ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Η Daphne Lz είναι ένα κορίτσι που νιώθει rock star

Στον πέμπτο όροφο μιας πολυκατοικίας στη Βικτώρια, η Daphne Lz έχει βρει το καταφύγιό της, στο οποίο δημιουργεί ως “Daphne and the Fuzz”. Έχω ήδη καθίσει στον καναπέ της προτού ακόμη παρατηρήσω τον χώρο γύρω μου, αλλά όλα εκπέμπουν έντονη οικειότητα. Κοιτάζοντας δεξιά και αριστερά, βλέπω σε πρώτο πλάνο πολλά βινύλια, δύο κιθάρες και ένα μικρόφωνο. Η μουσική υπάρχει παντού.

Το μαγνητοφωνάκι έχει αρχίσει να γράφει, και φαίνεται από την αρχή ότι αυτή η συνέντευξη θα εξελιχθεί σε μία πολύ ενδιαφέρουσα φιλική συζήτηση. Η Δάφνη είναι απασχολημένη με το promo του νέου της album “Bluffs” και του single που κυκλοφόρησε μαζί με αυτόν, “Psychopath”, και έτσι κάθομαι για λίγο δίπλα της για να χαζέψουμε παρέα το σχετικό teaser που ετοιμάζει. «Είμαι τόσο χαρούμενη γι’ αυτή την κυκλοφορία», μου λέει. Και πράγματι, την επόμενη ημέρα της κουβέντας μας, στις 23 Μαΐου, όταν και κυκλοφόρησε το album τους, η χαρά της ήταν ακόμη μεγαλύτερη.

Έναν μήνα μακριά από τη συμμετοχή της με τους Daphne and the Fuzz στο Release Festival, στο πλευρό των London Grammar, LP και Hooverphonic, φαίνεται πως έχει αρκετούς λόγους ακόμα για να είναι χαρούμενη. Επιστρέφοντας στο παρόν και λίγες μόλις ημέρες πριν το live τους για την παρουσίαση του νέου δίσκου, στη σκηνή του Temple, το Σάββατο 28/5, προσπαθούμε κάπως να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, κι έτσι ξεκινάμε να συζητάμε για το πώς ήρθε η μουσική στη ζωή της Daphne Lz.

«Παρατηρώ σε πολλές συνεντεύξεις ότι οι άνθρωποι που ακολούθησαν κάτι, το ακολούθησαν εντελώς τυχαία και κάτι τέτοιο συνέβη στην περίπτωσή μου. Εγώ μικρή ήθελα να γίνω σκηνοθέτης κινηματογράφου και ηθοποιός – κάτι που εν τέλει δεν μου βγήκε», μου εξηγεί.

Η σχέση της Δάφνης με τη μουσική ξεκίνησε όταν ήταν ακόμη πολύ μικρή. «Η μαμά μου έκανε μαθήματα μελοδραματικής, ενώ δίδασκε και μουσικοκινητική σε παιδιά. Με έπαιρνε μαζί της στα μαθήματα και ξεκίνησε να μου μαθαίνει πιάνο. Στη μουσικοκινητική μαθαίνεις αμέσως να δημιουργείς τραγουδάκια, οπότε με το που έμαθα να γράφω, άρχισα να πειραματίζομαι και με τα πρώτα παιδικά τραγούδια.. Άρχισα να γράφω τα πρώτα μου κομμάτια στο γυμνάσιο και στο λύκειο, αρκετά από τα οποία κυκλοφόρησαν στο πρώτο έτος του Πανεπιστημίου, όταν πια είχα βιώσει και την πρώτη μου ερωτική απογοήτευση. Έκτοτε, ο έρωτας αποτελεί μεγάλη πηγή έμπνευσης για μένα».

«Πλέον, για το songwriting ενός track χρειάζομαι συνήθως 5 με 20 λεπτά. Πολύ λίγα κομμάτια τα έχω αφήσει, τα έχω πιάσει ξανά και τα έχω δουλέψει διαφορετικά στην πορεία τους. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει για την παραγωγή τους, η οποία είναι μια διαφορετική διαδικασία που απαιτεί πολύ χρόνο. Την παραγωγή των κομματιών έχει αναλάβει ο Βασίλης Νησσόπουλος με τον οποίο συνεργαζόμαστε από τον πρώτο μου δίσκο, όπου είχε κάνει την προπαραγωγή. Δέσαμε πολύ εξαρχής και μετά από επτά χρόνια συνεργασίας πλέον ξέρει ακριβώς τι θέλω και μπορώ να του περιγράψω πώς φαντάζομαι το κάθε κομμάτι».

Η συζήτησή μας φτάνει στην κυκλοφορία του τρίτου τους δίσκου, “Bluffs”. «Σε αυτόν τον δίσκο, πολλά κομμάτια βασίζονται στην παραγωγή και στο πιο ηλεκτρονικό τους στοιχείο. Αρχική ιδέα, ήταν κάθε κομμάτι που δημιουργώ να το φέρνω στη ζωή, ώστε από τη στιγμή της σύλληψής του να μην περνάει μεγάλο χρονικό διάστημα για να κυκλοφορήσει. Εν τέλει, αυτό δεν συνέβη με όλα τα κομμάτια και δεδομένου ότι μεσολάβησε ο Covid, αποφασίσαμε στην πορεία με τον Βασίλη να βγάλουμε έναν ολοκληρωμένο δίσκο».

«Η σταδιακή μου μετακίνηση στον ηλεκτρονικό ήχο συνδέθηκε πολύ με το τι άρχισε να μου αρέσει να ακούω. Η στροφή των Tame Impala στον δεύτερο δίσκο τους, για παράδειγμα, όπου πλαισίωσαν τον ψυχεδελικό τους ήχο με πιο dance και ηλεκτρονικά στοιχεία, με επηρέασε σημαντικά. Έχοντας διαβάσει και μία δήλωση του Kevin Parker, στην οποία έλεγε ότι θέλει να βλέπει τον κόσμο να χορεύει στα live τους, γιατί και εκείνος γουστάρει αντίστοιχα να πηγαίνει στα live και να χορεύει, ταυτίστηκα. Παράλληλα, σε αυτόν τον δίσκο ήθελα να πειραματιστώ, να ανακαλύψω νέα είδη μουσικής. Δεν μου αρέσει να μένω κολλημένη στη μία μπάντα που μου αρέσει και να εμπνέομαι αποκλειστικά από αυτή. Με εξιτάρει να σκέφτομαι πώς θα ήταν αν συνδύαζα τον Alex Turner με τη Billie Eilish και τους Unknown Mortal Orchestra. Αυτό προσπάθησα να αποτυπώσω στον τρίτο δίσκο».

Προσπαθώ να μαθαίνω να αγαπώ τον εαυτό μου υπό το πρίσμα της συνειδητοποίησης ότι: OK, δεν είναι ανάγκη να είμαι άντρας για να νιώσω rock star

Στο πλαίσιο του album release, οι Daphne and the Fuzz κυκλοφόρησαν και κασέτες μέσω της εταιρείας τους, Mellowsophy Music, για τις οποίες θα πωλούνται και κασετοφωνάκια, για όσους θέλουν να την ακούσουν και να μην της δώσουν απλά μια συμβολική διάσταση. Οι 90s επιρροές της Δάφνης σε αυτόν τον δίσκο «κούμπωσαν» με το concept της κασέτας και ο Κύριος Κ. ανέλαβε την παραγωγή τους.

Έχοντας ξεκινήσει να παίζει με full band, στην πορεία η Δάφνη αποφάσισε να πειραματιστεί και να παίξει και μόνη της on stage. Αυτό το Σάββατο, στο release show του “Bluffs”, θα επιστρέψει στη σκηνή με full band. «Παίζοντας μόνη ένιωθα να στερούμαι τη φυσικότητα από το performance και αυτό μου προκαλούσε άγχος. Πλέον, έχω δύο τρομερούς μουσικούς επί σκηνής, τον Aki Rei και τον Βασίλη Νησσόπουλο. Θα παίζουμε διαφορετικά όργανα ο καθένας και θα προσφέρουμε ένα ενδιαφέρον performance».

Φτάνοντας στη στιχουργική του δίσκου, η Δάφνη λέει γελώντας πως θα μπορούσε να μου μιλάει για τα κομμάτια της για ώρα – και έτσι και συνέβη: «Ο δίσκος αυτός αποτελείται περισσότερο από εσωτερικά ερωτήματα. Στο “Dive”, για παράδειγμα, με απασχόλησε το αν μπορείς να κάνεις embrace την κατάθλιψη, αν μπορείς να αποδεχτείς τις σκοτεινές πτυχές του εαυτού σου. Να πεις ότι OK, δεν είμαι υποχρεωμένη να είμαι όλη την ώρα χαρούμενη. Και το να είσαι λυπημένη, είναι μέρος της ζωής και πρέπει να το απενοχοποιήσουμε. Το “Enjoy The Sun” μιλάει για το ότι όλα τα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης έχουν ειπωθεί καλλιτεχνικά μέσα στους αιώνες. Για τι άλλο μπορούμε πλέον εμείς να μιλήσουμε λοιπόν ως καλλιτέχνες; Γιατί συνεχίζουμε και κάνουμε τέχνη; Συνεχίζουμε και την απολαμβάνουμε γιατί κάθε έργο τέχνης μιλάει στη ψυχούλα μας με τον δικό του μοναδικό τρόπο».

Αν παρακολουθήσει κανείς τη δουλειά των Daphne and The Fuzz, δεν θα μπορέσει να μην σταθεί στο οπτικό υλικό τους. Όπως μου εξηγεί η Δάφνη, «όταν έβγαλα τον πρώτο μου δίσκο είχα μόλις γραφτεί στη Σχολή Σταυράκου. Ήθελα να γίνω σκηνοθέτης κινηματογράφου, κι έτσι άρχισα να ασχολούμαι πολύ με το κομμάτι των music videos και αυτό ένιωθα πως μου κάλυπτε την σκηνοθετική μου ορμή. Έτσι ξεκίνησε η δημιουργία των video clips για τα κομμάτια μου, όχι ως στρατηγική προώθησης. Τα βίντεό μου βγάζουν συναισθήματα χωρίς να έχουν απαραίτητα να πουν μια ολοκληρωμένη ιστορία».

Μιλώντας ως γυναίκα προς γυναίκα με μια μπύρα στο χέρι, φτάνουμε να αναρωτιόμαστε για τα γυναικεία πρότυπα στον χώρο της μουσικής. «Το βασικό μου πρόβλημα είναι ότι δυσκολεύομαι να έχω γυναικεία πρότυπα. Για πολλά χρόνια – ακόμη και τώρα-, προσπαθούσα να αποδεχτώ ότι θα έχω άντρες καλλιτέχνες ως πρότυπα, όμως αυτό έχει κάποια limitations γιατί βάζεις τον εαυτό σου σε μια διαδικασία σύγκρισης με τους άντρες. Η τέχνη και η δισκογραφία δεν έχουν φύλο, ωστόσο στο κομμάτι του performance υπάρχει κάτι βαθιά προβληματικό. Αν και έχω νιώσει άσχημα ακόμα και για τη φωνή μου, θεωρώντας τη για παράδειγμα “πολύ γυναικεία” για το είδος μουσικής που παίζω – ακόμη και τα πρότυπα των γυναικείων φωνών που έχω: Janis Joplin, Nina Simone και η Brittany Howard των Alabama Shakes, όλες έχουν “αντρική” φωνή – το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν έγκειται εκεί. Νιώθω καταπιεσμένη μέσα σε αυτή την κατάσταση και προσπαθώ να καταλάβω το γιατί. Προσπαθώ να μαθαίνω να αγαπώ τον εαυτό μου υπό το πρίσμα της συνειδητοποίησης ότι: OK, δεν είναι ανάγκη να είμαι άντρας για να νιώσω rock star». 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ 

«Τα πιο ροκ γυναικεία είδωλα πάντα κρίνονται για τη σεξουαλικότητά τους. Για παράδειγμα, ο Damiano των Maneskin, παίζει στη σκηνή γυμνός, φοράει το string του και λέμε “πω πω, τι ροκ σταρ είναι αυτός”. Μετά, βλέπεις μια γυναίκα που πάει να κάνει κάτι αντίστοιχο – ούτε καν να δείξει ολόκληρο το στήθος της –  και λες, το κάνει για να προκαλέσει, να τραβήξει την προσοχή. Η βιομηχανία της μουσικής σεξουαλικοποιεί εσκεμμένα τις γυναίκες, τους «επιβάλλει» να είναι προκλητικές για να προσεγγίσει κόσμο. Θα μου ήταν πολύ πιο εύκολο να είμαι ένας άντρας καλλιτέχνης και να ξέρω πως ό,τι κι αν κάνω, το image μου θα αντιμετωπίζεται ως σέξι και προοδευτικό και όχι ως προκλητικό». 

Σε μία κουβέντα που θα μπορούσε να διαρκέσει αρκετές ώρες ακόμη, αναρωτιόμαστε με την lead singer των Daphne and the Fuzz εάν οι καλλιτέχνες «οφείλουν» να παίρνουν θέση σε κοινωνικά ζητήματα. «Δεν νιώθω πως οι καλλιτέχνες έχουν υποχρέωση να παίρνουν θέση σε κοινωνικά διλήμματα. Η τέχνη μιλάει από μόνη της με έναν πιο άμεσο τρόπο, μιλάει απευθείας στο ασυνείδητο. Αν ήθελα να κρίνω άμεσα τα θέματα της επικαιρότητας, θα έκανα άλλη δουλειά. Θέλω να αλλάξω τον κόσμο με τη μουσική μου, μέσω της ευαισθητοποίησης αλλά δεν θέλω να περάσω άμεσα μηνύματα για τίποτα και δεν νιώθω πως είμαι και ο κατάλληλος άνθρωπος να το κάνει». 

«Ζούμε σε μια εποχή που όλοι έχουν άποψη και όλοι μπορούν να τη δημοσιεύσουν. Μερικές φορές το political correctness σε περιορίζει από το να εκφράσεις ανοιχτά ορισμένα πράγματα, γιατί μπορεί να παρεξηγηθείς και πολύ επιπόλαια να σε κάνουν “cancel”. Οι άνθρωποι που θέλουν να δουν τα πράγματα σφαιρικά, δεν θα καταθέσουν κατευθείαν την άποψή τους, θα μελετήσουν πρώτα. Έτσι, τελικά ακούγονται περισσότερο οι σκέψεις του κόσμου που δεν έχει ενδιαφερθεί ουσιαστικά να ενημερωθεί για κάτι, παρά του κόσμου που έχει εντρυφήσει επί των θεμάτων που αναδύονται στην κοινωνία».

Οι Daphne and the Fuzz εμφανίζονται το Σάββατο 28/05 στην σκηνή του Temple.
Βρες τους Daphne and the Fuzz στο:
Instagram
Spotify
Bandcamp
Facebook
Λουίζα Σολομών-Πάντα