Λουκάς Καρυτινός: «Όσο κι αν έψαξα, δεν βρήκα τίποτα ομορφότερο από αυτήν τη δουλειά»
Είναι γνωστή η μακρά θητεία του Λουκά Καρυτινού στην Όπερα τόσο στο εξωτερικό όσο και στην Ελλάδα αλλά και η σύμπραξή του ως αρχιμουσικός με βαρύνουσες συμφωνικές ορχήστρες και περίφημα θέατρα της διεθνούς σκηνής. Ο ίδιος όμως προτιμά την όπερα ή την συμφωνική μουσική; «Θυμάμαι όταν σπούδαζα στο Βερολίνο, ο καθηγητής μάς απέτρεπε να ασχοληθούμε με την όπερα, λέγοντας: «Μην καταδεχτείτε ποτέ να διευθύνετε μέσα στο υπόγειο». Είναι, λοιπόν, μάλλον ένα παλιό απωθημένο. Θα μπορούσα να συμπεριλάβω την καριέρα μου σε μια φράση: «Η καρδιά μου ανήκει στην όπερα και το πνεύμα μου στη συμφωνική ορχήστρα».
(σ.σ. αναφορά στην περίοδο που έλαβε ειδίκευση στη διεύθυνση ορχήστρας στο Πανεπιστήμιο των Τεχνών του Δ. Βερολίνου με τον Χέρμπερτ Άλεντορφ, μετά τις σπουδές νομικής και πιάνου στην Νομική Σχολή Αθηνών και στο Ωδείο Αθηνών αντίστοιχα).
Ο μαέστρος είναι γεννήτορας μελωδιών για παιδικά αλλά κι ενήλικα μάτια…«Από πολύ μικρός κατάλαβα ότι ανήκω στη μουσική, όταν έτυχε να περάσει από τη γειτονιά μου μία μπάντα. Τα μάτια μου καρφώθηκαν στον μαέστρο. Είχα την αίσθηση ότι όλες αυτές οι μελωδίες και αρμονίες που έβγαιναν προέρχονταν από τα χέρια αυτού του κυρίου. Έκανα αυτόν τον συνειρμό και έκτοτε αποφάσισα ότι ήθελα να βρεθώ στη θέση του. Αν σήμερα ξαναγεννιόμουν, το ίδιο θα έκανα, γιατί, όσο κι αν έψαξα, δεν βρήκα τίποτα ομορφότερο από αυτήν τη δουλειά».
Ο Λουκάς Καρυτινός έχει ηχογραφήσει για τις εταιρείες BMG, WEA, CBS, ETERNA, DYNAMIC. Το ευρύτατο συμφωνικό ρεπερτόριό του, συμπληρώνεται με περισσότερες από 70 όπερες. Εξ’ αυτών, σε πρώτη παγκόσμια εκτέλεση, τρεις όπερες του Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίο συνδεόταν με δεσμούς φιλίας και συνεργασίας αφού «Ο μεγάλος Μίκης Θεοδωράκης ως έφηβος ήταν στα κρουστά της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και από εκεί έμαθε τι σημαίνει ορχήστρα. Ήταν ένας καταπληκτικός συνθέτης συμφωνικής μουσικής, μια πτυχή του που δεν πήρε τόσο μεγάλη αναγνώριση όσο οι συνθέσεις του στο τραγούδι».
(σ.σ. αντίστοιχα σημαντική ήταν η συμβολή του στην προβολή του έργου του Μάνου Χατζιδάκι.)
Κατά τη διαμονή του στο Βερολίνο, υπήρξε καλλιτεχνικός διευθυντής του «Πίκολο Τεάτρο Μπερολίνο». Επέστρεψε στην Ελλάδα αναλαμβάνοντας τη θέση τακτικού αρχιμουσικού στην Εθνική Λυρική Σκηνή όπου από το 1999 έως το 2005 υπηρέτησε ως Καλλιτεχνικός Διευθυντής επενδύοντας με ευρηματικότητα στο μέλλον, στις συνέργειες εντός κι εκτός Ελλάδας, αλλά και στην εκπαίδευση, σε μία περίοδο μεταβατική και δύσκολη για την ΕΛΣ. (σ.σ. Είναι γνωστό ότι καθ’ όλη την διάρκεια της θητείας του, προσπάθησε να πείσει την ελληνική Πολιτεία για την αναγκαιότητα ύπαρξης νέου κτηρίου για την Όπερα).
Ο Λ. Καρυτινός πιστεύει ότι ο μαέστρος πρέπει να είναι στέρεος σε αυτό που κάνει. Ιδέα με ρίζες «Στη Γερμανία ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκα ότι είμαι ο εαυτός μου και ότι έκανα αυτό που πραγματικά ήθελα με εκπληκτικούς δασκάλους στο πλευρό μου. Οι Γερμανοί είναι πολύ ειλικρινείς, δεν σου χαρίζονται και αυτό βοηθάει πολύ να προχωρήσεις, να εξελιχθείς. Δεν είναι όπως εμείς οι Έλληνες που αποφεύγουμε να είμαστε απολύτως σαφείς, κρυβόμαστε πίσω από τις φιλοφρονήσεις για τις δυνατότητες κάποιου, ώστε να μην τον στενοχωρήσουμε ή τον πληγώσουμε. Συνεπώς, ωρίμασα ευκολότερα. Όλα αυτά μου έδωσαν αυτοπεποίθηση, διότι μαέστρος δίχως να πιστεύει στον εαυτό του δεν γίνεται. Πρέπει να είσαι στέρεος μέσα σου πως αυτό που κάνεις είναι το σωστό και αυτή η αίσθηση περνάει και στην ορχήστρα»
Η μουσική είναι παντού. Είναι όμως τα πάντα; «Όταν ανεβαίνω στο πόντιουμ, ξεχνάω τα πάντα. Ωστόσο, αγαπώ τη ζωή γενικότερα και δεν ανήκω στους εμμονικούς μαέστρους. Η μουσική και η αφοσίωση μου σε αυτήν καταλαμβάνει το μεγαλύτερο και ωραιότερο κομμάτι της ζωής μου, αλλά δεν είναι μόνο αυτή.»
Ποιο ήταν το κυρίαρχο συναίσθημα του Λ. Καρυτινού κατά την πρώτη του συναυλία στο Ηρώδειο διευθύνοντας Τόσκα, με πρωταγωνιστές τη Μαρίνα Κρίλοβιτς και τον Κώστα Πασχάλη; «Ήταν η πραγματοποίηση του παιδικού μου ονείρου! Η Ακρόπολη από ψηλά, το επιβλητικό Ηρώδειο, οι πρωταγωνιστές-ινδάλματα, το αγαπημένο έργο του Πουτσίνι, πλήρης ορχήστρα – χορωδία – τραγουδιστές, οι κερκίδες ξεχειλισμένες από ενθουσιασμένο κόσμο, το συναίσθημα δεν αναλύεται με λόγια. Βιώνεται και εκπέμπει ευτυχία».
(σ.σ. Με βεβαιότητα είναι διεθνώς ο μαέστρος που έχει διευθύνει δεκάδες φορές στο Ηρώδειο το οποίο γνωρίζει το Ηρώδειο όσο κανείς).
Είναι υπερήφανος μεταξύ άλλων γιατί «Την εποχή που ήμουν Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Λυρικής Σκηνής ξεκινήσαμε τις παιδικές παραστάσεις όπερας για παιδιά από 4-14 ετών. Στο θέατρο “Ακροπόλ” που λειτούργησε για μια δεκαετία περίπου, 60.000 παιδιά παρακολουθούσαν κάθε χρόνο τις παραστάσεις. Είμαι σίγουρος ότι πολλά από αυτά τα παιδιά είναι σήμερα οι νέοι θεατές των παραστάσεων της Λυρικής Σκηνής. Μυήθηκαν κι εξακολουθούν να ψυχαγωγούνται από το είδος. Πιστεύω ότι μόνον με την εκπαίδευση από πολύ μικρή ηλικία μπορείς να βοηθήσεις καθέναν να επιθυμεί το καλό κι ωραίο».
Η μαγεία μιας ερμηνείας μπορεί να κρύβεται στην έκπληξη της στιγμής; «Όταν έχεις κάνει 15 πρόβες με μια ορχήστρα και έρχεται η ώρα της συναυλίας, αλίμονο αν την αντιμετωπίσεις σαν τη 16η πρόβα. Στο κοινό δεν πρέπει να δείξουμε πόσο έχουμε κουράσει ο ένας τον άλλον στις πρόβες αλλά να του χαρίσουμε ό,τι ωραίο του ετοιμάσαμε. Ακριβώς, λοιπόν, επειδή αποζητώ τη φρεσκάδα και τη δροσιά, πολλές φορές στις πρόβες διευθύνω συγκρατημένα. Δεν θέλω να δοκιμάζω στην αίθουσα δοκιμών τα πάντα αλλά να εκπλήσσω τους μουσικούς μπροστά στο κοινό, να τους δημιουργώ ξάφνιασμα και να τους βλέπω να παίζουν με λαχτάρα.»
Έχει τιμηθεί με το «Χρυσό Μετάλλιο Τιμής» του Δήμου Αθηναίων, το βραβείο «Δημήτρης Μητρόπουλος» ενώ για την προβολή του έργου του P. Mascagni αλλά και της ιταλικής όπερας ανά τον κόσμο, τιμήθηκε από τον Πρόεδρο της Ιταλικής Δημοκρατίας με τον τίτλο του «Commendatore dell’ Ordine della Solidarieta’ Italiana».
Η Ένωση Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών, για την εν γένει προσφορά του στην Όπερα, του απένειμε το «Μεγάλο Βραβείο Μουσικής». Η «Εταιρεία Φίλων της Εθνικής Λυρικής Σκηνής» του απένειμε το Βραβείο «Απόλλων», για τη συνολική μουσική προσφορά του στον Οργανισμό. Το 2016, η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε το Βραβείο Σπ. Μοτσενίγου (Μουσικής).
Στις 27 Μαΐου, του 2024, το Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών τον ανακήρυξε Επίτιμο Διδάκτορα.
Από τον Σεπτέμβριο του 2020 ο Λουκάς Καρυτινός, εκτός της μουσικής του δραστηριότητας, διατελεί Διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και διδάσκει Διεύθυνση Ορχήστρας.