Με δυο λόγια, μπορείς να μου πεις τι θα γίνει μετά;

Πολιτικοί καριερίστες, μελλοντολόγοι, συμφεροντολόγοι, παραδεισιολόγοι και τρομοδιδάκτορες ακόμα και Καθηγητές Πανεπιστημίου (ενδεχομένως εν δυνάμει πολιτικοί καριερίστες και όλα τα παραπάνω) επιμένουν να προσπαθούν να μας πείσουν ή μάλλον καλύτερα να μας εκπαιδεύσουν ότι δεν πρέπει να μάθουμε να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας σαν πολίτες. Πρέπει μάλλον να αισθανόμαστε αποστροφή για διαδικασίες που μας καλούν να σκεφτούμε και να αποφασίσουμε συνειδητά.

Κάτι τέτοιο έμμεσα ή άμεσα διαπίστωσα ότι ασπάζονται με τη στάση τους αρκετοί φίλοι και γνωστοί από τα παλιά. Κάτι αντίστοιχο κάνουν και πολλοί άγνωστοι που διαχρονικά έχουν σχολιάσει με ιδιαίτερη ευστοχία την επικαιρότητα, καθώς και πολλοί άγνωστοι μεταξύ αγνώστων (ή οι γνωστοί άγνωστοι), που είτε εν γνώση τους επιδιώκουν να επηρεάσουν, είτε από άγνοια υποστηρίζουν συμφέροντα. Από την άλλη πάλι η αλήθεια είναι ότι δεν είναι και εντελώς ξεκάθαρο τι θα γίνει αν η πλειοψηφία επιλέξει ‘‘όχι’’ στην τελευταία πρόταση των θεσμών για την Ελλάδα.

Το ερώτημα του δημοψηφίσματος είναι ξεκάθαρο για όσους παρακολουθούν κριτικά τις εξελίξεις. Δεν έχει να κάνει με το δίλημμα δραχμή ή ευρώ, ούτε με το δίλημμα εντός ή εκτός Ευρώπης. Αυτό διαφημίζουν πολλοί εντός και εκτός Ελλάδας για τους δικούς τους λόγους, είτε επειδή προσπαθούν να περάσουν κάτι προς όφελός τους, είτε διότι όντως το έχουν πιστέψει. Δεν τίθεται τέτοιο θέμα από καμία πλευρά μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ. Ούτε οι μεν το θέλουν ούτε οι δε, γιατί κάτι τέτοιο δεν θα ήταν προς όφελος κανενός, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Το μακροπρόθεσμα είναι άλλη ιστορία…

Γιατί ένα «όχι» ακόμα και αυτό το εκτός Ευρώπης να σημαίνει, ποιος μπορεί να πει με ακρίβεια πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα και πόσο χειρότερα μπορεί να γίνουν σε σχέση με την τωρινή κατάσταση της Ελλάδας έπειτα από μια τόσο σκληρή πεντεατιά. Τι σημαίνει να είμαστε πάση θυσία στην Ευρώπη; Να μπορούμε να ταξιδεύουμε και να εργαζόμαστε ελεύθερα σε οποιαδήποτε άλλη Ευρωπαϊκή χώρα; Αυτό είναι πράγματι από τα θετικά της ΕΕ, μα μπορεί πολύ εύκολα να υπάρξει και με μια υπογραφή συμφωνίας αρκεί να υπάρχει πολιτική βούληση και θέληση. Το ίδιο ισχύει και για πολλά άλλα όμοια ζητήματα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Καλό είναι να προτάσσουμε τα θετικά που είναι πολλά από την ύπαρξη της Ελλάδας στην ΕΕ όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την ίδια την Ευρώπη. Όμως σε ποια Ευρώπη θέλουμε να ζήσουμε; Ξεχνάμε απ’ ό, τι φαίνεται πως οι βασικές αρχές της Ένωσης έχουν ήδη καταστρατηγηθεί, τουλάχιστον σε πολιτικό επίπεδο. Και αναρωτιέμαι πώς γίνεται πολλοί από αυτούς που έχουν υποφέρει όλα αυτά τα χρόνια και ήταν αντίθετοι σε όλα εκείνα τα μέτρα που άλλαξαν τη ζωή των Ελλήνων, να έρχονται σήμερα και να υπερασπίζονται αυτού του είδους την Ευρώπη και φυσικά να βρίσκονται εκτός θέματος σε σχέση με το δημοψήφισμα αυτό καθ’ αυτό αλλά και με την ουσία του.

Σαν να μου φαίνεται πως ό, τι και να γινόταν θα γκρινιάζαμε… Τα πολιτικά πείσματα, οι πολιτικές σκοπιμότητες και ο ίδιος μας ο εαυτός είναι τα στοιχεία που εμποδίζουν την ξεκάθαρη κριτική σκέψη, τη σύγκριση και τη δράση αυτή την κρίσιμη στιγμή.

Η Ελλάδα τελευταία δρα με διαφορετικό τρόπο από τα συνηθισμένα και αυτό είναι κάτι που δε μπορούν να διαχειριστούν πολλοί από όλους αυτούς που εμπλέκονται έμμεσα ή άμεσα και έχουν μάθει σε συγκεκριμένες συνήθειες. Εδώ, ωστόσο, πρόκειται για διαπραγμάτευση. Και στις πολιτικές διαπραγματεύσεις έχει κανείς διάφορα όπλα. Η Ελλάδα, δεν έχει ούτε βαριά βιομηχανία, ούτε ισχυρή οικονομία, ούτε πρωτοπόρες εξαγωγές. Η διαπραγματευτική της δύναμη αυτή τη στιγμή είναι η ιστορία της, η κουλτούρα της και οι άνθρωποι… Σε αυτούς γίνεται επίκληση τώρα ώστε να δοθεί ακόμη περισσότερη βαρύτητα στα όσα προσπαθούν να εκφράσουν όσοι εκπροσωπούν τη χώρα την περίοδο αυτή και έχουν να διαπραγματευτούν με κασετόφωνα και τοίχους.

Προφανώς τέτοιου είδους κινήσεις, όπως ένα δημοψήφισμα, έχουν δύναμη που κανείς δε μπορεί να υπολογίσει. Κι αυτό φοβίζει. Φοβίζει εκείνους που βρίσκονται σε νευραλγικές θέσεις και σε κέντρα αποφάσεων. Ένα επιτυχές δημοψήφισμα στην Ελλάδα, θα δημιουργούσε αντίστοιχες απαιτήσεις και από άλλους λαούς στην Ευρώπη. Κι αυτό φοβίζει… Επομένως δε θα περίμενε κανείς και πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες να υποστηρίξουν την κίνηση της Ελληνικής κυβέρνησης.

Ούτε καν ο ίδιος ο τωρινός Πρωθυπουργός δεν ήταν υπέρ ενός δημοψηφίσματος πριν μερικά χρόνια. Υπό ποιες συνθήκες όμως; Και γιατί αυτή η εξήγηση περί διαφορετικών συγκυριών γελοιοποιείται από πολλούς; Στην αναγγελία δημοψηφίσματος το 2011 από τον τότε Πρωθυπουργό και την αρνητική στάση του τωρινού, είναι καταρχήν πολλοί εκείνοι που τότε χειροκροτούσαν ηχηρά εκείνη την πρόταση και σήμερα είναι φανατικά κατά μιας τέτοιας κίνησης.

Το ερώτημα τότε ήταν: «Αποδέχεστε αυτά τα μέτρα και το πρόγραμμα λιτότητας, που θα μας κρατήσουν στο ευρώ;’’. Περίεργα διατυπωμένο και υπό ένα τελείως διαφορέτικο σκηνικό. Μια απλή εξήγηση θα μπορούσε να είναι ότι την περίοδο εκείνη μια καθυστέρηση δόσης, σήμαινε αυτόματα χρεοκοπία, κάτι που πλέον δεν ισχύει με βάση τις συμφωνίες που έχουν επιτευχθεί. Όπως επίσης και τα προβλήματα είναι πολύ διαφορετικά πια…

Όσο για τη διενέργεια εκλογών, ακούγεται λίγο παράλογο και καιροσκοπικό να ζητάνε εκλογές κάποιοι όταν η νέα κυβέρνηση δεν έχει κλείσει καν εξάμηνο. Αλλά και πάλι, υποθετικά μιλώντας, εάν έφερνε η κυβέρνηση τη συμφωνία αυτή στη Βουλή, θα έχανε την δεδηλωμένη υποστήριξη του Κοινοβουλίου. Αυτό σημαίνει ότι, πράγματι, θα πηγαίναμε σε εκλογές ούτως η άλλως και κατά πάσα πιθανότητα θα επανεκλεγόταν ίσως και με πολύ μεγαλύτερο ποσοστό. Διενέργεια εκλογών, ωστόσο, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη με όλες τις εξελίξεις να τρέχουν, αλλά και με το οικονομικό κόστος να είναι πολύ μεγαλύτερο σε σχέση με αυτό ενός δημοψηφίσματος. Μάλλον πάλι θα γκρινιάζαμε και τότε…

Σίγουρα πολλές από τις προεκλογικές υποσχέσεις της τωρινής κυβέρνησης δεν έχουν τηρηθεί, τουλάχιστον ακόμα. Εννοείται, επίσης, ότι έκαναν πίσω σε πολλά από όσα ανήγγειλαν προεκλογικά, κάτι που και οι ίδιοι δεν κρύβουν. Κανένας όμως δε μπορεί να υποστηρίξει ότι ξέφυγαν από τις θεμελιώδεις αρχές τους, όπως η προστασία βασικών δικαιωμάτων όλων των πολιτών της χώρας που αντιπροσωπεύουν. Αυτό είναι που δεν έκαναν πολλές προηγούμενες σοσιαλιστικές κυβερνήσεις στην Ελλάδα και αυτό είναι κάτι που θέτουν ως διαφορετική προτεραιότητα οι συντηρητικές κυβερνήσεις γενικότερα.

Ναι, καλά όλα αυτά, αλλά τι θα γίνει μετά; Και τι θα γίνει τις επόμενες λίγες μέρες, πριν έρθει αυτό το μετά;

Δεν ξέρω τι θα γίνει, αλλά δε θα με παραξένευε καθόλου αν δεν φτάναμε καν στο Δημοψήφισμα της Κυριακής. Σαν μέσο πίεσης θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως μοχλός βαθύτερου διαλόγου και κατανόησης των προβλημάτων από την πλευρά εκείνων που κλείνουν τα μάτια τους και τα αυτιά τους ακόμα και σήμερα και επιμένουν στην προώθηση πολιτικών που αποδεδειγμένα έχουν αποτύχει και έχουν βλάψει συνανθρώπους.

Και μετά τι θα γίνει τελικά; Ποιο μετά; Το μετά του «ναι» ή το μετά του «όχι;»

Δε νομίζω να υπάρχει κανείς που θα μπορούσε να απαντήσει σε ένα τέτοιο ερώτημα… Δεν ήμουνα καλός στα μαθηματικά, αλλά θυμάμαι έναν καθηγητή μου να λέει πως ‘‘το μόνο που δε μπορείς να λύσεις με τα μαθηματικά είναι τα πολιτικά προβλήματα’’. Με μαθηματικές εξισώσεις δε γίνεται να ασκήσεις πολιτική… Εξάλλου, το έχει δείξει και η ιστορία ότι στην πολιτική δεν υπάρχει σωστό ή λάθος.

Είναι πάντως περίεργο το πώς μπορεί κανείς σιγά σιγά να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα. Ακόμα πιο περίεργο είναι το πόσο γρήγορα μπορεί να ξεχάσει τι συνέβαινε στο πρόσφατο παρελθόν και πώς επηρεαζόταν η ζωή του. Όλοι σκεφτόμαστε και προσπαθούμε να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά μέσα μας. Ούτε οι αδιάφοροι δεν αδιαφορούν και αυτό είναι μάλλον θετικό. Μέσα από τα όσα έχουν γίνει όλες αυτές τις μέρες με τις διαπραγματεύσεις της Ελλάδας μάλλον έχουν αναδείξει το πραγματικό πρόβλημα, που είναι η έλλειψη συνοχής, πολιτικής βούλησης και κριτικής σκέψης.

Όταν βρίσκεσαι σε απόσταση και γνωρίζοντας μόνο όσα νομίζεις ότι γνωρίζεις είναι ελαφρώς οξύμωρο να κρίνεις και να κάνεις πολιτική ανάλυση, υποδεικνύοντας πόσο λάθος είναι οι αποφάσεις που λαμβάνονται. Είναι πολύ εύκολο όταν δεν βρίσκεσαι μέσα σε εκείνα τα παγωμένα κτίρια των Βρυξελλών να κάνεις υποθέσεις και να μιλάς για το πόσο καλύτερα θα χειριζόσουν  εσύ την κατάσταση, όταν από τη μία δεν έχεις όρεξη να διαβάσεις καν τις προτάσεις που έχουν κατατεθεί από τις διάφορες πλευρές και δεν έχεις παρακολουθήσει τη σειρά των κινήσεων και των γεγονότων…

Κάποιους τους πείραξε ακόμα και το ότι η αναγγελία για το δημοψήφισμα έγινε στη 1 τα ξημερώματα… Δεν θα το σχολιάσω, απλά μόνο θα πω ότι αν θέλει κανείς να βρει ψεγάδια για κάτι, μπορεί να το κάνει ακόμα και σε μια λεία επιφάνεια. Δεν είμαι σίγουρος, βέβαια, αν αυτή η λεία επιφάνεια θα μπορούσε να είναι ένας καθρέφτης.

Εννοείται πως όλοι συμφωνούμε ότι τα πράγματα είναι δύσκολα. Εννοείται πως η τωρινή και οι προηγούμενες κυβερνήσεις έχουν κάνει σημαντικά λάθη. Χρειάζεται όμως περισσότερη ψυχραιμία, παρά μελοδραματοποιημένες θέσεις και αντιδράσεις χωρίς κρίση και προπάντων χωρίς αυτοκριτική. ‘‘Πάντοτε θα κρίνεσαι, θα συγκρίνεσαι και θα κατακρίνεσαι φίλε’’, μου είπε κάποτε ένα πολύ αγαπημένο πρόσωπο… Ίσως αυτό θα μπορούσαμε να έχουμε στο μυαλό μας για να προσπαθούμε κάπου κάπου να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας. Κι ας μη γίνει το δημοψήφισμα, ακόμα κι αν αλλάξουν πολλά μέσα στις επόμενες μέρες, η αυτοκριτική δεν κάνει κακό.

Δεν ξέρεις ποιον να εμπιστευθείς τελικά… Σκέψου…

Υ.Γ.: Όχι ότι πρέπει να δώσω λογαριασμό σε κανέναν, αλλά θα ήθελα να πω ότι δεν ψήφισα ΣΥΡΙΖΑ στις προηγούμενες εκλογές. Γενικά δεν ψήφισα και λυπάμαι γι’αυτό, αλλά δεν είχα τη δυνατότητα ζώντας εκτός Ελλάδας. Βλέπετε ακόμα και σήμερα οι Έλληνες του εξωτερικού δεν έχουν δικαίωμα ψήφου εάν δε μπορούν να βρεθούν στην Ελλάδα την ημέρα των εκλογών.

Ο Γιάννης Μαλισιόβας έχει σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες και Δημόσια Διοίκηση στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές πάνω στην Κοινωνική Πολιτική και Ανθρώπινη Ανάπτυξη στο Πανεπιστήμιο του Μάαστριχτ. Eργάστηκε στις Βρυξέλλες ως Σύμβουλος Διαχείρισης Αναπτυξιακών Προγραμμάτων και σήμερα ζει στη Γαλλία εργαζόμενος στον ίδιο τομέα.

Γιάννης Μαλισιόβας

Share
Published by
Γιάννης Μαλισιόβας