Γαλλία: Διανομέας πέθανε έπειτα από βίαιο αστυνομική έλεγχο
Η είδηση, σαν σκηνή από την πρόσφατη ταινία του Κεν Λόουτς, έχει προκαλέσει μεγάλη συζήτηση στη Γαλλία, όμως πέρασε σχεδόν απαρατήρητη στον Τύπο των υπόλοιπων χωρών, που ασχολείται με την πιο εντυπωσιακή είδηση των ταραχών στη διάρκεια των διαδηλώσεων για το συνταξιοδοτικό.
Κι, όμως, ο θάνατος στις 3 Ιανουαρίου του 42χρονου διανομέα Σεντρίκ Σουβιά, πατέρα πέντε παιδιών, από καρδιακή εμβολή και ρήξη στον λάρυγγα, που του προκάλεσε ασφυξία, κατά τη διάρκεια του ελέγχου και της σύλληψής του από αστυνομικούς στο Παρίσι, σχετίζεται εν πολλοίς με το μοντέλο εργασίας και κοινωνικής ασφάλισης που έχει κινητοποιήσει συνδικάτα και εργαζόμενους, υπό τη γενικότερη αποδοχή του κόσμου στη Γαλλία.
Οι αστυνομικοί σταμάτησαν τον διανομέα, γιατί μιλούσε στο τηλέφωνο. Υπό την πίεση του χρόνου και των παραγγελιών, ο 42χρονος διανομέας δεν άργησε να εκνευρισθεί, το ίδιο κι οι αστυνομικοί, με αποτέλεσμα τα πράγματα να εκτραχυνθούν. Ακολούθησε πάλη για να ακινητοποιηθεί ο Σουβιά, με τους αστυνομικούς να τον καθηλώνουν βίαια στο έδαφος για να του περάσουν χειροπέδες. Ο Σουβιά παθαίνει εμβολή κι οι ίδιοι οι αστυνομικοί αναγκάζονται να του κάνουν τεχνητή αναπνοή για να τον επαναφέρουν.
Ο κακότυχος πατέρας πέντε παιδιών πέφτει σε κώμα και σε ένα 48ωρο αφήνει την τελευταία του πνοή. Έως σήμερα, η αστυνομία, ο Συνήγορος του Πολίτη και οι δικαστικές Αρχές πασχίζουν να εντοπίσουν μέσα από τα βίντεο και τις μαρτυρίες, το τι πραγματικά διαδραματίσθηκε εκείνες τις στιγμές που η καρδιά του Σουβιά υπέκυπτε υπό το κράτος της πίεσης της δουλειάς και του Βεμπεριανού «νόμιμου μονοπωλίου» της κρατικής βίας.
Τα βίντεο από τη σκηνή που έφθασαν στις Αρχές, ύστερα από έκκληση «για μαρτυρίες», δείχνουν αρχικά τον Σουβιά να προσπαθεί να καταγράψει με το τηλέφωνό του τη σύλληψή του και την επέμβαση κατόπιν των αστυνομικών. Σε ένα δεύτερο εμφανίζονται οι αστυνομικοί να εφαρμόζουν την τακτική της πίεσης με το γόνατο στο στέρνο του υπόπτου για να τον ακινητοποιήσουν και εξουδετερώσουν, ενώ άλλος αυτόπτης μάρτυρας κατέθεσε πως αστυνομικός είχε κάνει βίαιο κεφαλοκλείδωμα στον Σουβιά. Άλλωστε, η ρήξη λάρυγγα, σύμφωνα με τους δικηγόρους της οικογένειας, οφείλεται σε «στραγγαλισμό».
Η οικογένειά του «μεροκαματιάρη, που σηκωνόταν στις 06:00 χειμώνα καλοκαίρι για να δουλεύει όλη τη μέρα» για να ζήσει τα παιδιά του, έχει ασκήσει αγωγή κατά των αστυνομικών για υπέρμετρη, δυσανάλογη κι αδικαιολόγητη βία, οι οποίοι, από την πλευρά τους, αναφέρουν πως ήταν «προκλητικός» και πως επεχείρησαν να τον συλλάβουν για «προσβολή κι επίθεση» οργάνων της τάξης.
Ωστόσο, η κοινωνία της Γαλλίας παραμένει σοκαρισμένη, όχι μόνον για το γεγονός καθαυτό, αλλά και για την αδυσώπητη επιβεβαίωση της σκληρής πραγματικότητας των νέων συνθηκών εργασίας, που τείνουν να παγιωθούν στην αγορά εργασίας και εναντίον της οποίας στράφηκαν εν μέρει κι οι πρόσφατες απεργίες, με αιχμή του δόρατος το συνταξιοδοτικό.
Πρόκειται για μία έμπρακτη επιβεβαίωση των συνθηκών μερικής κι εποχιακής, αλλά κυρίως ανασφάλιστης απασχόλησης, κάτω από τις οποίες εργάζεται όλη αυτή η στρατιά των ανθρώπων, που η ταινία του Λόουτς «Συγγνώμη, Μας έλειψες» (Sorry We missed yοu) φέρνει τόσο εύγλωττα και αφοπλιστικά στο προσκήνιο.
Είναι οι «νέοι προλετάριοι», διανομείς και οδηγοί με μηχανάκια, αυτοκίνητα και ποδήλατα, που μεταφέρουν τα πακέτα, ή τα έτοιμα γεύματα, ή λειτουργούν ως ταξιτζήδες μέσα στο μοντέλο της «παροχής υπηρεσιών». Η αυταπάτη της «αυτόνομης εργασίας», που για να φθάσει σε ένα ανεκτό μεροκάματο απαιτεί την απασχόληση πολλών περισσότερων εργάσιμων ορών από τον συνήθη εργαζόμενο, οδηγεί τους ανθρώπους να εργάζονται χωρίς σαφείς σχέσεις απασχόλησης, χωρίς κοινωνική ασφάλιση και χωρίς ωράριο, γυρεύοντας να ικανοποιήσουν τις ανάγκες που ο σύγχρονος τρόπος ζωής υπαγορεύει, υπό αντίξοες συνθήκες και με τίμημα την προσωπική τους ζωή.
Άνθρωποι με δουλειά, αλλά χωρίς ζωή –που μπορεί να βγάζουν χρήματα και δεν θεωρούνται φτωχοί, αλλά που δεν έχουν χρόνο να χαρούν τίποτε. Που σε αντίθεση με τους βιομηχανικούς εργάτες δεν «πωλούν» τη σωματική τους εργασία, αλλά τον χρόνο τους. Άνθρωποι που δέχονται να δουλεύουν υπό τις συνθήκες αυτές γιατί έχουν οικογένεια, αλλά συχνά λόγω της εργασίας αυτής χάνουν την ίδια τους την οικογένεια–ή και την ίδια τους τη ζωή.
Η γαλλική κοινωνία έχει σοκαρισθεί βαθιά: ποτέ δεν φανταζόταν πως η ζωή κι η μυθοπλασία του κινηματογράφου θα ήσαν τόσο κοντά και πως το τίμημα, μέσα σε αυτές τις απηνείς συνθήκες εργασίας, που πρέπει να πληρώσει ένας άνθρωπος για την επιβίωσή του θα ήταν τόσο μεγάλο.