Categories: ΠΡΟΦΙΛ

Αχέντ Ταμίμι: Αγωνίστρια ή τρομοκράτης που «απειλεί την εθνική κυριαρχία του Ισραήλ»

Μια ξανθιά σγουρομάλλα με καταγάλανα μάτια έγινε ηθελημένα ή και άθελά της το πρόσωπο της παλαιστινιακής αντίστασης. Γεννημένη και μεγαλωμένη στο, μόλις 600 κατοίκων χωριό, Νάμπι Σαλέχ κοντά στη Ραμάλα, η 17χρονη σήμερα, Αχέντ Ταμίμι, είδε το πρόσωπό της να φιγουράρει ως πρωτοσέλιδο σε όλες τις μεγάλες εφημερίδες παγκοσμίως και να γίνεται πρώτο θέμα στα δελτία ειδήσεων ανά τον κόσμο. Ο λόγος; Χαστούκισε έναν Ισραηλινό στρατιώτη.

Έναν από τους πολλούς, που βρίσκονταν, για άλλη μια φορά, ακριβώς έξω από την αυλή του σπιτιού της και του οποίου η διμοιρία, είχε πριν από λίγες μόλις στιγμές πυροβολήσει τον 15χρονο ξάδελφό της, Μοχάμαντ, με λαστιχένια σφαίρα στο κεφάλι. Ο έφηβος πέρασε αρκετές μέρες σε κώμα, ενώ οι γιατροί αναγκάστηκαν να του αφαιρέσουν κομμάτι από το κρανίο του, προκειμένου να μπορέσουν να βγάλουν την σφαίρα. Οι Ισραηλινές αρχές δήλωσαν πως ο νεαρός τραυματίστηκε πέφτοντας από το ποδήλατό του, η οικογένεια όμως, έδωσε στην δημοσιότητα τα ιατρικά αρχεία και την μαγνητική τομογραφία.

Μοχάμαντ Ταμίμι

Πριν από περίπου 10 χρόνια, έξω από το χωριό δημιουργήθηκε οικισμός που κατοικείται αποκλειστικά από Ισραηλινούς και φρουρείται από τον στρατό. Ο οικισμός αυτός οικειοποιήθηκε την πηγή από την οποία έπαιρνε νερό το Νάμπι Σαλέχ, και έκτοτε η οικογένεια Ταμίμι βρίσκεται στην πρώτη γραμμή διεκδικώντας τα εδάφη και το νερό που τους αφαιρέθηκαν μετά την δημιουργία του οικισμού. 

Το βίντεο με την επίθεσή της κατά του Ισραηλινού στρατιώτη τράβηξε και δημοσίευσε η μητέρα της και έκανε τον γύρο του κόσμου. Όπως λέει η ίδια η Ναριμάν Ταμίμι, «Άρχισα να τραβάω βίντεο για να μπορεί να δει ο κόσμος τι περνάμε. Είναι και αυτά ένας τρόπος για να αντισταθούμε». 

Αυτή δεν ήταν όμως η πρώτη φορά που τα παγκόσμια μέσα ασχολήθηκαν με την Αχέντ. Γεννημένη και μεγαλωμένη σε καθεστώς κατοχής, έπρεπε να ζει συνεχώς με την παρουσία του Ισραηλινού στρατού στο χωριό της, ενώ το σπίτι της έχει δεχτεί πάνω από 150 ξαφνικούς ελέγχους την τελευταία πενταετία μόνο. Ο πατέρας της, Μπασίμ, γεννήθηκε το 1967, την χρονιά που το Ισραήλ κατέλαβε την Δυτική Όχθη. Ο ίδιος και τα παιδιά του δεν έχουν γνωρίσει άλλη ζωή παρά αυτή της κατοχής.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Οι Ταμίμι είναι μια οικογένεια με μεγάλη ιστορία στον παλαιστινιακό αγώνα και βρίσκονται συχνά στο στόχαστρο του Ισραηλινού στρατού. Διοργανώνουν πορείες και διαμαρτυρίες κατά της κατοχικής δύναμης, στις οποίες συμμετέχουν όλοι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά. «Τα παιδιά υποφέρουν από την κατοχή όπως οι ενήλικες. Ένα παιδί από την Παλαιστίνη έχει μόλις 12 ώρες τρεχούμενου νερού την εβδομάδα, όπως δηλαδή και ένας ενήλικος. Τα παιδιά βλέπουν τους στρατιώτες να μπαίνουν μες στην μέση της νύχτας στα σπίτια τους και πονούν όπως ακριβώς και οι ενήλικες, οπότε δεν μπορούν να αποκλειστούν από τον αγώνα γιατί αυτή είναι και η δική τους πραγματικότητα». Αυτά ήταν τα λόγια του πατέρα της Αχέντ, όταν ρωτήθηκε γιατί βάζει τα παιδιά του σε τέτοιο κίνδυνο, παίρνοντάς τα μαζί του σε διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες. 

Μεγαλώνοντας η Αχέντ, έχει δει έναν θείο της και έναν ξάδερφο της να χάνουν τη ζωή τους από τα χέρια Ισραηλινών στρατιωτών, ενώ ο πατέρας της έχει και ο αδερφός της έχουν πολλάκις συλληφθεί και η μητέρα της έχει δεχθεί σφαίρα στο πόδι.

Μετά την κηδεία του 28χρονου Μουσταφά Ταμίμι, που έχασε την ζωή του τον Δεκέμβρη του 2011, όταν χτυπήθηκε στο πρόσωπο με δακρυγόνο.

Μάλιστα πριν από δυο χρόνια, άλλο ένα βίντεο με την ίδια συγκλόνισε τον κόσμο, όταν στρατιώτης των ισραηλινών κατοχικών δυνάμεων έχει πιάσει τον δωδεκάχρονο αδερφό της και προσπαθούσε βιαίως να τον ακινητοποιήσει πάνω σε έναν βράχο. Εκείνη και πολλές άλλες γυναίκες αλλά και παιδιά έτρεξαν και κατάφεραν να τον απελευθερώσουν. Η εικόνα της ίδιας να δαγκώνει τον στρατιώτη, ήταν αυτή που την σύστησε για πρώτη φορά στην Δύση. «Αν η μητέρα του στρατιώτη έβλεπε τον γιο της να τον κρατάνε με τη βία και να τον χτυπάνε, θα έκανε ότι έκανα κι εγώ για τον αδερφό μου».

Όλα αυτά την έχουν κάνει κόκκινο πανί για τις ισραηλινές αρχές και τα ισραηλινά μέσα μαζικής ενημέρωσης, που πολλές φορές αμφισβητούν μέχρι και την αραβική της καταγωγή, λόγω της «ευρωπαϊκής της εμφάνισης». «Από αυτόν τον λόφο, μπορούμε να δούμε την θάλασσα. Το όνειρό μου είναι να ζήσω κοντά στην θάλασσα, αλλά αν πάω να περάσω από το οδοφράγματα του στρατού, σίγουρα θα με πιάσουν».

Από τον Δεκέμβριο του 2017, η Ταμίμι κρατείται στις ισραηλινές φυλακές και την βαραίνουν 12 κατηγορίες για επίθεση εναντίον στρατιωτών, παρακώλυση των καθηκόντων τους, αλλά και για δυο παλιά περιστατικά, όπου η έφηβη επιτέθηκε εναντίον τους πετώντας πέτρες, που είναι ένας από τους τρόπους που οι νεαροί Παλαιστίνιοι, επιτίθενται κατά των πάνοπλων στρατιωτών του Ισραήλ.

Η σύλληψή της ήρθε τέσσερις μέρες μετά το χαστούκι και την κυκλοφορία του βίντεο, όταν ο στρατός εισέβαλε στην μέση της νύχτας στο σπίτι της. Αργότερα συνελήφθη και η 20χρονη ξαδέρφη της, Νουρ με τις ίδιες κατηγορίες αλλά και η μητέρα της, η οποία πήγε στο τμήμα όπου την είχαν προφυλακισμένη να απαιτήσει την απελευθέρωσή της. Η Νουρ απελευθερώθηκε μερικές μέρες αργότερα, η Αχέντ όμως, παραμένει έγκλειστη μέχρι σήμερα, περιμένοντας να δικαστεί, ενώ αν κριθεί ένοχη, μπορεί να περάσει μέχρι και 14 χρόνια στη φυλακή. 

Νουρ Ταμίμι

Πολλοί την έχουν παρομοιάσει με την Μαλάλα Γιουσάφζαϊ, η οποία πυροβολήθηκε στο κεφάλι από Ταλιμπάν γιατί διεκδικούσε ίσα δικαιώματα για τα κορίτσια του Πακιστάν. Η Γιουσάφζαϊ όμως, έγινε φεμινιστικό είδωλο και πήρε Νόμπελ Ειρήνης, ενώ η Αχέντ από πολλούς αντιμετωπίζεται ως τρομοκράτης. Οι ενέργειές της απειλούν το δίκιο των κατοχικών δυνάμεων και ο φεμινισμός της είναι πολιτικός. Δεν έχει να κάνει με το φύλλο αλλά με την καταπίεση του λαού της. Το κουράγιο και η αποφασιστικότητά της ξεμπροστιάζουν το σκληρό πρόσωπό μιας κατοχικής δύναμης, με έναν από τους ισχυρότερους στρατούς στον κόσμο και με συμμάχους κάποιες από τις πιο πλούσιες χώρες του πλανήτη. 

Οι μπαμπάδες της Αχέντ, της Νουρ και του Μοχάμαντ λένε ότι οι συλλήψεις και οι τραυματισμοί είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσουν, επειδή αντιστέκονται. «Σηκώνουμε τα κεφάλια ψηλά», δηλώνει ο Φάντελ, πατέρας του Μοχάμαντ, που όπως ο αδερφός του Μπασίμ Ταμίμι και δεκάδες άλλα μέλη της οικογένειάς του, έχουν περάσει αρκετά χρόνια στην φυλακή.

«Όταν την κοιτάς, δεν την λυπάσαι. Αισθάνεσαι περηφάνια», με αυτά τα λόγια περιέγραψε την κόρη του ο Μπασίμ και εξήγησε γιατί οι πράξεις της είχαν τέτοιο αντίκτυπο. 

Μπασίμ και Ναριμάν Ταμίμι

Ο Ισραηλινός δημοσιοράφος, Μπεν Κάσμπιτ, ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους στην χώρα του, έγραψε σε άρθρο αναφορικά με την Αχέντ πως, «οι πράξεις της θα πρέπει να τιμωρηθούν σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, χωρίς μάρτυρες και κάμερες», ενώ ο βουλευτής Όρεν Χαζάν, δήλωσε σε συνέντευξή του πως, «Αν βρισκόμουν εγώ στην θέση του στρατιώτη, θα τους έκανα να ξεκουμπιστούν από κει. Θα τους έστελνα στην Συρία, στο Ιράκ, οπουδήποτε. Μια σφαλιάρα είναι τρομοκρατική ενέργεια. Αύριο μπορεί να γίνει μαχαίρι. Αν ήμουν εγώ εκεί θα την κλωτσούσα στο πρόσωπο. Την κάνατε σύμβολο. Γιατί να δείχνουμε εικόνες της από την φυλακή ή το δικαστήριο; Μην το κάνετε. Να τα κάνετε όλα ήσυχα και κρυφά, όπως πριν». Όλα αυτά για μια 16χρονη, τότε, που μόνο όπλο είχε τα χέρια της και μερικές πέτρες.

Σχεδόν 400 ανήλικοι Παλαιστίνιοι κρατούνται στις φυλακές του Ισραήλ, με τις καταγγελίες για κακομεταχείριση και βασανιστήρια να πληθαίνουν συνέχεια. Το ποσοστό καταδίκης των ανήλικων Παλαιστίνιων από τα ισραηλινά δικαστήρια αγγίζει το 99,7%. Η Διεθνής Αμνηστία έχει κάνει έκκληση για την άμεση απελευθέρωσή της, λέγοντας πως ανακρίθηκε υπό άσχημες συνθήκες, πολλές φορές μέσα στην νύχτα και δεχόμενη απειλές για την οικογένειά της. 

Νεαροί Παλαιστίνιοι κάνουν πετροπόλεμο.

Η ιστορία της Αχέντ δεν είναι απλά δική της. Είναι η ιστορία χιλιάδων παιδιών από την Παλαιστίνη που δεν έχουν γνωρίσει ποτέ τίποτα άλλο εκτός από στρατιώτες στις αυλές τους και καταπίεση. Είναι η ιστορία χιλιάδων παιδιών που βλέπουν τους δικούς τους να φυλακίζονται. Είναι η ιστορία χιλιάδων παιδιών που κάνουν πετροπόλεμο και ελπίζουν για ένα ελεύθερο μέλλον, όπου μπορούν να πάνε στην θάλασσα και να παίξουν άφοβα ποδόσφαιρο στους δρόμους. 

Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι

Γεννήθηκε στην Αλβανία, λίγο πριν την πτώση του κομμουνισμού. Ζει στην Αθήνα από το 1997, παράτησε με μεγάλη επιτυχία το τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών της Παντείου και από το 2017 ασχολείται με την δημοσιογραφία.