Οι Shame είναι ακόμα εκείνα τα ρομαντικά τυπάκια από το Νότιο Λονδίνο

Οι κάμερες και τα μικρόφωνά μας ανοίγουν. Η καρδιά μου χτυπάει αρκετά δυνατά, αφού: I’m a huge fan of yours – όπως λέω κατευθείαν στον Eddie Green, κιθαρίστα των Shame, καθώς με καλημερίζει στο zoom interview μας. «Προσπαθούμε να διαχειριστούμε το κρύο εδώ στο Λονδίνο, είναι φρικτό. Ανυπομονούμε να έρθουμε στην Αθήνα και στον ωραίο καιρό σας», είναι μερικά από τα πρώτα λόγια του.

Η πεντάδα από το Νότιο Λονδίνο ήδη θεωρείται μία από τις κορυφαίες νέες μπάντες που ξεπήδησαν από τη Βρετανική σκηνή τα τελευταία χρόνια. Το 2018, το καταπληκτικό ντεμπούτο τους, Songs of Praise, τους τοποθέτησε στην κορυφή ενός συναρπαστικού νέου κύματος από post-punk βρετανικές μπάντες, ανήσυχες και θορυβώδεις. Με επιρροές από τους Mark E. Smith, Fall, Iggy Pop, David Bowie και Jesus and Mary Chain, οι Shame ξεχώρισαν αμέσως, τόσο για τις συνθέσεις τους όσο, κυρίως, για την εκρηκτική σκηνική τους παρουσία.

Με την απίστευτη ενεργητικότητά τους στο stage και με έναν από τους καλύτερους νέους frontmen, τον Charlie Steen, υπόσχονται ένα show χωρίς ανάσα. Λίγο πριν αυτό ξεδιπλωθεί μπροστά στα μάτια μας, την Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου στο Fuzz Club, μιλήσαμε με τον Eddie για τη σπουδαιότητα της ψυχικής υγείας, για το ποια είναι η σχέση τους με τη δημοσιότητα, αλλά και για τη διαφωνία τους με όσους θεωρούν τον όρο post-punk περιττό – έως και χαζό.

Πώς κυλάει η ζωή για τους Shame, Eddie;  Διανύουμε μια πολύ καλή περίοδο ως συγκρότημα. Επανέρχεται σταδιακά η κανονικότητα στη μουσική βιομηχανία έπειτα από δύο πολύ δύσκολα χρόνια. Δεν έχουμε παράπονο. Είναι πολύ ωραία να επιστρέφουμε στο δρόμο και στις ηχογραφήσεις. Ο τελευταίος μας δίσκος κυκλοφόρησε περίπου στα μισά της πανδημία και δεν είχαμε την ευκαιρία να τουράρουμε και να τον μοιραστούμε με τους fans μας. Τολμώ να πω πως τώρα είμαστε καλύτερα από ποτέ. 

Τι έχει αλλάξει για εσάς από την περίοδο που ήσασταν ακόμη ένα school band μέχρι σήμερα;  Πλέον λαμβάνουμε πιο σοβαρά αυτό που κάνουμε. Φυσικά, οι υποχρεώσεις έχουν αυξηθεί και λόγω της παρουσίας μας σε ένα agent υπάρχει μεγαλύτερη ευθύνη, όμως προσπαθούμε να το απολαύσουμε όσο περισσότερο μπορούμε. Όταν ήμασταν ακόμη έφηβοι μας ενδιέφερε απλά να διασκεδάζουμε παίζοντας μουσική. Πλέον συμμεριζόμαστε το κομμάτι των υποχρεώσεων, τους ανθρώπους που θα πληρώσουν ένα εισιτήριο για να δουν ένα καλό show. Υπάρχει ακόμη όμως πολύς ρομαντισμός σε αυτό που κάνουμε! Αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος για τον οποίο κάνουμε αυτή τη δουλειά. Και πράγματι, τώρα πρόκειται για μία πραγματική δουλειά!

Στην Ελλάδα το να ζήσει ένα συγκρότημα από τη μουσική είναι πολύ δυσκολότερο, όμως κι εδώ δεν είναι ιδιαίτερα εύκολα τα πράγματα. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες οι συνθήκες, οι υποδομές και οι απολαβές είναι πολύ καλύτερες για τους μουσικούς του ήχου μας. Παράλληλα, υπάρχει και οικονομική ενίσχυση από τις κυβερνήσεις αρκετών χωρών. Αυτό στη Βρετανία δεν συμβαίνει.

Ποια είναι η πιο συναισθηματικά φορτισμένη στιγμή σας έως τώρα και ποιος ο χειρότερος τσακωμός σας;  Όταν κυκλοφορήσαμε το Drunk Tank Pink, βιώσαμε μία έντονη συναισθηματικά στιγμή. Ήταν μία πολύ μεγάλη στιγμή για μας. Το καλό είναι πως δεν παίρνουμε στα σοβαρά ο ένας τον άλλον, ώστε να φτάσουμε στο σημείο να τσακωθούμε. Συνήθως όταν κάποιος από εμάς θυμώνει για κάτι, χαριτολογούμε και πάντοτε τα βρίσκουμε. Είμαστε φίλοι περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Δεν έχουμε ιδιαίτερα μεγάλες διαφωνίες. Εάν μπορούσα όμως να ονοματίσω μία έντονη στιγμή, αυτή θα ήταν κατά τη διάρκεια που διαλέγαμε ποια κομμάτια θα μπουν στο album.

Πώς αποφασίσατε να αναζητήσετε δημιουργικό καταφύγιο σε ένα θορυβώδες και μικρό διαμέρισμα την περίοδο της κυκλοφορίας του Drunk Tank Pink;  Αρχικά περάσαμε αρκετό χρόνο σε μια σοφίτα στο Λονδίνο, όπου βρισκόμασταν κάθε μέρα όλοι μαζί, για 5 με 6 μήνες το 2019. Ύστερα, αποφασίσαμε να πάμε στη Σκωτία επειδή χρειαζόμασταν μεγαλύτερο χώρο. Ήταν μία μεγάλη μετάβαση. Από το Λονδίνο όπου ζούσαμε και δουλεύαμε, παρόλο που είχαμε εκεί όλα τα θεμέλια και τον απαραίτητο εξοπλισμό, βρεθήκαμε σε ένα περιβάλλον με μεγαλύτερο χώρο. Ήταν δύο πολύ διαφορετικές στιγμές στη δημιουργία αυτού του άλμπουμ.

Τι εντυπώσεις σας έχει αφήσει η συνεργασία σας με τον James Ford (παραγωγό των Arctic Monkeys) στο Παρίσι;  Ήταν μία υπέροχη εμπειρία. Ό,τι ακριβώς θέλαμε να κάνουμε σε αυτό το άλμπουμ και ό,τι διαφορετικό θέλαμε να δοκιμάσουμε, κατάφερε να το υλοποιήσει. Ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός του ήταν εντυπωσιακός. Μας βοήθησε πολύ να εξοικειωθούμε με αυτόν. Υπήρχαν πράγματα που δεν είχαμε δει ποτέ ξανά στη ζωή μας. Μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση μία παλιά οθόνη τηλεόρασης, που είχε ένα στυλό με το οποίο μπορούσες να σχεδιάσεις σε αυτήν και να δημιουργήσεις ένα synth noise. Ήταν πολύ σημαντική αυτή η εξέλιξη για ‘μας. Ο James μας σύστησε σε έναν εντελώς νέο κόσμο. Επί ένα μήνα έγινε κι εκείνος μέλος της μπάντας.

Ο τελευταίος σας δίσκος, είναι ιδιαίτερα ενδοσκοπικός και εσωστρεφής. Ο ταραχώδης και υψηλής ενέργειας ήχος σας, συναντά στίχους γεμάτους αβεβαιότητα, εσωτερική αναζήτηση και μοναχικότητα. Μίλησέ μου γι’ αυτή την ενδιαφέρουσα αντίφαση.  Πολλοί από τους στίχους μας στο άλμπουμ αποτύπωσαν το συναίσθημα του να βρίσκεσαι σε απόσταση έπειτα από μία περίοδο έντονου touring. Παράλληλα, αναδεικνύουν τη δυσκολία της επαναφοράς στην καθημερινότητα. Είναι πολύ διαφορετικό να βρίσκεσαι στην πόλη σου, στο σπίτι σου, από το να είσαι στο δρόμο και να περιοδεύεις. Παρόλο που το άλμπουμ άρχισε να γράφεται πριν το ξέσπασμα της πανδημίας και αποτυπώνει το προσωπικό μας βίωμα μετά το τέλος του τουρ, πολύς κόσμος νόμισε ότι γράφτηκε εντός του lockdown, για να περιγράψει την κοινωνική απομόνωση.

Πώς ήταν η καθημερινότητά σας τα τελευταία δύο χρόνια, χωρίς αγκαλιές, ανοιχτές pubs και tours που φτάνουν μέχρι την Αμερική;  Ήταν πολύ άσχημη αυτή η περίοδος. Ένα πραγματικό σοκ για το σύστημα. Κατά τους πρώτους τρεις μήνες δεν βλέπαμε ο ένας τον άλλον. Ήταν τρελό να βρισκόμαστε σε ένα σπίτι και να μην μπορούμε να κάνουμε σχεδόν τίποτα. Επιτρεπόταν να βγούμε έξω μόνο μια φορά τη μέρα, για να πάρουμε φαγητό ή να ασκηθούμε. Όταν είδαμε ξανά ο ένας τον άλλον, το συναίσθημα ήταν πολύ έντονο. Είχαμε συνηθίσει τόσο στο τουρ, όσο και κατά τη δημιουργία του άλμπουμ να είμαστε κάθε μέρα μαζί. Η καθημερινότητα έγινε πολύ μονότονη και εύχομαι να συμβεί ποτέ ξανά κάτι τέτοιο.

Κατά τη διάρκεια ενός tour σας, ο Steen, υπέστη μια σειρά από κρίσεις πανικού στη Γερμανία, ενώ ο Coyle-Smith έχει δηλώσει πως ένιωθε πολύ αγοραφοβικός. Πιο συγκεκριμένα, έχετε μιλήσει ανοιχτά για το πώς η περιοδεία σας είχε επηρεάσει ψυχολογικά και ιδιαίτερα το γεγονός ότι ανεξαρτήτως του πόσο εξουθενωμένοι μπορεί να είστε, καλείστε να ανεβείτε στη σκηνή σαν «μαϊμούδες». Είναι ακόμη εμφανές και στα τραγούδια σας (Alphabet, Born In Luton) ότι η ψυχική υγεία μετράει για εσάς.  Εκείνη την περίοδο υπήρχε αρκετή πίεση και εγρήγορση. Ξεκινήσαμε με πολύ ενθουσιασμό, καθώς μόλις είχαμε κυκλοφορήσει το ντεμπούτο μας και τίποτα δεν μπορούσε να μας κρατήσει στο σπίτι μας. Ήμασταν υπερ-δραστήριοι. Περιοδεύσαμε στην Αμερική, την Αυστραλία, την Ευρώπη, την Ασία, παντού! Θέλαμε πολύ να το κάνουμε. Στην πορεία όμως συνειδητοποιήσαμε ότι οι ρυθμοί ήταν τρελοί και έντονοι. Πήραμε στους ώμους μας πολλή δουλειά και ακόμη και όταν μας ρωτούσε το team μας εάν είναι εντάξει για ‘μας οι ρυθμοί, λέγαμε πως είναι φανταστικοί. Πάθαμε λοιπόν ένα burn-out το οποίο μας χτύπησε όλους με διαφορετικό τρόπο. Είναι σημαντική η εμπειρία που αποκτήσαμε, γιατί μας έμαθε ποια είναι τα όριά μας. Το lifestyle είναι αφύσικο πολλές φορές. Χαιρόμαστε πολύ όμως που ζήσαμε κάτι τέτοιο σε νεαρή ηλικία και τώρα ξέρουμε να βάζουμε όρια. 

Είναι σημαντικό για μας να παρέχουμε ευαισθητοποίηση στο κομμάτι της ψυχικής υγείας μέσα από την τέχνη μας. Οτιδήποτε εκτίθεται μέσω της μουσικής, μπορεί να συνδεθεί με το βίωμα κάποιου άλλου ανθρώπου. Μας αρέσει να βγάζουμε προς τα έξω την ευαλωτότητά μας, δεν ντρεπόμαστε. Επίσης, η έκθεση αυτή, μέσω της μουσικής γίνεται με έναν έμμεσο και συχνά μεταφορικό τρόπο, πράγμα το οποίο μας κάνει να νιώθουμε πιο άνετα. Μας δίνει ένα αίσθημα ασφάλειας.

Νιώθω ότι είστε οι τύποι που δεν κυνηγούν καθόλου τη δημοσιότητα. Πως είστε πολύ αυθόρμητοι και αυθεντικοί για να απολαύσετε κάτι τέτοιο. Πώς τα βγάζετε πέρα μέσα στον κόσμο των συνεντεύξεων και του promotion;  Το κομμάτι της δημοσιότητας είναι αρκετά περίεργο για μας, όμως είναι μέρος της δουλειάς μας. Όταν υπάρχει πίσω από εσένα μια ομάδα και μια δισκογραφική, είναι απαραίτητο να εξοικειωθείς και με αυτό. Όταν πρωτοξεκινήσαμε ως συγκρότημα δεν είχαμε καν φανταστεί ότι θα πουλάμε δίσκους. Συνειδητοποιήσαμε στην πορεία πως για να διατηρήσεις μια καριέρα, είναι απαραίτητο να πουλάς πράγματα! Καταλαβαίνω γιατί πρέπει να συμβαίνει και αυτό. Είναι μέρος της βιομηχανίας. Κάποιοι άνθρωποι το λατρεύουν, για εμάς είναι απλά μέρος της δουλειάς.

Το καλοκαίρι του 2019 μας προσφέρατε μία δυνατή συναυλιακή εμπειρία στο Release Festival, κάτω από τον καυτό ήλιο. Ακόμη θυμόμαστε το νερό που μας πετάξατε για να δροσιστούμε. Τι να περιμένουμε αυτή τη φορά από το χειμερινό σας show στην Αθήνα;  Αυτή τη φορά έχουμε επενδύσει περισσότερο στο stage production και έχουμε δώσει περισσότερη ένταση στον ήχο μας. Προτού ξεκινήσουμε το τουρ μας είχαμε κάνει αρκετές πρόβες για το stage production, προσαρμοσμένες σε κάθε show μας. Θα είναι πιο tight και συμπαγής ο ήχος αυτή τη φορά. Το τουρ ήταν εκπληκτικό. Δεν θύμιζε τις περιοδείες της προ covid εποχής, όμως ήταν μια μοναδική εμπειρία. Ο κόσμος είναι ακόμη λίγο μουδιασμένος λόγω του covid. Επίσης, αφότου έρθουμε για παράδειγμα στην Ελλάδα, θα πρέπει επιστρέφοντας στη Βρετανία να κάνουμε υποχρεωτική καραντίνα.

Μιλώντας με διάφορα συγκροτήματα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που βρίσκουν τον όρο post-punk περιττό, έως και ηλίθιο. Τον βλέπουν περισσότερο ως μια τάση της εποχής, που προσπαθεί να περιγράψει με έναν γενικευμένο τρόπο την έκρηξη των κιθαριστικών συγκροτημάτων. Ποια η γνώμη σας;  Δεν είχα ποτέ πρόβλημα με τον όρο post-punk. Δεν μου φαίνεται ένας μη σχετικός όρος για να περιγράψει κανείς ένα μουσικό είδος. Γνωρίζω ότι αρκετά γκρουπ ζορίζονται με το να τους αποκαλούν post-punk (δεν θα τα ονοματίσω), όμως προσωπικά δεν το πιάνω. Προφανώς καταλαβαίνω το να σε ενοχλεί να σου προσδίδουν λανθασμένο χαρακτηρισμό, όμως μιλώντας γενικά, νιώθω ότι είναι ένας πολύ εύστοχος όρος. Ίσως όποιος έχει πρόβλημα μαζί του, να θεωρεί πως κάνοντας κάτι πιο διαφορετικό και εμπνευστικό, δεν είσαι punk ή rock. Ειλικρινά δεν ξέρω. Είμαστε εδώ για τη μουσική, όχι για τις ταμπέλες.

Και τι να περιμένουμε στη συνέχεια από εσάς παιδιά;  Το show μας στην Αθήνα θα είναι η τελευταία μας στάση γι’ αυτή τη χρονιά. Θα βρεθούμε πρώτα στη Ρωσία και έπειτα στην Αθήνα. Από εκεί και πέρα, έχει έρθει η ώρα ν’ αρχίσουμε να σκεφτόμαστε ιδέες για το τρίτο μας άλμπουμ και για της ηχογραφήσεις του.

Οι Shame θα βρεθούν στο Fuzz Club, στις 17 Δεκεμβρίου.
Περισσότερες πληροφορίες για το event εδώ
Λουίζα Σολομών-Πάντα