«Aκόμη πιο ισχυρό κίνητρο» για τον Μπάιντεν να διεκδικήσει δεύτερη θητεία, η ενδεχόμενη υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ το 2024
«Αυτό θα αύξανε τις πιθανότητες να θέσω υποψηφιότητα»: ο Τζο Μπάιντεν διαβεβαίωσε χθες ότι εάν ο Ντόναλντ Τραμπ διεκδικούσε εκ νέου την προεδρία το 2024, θα έβρισκε απέναντί του τον ίδιο, ακόμη πιο αποφασιστικό.
Ο Δημοκρατικός πρόεδρος, 79 ετών, εκφράστηκε στο πλαίσιο συνέντευξης στο τηλεοπτικό δίκτυο ABC News που μεταδόθηκε χθες Τετάρτη το βράδυ.
Ερωτηθείς εάν θα θέσει υποψηφιότητα για να επανεκλεγεί στο αξίωμα, οκ. Μπάιντεν απάντησε «ναι».
«Όμως ακούστε. Είμαι κάποιος που σέβεται πολύ τη μοίρα (…). Αν έχω τότε την υγεία που έχω τώρα, αν είμαι καλά, τότε θα θέσω εκ νέου υποψηφιότητα».
Κι αν χρειαστεί να αντιμετωπίσει ξανά τον Ντόναλντ Τραμπ, 75 ετών;
«Προσπαθείτε να με βάλετε σε πειρασμό», απάντησε με χαμόγελο ο βετεράνος της αμερικανικής πολιτικής.
«Ασφαλώς, γιατί να μην είμαι υποψήφιος εάν είναι υποψήφιος ο Ντόναλντ Τραμπ; Αυτό θα αύξανε τις πιθανότητες να θέσω υποψηφιότητα», ξεκαθάρισε.
Ο Ντόναλντ Τραμπ συνεχίζει να διατείνεται, χωρίς να παρουσιάζει καμία απόδειξη γι’ αυτό, ότι στις προεδρικές εκλογές του 2020, στις οποίες αναμετρήθηκε με τον Μπάιντεν, έγινε «νοθεία» και ότι του «έκλεψαν» τη νίκη.
Ο θυελλώδης Ρεπουμπλικάνος, οπαδοί του οποίου επιτέθηκαν στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου για να εμποδίσουν την επικύρωση της νίκης του αντιπάλου του, έχει αφήσει να εννοηθεί τους τελευταίους μήνες πως εξετάζει το ενδεχόμενο να διεκδικήσει δεύτερη θητεία.
Ο κ. Μπάιντεν, η μεγάλη ηλικία του οποίου είχε τροφοδοτήσει σεναριολογία σχετικά με τις προθέσεις του ενόψει των εκλογών του 2024, είχε ήδη κάνει σαφές πως η πρόθεσή του είναι να διεκδικήσει την επανεκλογή του.
Ενώ η αντιπρόεδρος του Κάμαλα Χάρις αρχικά θεωρείτο περίπου φυσική κληρονόμος του, στην Ουάσινγκτον οργιάζουν οι φήμες για τη σχέση της με τον ένοικο του Λευκού Οίκου και το πολιτικό της μέλλον.
Η κυρία Χάρις, 57 ετών, μοιάζει να δυσκολεύεται να βρει τη θέση της στον Λευκό Οίκο, όπου της έχουν ανατεθεί δύσκολες και λεπτές αποστολές, ιδίως να χειριστεί το ζήτημα της πρόσβασης των εθνικών και φυλετικών μειονοτήτων στην εκλογική διαδικασία και αυτό της μεταναστευτικής κρίσης στα νότια σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό.
(AΠΕ-ΜΠΕ)