Άνοιξη (γιατί δεν αντέχω)

Δε θυμάμαι πότε άκουσα τελευταία φορά για έναν γκράντε έρωτα. Κάποιον που να ξεκίνησε από ένα δυνατό παιχνίδι αποπλάνησης, χωρίς καν ούτε ο ένας ούτε ο άλλος να σκέφτονται τι θα γίνει μετά . Όχι επειδή δεν το θέλουν αυτό το μετά (το απόλυτο «δε θέλω σχέση» είναι τόσο αστείο όσο και το απόλυτο «εγώ σε βλέπω μόνο σοβαρά»), αλλά γιατί αυτό το μετά δεν υπάρχει καν στο μυαλό τους, καθώς το μυαλό τους είναι μπουκωμένο από αυτό που τους συμβαίνει τώρα. Πού να βρεθεί χώρος και χρόνος για κρίση, λογική και επιφυλάξεις; Κάποιον που να εξελίχθηκε παρά τις αντίξοες συνθήκες (απόσταση, άλλες σχέσεις, οικονομικές δυσκολίες), που οι πρωταγωνιστές του δεν δίστασαν, δεν έκαναν πίσω με το πρώτο εμπόδιο, δεν είπαν «άσε, πού να μπλέξω τώρα», δεν έβαλαν το εγώ τους σε πρώτο πλάνο… αλλά φώτισαν το αντικείμενο του πόθου με τη ματιά του καψούρη, ασχέτως αν τελικά άξιζε ή όχι.  Κάποιον που να έληξε όχι με ghosting, όχι με πικρία, όχι με ανταλλαγή οργισμένων μηνυμάτων (ναι, τώρα και οι τσακωμοί γίνονται όπως το sex, στο messenger), αλλά με μια θριαμβευτική ανάμνηση που θα κρατάει και μετά από πολλά πολλά χρόνια, τότε που τα σεντόνια δε θα νοτίζουν από πάθη πια.

Δε θυμάμαι πότε άκουσα τελευταία φορά κάποιον να λέει και να το εννοεί και να το πράττει ότι για χάρη του/της θα πάει στο γκρεμό. Και να το εννοεί επαναλαμβάνω γιατί γκώσαμε από Δουν Ζουάν του facebook που ποστάρουν τον «Αύγουστο» του Παπάζογλου ή ηλιοβασιλέματα γράφοντας ως λεζάντα «θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό». Η ζωή διδάσκει ότι αυτοί που όντως θα πάνε εκεί που θέλουν, όχι γιατί δεν φοβούνται τις συνέπειες αλλά επειδή είναι έτοιμοι να τις υποστούν, δεν βγάζουν πολεμικές ιαχές πριν ούτε διακηρύσσουν τον «ηρωισμό» τους. Είναι σιωπηλοί και πολύ σίγουροι, όχι για τον εαυτό τους αλλά για την επιθυμία τους. Δε τη μετρούν σε βάθος χρόνου, άλλωστε το συναίσθημα εξελίσσεται παράλληλα με τον χρόνο άρα πώς να το προβλέψεις, αλλά στο τώρα. Ακούν τον εαυτό τους και αναλόγως πάνε. Τον εαυτό τους, όχι τους φόβους τους.

Ξέρω έναν φίλο, τον Δ. που μόνος του μου έχει πει ότι είναι με μια κοπέλα (πάνω από χρόνο τώρα) και «δεν κάνουμε καλό σεξ και δεν είμαι ερωτευμένος μαζί της αλλά η ζωή είναι κάτι παραπάνω από γαμήσια Λίνα» και όταν τον ρώτησα αν έφτασαν κιόλας στην αγάπη μου απάντησε «ούτε καν». Κι έμεινα απορημένη γιατί κάποιος μένει σε μια σχέση που δεν του προσφέρει ούτε καύλα, ούτε έρωτα, ούτε αγάπη. Δεν μπόρεσε να μου το ξεκαθαρίσει «Έχω πολλά προβλήματα», συμπλήρωσε και τον κατανοώ. Όλοι έχουμε, δεν ξέρω βέβαια αν τα λύνουμε έτσι. Από την άλλη, καμιά φορά μια σχέση βγάζει νόημα μόνο για τους δύο εμπλεκόμενους. Έχω μια φίλη, την Μ. που μου είπε «ότι όταν συγκρατούμαι στον έρωτα πάντα σε καλό μου βγαίνει, δεν πληγώνομαι» κι εγώ στεναχωρήθηκα γιατί την Μ. την αγαπώ και δεν μπορώ να τη σκέφτομαι να πορεύεται με την καρδιά της σε ένα ζύγι. 

Ο Πεσσόα είχε γράψει «Αν η καρδιά μπορούσε να σκεφτεί, θα σταματούσε». Ναι, η λογική μας προστατεύει. Ναι, είναι ολοφάνερο ότι όλοι είμαστε γεμάτοι πληγές, μια τραυματισμένη κοινωνία στην οποία η καθημερινότητά  καταντάει αγώνας δρόμου για τους περισσότερους από εμάς. Όλοι αναζητούμε, λίγο πολύ,  την ασφάλεια, μια σιγουριά ότι στο τέλος της ημέρας δε θα μας περιμένουν νέα  δράματα, η ζωή μας εξουθενώνει,  μας αποκλείει από την συγκίνηση γιατί την ταυτίζει μόνο με την ταλαιπωρία αλλά ξεχνάμε την ηδονή, όχι μόνο του σώματος αλλά της ψυχικής αναστάτωσης.

Αγόρια και κορίτσια, ακόμη και μόνο σεξουαλική διέγερση να αισθανόμαστε η επινεφρίνη, δηλαδή η αδρεναλίνη, χτυπάει κόκκινα. Δεν υπάρχει ερωτισμός χωρίς χτυποκάρδι, χωρίς να σου κόβεται η ανάσα όταν τον/τη φιλάς, δεν είναι στη φύση μας αυτό. Πρέπει να το πάρουμε απόφαση: ο έρωτας, σε όλο του το φάσμα, από το καθαρά σαρκικό μέχρι το συναισθηματικό και εγκεφαλικό, δεν είναι νηνεμία. Ο Πασκάλ Μπρυκνέρ τα γράφει, πολύ καλύτερα από εμένα, στο Παράδοξο του Έρωτα: «Η ερωτική σύγκρουση είναι μια άγρια καταιγίδα στην ηρεμία της ύπαρξης: είναι πόνος και απόλαυση, θύελλα και καταφύγιο, έγκαυμα και άρωμα».

Ένας λόγος παραπάνω να τα θυμηθούμε τώρα όλα αυτά που είναι άνοιξη. Μπορεί να ακουστεί πολύ κλισέ (αλλά και τα κλισέ δεν υπάρχουν τυχαία) όμως πρέπει να βρίσκεσαι σε κώμα για να μην σε αναστατώνουν οι μυρωδιές των ανθισμένων λουλουδιών, η άνοδος της θερμοκρασίας ακόμη και οι ηλιαχτίδες που τρυπώνουν στους πόρους του δέρματος σου. Βγαίνουμε από την όποια «χειμερία νάρκη» μας, ακόμη και μέσα σε μια πόλη που χώμα δεν πατάμε πουθενά, η φύση βρίσκει τρόπο να χωθεί στο είναι μας. Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε, ευτυχώς.

Άλλωστε στο κάτω κάτω της γραφής δε σας ζητούμε την ζωστείτε τα άρματα, μόνο τα λουλούδια. Να σκάσετε έξω από την πόρτα της, να της πείτε «Ήρθα, σε θέλω». Ή να του πείτε  σε μια αγκαλιά «Είμαστε δύσκολα, αλλά δεν χρειάζεται να εγκαταλείψουμε με το πρώτο εμπόδιο».  Και τα υπόλοιπα θα τα βρείτε στην πορεία. Ίσως όχι αναίμακτα, ποιος θα μπορούσε να το εγγυηθεί αυτό; (Και κάπου εδώ θυμήθηκα ένα υπέροχο σκίτσο του Έκτορα Αποστολόπουλου όπου ένα ψαράκι ρωτάει ένα άλλο «Αν σ’ ερωτευτώ θα με πληγώσεις;» κι εκείνο του απαντά «Αν σου πω από τώρα θα χαλάσω την έκπληξη»).  Ίσως όχι χωρίς ιδρωμένους κροτάφους ή χωρίς μελανιές, κάποιο αντίτιμο θα πληρώσουμε, δεν το γλιτώνουμε. Εδώ δε τα βρίσκουμε με τον εαυτό μας, πώς μπορούμε να πιστέψουμε ότι δε θα πέσει ούτε γρατζουνιά όταν είμαστε μαζί του/της; Κι αν από όλες τις μάχες που μας ζητούνται καθημερινά  να δώσουμε πρέπει να διαλέξουμε μία στην οποία θα παρουσιαστούμε οικειοθελώς ας είναι αυτή που δεν μπορούμε να αρνηθούμε. Τώρα είναι η ώρα της τόλμης. Η άνοιξη τα συγχωρεί όλα.

Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Λίνα Ρόκου