Οι Stress δεν είναι διασκεδαστές. Ποτέ δεν ήταν.

Το ντύσιμο των πανκς είναι γνωστό. Από τη στιγμή που εμπορευματοποιήθηκε σε πανκ κυριλέ (ή κυριλοπάνκ) και δημιουργήθηκαν γι’ αυτό ειδικά, ακριβά καταστήματα, οι πραγματικοί πανκς αναζήτησαν πιο προσωπικό ντύσιμο και άρχισαν να κατασκευάζουν τα ρούχα τους μόνοι τους. Οι πανκς είναι κι αυτοί «φρικιά», ντύνονται απλά ή παράξενα από ανάγκη και από αντίδραση στη μόδα. Η ιδεολογία τους δεν συγχωρεί να ξοδεύεις λεφτά για ρούχα. Σε άλλες χώρες, όπου τα άτομα είναι πιο σκληρά, αναζητούν τα υλικά για τα ρούχα τους στα σκουπίδια. Έτσι, το ρούχο γίνεται μια προσωπική και μοναδική δημιουργία, είναι η καθαρή άρνηση του κεφαλαίου και της μόδας. Σήμερα, οι σωστοί πανκς είναι αναρχικοί όπως και τα φρικιά. Προτιμάνε τα σκούρα ρούχα, ιδίως τα μαύρα. Ο αναρχισμός τους δεν προέρχεται από μελέτη βιβλίων. Είναι μια αυθόρμητη, ενστικτώδης θέληση για αυτονομία, με πολύ απλά λόγια είναι η αγάπη για ελευθερία. Είναι ακόμα η άρνηση της επίσημης ηθικής και κουλτούρας…

Η μουσική είναι ιδεολογία. Φανταστείτε ότι στο μέλλον, μια εξελιγμένη αστυνομία θα ερευνά τις μουσικές προτιμήσεις, για να μαθαίνει τα πολιτικά φρονήματα. Προτιμάμε μια μουσική όχι επειδή είναι ωραία (όλες είναι «ωραίες») αλλά επειδή μας εκφράζει ιδεολογικά. Και αντίστροφα, η ιδεολογία μας μπορεί να μας εμποδίσει να ακούσουμε ένα είδος μουσικής αισθητικά ανώτερο. Το πανκ δίνει ένα χτυπητό παράδειγμα. Όλοι συμφωνούν ότι από καθαρά μουσική άποψη δε λέει πολλά πράγματα. Πρέπει να πιστεύεις κάποιο βαθύτερο μήνυμα που κρύβει για ν’ αγαπήσεις μια τόσο αδέξια και πρωτόγονη μουσική.

Ένας μεγάλος δεν μπορεί να φανταστεί τι μεγάλες ιδέες κρύβει στην ψυχή του ένα μικρό παιδί. Ο μεγάλος έχει το μυαλό του πίσω, εγώ έχω το μυαλό μου μπροστά. Ξέρω, αν αφήσω το μυαλό μου πίσω, όλη η Ελλάδα θα πάει πίσω. Από μένα εξαρτάται. Οι μεγάλοι μας βλέπουν ντυμένους έτσι και λένε: «Αυτοί θα φτιάξουν την κοινωνία; Με τέτοια ρούχα, τέτοια μαλλιά;» Αλλά εμείς δεν προτείνουμε κάποιο σχέδιο για το πώς πρέπει να είναι η κοινωνία. Απλώς θέλουμε να προβληματίσουμε τους άλλους ότι κάτι δεν πάει καλά.

[Αντί προλόγου: αποσπάσματα από Τα Ροκ Ημερολόγια, το εμβληματικό βιβλίο του Γιώργου Τουρκοβασίλη που εκδόθηκε το 1984 και επανακυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Στο Περιθώριο. Οι Stress θα παίξουν την Τετάρτη 24 Αυγούστου στο Gagarin 205 πριν από τον Jello Biafra.]

Θες να το πιάσουμε από τον περασμένο αιώνα ή τον τωρινό;

Όταν ξεκινούσαμε κανείς μας δεν περίμενε ότι θα υπήρχε η μπάντα τόσα χρόνια μετά. Με τίποτα! Το punk τότε, η όλη φάση όπως τη βιώσαμε, είχε να κάνει με το no future. Το κάνεις και τελείωσε. Μπορεί μετά να μας έφαγε το σύστημα, ξέρω γω και φαντάροι πήγαμε μερικοί, αλλά μας δόθηκε η ευκαιρία να πούμε μερικά πράγματα τότε, το πρώτο μισό της δεκαετίας του 80.

Την εποχή που εμφανιστήκαμε επικρατούσε μια αίσθηση ευημερίας, είχε αρχίσει να κινείται χρήμα, οπότε φαινόμασταν τρελοί με αυτά που λέγαμε. Κοίτα να δεις όμως πως έρχονται τα πράγματα: αυτά που είπαμε τότε, στέκονται σήμερα. Παραμένουν επίκαιρα. Ακόμη κι αν έχουν το στίγμα μιας άλλης εποχής.

Πιτσιρικάδες ήμασταν μωρέ στην αρχή, δεκαεξάρηδες και κατά πρώτο λόγο στήσαμε τους Stress για τη μουσική. Τότε ακούγαμε κυρίως punk, το είχαμε πιάσει σε πραγματικό χρόνο. Θυμάμαι, για παράδειγμα, την κυκλοφορία του London Calling τέλη του 1979. Το πήρα και δε μου άρεσε γιατί δεν ήταν τόσο βρώμικο όσο τα προηγούμενα. Έπρεπε να ωριμάσω για να καταλάβω ότι είναι δισκάρα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Βασικά ξέρεις κάτι; Ένα άλλο θέμα τότε, στα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ, ήταν όλο αυτό το μικροαστικό τοπίο που άρχισε να διαμορφώνεται. Ατομικισμός, ιδιοτέλεια, αδιαφορία: αυτά θέλαμε να χτυπήσουμε. Είναι αυτό που είπε και ο Πανούσης κάποια στιγμή: «μικροαστοί θα σας φάνε τα παιδιά σας».

Ούτε ερωτικά στιχάκια γράψαμε, ούτε τραγούδια για την αγάπη. Παίξαμε πράγματα που μας έκαιγαν εκείνη τη στιγμή. Τις αγωνίες που είχαμε μιας και λόγω ηλικίας ήμασταν σε μεταβατικό στάδιο, γιατί μόλις είχαμε αρχίσει να καταλαβαίνουμε τι πάει να πει «σύστημα» και πως λειτουργεί.

Τα Εξάρχεια σε ό,τι έχει να κάνει με το punk – για να μη μιλήσω για το πολιτικό κομμάτι γιατί είναι γνωστό ότι η σχέση της περιοχής με την πολιτική κρατάει από πολύ πιο παλιά – ξεκίνησαν αμέσως μετά την Πλάκα, με το που έκλεισε εκείνο το κεφάλαιο. Εμείς ως Stress για να σου πω την αλήθεια δεν είχαμε και τόσο στενή σχέση με τα Εξάρχεια. Η φάση μας ήταν στην Αργυρούπολη, εκεί ήταν ο δικάς μας πυρήνας. Βέβαια εδώ στο κέντρο γίνονταν οι περισσότερες εκδηλώσεις που συμμετείχαμε. Αλλά δεν θα έλεγα ότι είμαστε μπάντα των Εξαρχείων.

Φυσικά και σε κοιτούσαν περίεργα αν ήσουν στη «φάση». Σε βλέπανε λίγο «αλλού για αλλού». Δεν λέω ότι χαράξαμε κάποιο δρόμο ή ότι κάναμε κάτι που δεν είχε ξαναγίνει. Όχι, μπήκαμε στο δρόμο που κάποιοι άλλοι είχαν χαράξει πριν από εμάς, οι πάνκηδες της Αγγλίας για παράδειγμα. Με οδηγό όμως την αναζήτηση, τη δίψα να μάθουμε τον κόσμο. Ευτυχώς η πληροφορία είχε αρχίσει να φτάνει και στην Ελλάδα. Είχαν παίξει οι Police, οι Birthday Party, οπότε έπαιρνες μυρωδιά από το σκηνικό που συνέβαινε έξω ρε παιδάκι μου. Καταλάβαινες ότι υπήρχε και κάτι άλλο πέρα από την κλασική εικόνα του ροκά.

Η δικιά μου γενιά μεγάλωσε ουσιαστικά χωρίς τηλεόραση. Οπότε όλη η αναζήτηση έγινε στο δρόμο, μέσα από καλές ή κακές συναναστροφές. Υπήρχαν στέκια που πήγαινες και ήξερες ότι θα βρεις συγκεκριμένο κόσμο, μόνο έτσι μπορούσες να επικοινωνήσεις και να αποκτήσεις παραστάσεις. Τώρα δεν συμβαίνει αυτό. Γιατί όλοι νομίζουν ότι δεν χρειάζεται να συμβεί. Έχουν τις οθόνες τους.

Έχουμε ανοίξει, που λες, μια σελίδα στο facebook, έτσι για να επικοινωνούμε με τον κόσμο, μη νομίζεις ότι τη χρησιμοποιούμε όλη μέρα. Ε λοιπόν μου έχει κάνει τρομερή εντύπωση αυτό που γίνεται εκεί, γιατί παλιά εμείς ήμασταν μια μπάντα με κοινό 30-40-άντε το πολύ 50 άτομα, αυτός ήταν ο κύκλος μας. Και ξαφνικά βλέπω όλο αυτό να παίρνει άλλη διάσταση. Ίσως γιατί ο κόσμος αντλεί κάτι από όλα αυτά.

Είμαστε μια μπάντα που έχει βγάλει ένα δίσκο. Αυτός ο δίσκος αντιπροσωπεύει κάτι συγκεκριμένο. Ο Ήχος της Ανασφάλειας είναι μια στάση ζωής, δεν ξέρω πώς αλλιώς να το πω.

Με τις υπόλοιπες σύγχρονες μας μπάντες υπήρχε συντροφικότητα. Όλοι μαζί παίζαμε. Ήμασταν κάτι σαν κίνημα. Δεν είχε νόημα να παίξει ο καθένας μόνος του κάπου. Υπήρχαν διάφοροι πυρήνες που διοργάνωναν συναυλίες, φεστιβάλ, τέτοια πράγματα, ανάλογα με τις δυνατότητες της εποχής.

Ό,τι κάναμε τότε, κινήθηκε σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο και κόσμο, δεν γνωρίσαμε καμία επιτυχία. Όχι ότι θα τη γνωρίσουμε τώρα δηλαδή… Δεν είμαστε δα και ματαιόδοξοι. Εκείνη η punk σκηνή όμως παραμένει σημείο αναφοράς για αυτούς που ψάχνουν να μάθουν τι συνέβη στα 80s. Γιατί συνέβησαν κι άλλα πράγματα, εκτός από τον Σάκη Μπουλά και τον Γιοκαρίνη. Το ταρακούνημα δεν έγινε από αυτούς αλλά από το punk και το new wave. Άσχετα από το μέγεθος της επιτυχίας.

Από την αρχή μας χαρακτήρισαν ως μια αντιεξουσιαστική μπάντα. Δεν το θέσαμε εμείς έτσι. Εμείς παίζαμε punk rock, μια μουσική αντιδραστική που ρίχνει μπουνιά στο σύστημα. Εντάξει, οι στίχοι μας είναι όντως αντιεξουσιαστικοί…

Οι Stress κάποτε…

Μπορεί να μην αλλάξαμε τον κόσμο, αλλά τουλάχιστον αλλάξαμε ως άνθρωποι μέσα από όλο αυτό το πράγμα. Πιστεύω ότι αυτό είναι κάτι θετικό. Για να αλλάξει ο κόσμος, ξέρεις, πρέπει να αλλάξουμε όλοι.

Κάποιοι από τους παλιοροκάδες μας γουστάρανε. Υπήρχαν κι άλλοι που δεν μας πήγαιναν, που λέγανε «τι να μας πουν τα πιτσιρίκια τώρα». Γιατί πιτσιρίκια ήμασταν. Όπου μαζευόμασταν, άντε να ήταν 25 χρονών ο μεγαλύτερος. Μια φορά είχαμε παίξει με τον Άσιμο σε ένα πανεπιστήμιο και τον θυμάμαι να λέει αφού τελειώσαμε: «εντάξει αφήσαμε να παίξουν τα πιτσιρίκια, τώρα ας παίξουμε λίγη μουσική».

Ο σκοπός της Villa Amalias ήταν να δοθεί ζωή σε ένα παρατημένο κτίριο. Σε όλα τα πράγματα όμως υπάρχει μια αρχή και ένα τέλος. Φυσικά και λυπήθηκα με αυτό που έγινε. Η Villa ήταν το προπύργιο του punk, ήταν ένας χώρος που διαμόρφωσε μια άλλη κατάσταση. Η δική μας φουρνιά, του 80, δεν είχε σχέσεις με καταλήψεις, δεν υπήρχαν κιόλας τότε μεγάλες. Η Villa ξεκίνησε το 90 και αμέσως διαμόρφωσε μιαν άλλη κατάσταση. Έκανε ένα πολύ σαφή διαχωρισμό για το τι είναι εμπορικό και τι δεν είναι. Γενικά είναι πολύ σημαντικό όλο αυτό που έγινε εκεί.

Η μουσική μας έχει να κάνει με το αστικό κέντρο. Έχει τύχει να παίξουμε και στην Ικαρία, αλλά δε μπορώ να πω ότι μου άρεσε. Αυτή την καφρίλα, αυτή τη βρωμιά της πόλης δεν μπορείς να την πας στην παραλία. Καταλαβαίνεις πως το αντιλαμβάνομαι;

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Προσπαθούμε να είμαστε πολύ επιλεκτικοί σε σχέση με το που παίζουμε. Έχουμε κάνει μερικά πράγματα εκτός Αθήνας, αλλά αυτό που έγινε στο Gagarin πριν από δύο χρόνια ήταν πολύ ωραίο. Είναι ένας χώρος φτιαγμένος για να παιχτεί μουσική δυνατά εκεί μέσα. Γενικά δεν κυνηγάμε να παίξουμε. Πρέπει να υπάρχει λόγος. Όπως τώρα με τον Jello Biafra.

Είχα απλώς αναφέρει στον Νίκο Τριανταφυλλίδη ότι θα γουστάραμε να παίξουμε μαζί με τον Jello, ότι νιώθουμε πολύ κοντά του. Αφού πέθανε με πήρε τηλέφωνο η γυναίκα του η Μαρίνα και μου είπε ότι άνοιξε το ημερολόγιό του και ο Νίκος το είχε σημειώσει. Τέτοιος άνθρωπος ήταν.

Εδώ και δυο-τρία χρόνια υπάρχει η σκέψη να ηχογραφήσουμε τα τραγούδια που έχουμε γράψει κατά τη διάρκεια των διάφορων επανασυνδέσεών μας, το 92, το 96, το 98… Κάθε φορά φτιάχναμε ένα-δυο κομμάτια που έχουν ξεμείνει. Τώρα που έχουμε ξαναβρεθεί κι έχουμε ζεσταθεί κάπως, ίσως να είναι ευκαιρία να τα ετοιμάσουμε, να φτιάξουμε ένα βινύλιο να υπάρχει. Αυτό που βλέπω όμως όταν παίζουμε είναι ότι ο κόσμος θέλει να ακούσει τα παλιά. Κι εμείς τα παίζουμε. Είμαστε μια μπάντα από το πουθενά, χωρίς διαφήμιση, χωρίς δισκογραφία, κάπως δεν πρέπει να πούμε ευχαριστώ στον κόσμο που μας στηρίζει;

Δεν θυμάμαι σε ποιο βιβλίο διάβασα το εξής: «στην τέχνη γνωρίζουν επιτυχία οι μέτριοι, τους πολύ καλούς τους τρώνε οι ίντριγκες». Εμείς τι είμαστε άραγε; Μάλλον μέτριοι.

«Το σύστημα θα γίνει η ζωή σου», λέει το ρεφρέν του τραγουδιού μας «Άβουλο Ον». Αυτή είναι η πραγματικότητα. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από το σύστημα, ειδικά αν παντρευτείς και κάνεις παιδιά. Γίνεσαι από θέση συντηρητικός. Αλλά πρέπει να κρατάς και κάτι για τον εαυτό σου. Δεν πρέπει να ξεχάσεις όλες τις αξίες που έχεις πιστέψει.

«Μπορεί να μην αλλάξαμε τον κόσμο, αλλά τουλάχιστον αλλάξαμε ως άνθρωποι μέσα από όλο αυτό το πράγμα. Πιστεύω ότι αυτό είναι κάτι θετικό.»

Είμαι πάνω από 50 κι αρχίζω και καταλαβαίνω ότι ο συμβιβασμός μπορεί και να είναι μια ώριμη πράξη σε ορισμένες περιπτώσεις. Δεν το βλέπω πια τόσο αρνητικά. Το να μη συμβιβάζεσαι με τίποτα μπορεί να είναι κάτι ριζοσπαστικό, αλλά είναι και κάτι πολύ εφηβικό όλο αυτό το «δεν σηκώνω κουβέντα». Μπορείς ακόμη και με τους συμβιβασμούς που κάνεις όταν είσαι πια μεγάλος να δημιουργείς παράλληλα νέες εστίες δημιουργίας, μακριά από τους αναγκαστικούς «φίλους» και τα «πρέπει» που έχεις να αντιμετωπίσεις.

Όλη αυτή η φάση με το punk που ξεκίνησε το 80 είναι σαν μονοπάτι. Όσοι ενδιαφέρονται ακόμη συναντιούνται είτε συχνά είτε όχι, σε κάποια συναυλία, για κανα ποτό, τέτοια πράγματα. Υπάρχουν και άλλοι που ρίξανε μαύρη πέτρα πίσω τους.

Η γενιά μου, όλοι όσοι παίζαμε punk, προερχόμαστε από τεχνικά λύκεια και τέτοια. Δεν είμαστε του πολύ μπλα μπλα ή του γραπτού λόγου, καταλαβαίνεις; 

Μια punk συναυλία είναι σαν λαϊκό δικαστήριο. Ο κόσμος σε κρίνει εκείνη τη στιγμή, μπορεί να φας κανα κουτάκι στο κεφάλι… Οι Stress προφανώς δεν είμαστε υπέρ της βίας, κι ας είναι σκληρός ο ήχος μας. Μερικοί έρχονται στις συναυλίες για να ξεκινήσουν κάτι… Η πλάκα είναι ότι αν γίνει κάποια σύλληψη, εμείς θα παίξουμε μετά για τους συλληφθέντες. Κι αν ξεκινήσει κι εκεί κάποια φασαρία θα παίξουμε για τους επόμενους.

Δεν είμαστε διασκεδαστές. Είμαστε ο λόγος και το έργο μας.

JELLO Biafra & The GSM + the Stress, Τετάρτη 24 Αυγούστου, Gagarin 205. Τιμή εισιτηρίου: 22 ευρώ. Περισσότερες πληροφορίες: gagarin205.gr
Θεοδόσης Μίχος

Ο Θεοδόσης Μίχος γεννήθηκε στον Βόλο το 1979. Ζει στο κέντρο της Αθήνας από το 1998. Εργάζεται ως δημοσιογράφος (είναι συνιδρυτής της Popaganda) και ραδιοφωνικός παραγωγός (καθημερινά 8-10πμ στον Best 92.6). Είναι συγγραφέας των βιβλίων Κράτα το σόου (2016) και Η Αλκμήνη και οι άλλοι (2020).

Share
Published by
Θεοδόσης Μίχος