Μήπως αυτό που έχει αλλάξει είναι το ότι έχεις μεγαλώσει; Μπορεί τα παιδιά 15 ή 18 ετών να διασκεδάζουν με ένα τρόπο που δεν μπορούμε να αντιληφθούμε. Αναρωτιέμαι, όμως, τους ενδιαφέρει η μουσική με εξίσου έντονο τρόπο που ενδιέφερε τη δική σου φουρνιά ή τη δική μου όταν μεγαλώναμε;
Από την εμπειρία μου μέσω των μαθητών μου, γιατί διδάσκω μουσική παραγωγή και μουσική τεχνολογία εδώ και κάποια χρόνια, σίγουρα δεν έχουν τη σχέση που είχαμε εμείς με τη μουσική. Τα παιδιά σήμερα βγαίνουν έξω όχι σαν νέοι, αλλά όπως οι σαραντάρηδες σαν εσένα ή οι πενηντάρηδες σαν εμένα. Δεν τους νοιάζει τόσο πολύ η μουσική. Όταν ρωτάω ένα μαθητή ή μια μαθήτρια μου «τι μουσική σου αρέσει;», μου απαντάει «ανάλογα με τη διάθεση ακούω τα πάντα». Ναι, αλλά τι μουσική σου αρέσει πραγματικά; Είναι δηλαδή σαν να την αντιμετωπίζουν ως background. Φυσικά υπάρχουν ακόμη παιδιά πιο παθιασμένα με τη μουσική, ίσως πιο αιρετικά. Αλλά κατά πλειοψηφία ακολουθούν αυτό το νέο μοντέλο ζωής που ισχύει γενικά, αυτό το λίγο «ό,τι να ‘ναι». Σε ό,τι έχει να κάνει με τη νύχτα, νομίζω ότι έχει περάσει η εποχή που αποτελούσε ολόκληρη φιλοσοφία, τότε που για παράδειγμα τόσος κόσμος συντονίστηκε με την έκρηξη της acid και της techno – και μιλάω περισσότερο γι’ αυτό το είδος γιατί αυτό εκπροσωπώ, ή μάλλον είμαι ακόμη μαθητής αυτού του είδους. Κάποτε υπήρξαν και πολλοί επιχειρηματίες που επένδυσαν για να φτιάξουν χώρους που να υπηρετούν αυτή την αισθητική. Μένω εδώ (σ.σ. Κεραμεικός) 15 χρόνια κι έχω δει όλη την εξέλιξη της Ιεράς Οδού και το τι σημαίνει Γκάζι. Τελικά σημαίνει μια μεγάλη στροφή σε μια διασκέδαση και μια αισθητική που δεν σε βάζει σε δεύτερες σκέψεις, για να μην ακουστώ πιο αυστηρός. Δεν έχει πολιτικό υπόβαθρο ή κοινωνικό σχόλιο, είναι του τύπου πάμε να κάνουμε χαβαλέ ή πάμε να πηδήξουμε στα μπουζούκια.
Κατά καιρούς πετυχαίνω στα social media μερικά βίντεο που αντιπαραβάλλουν τις «έξαλλες» χορευτικές νύχτες των 90s με τις «ψόφιες» των σύγχρονων clubs όπου μετά βίας ψιλοχορεύει ο κόσμος για να μη βγουν κουνημένες οι σέλφι. Μήπως όμως τελικά γκρινιάζουμε γιατί δεν πιάνουμε τον παλμό της εποχής;
Πώς να το κάνουμε, η διαφορά είναι μεγάλη. Γιατί υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα από πίσω που κατάφερε τελικά να οδηγήσει το ποτάμι σε μια λιμνάζουσα κατάσταση. Άντε καμιά φορά το πολύ πολύ να πέσει μέσα μία πέτρα και να δημιουργηθούν μερικοί ομόκεντροι κύκλοι. Η ορμή του ποταμού, όμως, δεν ταράζεται πια, διότι βασικά ο ποταμός δεν κυλάει. Έτσι είναι όλη η ζωή σήμερα. Κι αν θυμάσαι καλά, αυτό το «δεν βγαίνω έξω παρά μόνο σπάνια», είχε ξεκινήσει και πριν την κρίση. Ο κόσμος σιγά σιγά άρχισε, λόγω και της τεχνολογίας, να έχει πρόσβαση σε άλλα πράγματα. Αυτό δημιούργησε τελικά μια τρομακτικά νοσηρή εξάρτηση. Και μένα μερικές φορές στο παρελθόν με συνεπήρε όλη αυτή η ανοησία πχ με το Facebook, μέχρι που κατάλαβα ότι κάτι δεν πάει καλά, ότι το αποτέλεσμα είναι ο περιορισμός, να ζω -ή να νομίζω ότι ζω- κλεισμένος στο σπίτι κάποια πράγματα που θα μπορούσα να ζήσω εκεί έξω.
Οπότε εσύ πιστεύεις ότι ένας εικοσάχρονος σήμερα ενδεχομένως να κάνει λιγότερο εξωστρεφή, αν όχι και συναρπαστική, ζωή, σε σχέση με έναν εικοσάχρονο πριν από είκοσι χρόνια;
Ναι, αυτό λέω και το υπογραμμίζω, πρώτα και κύρια γιατί κατά πάσα πιθανότητα θα μένει ακόμη με τους γονείς του, αιχμάλωτος στο συναισθηματικό εκβιασμό να είναι «καλό παιδί», να κάνει τη δουλειά του μπαμπά, να μη χρειαστεί να δουλέψει σερβιτόρος γιατί υπάρχει καβάτζα από τη γιαγιά και τον παππού, και αυτό είναι το καινούριο μοντέλο που θα κρατήσει 400 χρόνια. Το λέω πολύ σοβαρά. Είναι ένα μοντέλο οικογένειας που βασίζεται στο φόβο και την άρνηση. Επίσης κάτω από αυτό υπάρχει και μία άλλη παράμετρος, το βόλεμα που οδηγεί στη συναισθηματική μη ενηλικίωση. Δεν μεγαλώνει ο άνθρωπος αν μένει με τους γονείς του μέχρι τα 30, μη σου πω και 25. Πόσοι όμως επιλέγουν να μένουν σήμερα με τους γονείς τους για να μην υποφέρουν; Δεν θα μπορούσαν δηλαδή δύο νέοι να πάνε και να μείνουν μαζί; Μπορεί να ζοριστούν, να πεινάσουν, να μην έχουν θέρμανση, αλλά μέσα από αυτές τις συνθήκες ενδέχεται -αν και δεν είναι απόλυτο- να αφυπνιστούν και να ωριμάσουν. Έτσι θα ανδρωθούν οι άντρες, όχι στο στρατό. Έτσι θα χειραφετηθούν οι γυναίκες, όχι με το να παντρευτούν στα 25 και να καταλήξουν στα 30 με εξωσυζυγική σχέση, όπως και οι σύζυγοί τους. Ζούμε σε μια εποχή που όλως περιέργως ενδυναμώνει την υποκρισία της οικογένειας. Βάλε και τη θρησκεία μέσα που κάνει, όπως πάντα, τη δουλίτσα της μια χαρά.
Είναι ο πολυσυζητημένος, τώρα τελευταία, νεοσυντηρητισμός ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους της εποχής;
Φυσικά! Δεν το βλέπεις; Γινόμαστε φοβικοί. Δεν συμβαίνει βέβαια μόνο στην Ελλάδα. Ισχύει σε όλη την Ευρώπη. Από την εμπειρία μου με τους μαθητές μου, βλέπω ότι παρόλο που υπάρχουν πολλοί με ανοιχτό πνεύμα που μ’ ακούν και θέλουν να μάθουν και με κοιτάνε στα μάτια σαν να μην έχουν ξανακούσει αυτά που λέω, δηλαδή τα προφανή, την ίδια στιγμή υπάρχουν και νέα παιδιά που επιλέγουν και οικειοποιούνται συντηρητικές ιδέες ή ακόμη και τις πιο ακραίες πολιτικές, γιατί ουσιαστικά θέλουν να εκτονώσουν το θυμό και το μίσος που έχουν για τον πατέρα τους. Ψάχνουν μια ιδεολογία ή ένα επάγγελμα για να εκτονώσουν τη βία που εισπράττουν κάθε μέρα, κάπως σαν να τους έχουν πείσει ότι δεν υπάρχει τίποτα ωραίο τριγύρω, ότι όλα είναι χάλια. Οπότε είναι διαρκώς σκυμμένοι στο κινητό αναζητώντας το virtual ωραίο. Λες κι όταν εμείς μεγαλώναμε ήταν όλα ωραία γύρω μας.
Σήμερα είναι πιο ωραία ή πιο άσχημη η…
…καθημερινότητα εκεί έξω; Είναι πολύ πιο άγρια, πολύ πιο βίαιη. Είναι πολύ εύκολο για μένα να γίνω έξαλλος από την ασέβεια που συναντώ. Βλέπω τους ανθρώπους να φέρονται και να άγονται χωρίς συνείδηση, σαν υπνωτισμένοι. Αλλά μιλάμε για μία ύπνωση φόβου, σαν να βγαίνει ο άλλος από το σπίτι του, να φοβάται και να βιάζεται να γυρίσει γρήγορα στο καβούκι του, σαν τρομαγμένο ελάφι. Ακούω συνέχεια είναι δύσκολο το ένα, δύσκολο το άλλο, ναι, εντάξει, ποιος είπε όμως ότι η ζωή είναι εύκολη; Η ζωή είναι άγρια και υπέροχη. Αυτό είναι.
Ναι, εντάξει, ευχαριστώ πολύ, αυτά τα λες τώρα που έχεις μεγαλώσει. Στοιχηματίζω ότι δεν σκεφτόσουν έτσι στα νιάτα σου.
Όταν ήμουν πιτσιρίκι δεν καθόμουν να σκεφτώ τι είναι δύσκολο και τι όχι. Μπέσα στο λέω. Δεν έλεγα «αμάν πόσο δύσκολο είναι αυτό, τι θα κάνω τώρα». Έλεγα «ωραία, αυτό είναι δύσκολο, τι επιλογές έχω, πάμε παρακάτω». Αλλά έτσι ήμουν εγώ. Έτσι ήταν και οι συνθήκες που με οδηγούσαν. Είχα επίσης μία ευλογία που λεγόταν Στέρεο Νόβα, ένα κανάλι με το οποίο συνδεόμουν με μια συνειδητότητα που στην τελική ήταν έξω από μένα. Υπάρχει περίπτωση δηλαδή να με καθοδηγούσε ένα φωτεινό πνεύμα εκείνη την εποχή – και το λέω χαριτολογώντας, γιατί δεν ήταν άλλο αυτό το πνεύμα από το δικό μου. Από παιδί ήμουν άλλης πάστας συνείδησης άνθρωπος κι έβλεπα γύρω μου τι θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά και τι όχι. Φυσικά σαν άνθρωπος έχω κάνει πολλά λάθη κι έχω βλάψει κάποιους συναισθηματικά.
«Το ταξίδι της ζωής μου μέχρι σήμερα είναι τέτοιο, που έχει αποδείξει ότι δεν με ενδιέφερε ποτέ να αποδείξω κάτι. Αυτό που με αφορά και που με απασχόλησε κάποτε σε βαθμό βαθιών ενοχών ήταν ότι ήθελα να απελευθερωθώ και να νιώσω ότι μπορώ να προσφέρω χωρίς ιδιοτέλεια, ότι δεν θα ξαναβλάψω κανέναν, ούτε τον εαυτό μου. Αυτό που συνειδητά με παρασέρνει σήμερα είναι το να μπορεί ό,τι κάνω καλλιτεχνικά να κάνει καλό έστω και σε δέκα ανθρώπους. Εμένα μου έχει κάνει ήδη καλό και ο ίδιος ο δίσκος είναι η επιβεβαίωση.»
Λάθη όλοι κάνουμε. Νομίζω ότι κακώς κρινόμαστε κυρίως από αυτά και όχι από το τι κάνουμε την επόμενη μέρα. Μεγαλύτερη σημασία έχει το αν θα αφομοιώσεις το λάθος, το πώς θα το διαχειριστείς.
Ακριβώς. Ο Φιλόθεος Φάρος, ένας ιερέας που ξεχωρίζει, και δεν το λέω αυτό με βάση τη θρησκευτική πίστη, είχε πει κάποτε το εξής: «εγώ μπορώ να κάνω σήμερα κάτι πολύ καλό σε σένα και την άλλη μέρα να βλάψω πολύ έναν άλλο άνθρωπο». Σημασία λοιπόν έχει προς τα που θέλω να γείρω ως άνθρωπος, τι προτιμώ να κάνω. Θέλω να βλάπτω ή να συνεχίσω να κάνω αύριο αυτό που κάνω σήμερα, στην ηλικία που βρίσκομαι, τώρα που έχω καταλάβει γιατί ζω. Μέχρι τα 40 δεν είχα καταλάβει γιατί ζούσα.
Τι συνέβη δηλαδή στα 40 σου;
Είδα ότι στη ζωή διανύουμε ουσιαστικά τρία στάδια. Το πρώτο διαρκεί από την ημέρα που γεννιόμαστε μέχρι κάποια ηλικία που αλλάζει ανάλογα με τον άνθρωπο. Σε αυτό το στάδιο ζούμε για τα θέλω των άλλων. Εγκαταλείπεις τα όνειρα σου, τους στόχους σου, ζεις και πεθαίνεις για να πάρεις ένα μπράβο. Ο δεύτερος κύκλος ξεκινά τη στιγμή που ο άνθρωπος αφυπνίζεται και αναρωτιέται: τι κάνω, δεν είμαι αυτό που θέλω. Δουλεύω στο δικηγορικό γραφείο του πατέρα μου, μα εγώ γράφω ποιήματα ή θέλω να γίνω χορευτής ή θέλω να γίνω ελαιοχρωματιστής. Εκεί λοιπόν συμβαίνει το μεγάλο ρήγμα, μπαίνει φως και ο άνθρωπος γίνεται αυτός που θέλει μετά από πολύ αγώνα. Κι αν θες μία επιστημονική λέξη για αυτόν τον αγώνα, είναι η ψυχοθεραπεία. Για να κάνεις διάλογο με όλα τα σκουπίδια που κουβαλάς και να τους πεις συγνώμη, δεν μπορώ να σας έχω άλλο μαζί μου. Υπάρχει και ο τρίτος κύκλος, που τον κοιτάζω αυτή τη στιγμή, είμαι ακόμη νέος για να μπορέσω να πω ότι τον διανύω. Είναι ο κύκλος που ξεχνάς τα θέλω σου, ξεχνάς τα θέλω των άλλων, καταλαβαίνεις ότι αυτός που έχεις γίνει, δεν είναι αυτός που είσαι. Αφήνεσαι.
Μπορείς να μου το κάνεις πενηνταράκια όλο αυτό;
Αφήνεσαι στο θέλημα της ζωής. Αρχίζεις να συνειδητοποιείς ότι είσαι εδώ για κάποιο λόγο, ότι είσαι μία μικρή μονάδα μέσα στη δημιουργική αγάπη που σε περιβάλλει, σε αυτή τη δημιουργική ορμή, σε αυτό που ορισμένοι λένε universal intelligence, higher consciousness, θεϊκή πηγή, οτιδήποτε. Αντιλαμβάνομαι ότι μέσα από αυτό που κάνω, μέσα από αυτή τη συνάντηση, μέσα από τις μουσικές ή τα κείμενα που γράφω, φέρω θεραπευτικό φως σε μένα και στους άλλους, χωρίς να είναι αυτοσκοπός. Οπότε γίνομαι μία σκυτάλη στη σκυταλοδρομία πνευματικής ανάπτυξης και εξέλιξης μέσα σε ένα κοινωνικό μοντέλο που είναι εγκλωβισμένο από τις δυνάμεις μόνο του νου, ενός επιθετικού, εχθρικού νου που δεν σταματά να με περιορίζει.
Ωραία, εσύ λες ότι είσαι εδώ για κάποιο λόγο. Αποκλείεις το ενδεχόμενο να είσαι εδώ για κανέναν απολύτως λόγο, απλά για να ζήσεις μέχρι να πεθάνεις;
Αν ήμουν επιστήμονας θα σου έλεγα ότι φυσικά υπάρχει αυτή η περίπτωση. Αν όμως παραδεχτώ κάτι τέτοιο, θα πάω ενάντια στις εμπειρίες μου. Ως Μιχάλης λοιπόν θα σου πω ότι δεν είμαστε μόνοι μας και ότι είμαστε εδώ για ένα συγκεκριμένο λόγο: εμπειρίες. Ένας μεγάλος πνευματικός δάσκαλος που δε ζει πια, ο Πέτερ Ντενώφ, Βούλγαρος μυστικιστής κι εσωτεριστής, είχε πει το εξής: «Με ρωτάνε όλοι γιατί υπάρχει το άδικο, η κακία, ο πόλεμος, οι αρρώστιες. Γιατί δεν μπορεί να διαρκέσει το καλό, η αγάπη, η φροντίδα, η αλληλεγγύη, η αλληλοκατανόηση; Είναι πολύ απλό. Όσες ψυχές ερχόμαστε εδώ, είμαστε άρρωστες. Η Γη είναι ένα μεγάλο νοσοκομείο από το οποίο μπορείς να θεραπευτείς αν καταφέρεις να αγαπήσεις και να καταλάβεις πραγματικά το λόγο για τον οποίο ήρθες». Διαφωνεί κανείς ότι η Γη είναι ένα μεγάλο νοσοκομείο, αν όχι τρελοκομείο;
Όλη αυτή την πνευματική, μυστικιστική -δεν ξέρω κιόλας αν χρησιμοποιώ σωστή ορολογία- αναζήτηση τη θυμάσαι να ξεκινάει κάποια συγκεκριμένη στιγμή της ζωής σου ή είναι κάτι που το είχες από παιδί;
Από παιδί κάποιες φορές είχα μια άλλη αντίληψη της πραγματικότητας που ανακάλυπτα. Με θυμάμαι αρκετές φορές, πριν καν τελειώσω το δημοτικό, να κοιτάζω τον ουρανό και να αισθάνομαι ότι υπάρχει εκεί κάτι έξω από μένα. Για μένα είναι μεγάλη ευλογία αυτό που έζησαν άνθρωποι που «αγίασαν» -δεν το εννοώ θρησκευτικά, μπορεί άγια να ήταν και η Βιρτζίνια Γουλφ, ας πούμε, ή ακόμη κι ο Χατζιδάκις- και κατανόησαν ότι ο άνθρωπος ζει πραγματικά μόνο όταν προσφέρει στο όλον. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είμαστε τα δημιουργήματα μιας έκρηξης φωτός.
Έγραψες το εξής στο Facebook για το νέο σου δίσκο: «Όποιος επιθυμεί και ασχοληθεί, μπορεί να βρει αναφορές που αφορούν μυστικιστικά μονοπάτια». Πες ότι εγώ είμαι ένα πεζό, κυνικό καθίκι και σου πω άσε με ρε Μιχάλη, εγώ γουστάρω να ακούω το Elation και να βγαίνω έξω και να χορεύω ή όταν πηγαίνω για τρέξιμο. Θα μου πεις ότι έχω χάσει κάποιο νόημα εφόσον δεν αναζητώ αυτά τα μονοπάτια;
Εσύ όταν παίρνεις ένα άλμπουμ, δεν κοιτάς πάντα τον τίτλο; Δεν κοιτάς τα credits; Αν λοιπόν διαβάσεις τον τίτλο, που προφέρεται «Ελέησον», και ανοίξεις μετά το δίσκο και δεις γραμμένο το “The Five Principles”, αποκλείεις την πιθανότητα να αναρωτηθείς τι είναι αυτές οι πέντε αρχές; Αν βάλει κάποιος στο Google αυτές τις λέξεις, κάτι θα του δείξει, χωρίς κατ’ ανάγκη να θέλω να δώσω συγκεκριμένη ερμηνεία. Μπορεί να είναι οι πέντε αρχές του ρέικι -σε αυτές αναφέρομαι- αλλά μπορεί κανείς να βρει κάποιες άλλες πέντε αρχές και να ξεκινήσει μία δική του αναζήτηση, μέσω της οποίας μπορεί να βρει κάτι αλλά μπορεί και να μη βρει τίποτα, πάντως θα έχει ξεκινήσει από τον ήχο του Elation. Για μένα από μόνος του ο ήχος είναι αρκετός για να μας βάλει σε μια άλλη σχέση με τον εαυτό μας, να μας βοηθήσει να ηρεμήσουμε λίγο. Τι σημαίνει ηρεμία; Σημαίνει να ενωθώ με μένα. Να σταματήσει για λίγο το μαρτύριο της συνεχούς σκέψης.
Συνεχίζεις στο ίδιο status στο Facebook: «Η μουσική μου είναι μία θεραπευτική δόνηση. Και μονάχα έτσι με ενδιαφέρει να γράφω πλέον». Γράφεις μουσική για να βρεις τον εαυτό σου ή παλεύεις να βρεις τον εαυτό σου ώστε να μπορείς να γράφεις μουσική;
Επέλεξα να ασχοληθώ με τη μουσική και όχι με κάτι άλλο, γιατί ο ήχος είχε ένα πιο δυνατό, πιο αστραφτερό κάλεσμα από τις άλλες τέχνες όταν ήμουν παιδί. Η μουσική αρχικά λειτούργησε σαν προστατευτικό πεδίο για μένα, μαζί με τους τότε φίλους και συνεργάτες που είχαμε ένα κοινό κώδικα ζωής. Η μουσική γενικά αλλά και συγκεκριμένα η ηλεκτρονική, μου έδινε δύναμη, μου έδειξε το δρόμο στη ζωή μου. Με έφερε σε επαφή με τα άτομα με τα οποία θα μπορούσα να εξελίξω κάτι δικό μου. Ο ήχος με έφερε στην εμπειρία της ψυχοθεραπείας. Που άλλωστε ήχος είναι και λόγος, ακούω τη φωνή μου, με ακούω να μιλάω, να λέω την αλήθεια. Ο ήχος λοιπόν λέει την αλήθεια σε όλους μας. Γιατί αγγίζει την καρδιά σου. Θα σε κάνει να κλάψεις, να τρέξεις, να χορέψεις, να καυλώσεις και να θέλεις να ξορκίσεις το θάνατο. Μέσα από τη μουσική βρίσκω δρόμους να με κατανοήσω.
Σήμερα έχω τουλάχιστον μάθει τα βασικά πράγματα για μένα, ξέρω για ποιο λόγο είμαι εδώ, γιατί ζω και ξέρω ότι θέλω να συνεχίσω σαν ένα κανάλι προσφοράς, είτε αυτό έχει να κάνει με τον ήχο είτε ακόμη και με τα τέσσερα βιβλία που μέχρι στιγμής έχω βγάλει στις εκδόσεις Οδός Πανός. Έτσι ξορκίζω κάθε μέρα το θάνατο. Γιατί για μένα θάνατος και μάλιστα καθημερινός είναι η ανοησία και η άρνηση για ζωή. Αλλά και η υποκρισία μου και η μνησικακία μου και το ότι γύρισα και είπα κάποτε ένα άσχημο λόγο για τη Μόνικα και μετά από δύο χρόνια ξύπνησα και συνειδητοποίησα ότι είχα βλάψει έναν άνθρωπο και της είπα «συγχώρεσέ με, δεν ήμουν καλά με μένα όταν το είπα αυτό» κι από τότε είμαστε φίλοι και μιλάμε. Είμαι από τέτοια πέτρα φτιαγμένος. Δεν έχει νόημα να κρύβομαι από μένα.
«Το μαγικό κλειδί είναι η διαχείριση του συναισθήματος. Να μη με κυριεύει η θλίψη. Να μη με κυριεύει η πλάνη ότι είμαι τελείως μόνος και κανείς δεν μ’ αγαπάει. Οι άνθρωποι παλεύουμε για να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε και συνέχεια απογοητευόμαστε, αισθανόμαστε προδομένοι.»
Άρα συμπαθείς περισσότερο τον εαυτό σου σήμερα σε σχέση με παλιότερα; Κι αν ισχύει αυτό, σου αρέσει περισσότερο και η τέχνη που παράγεις τώρα;
Σήμερα είμαι συμφιλιωμένος με τον εαυτό που έφτιαξα. Μπορώ να έχω διαστήματα μεγαλύτερης γαλήνης και ανάπαυσης μέσα στην καθημερινότητα. Θέλω όμως να αποδεσμευτώ από αυτόν τον εαυτό. Γιατί ακόμη κι αυτός, δεν είναι αυτό που στ’ αλήθεια είμαι. Λιγότερος εαυτός, περισσότερος θεός μέσα μου. Να τι θέλω.
Όταν λες «θεός»;
Όχι με την έννοια του «πατέρα θεού» που με εκνευρίζει. Λιγότερος εαυτός, περισσότερη ένωση με το Όλον, αν προτιμάς. Πες με ηλίθιο, αλλά εγώ βγαίνω έξω το πρωί και μιλάω στον ήλιο, λέω «σ’ ευχαριστώ που δίνεις φως και ζω».
Υποθέτω ότι μια τέτοια μέρα είναι καλή. Μια κακή τι του λες;
Στον ήλιο θα πω κάθε μέρα ευχαριστώ. Στον άλλο που θα πάει να με πατήσει με το αυτοκίνητο θα του πω άντε γαμήσου, γιατί ακόμη είμαι σε κάποιο βαθμό ο εαυτός μου, ο Μιχάλης που παλεύει και με τους δικούς του δαίμονες αλλά και με των άλλων. Δεν με ενδιαφέρει όμως καθόλου πια ο τρόπος που ζούμε, διακρίνω ότι μας δηλητηριάζει, μας απαγορεύει με ένα πολύ συγκεκριμένο τρόπο να είμαστε ανθρώπινοι και χαρούμενοι.
Συγνώμη κιόλας, ποιος άλλος τρόπος υπάρχει;
Υπάρχουν πολλά μονοπάτια που οδηγούν στην κορυφή του βουνού. Μη με τρελαίνεις πρωί πρωί και με κάνεις να ακούγομαι διδακτικός. Για μένα ο τρόπος είναι αυτός που καταλαβαίνεις με βάση όσα έχουμε πει μέχρι τώρα. Για κάποιον άλλο μπορεί να είναι ότι φτιάχνει ένα μποστάνι στο μικρό του μπαλκόνι. Ο τρόπος είναι δηλαδή οτιδήποτε σου δίνει χαρά και ζωή και σε κάνει να θέλεις να δώσεις κι εσύ χαρά και ζωή, από το να ποτίσεις ένα λουλούδι μέχρι να βοηθήσεις ένα γατί που πεθαίνει στο δρόμο. Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο να χτίζουμε μέσα μας φρούρια που δεν μας επιτρέπουν να δούμε κάτι θετικό γύρω μας, σε ένα σημείο να λέμε ότι ο αυτοπεριορισμός και η τυφλότητα εξαιτίας της αρνητικότητάς μας είναι κάτι καλό.
Αν εμένα μου δίνει χαρά να είμαι ένα σκληροτράχηλο αφεντικό που δυσκολεύει τη ζωή των υπαλλήλων του γιατί το μόνο που με γεμίζει χαρά είναι να αβγατίζει ο τραπεζικός μου λογαριασμός και δεν μου καίγεται καρφί για τα συναισθήματα των άλλων;
Άρα με ρωτάς αν η δική σου χαρά δικαιολογεί το να βλάψεις ανθρώπους. Με αυτή τη λογική να πούμε ότι είναι εντάξει και η χαρά των φασιστών που έβαζαν τους ανθρώπους στο φούρνο; Εγώ μιλάω πάντα για ανθρώπους που δε βρίσκονται στο στάδιο της διαστροφής ή της διαταραχής. Βέβαια, διαταραγμένοι είμαστε όλοι με κάποιο τρόπο. Ας το πούμε πολύ απλά: Μίχο έχεις καταλάβει ότι είσαι άρρωστος αγόρι μου; Ότι έχεις θέματα από τη μάνα σου και τον πατέρα σου; Εγώ πάντα λέω το εξής: πρέπει πρώτα να καταλάβουμε ότι είμαστε οι γονείς μας. Όταν το συνειδητοποίησα, γύρω στα 25, σοκαρίστηκα και ξεκίνησα τη δουλειά. Είπα ότι μερικά στοιχεία τους είναι πολύ ωραία, η φιλοξενία, η εντιμότητα, η ανοιχτή καρδιά της μάνας μου -που «έφυγε» κιόλας πρόσφατα- αλλά ήταν και κάποια άλλα θέματα που έκανα μεγάλο αγώνα για να τα βγάλω από τη ζωή μου. Όχι μόνο από τη σκέψη μου. Ακόμη κι απ’ τον ύπνο μου. Κι όσο πιο ελεύθερος γινόμουν, τόσο πιο μεγάλη η χαρά και η ηρεμία μου.
Το ότι σε κάποιο βαθμό είμαστε οι γονείς μας, είναι κομμάτι της ανθρώπινης συνθήκης, δε μπορούμε κιόλας να το αποφύγουμε.
Όχι φυσικά, κουβαλάμε το ίδιο DNA. Είναι όμως και τα επίκτητα χαρακτηριστικά. Στην τελική, για να κάνω και λίγο χιούμορ, ακόμη κι αν σου δημιουργεί πρόβλημα η οπτική ομοιότητα με τον πατέρα σου, κάνε πλαστική να αλλάξεις. Αυτό που δημιουργεί το πρόβλημα είναι η συνειδητοποίηση ότι μοιάζεις με έναν άνθρωπο που δεν σου έκανε μόνο καλό. Ωραία, και; Θα ακολουθήσεις το ίδιο μοντέλο; Θες να γίνεις ακριβώς σαν τον πατέρα σου για να εκδικηθείς τον εαυτό σου επειδή δεν σε αγάπησε όπως θα ήθελες; Όχι, πρέπει να αγαπήσεις τον εαυτό σου ακριβώς επειδή δεν σε αγάπησε ο πατέρας σου όπως ήθελες. Οι άνθρωποι μπαίνουμε σε αυτό το εκβιαστικό παιχνίδι που το έχουμε βαφτίσει αγάπη και ταλαιπωρούμαστε πολύ άσχημα. Εμένα δε με αφορά πια η αγάπη. Με αφορά η αλήθεια. Είναι ακλόνητη, όχι διαταραγμένη και ανισόρροπη, ούτε με προδίδει. Γι’ αυτό έχω καταφέρει πια να έχω χώρο μέσα μου για τους πάντες και τα πάντα.
Πρέπει ντε και καλά να τους συμπαθούμε και να τους χωράμε όλους; Γιατί δηλαδή να μην μπορείς να πεις ότι δεν αντέχεις κάποιον άνθρωπο;
Το να πεις σε κάποιον «δε θέλω να σε ξαναδώ» εμπεριέχει θυμό.
Δηλαδή θα μπορούσες να χωρέσεις, όπως λες, ή έστω να κάτσεις και να πιεις ένα καφέ αακόμη και μ’ ένα φασίστα;
Ακόμη κι ένας άνθρωπος από την απέναντι όχθη να έρθει να μου μιλήσει, θα κάτσω να τον ακούσω. Δεν σημαίνει ότι ασπάζομαι όλων τις πράξεις. Σημαίνει ότι τις αντιλαμβάνομαι ως πράξεις ανθρώπων που νοσούν.
Και αυτό λειτουργεί ως ελαφρυντικό; Τους αντιμετωπίζεις με συμπάθεια;
Όχι, αλλά ας πούμε με κατανόηση. Γιατί κι εγώ κάποτε είχα χτυπήσει έναν άνθρωπο. Μετά από δέκα χρόνια με χτύπησε ένας άλλος. Και την ώρα που με χτυπούσε, έλεγα μέσα μου μη βγάλεις κιχ, σου επιστράφηκε αυτό που έδωσες. Όπως μου έχουν επιστραφεί και θετικά πράγματα. Φυσικά έχω μάθει να με προστατεύω βάζοντας όρια. Δε θα φέρω δηλαδή ξανά το διάβολο στο σπίτι μου. Καταλαβαίνω όμως ότι ακόμη και για έναν άνθρωπο που έχει καταληφθεί από την αγριότητα, δεν έχουν τελειώσει τα πάντα. Δεν ξέρω πώς θα είναι μετά από τρία χρόνια. Μπορεί να συμβεί κάτι στη ζωή του και να έρθουν όλα τούμπα. Μπορεί ένας Πακιστανός να σώσει τη ζωή ενός φασίστα και να αλλάξει ο τρόπος που βλέπει τα πράγματα. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι το εξής: όσο άσχημα, σκληρά, δύσκολα και να γίνονται τα πράγματα, τόσο πιο πιο καλά να κάνω αυτό που αγαπάω.
Όταν λες ότι το Elation δεν είναι ένας δίσκος που προσπαθεί να αποδείξει οτιδήποτε, ούτε πως είναι πρωτοποριακός, ούτε ότι είναι μία πρόταση στα μουσικά δρώμενα του σήμερα, μιας και σε αφήνει παντελώς αδιάφορο κάτι τέτοιο, σημαίνει ότι γενικά και ως άνθρωπος δεν έχεις την πρεμούρα να αποδείξεις οτιδήποτε στους άλλους;
Το ταξίδι της ζωής μου μέχρι σήμερα είναι τέτοιο, που έχει αποδείξει ότι δεν με ενδιέφερε ποτέ να αποδείξω κάτι. Αυτό που με αφορά και που με απασχόλησε κάποτε σε βαθμό βαθιών ενοχών ήταν ότι ήθελα να απελευθερωθώ και να νιώσω ότι μπορώ να προσφέρω χωρίς ιδιοτέλεια, ότι δεν θα ξαναβλάψω κανέναν, ούτε τον εαυτό μου. Αυτό που συνειδητά με παρασέρνει σήμερα είναι το να μπορεί ό,τι κάνω καλλιτεχνικά να κάνει καλό έστω και σε δέκα ανθρώπους. Εμένα μου έχει κάνει ήδη καλό και ο ίδιος ο δίσκος είναι η επιβεβαίωση. Είναι σαν να σου λέω ότι εδώ πιο κάτω έχει ένα ωραίο πάρκο, πάμε μια βόλτα, μπορεί να βγεις άλλος άνθρωπος. Αυτή είναι η σχέση μου με τη μουσική σήμερα. Θέλω από τη στιγμή που ξεκινάει ένας δίσκος μέχρι που τελειώνει, οι άνθρωποι να νιώθουν όμορφα, ενδεχομένως να σκέφτονται κάποια πράγματα, ή έστω να τους κρατάει συντροφιά.
Η ενδεχόμενη αρνητική κριτική σου δημιουργεί άγχος;
Κάποιες σχεδόν αρνητικές κριτικές υπήρξαν ήδη για το Elation. Στα 25 μου που διάβαζα μερικές αρνητικές κριτικές, στενοχωριόμουν και θύμωνα. Τώρα που ξέρω ότι ο δίσκος φέρει μέσα του κάτι που σε μένα έκανε καλό, δεν με ενδιαφέρει το κακό σχόλιο. Θα χαρώ όμως πολύ αν από μία κριτική μου δημιουργηθεί η αίσθηση ότι αυτός που την υπέγραψε, ήταν στο ίδιο δωμάτιο με μένα όταν έγραφα το δίσκο. Θα χαρώ όχι από ναρκισσισμό, αλλά γιατί μου μικραίνει τη μοναξιά που νιώθω ενίοτε. Όχι, δεν είναι σωστή λέξη η μοναξιά. Ξέρεις πώς θα νιώσω; Ότι δεν είμαι ξεχωριστός. Ότι υπάρχουν κάποιοι με τους οποίους συντονίζομαι τελικά.
Πιστεύεις ότι υπάρχει κάποια παρεξήγηση από τη μεριά του κόσμου για τον Μιχάλη Δέλτα που διατηρείται στο πέρασμα των χρόνων; Ένα χαρακτηριστικό, δηλαδή, που να σου έχουν αποδώσει αλλά εσύ να ξέρεις ότι δεν ισχύει.
Όχι, δεν νομίζω. Το ότι μπορούν να θεωρούν βαριά κάποια πράγματα που λέω ή γράφω στα βιβλία μου, δεν είναι κάτι που με βαραίνει. Δεν πειράζει, ο καθένας έχει το δικό του τρόπο να βλέπει τα πράγματα. Άλλωστε πάντα λέω αμφισβητήστε με, κρίνετε με. Θέλω να είμαι έντιμος απέναντι στον κόσμο γιατί εκτίθεμαι, λέω την άποψη μου, δεν νομίζω, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν πολλοί που μιλάνε τόσο ανοιχτά και δείχνουν με το δάχτυλο την οικογένεια.
Ως πηγή κακών; Γιατί εντάξει, δεν είναι μόνο αυτό.
Μα δεν είπα ότι είναι μόνο αυτό. Μπορεί να σε διαμορφώσει και θετικά, μπορεί όμως κάλλιστα να σε καταστρέψει. Είμαι ντόμπρος ως προς αυτό.
Ψέματα λες στον εαυτό σου;
Η σεξουαλική ορμή, η οργή και η θλίψη ήταν τρία ζωτικά ψέματα και υπήρξαν μέχρι και πνευματικοί μου καθοδηγητές. Έφτασα στα όρια μου και τελικά ανέσυρα μέσα από αυτά τις ποιότητες που έκρυβαν οι αντιστοιχίες τους. Οργή-γαλήνη. Σεξουαλική ορμή-σεξουαλική ισορροπία ή αν προτιμάς συνειδητή σεξουαλική ζωή, όχι σκόρπισμα κι εκδικητικότητα, όχι αυτοτιμωρία. Και η θλίψη έγινε χαρά της ζωής. Αυτές οι τρεις αρνητικές ή άγριες ποιότητες, δηλαδή, υπήρξαν τελικά φωτεινοί μου δάσκαλοι κι έφτασα να λέω σε αυτή τη στιγμή της ζωής μου ότι δεν κοιτάζω μπροστά ή πίσω, αλλά βρίσκομαι σε ένα ύψος αντίληψης των πραγμάτων που μου επιτρέπει να κοιτάζω κυκλικά. Το τότε, το τώρα και το μετά είναι ένας κύκλος που με περιβάλλει. Με πολύ σκληρή δουλειά έχω βάλει σε αρμονική σχέση όσα με ταλαιπώρησαν και όσα με ενδυνάμωσαν.
Είναι κοστοβόρα αυτή η διαδικασία σε ανθρώπινο κεφάλαιο; Αφήνεις εύκολα ανθρώπους πίσω σου αν δεν μπορούν να συμβαδίσουν;
Φυσικά και δεν μπορώ να κρύψω ότι έχω πονέσει πολύ που άφησα ανθρώπους. Στη συνέχεια όμως χάρηκα που έκανα αυτή την επιλογή. Δεν θα την άλλαζα με τίποτα. Περισσότερο όμως από το ότι άφησα κάποιον κι έφυγα, είναι ότι άφησα έναν Μιχάλη κι έφυγα. Τον Μιχάλη όπως συνδεόταν μαζί τους. Κάποια στιγμή είχα δει σε όνειρο μία μεγάλη βιβλιοθήκη, όπου το κάθε βιβλίο ήταν ένα κεφάλαιο της ζωής μου. Ξαφνικά, μέσα στην απόλυτη ησυχία, ένα μαύρο βιβλίο βγήκε από τη θέση του. Κι εγώ σηκώθηκα και το έβαλα ξανά στη θέση του. Απαιτείται δύναμη για να το κάνεις αυτό. Το μαγικό κλειδί είναι η διαχείριση του συναισθήματος. Να μη με κυριεύει η θλίψη. Να μη με κυριεύει η πλάνη ότι είμαι τελείως μόνος και κανείς δεν μ’ αγαπάει. Οι άνθρωποι παλεύουμε για να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε και συνέχεια απογοητευόμαστε, αισθανόμαστε προδομένοι. Γιατί δεν υπάρχει εδώ αυτή η αγάπη που ψάχνουμε. Αυτή την αγάπη μπορούμε να τη βιώσουμε μέσα από άλλα πράγματα.
Όπως; Για πες μου ένα-δυο cheat.
Πολύ απλά πράγματα. Άμα σου αρέσει, για παράδειγμα, η θάλασσα, πάρε τη μηχανή σου και πήγαινε να κάτσεις στην παραλία. Ναι, τώρα, μέσα στο κρύο.
Ξέρεις τι συνειδητοποίησα μόλις; Το Elation κυκλοφορεί 20 χρόνια μετά το Blue Emotions, την πρώτη σου ολοκληρωμένη σόλο δουλειά. Σου λένε κάτι τέτοιου τύπου συμπτώσεις;
Ούτε καν το είχα σκεφτεί. Είναι μια ωραία σύμπτωση αλλά μέχρι εκεί. Θα ασχοληθώ με το παρελθόν μόνο αν αποφασίσω να παρουσιάσω ζωντανά μια ρετροσπεκτίβα ζωντανά της δουλειάς μου από το 1999 μέχρι σήμερα. Δεν είμαι άνθρωπος που κάθεται και χάνεται σε παλιές εικόνες. Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που δεν με πήρε από κάτω η απώλεια της μητέρας μου. Δεν ανέσυρα παλιές μνήμες. Έμεινα στο ίδιο το γεγονός. Προφανώς είναι κάποιο εσωτερικό φίλτρο άμυνας. Μου τα ‘κανε, βέβαια, λίγο άνω κάτω αυτό το γεγονός, πόνεσα, θύμωσα, ήρθαν και μερικά πράγματα στην επιφάνεια από τα οποία νόμιζα ότι είχα ξεμπερδέψει. Ο θάνατος είναι η πιο συνειδητή εμπειρία. Σε πιάνει από το λαιμό. Κι όσο να ‘ναι η σχέση που έχουμε εμείς τα αγόρια με τη μάνα, είναι πολύ σύνθετη.
Αν μπορούσες τώρα να πατήσεις ένα κουμπί και να γίνεις ξανά παιδί ή έφηβος, χωρίς φυσικά να έχεις επίγνωση όσων έχεις ζήσει μέχρι σήμερα, θα το έκανες;
Όχι.
Άρα δε σου λείπει η νιότη σου.
Όχι, αλλά ξέρω ότι θα με δυσκολέψει το γήρας, η ανημπόρια, όλα αυτά που το σώμα παύει να έχει σιγά σιγά. Επίσης σκέφτομαι το αν θα πεθάνω μόνος μου.
Σκέφτεσαι δηλαδή αυτά που σκεφτόμαστε όλοι.
Όλοι όσοι έχουμε μεγαλώσει κάπως. Πάντα σκεφτόμουν το θάνατο σε ένα θεωρητικό πλαίσιο. Τώρα όλο αυτό είναι κάπου μπροστά μου, το ψιλοβλέπω στο βάθος με την πρεσβυωπία μου. Λες να ζήσω μέχρι τότε, σκέφτομαι. Το λέω ξεκάθαρα, δεν θέλω να βρεθώ σε ένα τόσο άθλιο, εφημερεύον νοσοκομείο όπως αυτό που βρέθηκε η μάνα μου, ήταν σαν βομβαρδισμένο κτίριο της Συρίας. Ο άνθρωπος που γερνάει μπορεί να χάσει τη μνήμη ή τα λογικά του. Αν έφτανα ποτέ σε τέτοιο σημείο, αλλά είχα μια αντίληψη ότι έχω χάσει την αξιοπρέπεια μου, θα έλεγα φέρτε μου να πάρω ένα χάπι να τελειώσω. Σου το λέω με απόλυτη συνείδηση, άφοβα. Κι ας με κρίνει μετά ο οποιοσδήποτε για το αν αυτοκτόνησα ή όχι. Δεν προτρέπω κανέναν, ούτε είμαι άνθρωπος που σκεφτόμουν ποτέ στη ζωή μου την αυτοκτονία. Σου μιλάω για κάτι διαφορετικό. Από την άλλη, σκέφτομαι ότι μιλάμε και για την τελευταία τελεία της ζωής. Ίσως να οφείλουμε να τη ζήσουμε και αυτή. Τι να πω. Θα πω γαμώ το κέρατο μου. Ίσως, αφού σου λέω τόση ώρα ότι αφήνομαι στη ζωή, να πρέπει να αφεθώ και στο θάνατο, στην όποια αρρώστια με οδηγήσει όπου θέλει. Να αποφασίσει δηλαδή η ζωή πότε θα τελειώσει, πότε θα πει «τέλος Μιχαλάκη, πήγαινε τώρα στον τάφο που γράφει Δέλτα». Α ναι, έχω αλλάξει εδώ και χρόνια το επώνυμο μου.
Όταν με τον Κωνσταντίνο γράφατε τον «Ουρανό», ήταν κομμάτι της δημιουργικής σας αγωνίας το αν θα ακουστείτε ξανά επίκαιροι ως Στέρεο Νόβα;
Όχι. Ο δίσκος έγινε πολύ συνειδητά και από τους δυο μας, για να κλείσει έτσι μέσα μας αυτή η δημιουργική σχέση. Όταν μπήκαμε στο στούντιο ήταν σαν να μην υπήρχε το τότε και το τώρα, δεν είχαμε ηλικία, σαν να μην είχε σταματήσει ποτέ όλο αυτό το πράγμα. Εντάξει, σίγουρα στο υποσυνείδητο του καθενός λειτούργησαν οι μνήμες. Τον χαρήκαμε όμως πολύ τον «Ουρανό».
Φάνηκε και στο μεγάλο live στο ΚΠΙΣΝ.
Ήταν μια μαγική εμπειρία.
Εσύ λοιπόν λες ότι ο συγκεκριμένος δίσκος ήταν το κλείσιμο της ιστορίας και όχι το άνοιγμα ενός νέου κεφαλαίου.
Για μένα ήταν ένα ευλογημένο κλείσιμο ενός πολύ προσωπικού κεφαλαίου των Στέρεο Νόβα. Τώρα το αν θα ξαναβγάλουμε μετά από χρόνια ένα άλμπουμ τελείως ηλεκτρονικό, χωρίς καν λόγια, δεν αποκλείεται. Τίποτα δεν αποκλείεται. Αλλά πραγματικά ήταν ένα θεραπευτικό, με την έννοια της εξέλιξης, κλείσιμο, για μένα, σε σχέση με τους Στέρεο Νόβα. Γιατί όλη αυτή η εμπειρία είχε πολλά στάδια, πολλές αποστάσεις, πολλές συναντήσεις, συγκρούσεις, συμφιλιώσεις. Δεν γίνεται να κάνεις κάτι τέτοιο και να μην έχεις ταραχή.
«Τους Στέρεο Νόβα τους αγάπησαν οι ροκάδες. Οι clubbers μας σνόμπαραν» μου είχες πει πριν από σχεδόν 15 χρόνια.
Στην αρχή αυτό συνέβη. Ξέρεις όμως κάτι; Μου κάνει εντύπωση ότι τότε είχα μέσα μου μία ώθηση που δεν μου επέτρεπε να στέκομαι σε αυτά. Δεν απογοητευόμουν, ούτε πληγωνόμουν. Με παρέσερνε μια δίνη. Τώρα πια όμως έχει γίνει συνειδητότητα. Μετά τα 40, ξέρεις, ο άνθρωπος αρχίζει να απολαμβάνει πραγματικά ότι έκανε πριν. Αρχίζεις να ηρεμείς. Αν δεν συμβεί αυτό, υπάρχει πρόβλημα. Είναι σαν μέχρι τα 40 να κάνεις ένα μαραθώνιο, να τρέχεις και να τρέχεις και να τρέχεις, ώσπου λες στον εαυτό σου σταμάτα βρε ηλίθιε, δεν σε κυνηγάει κανείς. Μπορώ τώρα επιτέλους να είμαι καλό παρεάκι με την πάρτη μου, να είμαι καλά με τον εαυτό μου; Ναι, μπορώ.