Στην πραγματικότητα του σύγχρονου ψηφιακού κόσμου, «υπάρχουν πολλές ευκαιρίες να γεννηθούν Κρέοντες, αλλά καμιά δυνατότητα για Αντιγόνες». Ο λόγος; Το σύστημα «εξοντώνει τις δυνητικές Αντιγόνες, πριν καν προλάβουν να αποφασίσουν να αντιδράσουν», πρεσβεύει ο Τσέζαρις Γκραουζίνις, εξηγώντας μας τους λόγους που επέλεξε να σκηνοθετήσει, φέτος το καλοκαίρι, μετά από δυόμιση χρόνια πανδημίας κι ενώ ένας πόλεμος συνεχίζεται κανονικότατα επί ευρωπαϊκού εδάφους, την «Αντιγόνη» (στις 5 και 6 Αυγούστου, στην Επίδαυρο). Στην τραγωδία δεν υπάρχει, διευκρινίζει, χώρος πάντως ούτε για…Πούτιν, ούτε για…Ζελένσκι.
Επέλεξε να επεξεργαστεί τη συγκεκριμένη τραγωδία, εξηγεί ο κορυφαίος λιθουανός σκηνοθέτης, γιατί «αυτή την ανάγκη να ξαναείμαστε χαρούμενοι και υπερήφανοι άνθρωποι, την ένιωσα μέσα στην καραντίνα και τώρα, εν μέσω πολέμου στην Ευρώπη, δίπλα μας. Σαν όλοι να περιμένουν να τελειώσουν όχι μόνο οι περιορισμοί και οι απαγορεύσεις, που μας έχουν επιβάλει, λόγω ενός ιού, αλλά και η τρέλα του πολέμου δίπλα μας, και να γλεντήσουν, να χαρούν τη ζωή».
Η ζωή έχει, αποδεικνύεται, ανατροπές. Αλυσιδωτές. Το καλοκαίρι του 2020, ο Τσέζαρις Γκραουζίνις, που έχει «ριζώσει» πλέον στην Ελλάδα, επρόκειτο να παρουσιάσει τον «Φιλοκτήτη» στην Επίδαυρο, ως παραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Η πανδημία, αλλά και οι καταγγελίες για κακοποιητική συμπεριφορά εναντίον του Γιώργου Κιμούλη, ο οποίος θα επωμιζόταν τον ομώνυμο ρόλο, οδήγησαν στην αποπομπή του πρωταγωνιστή από το Φεστιβάλ και σταδιακά την παράσταση σε ολικό «ναυάγιο».
Τελικά, ήρθε η ώρα της «Αντιγόνης», για να ξαναδοκιμαστεί, μετά τον «Οιδίποδα Τύραννο», τους «Επτά Επί Θήβας» και τον «Αγαμέμνονα», στη μεγάλη κλίμακα του πολυκλείτειου θεάτρου (με την Έλλη Τρίγγου στον ομώνυμο ρόλο και Κρέοντα τον Βασίλη Μπισμπίκη). Με αυτή την αφορμή μίλησε στην Popaganda για τον Λιγνάδη και τον Κιμούλη, το ξεκλείδωμα της τραγωδίας, αλλά και την «αληθινή τραγωδία», που δεν συμβαίνει στα πολυτελή bunker των ελίτ στην Ουκρανία. Συμβαίνει στα υπόγεια των κατεστραμμένων ουκρανικών σπιτιών.
Αναρωτιέμαι. Υπάρχει μηχανισμός, με τον οποίο «ξεκλειδώνεις» την αρχαία τραγωδία, Τσέζαρις; Τον έχεις βρει; Τον χρησιμοποιείς; Αν θα είχα βρει έναν τέτοιο μηχανισμό, μάλλον θα είχα χάσει το ενδιαφέρον μου για την αρχαία τραγωδία.
Τόσο πολύ…; Πάντα προσπαθώ να διαβάζω το αρχαίο κείμενο, σαν να είχε γραφτεί τώρα, σαν ένα σύγχρονο έργο. Κι όταν αγγίζει κάποια χορδή μου, ξεκινάω κάθε φορά από το μηδέν, αναζητώντας έναν μηχανισμό.
Δηλαδή; Στην αρχή υπάρχει πάντα μια ιδέα που με εμπνέει. Αν η ιδέα είναι καλή και δυνατή, όταν εκπλήσσει κι εμένα τον ίδιο, όταν είναι κάτι που σχεδόν δεν θα μου περνούσε από το μυαλό, ο μηχανισμός θα βρεθεί. Η ιδέα γεννάει τον μηχανισμό, όχι το αντίθετο. Δεν έχω μία συνταγή ούτε για την αρχαία τραγωδία ούτε για κάποιο άλλο είδος δραματουργίας. Αυτό που μου δίνει ενέργεια για έρευνα και δοκιμές είναι η συνάντηση με κάτι που φαίνεται άγνωστο σ’ εμένα. Με άλλα λόγια, δεν μπορώ να δουλέψω χωρίς να πάρω επαγγελματικά και καλλιτεχνικά ρίσκο. Οπότε, αυτός ο μηχανισμός που αναφέρεις, νομίζω, αυτό μου έρχεται στο νου, αυτός ο μηχανισμός κρύβεται στην καρδιά μου, όχι στο μυαλό μου.
Οι “ήρωες” και οι “επαναστάτες” των ημερών μας κατασκευάζονται από τους πολιτικούς και τους χειραγωγούς των ΜΜΕ και των social media.
Το είδος απαιτεί, παρόλα αυτά, συγκεκριμένη αντιμετώπιση; Ή μπορείς να ξεκινάς από το μηδέν; Θυμάμαι τη συζήτηση που κάναμε για τους «Επτά επί Θήβας», μια τραγωδία που θεωρείται διαχρονικά «δύσκολη», στρυφνή. Είχα εκπλαγεί όταν μου ανέφερες πως σου «βγήκε» με ευκολία, αμέσως. Πώς έγινε; Ξέρω μόνο ένα πράγμα. Ότι η τραγωδία δεν λειτουργεί στην αισθητική του λεγόμενου “ρεαλισμού της κουζίνας”. Τα πάθη του αρχαίου δράματος δεν μπορούν να σταθούν, αν τα μικρύνεις και τα φέρεις στο επίπεδο των απογοητεύσεων της καθημερινότητας. Κάθε φορά η συνάντηση με ένα έργο του αρχαίου δράματος είναι διαφορετική, βεβαίως. Ειδικά σε σχέση με τους «Επτά επί Θήβας», όλοι οι σκηνοθέτες ξέρουν ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα ανεβάζοντας τους είναι το τεράστιο κομμάτι, όπου ο Ετεοκλής και ο Χορός ακούνε την περιγραφή των εχθρών που απειλούν κάθε πύλη της Θήβας. Είναι ένα μεγάλο κομμάτι του έργου, που μοιάζει στατικό και οι σκηνοθέτες φοβούνται ότι θα κουράσει τον θεατή. Με αυτό το σημείο ακριβώς προβληματίστηκα και εγώ. Αλλά όταν μου ήρθε η ιδέα ότι αυτή η τεράστια σκηνή περιγραφής είναι σαν μια προετοιμασία για την μάχη στην μορφή του πυρρίχιου, κατάλαβα ότι θα καταφέρω να ξεκλειδώσω το έργο για τον εαυτό μου. Αυτό μου έδωσε κουράγιο να προσπαθήσω να το ανεβάσω. Δηλαδή, μια συγκεκριμένη ιδέα λειτουργεί σαν την μήτρα από την οποία θα γεννηθούν και οι άλλες ιδέες της παράστασης.
Όπως…; Η χορευτική μάχη, με τους εναγκαλισμούς του Ετεοκλή με τον Πολυνίκη, που ίσως θυμάσαι από την παράσταση, βγήκε στις πρόβες, αυτοσχεδιάζοντας με τους ηθοποιούς. Πριν ξεκινήσουν οι πρόβες δεν είχα ιδέα ότι θα υπάρχει αυτή η σκηνή στην παράσταση.
Γιατί θέλησες να δουλέψεις σήμερα την «Αντιγόνη»; Θα ήθελες να πεις κάτι πολύ συγκεκριμένο στο κοινό; Θέλεις να συνομιλήσει με τη συγκυρία των ημερών, την επικαιρότητα; Ο Κρέων θα μπορούσε να είναι λ.χ. ο Πούτιν, με Αντιγόνη τον Ζελένσκι…; ‘Η με αυτό τον τρόπο «μικραίνει» και κακοποιείται η τραγωδία; Μετά τον «Οιδίποδα Τύραννο» και τους «Επτά επί Θήβας», ένιωσα ότι οπωσδήποτε πρέπει να καταπιαστώ με την «Αντιγόνη», σαν συνέχεια της ιστορίας των Λαβδακιδών. Και κάπως ξεκίνησε να ξεκλειδώνει αυτό το έργο, όταν κατάλαβα ότι η τραγωδία της Αντιγόνης και του Κρέοντα συμβαίνει μέσα σε μια γιορτινή ατμόσφαιρα στη Θήβα, όπου οι άνθρωποι θέλουν να γλεντήσουν τη νίκη τους. Αυτή την ανάγκη να ξαναείμαστε χαρούμενοι και υπερήφανοι άνθρωποι, την ένιωσα μέσα στην καραντίνα και τώρα, εν μέσω πολέμου στην Ευρώπη, δίπλα μας. Σαν όλοι να περιμένουν να τελειώσουν όχι μόνο οι περιορισμοί και οι απαγορεύσεις που μας έχουν επιβάλει, λόγω ενός ιού, αλλά και η τρέλα του πολέμου δίπλα μας, και να γλεντήσουν, να χαρούν τη ζωή. Γι’ αυτό μου φάνηκε ότι αυτό το έργο μπορεί να είναι συγκινητικό και ίσως οι άνθρωποι ταυτιστούν με τον κόσμο της Αντιγόνης, έτσι όπως τον αντιλαμβάνομαι αυτή την εποχή. Σκέφτομαι πως στην πραγματικότητα του ψηφιακού κόσμου που ζούμε, υπάρχουν πολλές ευκαιρίες να γεννηθούν Κρέοντες, αλλά καμιά δυνατότητα για Αντιγόνες. Νομίζω ότι το σύστημα εξοντώνει τις δυνητικές Αντιγόνες της εποχής μας πριν καν προλάβουν να αποφασίσουν να αντιδράσουν. Οι μοναχικοί ήρωες είναι αδύνατον να υπάρξουν πια. Οι “ήρωες” και οι “επαναστάτες” των ημερών μας κατασκευάζονται από τους πολιτικούς και τους χειραγωγούς των ΜΜΕ και των social media. Έτσι, η Αντιγόνη του Σοφοκλή δίνει μια ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε την τραγική κατάσταση στην οποία είμαστε εγκλωβισμένοι.
Την ερώτηση για τον Πούτιν και τον Ζελένσκι την εκλαμβάνω σαν ένα πικρό αστείο. Αντιλαμβάνομαι την ειρωνεία της ερώτησης. Θα έβαζα ίσως αυτούς τους δυο τύπους σε κάποιο σατυρικό δράμα, όπως ο «Κύκλωψ», αλλά όχι σε μια τραγωδία. Η αληθινή τραγωδία αυτή τη στιγμή δεν συμβαίνει στα πολυτελή bunker των ελίτ, αλλά στα υπόγεια των κατεστραμμένων σπιτιών στην Ουκρανία.
Πρόσφατα έληξε ο α’ βαθμός της δίκης του Δ.Λιγνάδη, ενώ συνεχίζεται η δίκη του Π.Φιλιππίδη, στο πλαίσιο του ελληνικού #MeToo, που έφερε ξαφνικά στο φως τη νοσηρότητα που προϋπήρχε σε ένα χώρο τέχνης από ανθρώπους, που μπορεί να είναι ακόμη και σημαντικοί καλλιτέχνες. Στα σοκαριστικά περιστατικά σεξουαλικής βίας που ήρθαν στο φως, νομίζω δεν είναι τυχαίο πως οι θύτες ήταν άτομα σε θέσεις εξουσίας.
Συνδέεται η εξουσία με κακοποιητικές συμπεριφορές; Στην πολιτική και ιδιαίτερα στην τέχνη του θεάτρου υπάρχουν άνθρωποι που πρέπει να αναλάβουν ευθύνες για πολλούς άλλους. Όταν κάποιος με θέση ευθύνης συγχέει την ευθύνη με την εξουσία, όταν η εξουσία πάει μπροστά και χάνεται η ευθύνη, τότε έχουμε έτοιμο το έδαφος για να καλλιεργηθούν και να θεριέψουν τέτοιες καταχρηστικές, εγκληματικές συμπεριφορές. Είναι γνωστό ότι η εξουσία μαγνητίζει τους νάρκισσους και τους ψυχοπαθείς, όπως το μέλι τις σφήκες. Λυπάμαι, αλλά νομίζω ότι το θέατρο, ένα επάγγελμα που βασίζεται στην άμεση επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, ελκύει δυστυχώς και τέτοιους ανθρώπους με νοσηρά πάθη.
Ελπίζω ότι το κίνημα του ελληνικού #MeToo θα παραμείνει ενεργό και θα συνεχίσει να λειτουργεί ενδυναμωτικά, ειδικά για τους νεότερους που είναι πιο ευάλωτοι. Βέβαια, χρειάζεται εγρήγορση, αλλά και ψυχραιμία. Τα δίκαια αιτήματα του κινήματος θα πρέπει αντιμετωπιστούν επιτέλους με σοβαρότητα από την πολιτεία, να καλλιεργηθούν αυτές οι αξίες στους νέους, να δρομολογηθούν αλλαγές και να φτάσουμε κάποια στιγμή να μην διεκδικούμε τα αυτονόητα. Σαφώς και υπάρχει πολύς δρόμος μπροστά μας. Πρέπει να αποσυνδέσουμε το κύρος από την αυθεντία. Η μεγαλομανία είναι η αχίλλειος πτέρνα της δημιουργικότητας. Η γενναιοδωρία, οι ιδέες και η χαρά της συνεργασίας θα πρέπει γίνουν ο γνώμονας για να πούμε ότι κάποιος ή κάποια είναι σημαντικός άνθρωπος στο χώρο της Τέχνης.
Το πιο φοβερό πράγμα νομίζω πως είναι ο ανθρώπινος φόβος. Από αυτόν προέρχονται όλες οι συμφορές μας.
Σχεδιάζατε να ανεβάσετε τον Φιλοκτήτη με τον Γιώργο Κιμούλη. Η παράσταση ακυρώθηκε μετά τις καταγγελίες εναντίον του πρωταγωνιστή για κακοποιητικές συμπεριφορές στο πλαίσιο του ελληνικού #MeToo. Τον Φιλοκτήτη θα τον κάνετε, τελικά; Ξανά με τον Κιμούλη; Όταν ξεκίνησε το ελληνικό #Μetoo, το πρώτο που μου πρότεινε το Φεστιβάλ ήταν να αλλάξω ηθοποιό. Διαφώνησα, επειδή αυτό το πρότζεκτ ξεκίνησε από δύο ανθρώπους, εμένα και τον Γιώργο. Προσπάθησα βέβαια να μην ακυρωθεί η δουλειά μας, συζήτησα με το Φεστιβάλ για άλλο έργο, ώστε να συνεχίσουμε με τον ίδιο θίασο, αλλά τελικά, για διάφορους λόγους, το πρότζεκτ ναυάγησε.
Διαταράχθηκε η σχέση σας με τον Γιώργο Κιμούλη, μετά τις εναντίον του καταγγελίες; Δεν είμαι στη θέση να κρίνω ποιος είναι, αν είναι άγγελος ή δαίμονας. Εγώ έχω γνωρίσει έναν εξαιρετικά ταλαντούχο και καλλιεργημένο άνθρωπο και έναν δεινό συνομιλητή. Έχω ακούσει ότι είναι απαιτητικός ως επαγγελματίας, πιθανόν τελειομανής σε ό,τι κάνει. Από την εμπειρία μου ξέρω ότι άνθρωποι σαν τον Γιώργο μπορεί και να δυσκολεύουν τους γύρω τους, γιατί απαιτούν από τους συνεργάτες τους ακριβώς ό,τι απαιτούν κι από τον εαυτό τους. Όσο για τον Φιλοκτήτη, τι να πω; Δεν έχω κανέναν φίλο Τειρεσία να μου πει αν θα τον κάνω κάποτε.
Ακόμα εργάζεσαι στο εξωτερικό. Το ελληνικό θέατρο, παρόλο που δεν έχει παράδοση στην ανώτατη θεατρική παιδεία, δεν διαθέτει μια Ακαδημία Θεάτρου, μπορεί να σταθεί δίπλα στο πολωνικό, το ρωσικό, το λιθουανικό κ.ο.κ. Κάποτε, σε ένα μεγάλο ευρωπαϊκό φεστιβάλ, με ρώτησαν κάποιοι σημαντικοί, γνωστοί παραγωγοί: είναι αλήθεια ότι μένεις στην Ελλάδα; Δεν γίνεται τίποτα σημαντικό στο θέατρο εκεί. Εγώ τους ρώτησα, από πού το ξέρετε, έχετε πάει; Όχι, απάντησαν, αλλά απλά το ξέρουμε. Εγώ γέλαγα με την σιγουριά τους. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει μεγάλη εξωστρέφεια στο ελληνικό θέατρο. Μόλις τα τελευταία χρόνια αλλάζει αυτό με ομάδες και νέους σκηνοθέτες, που βγαίνουν προς τα έξω. Η απάντηση ως προς το επίπεδο του ελληνικού θεάτρου είναι φυσικά η θερμή υποδοχή παραστάσεων Ελλήνων δημιουργών στο εξωτερικό τα τελευταία χρόνια. Ναι, το ελληνικό θέατρο παράγει πολλές και αξιόλογες δουλειές.
Η χώρα διαθέτει δεκάδες δραματικές σχολές. Δίνουν τα αναγκαία εφόδια στους νεαρούς ηθοποιούς βγαίνοντας στη θεατρική αγορά; Ή ξεπαραδιάζονται άδικα; Δεν είμαι ειδικός, δεν έχω ασχοληθεί σε βάθος με το επίπεδο των δραματικών σχολών στις διάφορες χώρες. Παντού υπάρχουν καλές και κακές σχολές. Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι υπάρχουν πάρα πολλές. Τι πάει να πει αυτό; Σχεδόν όλες είναι ιδιωτικές, δηλ. ο φοιτητής πληρώνει για την εκπαίδευσή του. Βεβαίως υπάρχει μια εντύπωση στον κόσμο ότι υπάρχουν κάποιες καλές σχολές και κάποιες χειρότερες. Και είναι αλήθεια. Φυσικά, κάθε νέος άνθρωπος προσπαθεί να μπει σε μια κρατική σχολή όπου ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος και το επίπεδο θεωρείται υψηλό. Κι όταν δεν πετυχαίνει, σίγουρα (sic!) θα βρει μια ιδιωτική σχολή που θα τον δεχτεί. Επειδή η οικονομία των ιδιωτικών σχολών βασίζεται στο ρυθμό εισαγωγής νέων φοιτητών. Δηλαδή, είχες δεν είχες κάποιο ταλέντο, είτε εξελίχθηκες, είτε έμεινες στάσιμος, θα πάρεις το δίπλωμα του ηθοποιού επειδή το έχεις πληρώσει. Μαζί με το πτυχίο θα πάρεις και μια εντύπωση ότι είσαι επαγγελματίας ηθοποιός. Πρόκειται για ένα σούπερ-μάρκετ. Και η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη: αν υπάρχει ζήτηση θα υπάρχει και προσφορά.
Ο κόσμος μας δεν είναι πια ο ίδιος. Ιοί ανατρέπουν τα πάντα. Ένας πόλεμος ξέσπασε αναπάντεχα επιτείνοντας τον πληθωρισμό, την ενεργειακή, επισιτιστική κρίση. Δεν ξέρουμε πώς θα ανοίξει η νέα σεζόν το φθινόπωρο. Με νέο lockdown; Με μέτρα; Σε ένα καθεστώς αβεβαιότητας ή έκτακτης ανάγκης πώς πρέπει να λειτουργήσει το θέατρο, προκειμένου να επιβιώσει; Επίσης, όταν το κοινό ζει σε καθεστώς χάους κι επισφάλειας, το θέατρο οφείλει να αναπροσαρμόζεται και να τροποποιεί τη στόχευσή του; Μπορεί να είναι η απάντηση σε κάτι; Πιστεύω ότι το θέατρο πάντα ασχολούνταν με τα αιώνια ζητήματα, κι έτσι θα πρέπει και να συνεχίσει. Ας αφήσουμε τα ΜΜΕ και τα social media να κουβεντιάζουν και να αναλύουν την επικαιρότητα. Όπως είπε ένας σπουδαίος Λιθουανός σκηνοθέτης και δάσκαλος του θεάτρου, ο Μιλτίνις, στο θέατρο να αναζητάτε το αιώνιο, το πανανθρώπινο, το διαχρονικό και με αυτό τον τρόπο θα γίνετε σύγχρονοι. Σίγουρα ζούμε μια σκοτεινή εποχή. Υπήρξαν τέτοιες και στο παρελθόν. Τι είναι για τον θεατή ο λιγοστός χρόνος που περνά παρακολουθώντας μια παράσταση; Μια φυγή από την καθημερινότητά του και μια ευκαιρία να μπει σε έναν άλλο κόσμο, όπου ο χρόνος είναι συμπυκνωμένος. Έτσι ο άνθρωπος έχει μια ευκαιρία να σκεφτεί και να φρεσκάρει τη σχέση του με τον κόσμο που ζει. Θεωρώ πως έτσι ήταν πάντα και έτσι θα μείνει.
Σε φοβίζει ο κορονοιός; Υπάρχει κάτι άλλο που σε φοβίζει περισσότερο; Ο σπουδαίος Πάπας, ο Ιωάννης Παύλος ο Β΄, λέει ο μύθος ότι πριν ξεψυχήσει μουρμούρησε τα τελευταία του λόγια στη μητρική του γλώσσα, στα πολωνικά: Nie lękajcie się!. ‘’Μη φοβάστε!’’. Νομίζω ότι αυτό ήταν το τελευταίο μήνυμα ενός σοφού ανθρώπου τη στιγμή που άρχισε να βλέπει εκεί, αυτό που είναι ο θάνατος. Αυτό πέρασε από το μυαλό μου όταν άκουσα την ερώτησή σου. Δηλαδή, το πιο φοβερό πράγμα νομίζω πως είναι ο ανθρώπινος φόβος. Από αυτόν προέρχονται όλες οι συμφορές μας.
Πέρασες ανώδυνα τα lockdown; Τι να πω; Τα πέρασα στην Πάτρα με πάρα πολύ καλή παρέα και πολύ δημιουργικά. Χαρούμενα, δηλαδή. Στις καραντίνες βρήκα χρόνο να γράψω. Το πρώτο lockdown γέννησε την παράσταση «Δεν είμαστε κουραμπιέδες!», πάνω σε κείμενα του Ντανιήλ Χαρμς. Το δεύτερο, το πέρασα γράφοντας και σκηνοθετώντας ένα δικό μου θεατρικό έργο, βασισμένο στον «Καλλιτέχνη της πείνας» του Κάφκα. Με το τέλος της δεύτερης καραντίνας, αυτό το έργο παρουσιάστηκε στο θέατρο Λιθογραφείον, στην Πάτρα.
Σου αρέσει η ζωή στην Ελλάδα; Αισθάνεσαι πλέον καθόλου Έλληνας; Μου αρέσει. Μήπως απλά είναι η δική μου αίσθηση, δεν ξέρω, αλλά αισθάνομαι και λίγο Έλληνας -ελπίζω με την καλή έννοια!
Περίμενες ποτέ ότι η Ρωσία θα εισέβαλε στην Ουκρανία; Υπάρχει ο κίνδυνος να γενικευτεί η σύρραξη και να ζήσουμε τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο; Το πρώτο που θέλω να πω είναι ότι ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ξεκινήσει ήδη. Το θέμα αυτή τη στιγμή είναι με τι όπλα θα συνεχίσει. Ως ένας άνθρωπος που έχει γεννηθεί στην Λιθουανία, μια χώρα τότε κατεχόμενη από την ΕΣΣΔ, θα μπορούσα να πω πολλά για την ιστορική μνήμη του λαού μου, σε σχέση με τη ρωσική αυτοκρατορία, τον ρωσικό σωβινισμό, για τις εγκληματικές, μαφιόζικες πρακτικές της ρωσικής ελίτ. Όμως, τώρα ο Νόαμ Τσόμσκι λέει ότι πρέπει να σταματήσουμε να ζούμε στον κόσμο που έχουμε στο μυαλό μας, πρέπει να γίνουμε πραγματιστές, επειδή αυτό που διακυβεύεται δεν είναι η μοίρα κάποιων μικρών λαών, αλλά η μοίρα ολόκληρου πλανήτη. Ότι θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τι είναι δίκαιο και τι άδικο. Γι’ αυτό έχω επιλέξει και σωπαίνω. Δεν συμφωνώ ότι θα πρέπει ν’ αφήσουμε στο έλεος του Πούτιν τους Ουκρανούς και στο μέλλον και τις άλλες, γειτονικές στη Ρωσία χώρες. Αλλά μάλλον ο τρόπος σκέψης μου, σε σχέση με το πώς διαμορφώνεται ο κόσμος, το μέλλον μας, είναι σαν το πέμπτο πόδι ενός σκύλου…
Αλήθεια, αν δεν είχες δει τις παραστάσεις του Νεκρόσιους υπάρχει κίνδυνος να μην είχες ασχοληθεί επαγγελματικά με το θέατρο; Υπάρχει. Θεωρώ τον Έϊμις Νεκρόσιους ως τον πρώτο και πιο καθοριστικό από τους τρεις θεατρικούς πατέρες μου. Οι άλλοι δύο είναι ο Ρώσος Αντρέϊ Γκοντσαρόφ και ο Ιάπωνας Ταντάσι Σουζούκι.
#Η «Αντιγόνη» παρουσιάζεται στις 5 και 6 Αυγούστου, στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου.
Μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας.
Σκηνοθεσία: Cezaris Graužinis.
Σκηνογραφία – Ενδυματολογία: Kenny MacLellan.
Μουσική σύνθεση: Δημήτρης Θεοχάρης.
Χορογραφία: Edgen Lame.
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος.
Βοηθός σκηνοθέτη: Παναγιώτα Μπιμπλή.
Πρωταγωνιστούν: Έλλη Τρίγγου (Αντιγόνη), Βασίλης Μπισμπίκης (Κρέων),Ιεροκλής Μιχαηλίδης (Κορυφαίος του Χορού), Γιώργος Παπαγεωργίου (Άγγελος), Δανάη Μιχαλάκη (Ισμήνη), Χρήστος Σαπουντζής (Τειρεσίας), Κώστας Κορωναίος (Φύλακας), Στρατής Χατζησταματίου (Αίμων), Μαρίνα Αργυρίδου (Ευριδίκη), Edgen Lame (Χορός), Γιάννης Μαστρογιάννης (Χορός), Περικλής Σιούντας (Χορός).