«Δεν έχω γελάσει ποτέ ξανά στη ζωή μου τόσο πολύ όσο γέλαγα με τον Νίκο. Και θυμάμαι πόσο με έφτιαχνε αυτό. Θέλω να πω ότι μπορεί να ήμασταν έξω σε ένα μπαρ και να πίναμε και να έλεγε κάτι τόσο έξυπνο και τόσο αφοπλιστικά αστείο που ενώ γελούσα ήθελα ταυτοχρόνως να τον καβαλήσω, να του τριφτώ και να χώσω τη γλώσσα μου στο στόμα του», μου εξηγούσε κάπως γλαφυρά η Τίνα την αδυναμία που είχε στο χιούμορ του.
Η αλήθεια είναι ότι η Μέριλιν το έχει πει χρόνια πριν: «Αν κάνεις μια γυναίκα να γελάσει, τότε μπορείς να την κάνεις ό,τι θες», αλλά επειδή πλέον έχουμε 2017 ξέρουμε ότι πια μπορεί να ισχύσει και το αντίστροφο. Τι εννοώ; Υπήρχε μια εποχή, όχι πολύ μακρινή, που το κορίτσι έπρεπε να είναι το χαρωπό της υπόθεσης, ενώ ο ρόλος του αγοριού ήταν να την κάνει να γελά.
Τα κορίτσια που διέθεταν χιούμορ έμπαιναν αυτομάτως στην κατηγορία “funny girl” κι αυτό για κάποιο λόγο βραχυκύκλωνε το σύστημα που δεν μπορούσε να ταυτίσει το ερωτικό κορίτσι με το αστείο κορίτσι. Ίσως γιατί το καλό χιούμορ (γιατί υπάρχει κι άθλιο, το ξέρουμε αυτό) είναι δείγμα εξυπνάδας και προσωπικότητας και «ουπς, τα χρειάζεται αυτά μια όμορφη και σέξι κοπέλα»;
Τα κορίτσια πάντα είχαν την ικανότητα να σπάσουν πλάκα, απλώς οι κοινωνίες της μεγάλωναν με την λογική «δεν μπορείς να είσαι καφράκι, θα σε βλέπει σαν τον κολλητό του και όχι την κοπέλα που θέλει να ρίξει στο κρεβάτι». Ε, αν κάποιος πάει να σου βάλει όριο για το πόσο σούργελο μπορείς να είσαι και να σου υποδείξει ότι το χιούμορ σου πρέπει να είναι εκλεπτυσμένο και political correct πόσο πλάκα στην τελική μπορείς να έχεις;
Αλλά τα πράγματα, ευτυχώς, αλλάζουν (κι ενίοτε φτάνουν στο άλλο άκρο, όπως σοφά έθιξε το South Park). «Από τις πιο ερωτεύσιμες κοπέλες που έχω δει ποτέ σε ταινία είναι η Minnie Driver ως Skylar στον Ξεχωριστό Γουίλ Χάντινγκ, ειδικά στη σκηνή που λέει το ανέκδοτο με την πίπα. Ξέρεις είναι ανακούφιση να ξέρεις ότι η κοπέλα σου γουστάρει το χοντροκομμένο χιούμορ και μπορεί και η ίδια να κάνει τέτοιο», μου λέει ο Δημήτρης και αυτό μου θυμίζει κάτι που μου είχε πει ο κομίστας και μουσικός Pan Pan σε μια συνέντευξη:«Είναι κλισέ αλλά τα κορίτσια, κατά κανόνα, είναι πιο προσεκτικά σε αυτά τα πράγματα και τα αγόρια είναι πιο κάφροι. Όταν όμως βρίσκεσαι σε συγχρονισμό, μπορεί αυτό να σε γειώσει με την καλή έννοια, τύπου ότι δεν χρειάζεται απαραίτητα να πεις κάτι κάφρικο, μπορεί αν θέλει να το κάνει εκείνη, δεν είσαι αναγκασμένος να το κάνεις εσύ, οπότε φεύγει αυτή η έγνοια από τη μέση κι έτσι μένει η ουσία».
Κι αφού λύσαμε αυτή την παρεξήγηση πάμε στη λέξη-κλειδί: συγχρονισμός. Το γέλιο σε ένα κρεβάτι απογειώνει την κατάσταση όταν είναι προϊόν συντονισμού, κοινώς όταν και οι δύο καταλαβαίνουμε το αστείο. Η κοινή αίσθηση του χιούμορ είναι ένδειξη επικοινωνίας, δείγμα ότι μπορούμε να αντιληφθούμε τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο. Γιατί το τι μας κάνει να γελάμε είναι κάτι πολύ προσωπικό για τον καθένα μας. Όταν λοιπόν το δικό σου προσωπικό ταυτίζεται με το δικό του/της τότε, «μπαμ», έχουμε μια μικρή έκρηξη και την αυτόματη σκέψη, «αν επικοινωνούμε εγκεφαλικά ας δούμε πώς επικοινωνούμε και σωματικά». Άσε που το γέλιο, σπάει την αμηχανία, σε όλες εκείνες τις κάπως άβολες καταστάσεις που μπορούν να προκύψουν σε ένα κρεβάτι. Δεν χρειάζεται να τις αναφέρω, ξέρετε εσείς.
Καλά όλα αυτά αλλά μην σπεύσετε να γίνετε το καραγκιοζάκι της διπλανής πόρτας για να τον/την ρίξετε. Το χιούμορ για το χιούμορ και για να καταφέρετε να τον/την εντυπωσιάσετε καταντά κουραστικό και μόνο άβολη μπορεί να είναι η ερώτηση «μα γιατί δεν γελάς με αυτά που λέω;». Ναι, το έχω ακούσει κι αυτό. Δεν χρειάζεται να αποδείξεις σε κανέναν ότι έχεις χιούμορ, ούτε είναι κανείς υποχρεωμένος να γελάσει με το δικό σου. Κι από αυτό τον μη συγχρονισμό κάτι μαθαίνεις: ότι το πιθανότερο είναι να βαρεθείς με αυτόν τον άνθρωπο.
Βέβαια η Τίνα -ναι, αυτή που καύλωνε με το χιούμορ του Νίκου στην πρώτη παράγραφο- είχε άλλα προβλήματα. Γελούσαν πολύ μαζί αλλά τσακώνονταν άλλο τόσο κι έτσι η σχέση δεν προχώρησε. Όμως η Τίνα κάθε φορά που μου μιλάει για έναν γκόμενο πάντα, μα ΠΑΝΤΑ μου λέει «ναι, αλλά δεν γελάω όπως με τον Νίκο».
Για κάποιο λόγο οι άνθρωποι που μας έχουν χαρίσει τα καλύτερα γέλια της ζωής μας είναι αυτοί που μας βασάνισαν περισσότερο. Δεν ξέρω γιατί, ίσως τελικά όλοι προσπαθούμε να αντισταθμίσουμε τις στενοχώριες που προκαλούμε με το να κάνουμε τον άλλον να γελάσει με την καρδιά του. Είναι όμως αυτό αρκετό; Ισοσταθμίζει τις ταλαιπώριες που έχουμε υποστεί από ΤΟ πρόσωπο; Χμ, δεν ξέρω. Αλλά δεν είναι τυχαίο που λένε ότι οι κωμικοί ηθοποιοί είναι αυτοί με τα μεγαλύτερα ποσοστά κατάθλιψης. Συμβαίνει και στα γκομενικά, παιδιά, αλλά εκεί ο καθένας βάζει το ζύγι του. Και στο τέλος της ημέρας όταν πέσει στο κρεβάτι να κάνει έρωτα, να αγκαλιαστεί και να κοιμηθεί ας το κάνει καλύτερα με ένα χαμόγελο στα χείλη.