι απάντησα. Αδιέξοδο μου φαίνεται. Το πρώτο βασανιστικό γιατί κάποια στιγμή χρειάζεται και η εκτόνωση, το δεύτερο ανούσιο γιατί δεν μπορώ να κατανοήσω τον οργασμό παρά μόνο ως αποτέλεσμα μιας ευχάριστης, πολύ ευχάριστης διαδικασίας.

Οπότε ας μην αγχώνομαι να δώσω μια απάντηση. Χρόνος υπάρχει, θα δοθεί από μόνη της και ελπίζω να μην είναι «42».

Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Λίνα Ρόκου