Είναι τελικά η indie pop το πιο γλυκό αντίδοτο;

Φωτογραφία: Πηνελόπη Γερασίμου

Με τον τέταρτο δίσκο του, High Times, να έχει συμπληρώσει λίγους μήνες ζωής «εκεί έξω», ο Monsieur Minimal (οι φίλοι του τον φωνάζουν Χρήστο Τσιτρούδη) δεν μπορεί να κρύψει τον ενθουσιασμό του, σε πείσμα των ζόρικων καιρών. Στην Popaganda μίλησε για όσα τον εμπνέουν αρκετά ώστε να μη θέλει να εγκαταλείψει ποτέ. 

Από το 2008 και την πρώτη σου επίσημη κυκλοφορία μέχρι το 2015 και το ολοκαίνουργιο High Times μεσολάβησαν 8 χρόνια. Πόσα άλλαξαν στη διαδρομή; Η διαδρομή προς τη δημιουργία και την διαφορετικότητα θέλω να πιστεύω πως εξελίσσεται προς το καλύτερο. Από το Lollipop μέχρι το High Times έχουν αλλάξει πολλά. Εγώ, η πόλη που έμενα, οι άνθρωποι που συναναστρεφόμουν, η ίδια η μουσική και φυσικά μια ολόκληρη παγκόσμια πραγματικότητα. Προσωπικά οι μουσικές επιρροές μου εμπλουτίστηκαν ακόμα περισσότερο και αυτή είναι η φιλοδοξία μου. Το πρώτο album είναι πάντα γεμάτο από ενθουσιασμό. Με κάθε επόμενη δουλειά, όμως, ο καλλιτέχνης οφείλει να εξελίσσεται, να ωριμάσει χωρίς να γεράσει και να δώσει στο κοινό του διαφορετικές πτυχές του εαυτού του.

Πότε ξεκίνησες να γράφεις τραγούδια; Και συνεχίζουν να σε εμπνέουν τα ίδια πράγματα μετά από τόσα χρόνια; Μεγάλωσα στα Γιαννιτσά και τα πρώτα μουσικά μου βήματα άρχισαν όταν φτιάξαμε με μια παρέα φίλων μια grunge μπάντα. Τοτε πιστεύαμε πως θα γίνουμε οι νέοι Nirvana. Μεγαλώνοντας εγκαταλείψαμε αυτό το εφηβικό όνειρο. Περιπλανήθηκα σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας για σπουδές και δουλειά. Κάποια στιγμή βρέθηκα στην Ικαρία για ενάμιση χρόνο περίπου να σκαλίζω όλη μέρα κι όλη νύχτα έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή και να αποτυπώνω μουσικές ανησυχίες. Στη συνέχεια επέστρεψα στο αυτοσχέδιο υπόγειο στούντιο στα Γιαννιτσά, όπου συνέχισα να κάνω το ίδιο και παράλληλα κάποιες δουλειές για βιοποριστικούς λόγους. Και κάπου εκεί, το 2006, αποφάσισα να μετακομίσω στη Θεσσαλονίκη και να πιστοποιήσω τις γνώσεις μου σπουδάζοντας μουσική παράγωγη, για να προσπαθήσω με περισσότερες αξιώσεις να κυνηγήσω τα μουσικά μου όνειρα. Κύρια έμπνευση μου παραμένει η ίδια η μουσική και συνεχίζει να με εμπνέει κάθε τι, είτε στις τέχνες, είτε στην καθημερινή ζωή, που μπορεί να είναι αυθεντικό, καλαίσθητο και πηγάζει από την ψυχή.

Φωτογραφία: Άννα Καρμίρη

Ποια ακούσματα σε επηρέασαν περισσότερο όταν άρχισες να γράφεις; Ήθελα να παρουσιάσω μια απενεχοποιημενη και καλαίσθητη indie pop μουσική η οποία δεν θα ήταν μονό για 100 αυτιά αλλά ίσως και για περισσότερα. Τα ακούσματα που με επηρέασαν σε αυτό το πρωταρχικό εγχείρημα ήταν οι Belle and Sebastian, ο Μοby, ο Jens Lekman σε συνδυασμό με όλα τα παλιότερα των 80’s και 90’s που κουβαλούσα μέχρι τότε.

Πόσο δύσκολο είναι τελικά για κάποιον νέο καλλιτέχνη να βιοποριστεί από τη μουσική του; Τη συγκεκριμένη περίοδο, πολύ δύσκολο. Ειδικά αν δεν θέλεις να κάνεις εκπτώσεις σε αυτό που αγαπάς.

Τα τελευταία έξι χρόνια ζεις στην Αθήνα και η τύχη σε έφερε εδώ στο ξεκίνημα της κρίσης. Τι διαφορές βλέπεις στην πρωτεύουσα σε σχέση με τη Θεσσαλονίκη όπου ζούσες στο παρελθόν; Πόσο σε εμπνέει και προς ποια κατεύθυνση η πόλη; Δυστυχώς δεν πρόλαβα τα όμορφα χρόνια της Αθήνας και αυτό έχει ως αποτέλεσμα ακόμη και σήμερα να νιώθω ότι δεν έχω ενσωματωθεί απόλυτα στην πόλη. Οι διαφορές Αθήνας-Θεσσαλονίκης ως προς την ποιότητα ζωής, όπως επίσης και στο θέμα τον επιλογών είναι τεράστιες. Κάπου χάνεις και κάπου κερδίζεις. Έτσι είναι η ζωή. Οι εικόνες πάντως εδώ αλλάζουν συνέχεια και αυτό δεν μπορεί να μην έχει επίδραση στην έμπνευση μου.

Θα μπορούσες να μείνεις πιστός στο μουσικό ύφος σου χρησιμοποιώντας όμως στο μέλλον μόνο ελληνικούς στίχους; Για εμένα ο στίχος δεν είναι ταμπού, είναι ένα επιπλέον synthesizer το οποίο κουρδίζω κάθε φορά όπως μου φαίνεται καλύτερα. Το γεγονός ότι επιμένω περισσότερο στον αγγλικό είναι λόγω των ακουσμάτων μου. Θα το ξανακάνω μόνον αν μου προκύψει αυθόρμητα, όπως συνέβη με το Πάστα Φλώρα.

Πες μου δυο-τρία πράγματα για το «Never Give it Up», το πρώτο single του νέου σου άλμπουμ. Είναι από τα τραγούδια που εμπνεύστηκα μέσα στα τελευταία 5-6 χρόνια ζωής στην παρακμάζουσα πρωτεύουσα της Ελλάδας. Το μήνυμα του τραγουδιού είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, η διαφορετικότητα του και το δικαίωμα του για αξιοπρέπεια, ελευθερία, ισονομία σε αυτό τον κόσμο ανεξαρτήτως χρώματος, χώρας προέλευσης και οικονομικής τάξης.

Μετά το High Times, ποιος είναι ο επόμενος στόχος; Δεν υπάρχει ακόμη. Θέλω να ζήσω αυτό που έχω κάνει στο High Times, να το τρέξω, να το προωθήσω και να το αναδείξω όσο μπορώ τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας.

Εν τέλει, γιατί «Monsieur Minimal»; Ήθελα να μεταφέρω την φιλοσοφία μου ως άνθρωπος και να την αποτυπώσω πάνω στην μουσική μου με ένα καλαίσθητο και εύηχο ψευδώνυμο. Κύριος και Απλός.


Το High Times κυκλοφορεί από τη Mo.Mi. Records. Περισσότερες πληροφορίες: monsieurminimal.com
POPAGANDA

Share
Published by
POPAGANDA