Υπάρχει ένα ποίημα του Ρίτσου με τίτλο Ελάχιστο χρονικό του έρωτα που ξεκινάει με τον στίχο «Βιάζονταν πολύ να φιληθούν. Μπήκαν στο σπίτι. Κλείδωσαν.» Είναι από τις πιο λιτές αλλά και συγχρόνως δυνατές περιγραφές του ερωτικού πόθου. Η ανυπομονησία, η σαρκική ένωση, το καταφύγιο, η απομόνωση, το ζευγάρι που δεν έχει ανάγκη τίποτε άλλο παρά να ενωθεί.
Νιώθω ότι ζούμε μια εποχή που έχουμε γκώσει στην σεξουαλικότητα και ξεχνάμε τον ερωτισμό. Μια χαρά είναι το γαμήσι, μια χαρά είναι ο οργασμός. Αλλά για να απογειωθούν αυτά θέλει προετοιμασία το πράγμα, θέλει ερωτισμό. Θέλει να ποθείς τον ίδιο τον πόθο. Θέλει να χύνεις με τον πόθο του άλλου.
Κάποια στιγμή στη ζωή της η Λένα είχε έναν εραστή αγαπημένο που της έλεγε «Το ότι είσαι τόσο παθιασμένη είναι κάπως εναντίον σου. Γιατί δεν μπορώ να κρατηθώ. Απογειώνει την καύλα μου ο τρόπος που το ζεις και χύνω και μόνο από την ηδονή σου». Δεν τη δούλευε. Έτσι ακριβώς ήταν.
Ειδικά στο οικείο σεξ, όχι στο σεξ της ρουτίνας και της βαρεμάρας αλλά σε αυτό που έχεις πια συντονιστεί με το κορμί και το μυαλό του άλλου ο πόθος μπορεί να χτυπήσει τέτοια επίπεδα που ούτε καν φανταζόσουν. Τα κορμιά αποκτούν ρυθμό, κοινό ρυθμό, κοινή γλώσσα. Το άγγιγμα στην κλειτορίδα, στην κωλοτρυπίδα, στον λαιμό, στον λοβό του αυτιού, το φιλί στην κοιλιά, η γλώσσα στον αφαλό γίνονται κλειδιά για το σώμα του ποθητού προσώπου και μπαίνεις μέσα και γίνονται όλα τρικυμία και αντάρα και συνάμα γαλήνη και πλέεις σε ένα στο διάστημα και κοιτάς το σύμπλεγμα από ψηλά και τον/την νιώθεις πιο μέσα σου από ποτέ.
Μην υποτιμάτε τον πόθο για τον/τη σύντροφό σας. Να τον ενισχύετε όπως εσείς θέλετε. Το να ποθείς να καταπιείς ή να σε καταπιεί ο άλλος είναι ιερή στιγμή. Είναι στιγμή αλήθειας.
Δεν είναι το σεξ ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε. Είναι εξερεύνηση σώματος, του δικού σας και του άλλου. Κι αν αυτό δεν είναι θαύμα, δεν ξέρω τι είναι.
Χθες είδα ξανά το «Στέλλα Κοιμήσου» αυτή την συγκλονιστική παράσταση του Γιάννη Οικονομίδη που θεωρώ ότι είναι κέρδος ζωής να τη δει κάποιος. Η Στέλλα είναι ερωτευμένη για πρώτη φορά στη ζωή της. Είναι τόσο ερωτευμένη που επαναστατεί, δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Όλη η οικογένεια της είναι εναντίον. Κάποια στιγμή λέει για το αντικείμενο του πόθου της «Τον θέλω, τον θέλω, τον αγαπώ, τον θέλω με όλη μου την ψυχή». Η θείας της την ρωτά «Και από πότε το μουνί λέγεται ψυχή;». Και η Στέλλα που είναι ολόκληρη μια έκρηξη πόθου και έρωτα φωνάζει με όλη τη δύναμή της «Από τώρα, από τώρα, ΑΠΟ ΤΩΡΑ». Γιατί η Στέλλα, που ερμηνεύει συγκλονιστικά η Ιωάννα Κολλιοπούλου, δεν διαχωρίζει το μουνί της από την ψυχή της, δεν το θεωρεί κατώτερο το ένα από το άλλο, η καύλα της είναι ιερή και άξια σεβασμού, ταυτίζεται ο πόθος της με το πνεύμα της και την ύπαρξή της ολόκληρη.
Ο πόθος τρώει τα σωθικά για να παραφράσω τον Φασμπίντερ. Μπαίνει μέσα σου και στριφογυρίζει, τον νιώθεις κάτω από το δέρμα σου, τον νιώθεις τους παλμούς της καρδιάς σου που αυξάνονται, κάτω χαμηλά στην κοιλιά, που γίνεσαι τόσο ευαίσθητος που ένα άγγιγμα ή ακόμη και η σκέψη για το πρόσωπο που ποθείς γεμίζει αίμα τον πούτσο σου ή την κλειτορίδα σου. Άκου το σώμα σου και σεβάσου τον πόθο του. Κάποια στιγμή όταν το σώμα μας θα μας έχει πια προδώσει θα νοσταλγούμε αυτές τις στιγμές που μας κάνουν να νιώθουμε τόσο ζωντανοί που νομίζουμε ότι θα πεθάνουμε. Ευλογημένοι όσοι ποθούν τον έρωτά τους. Ευτυχισμένοι όσοι τον ζουν.