Categories: DIGITAL STORIES

Γιατί η Apple είναι μοναδική σε αυτό που κάνει;

 

Η Apple είναι περίπτωση μοναδική, one of a kind που λένε και στα αγγλικά. Είναι η μοναδική εταιρεία, νομικό πρόσωπο ούτως ειπείν, που διαθέτει μια τεράστια βάση από fanboys κάθε ηλικίας, γεγονός αξιοσημείωτο από μόνο του. Μια επιχείρηση, μια φίρμα, είναι κάτι γιγαντιαίο και απρόσωπο. Ποιος μπορεί να δεθεί μαζί της σε βαθμό τέτοιο που να εξελιχθεί από απλό φίλο σε ευαγγελιστή της; Θα το έκανε για παράδειγμα κάποιος για την Toshiba; Για τη Miele; Για την Peugeot; Όχι, για καμία απ’ αυτές και για καμία άλλη γενικότερα, τουλάχιστον με το πάθος και την αυταπάρνηση που χαρακτηρίζει τα hardcore fanboys της εταιρείας απ’ το Κουπερτίνο. Από τότε που τα ηνία της εταιρείας ανέλαβε για δεύτερη φορά ο μακαρίτης ο Steve Jobs, η Apple κάνοντας ένα κολοσσιαίο άλμα, προσπέρασε όχι απλά τους ανταγωνιστές της αλλά και το ίδιο της το κοινό. Σε μια ιδιότυπη… συμφωνία με τον διάβολο, η Apple έχει καταφέρει να είναι μπροστά απ’ όλους και απ’ όλα και να έχει τη λύση σε κάθε ανάγκη, πριν καν αυτή προκύψει!

Εδώ λοιπόν είναι και το μεγάλο της όπλο. Αν πάρουμε οποιονδήποτε άλλο κολοσσό της βιομηχανίας της Τεχνολογίας, θα δούμε ότι το μεγάλο του στοίχημα είχε να κάνει με τον όσο το δυνατόν αμεσότερο εντοπισμό των αναγκών του κοινού και κατόπιν τη δημιουργία προϊόντων και υπηρεσιών ώστε αυτές οι απαιτήσεις, τα «θέλω», οι ανάγκες να καλυφθούν τάχιστα. Όλες ανεξαιρέτως οι εταιρείες πάσχιζαν να αφουγκραστούν τον παλμό της αγοράς, να δουν τις τάσεις και τις μόδες που διαμορφώνονταν από κάποιο αόρατο χέρι και βάσει αυτών να «παίξουν μπάλα» λανσάροντας οτιδήποτε προλάβαιναν. Δεν επρόκειτο για λανθασμένη τακτική, αντιθέτως ήταν αυτό που θα χαρακτήριζε κανείς ως αναμενόμενο, λογικό, «προβλεπέ» στη στρατιωτική διάλεκτο. Και για να μην παρεξηγούμαι, μόνο εύκολο δεν είναι αφού απαιτεί σπιρτάδα στην αναγνώριση των τάσεων και ταχύτητα στην παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών.

Και ύστερα ήρθε η Apple και τα άλλαξε όλα. Όχι, δεν προσέφερε απλά καλύτερα προϊόντα απ’ ό,τι οι ανταγωνιστές της, ούτε τα πλάσαρε αποτελεσματικότερα –αυτό το τελευταίο θα το αναλύσουμε αργότερα. Χάρη στον Steve Jobs η Apple είχε αναπτύξει την ικανότητα να βρίσκεται ένα «κλικ» πιο μπροστά ακόμα κι από το ίδιο το καταναλωτικό κοινό, μόνο που αντί να προβλέπει τις ανάγκες και τις διαθέσεις του, ακολούθησε μια τελείως διαφορετική στρατηγική: φρόντισε να τις δημιουργεί η ίδια! Με όπλο το μάρκετίνγκ της αλλά και το προφίλ που με τόσο κόπο ο εμπνευστής της καλλιέργησε, η εταιρεία ήταν εκείνη που αφού πειραματίστηκε πρώτα, ξεκίνησε να ανοίγει και να κατακτά μία-μία τις διάφορες αγορές Τεχνολογίας ή ορθότερα, πρώτα δημιουργεί ανάγκες στο κοινό και κατόπιν να τις καλύπτει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο μέσω των προϊόντων και των υπηρεσιών της.

Όποια από τις τρεις βασικές «οικογένειες» προϊόντων της εταιρείας και αν πάρει κανείς, θα διαπιστώσει ότι ακολουθήθηκε η ίδια ακριβώς στρατηγική: σε καμία περίπτωση η Apple δεν εφηύρε τον τροχό, απλά φρόντισε να κάνει με πολύ πιο πειστικό, αποτελεσματικό, ολοκληρωμένο και «σέξι» τρόπο αυτό που οι άλλοι έκαναν «κουτσά-στραβά» πριν απ’ αυτή. Και κινητά τηλέφωνα υπήρχαν πριν το iPhone, και mp3 players πριν το iPod, και tablets πριν το iPad, κι όμως, και τα τρία έκαναν θραύση. Αρκεί κανείς να δει σήμερα, εν έτει 2014 που τα mp3 players είναι τελειωμένες υποθέσεις χάρη στα smartphones (και το τελευταίο smartphone μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν multimedia player), τις πωλήσεις των iPod (Touch, Shuffle, Nano) και θα καταλάβει.

Αν πάμε πίσω στο 2007, το καλοκαίρι του οποίου (29 Ιουνίου για την ακρίβεια) κυκλοφόρησε το πρώτο iPhone με την οθόνη-ελικοδρόμιο των 3,5 ιντσών, τα 4-16 GB μνήμης και την κάμερα των 2 MP, μολονότι τεχνολογικά δεν ήταν και ό,τι πιο high-end, ήταν το πρώτο smartphone που «τόλμησε» να πάει κόντρα στο trend της εποχής που ήθελε το μέγεθος των κινητών να μικραίνει διαρκώς. Την περίοδο που οι κατασκευαστές έψαχναν τρόπο να χωρέσουν τα περιεχόμενα των συσκευών τους σε ολοένα και μικρότερο σασί, η Apple ‘ξηγήθηκε νέτα-σκέτα ότι μόδα είναι αυτό που λέει εκείνη. Το εντυπωσιακότερο όλων ήταν ότι εν αντιθέσει με τους κολοσσούς της εποχής που την αγνόησαν, το κοινό την πίστεψε και κάπως έτσι οι πωλήσεις του πρώτου iPhone εκτοξεύτηκαν στα 6,1 εκατ. σε μόλις 15 μήνες, στέλνοντας την Apple στην 3η θέση του πίνακα των εταιρειών κινητής, πίσω από Nokia και Samsung που ανασκουμπώθηκαν.

Μία από τα ίδια και το 2010 με το iPad: 300.000 πωλήσεις την πρώτη μέρα, 1 εκατ. σε έναν μήνα και 3 εκατ. σε 80 μέρες: τη χρονιά εκείνη η Apple διέθεσε περισσότερα iPad απ’ ότι iMac και μιλάμε για αριθμό που υπερβαίνει τα 15 εκατ. τεμάχια. Ο λόγος; Η πιο πειστική εξήγηση έχει έρθει από τον Αμερικανό δημοσιογράφο Walt Mossberg ο οποίος είχε γράψει σε ένα μνημειώδες κείμενο τότε «Είναι το software, ηλίθιοι», αναφερόμενος στις πωλήσεις της συσκευής. Πράγματι, το iPad έμοιαζε με ένα μεγαλύτερης κλίμακας iPhone αφού και το ίδιο design υιοθετούσε σε γενικές γραμμές και στο iOS βασιζόταν. Με το iPad βέβαια, η Apple πραγματοποίησε με τον καλύτερο ίσως τρόπο τη γεφύρωση δύο διαφορετικού τύπου συσκευών, ενός tablet και ενός smartphone, εγχείρημα που μέχρι τότε ήταν άπιαστο όνειρο για τους ανταγωνιστές της. Ενιαία πλατφόρμα, κοινά downloads, ένας λογαριασμός, η ίδια βιβλιοθήκη, με άλλα λόγια ό,τι χρειαζόταν κανείς για να ‘χει το κεφάλι του ήσυχο. Ναι, ήταν –και παραμένει- «φασιστικά» κλειστό με την Apple να αποφασίζει τι και πώς όμως ποιος νοιάζεται; Από τη στιγμή που η εταιρεία μαζί με την εξουσία επωμίζεται και τις σκοτούρες κι εκείνος παίρνει ένα «καθαρό» προϊόν για να παίζει, όλα καλά.

Η Apple είναι μια εταιρεία που δεν ασχολείται κατά κύριο λόγο με την Τεχνολογία που ενσωματώνουν οι συσκευές της. Την ώρα που άλλες κι άλλες πασχίζουν ώστε τα smartphones τους να έχουν κάμερα με όσο το δυνατόν περισσότερα MP, τα tablets τους να χωρούν 4, 8, 16 πυρήνες και τα mp3 players τους να κρύβουν μέσα τους εκατοντάδες GB, η Apple δεν δίνει δεκάρα γι’ αυτά. Ναι, προφανώς και φροντίζει ώστε οι συσκευές της να είναι αξιοπρεπείς για την κατηγορία τους, όμως αυτό που πουλάει δεν είναι ούτε τα MP, ούτε οι πυρήνες, ούτε καν τα GB. Η Apple πουλάει λύσεις και για να το καταφέρει αυτό, φροντίζει να δημιουργεί μαεστρικά η ίδια τις ανάγκες. Ο άνθρωπος θα μπορούσε να ζήσει και χωρίς μία ενιαία πλατφόρμα, θα την πάλευε και χωρίς Newsstand ή iBooks, θα περνούσε τον καιρό του εξίσου ευχάριστα και άνευ Apple TV. Όμως όχι, η Apple μας έδειξε πρώτα με τον πιο γοητευτικό τρόπο πόσο καλύτερη θα γίνει η ζωή μας με τις λύσεις της και μετά περίμενε. Περίμενε τα μιλιούνια ανθρώπων που θα συνέρεαν στα καταστήματά της για να προλάβουν να πάρουν την πραμάτεια της.

Το iPhone δεν είναι ένα smartphone. Smartphones είναι τo Ζ1 και το Z2 της Sony, το S5 και το Note 4 της Samsung και το G3 της LG. Αν κάποιος εξετάσει «ξερά» τα τεχνικά χαρακτηριστικά, θα δει ότι όλα τους είναι σε θέση να πατήσουν κάτω το iPhone με μία υποσημείωση όμως: το iPhone δεν είναι ένα απλό smartphone. Το iPhone είναι ένα status symbol, ένα αντικείμενο πόθου, ακόμα και για εκείνους που δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσουν όλες του τις λειτουργίες. Ναι, υπάρχουν εκείνοι που έχουν επενδύσει στην πλατφόρμα της Apple (αγορά apps, παιχνιδιών και μουσικής, επαφές, δεδομένα σε εφαρμογές κλπ.) όμως υπάρχει και πάρα πολύς κόσμος που θέλει το iPhone απλά και μόνο επειδή… είναι το iPhone. Μπορεί το μερίδιο αγοράς της Apple και του iOS να ακολουθεί πτωτικές τάσεις, οι εταιρείες του χώρου γνωρίζουν όμως ότι ένας κάτοχος iOS συσκευής αξίζει πολλά περισσότερα από έναν Android: είναι μαθημένος να πληρώνει γι’ αυτό που θέλει, έχει μεγαλύτερη οικονομική επιφάνεια, έχει άλλη προδιάθεση και αυτό μετράει. Η Apple πήρε ένα κοινό που είχε δυνατότητες και το εκπαίδευσε σε αυτό που η ίδια ονειρευόταν: το έκανε κοινό της.

Όλα αυτά βέβαια μέσω ενός καταπληκτικού μάρκετινγκ το οποίο θα έπρεπε να διδάσκεται στα Πανεπιστήμια. Δεν εξηγείται αλλιώς το ότι για να πέσουν οι τιμές του iPhone πρέπει πρώτα να ανακοινωθεί το επόμενο μοντέλο –την ώρα που στον ανταγωνισμό, αρκεί κάποιος να κάνει υπομονή μερικούς μήνες. Οι ουρές εξακολουθούν να δημιουργούνται έξω από κάθε Apple Store (που, σημειωτέον, περισσότερο και από «μαγαζί» αποτελεί χώρο προσηλυτισμού στην κουλτούρα της εταιρείας) στο λανσάρισμα κάθε νέας συσκευής ενώ ολόκληρος ο πλανήτης περιμένει πώς και πώς την 9η Σεπτεμβρίου, ημερομηνία κατά την οποία η Apple θα ανακοινώσει το νέο της iPhone –πιθανότατα μαζί με το wearable iWatch. Η Apple αντιμετώπισε την hardcore αγορά Τεχνολογίας με τον πιο casual τρόπο που θα μπορούσε να υπάρξει και τα κατάφερε. Το στοιχείο που κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρουσα την υπόθεση βέβαια, είναι πως όλα αυτά τα επιτεύγματα συνέβησαν επί των ημερών του Steve Jobs. Καλό το iPod, το iPad και το iPhone όμως σιγά-σιγά πλησιάζει ο καιρός που η Apple θα πρέπει να θέσει το επόμενο μεγάλο trend. Έχει ξεμείνει άραγε κανείς στο Κουπερτίνο ικανός να κοιτάξει κατάματα το μέλλον ή μήπως είναι κάτι ακόμα που δεν άφησε στην τύχη ο χαρισματικός διοπτροφόρος ηγέτης της;

Πέτρος Κηπουρόπουλος