ΣΙΝΕΜΑ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Άγγελε και Νικήτα, πού πήγε η «Δηκεοσίνη» για την πενθούσα οικογένεια Σαμπάνη;

«Αναρωτιέμαι γιατί η σιωπή είναι ο ήχος της υποκείμενης οργής μας, της συσσωρευμένης θλίψης μας», γράφει η Jesmyn Ward στο βιβλίο της “Men We Reaped: A Memoir”. Αυτήν την υπόκωφη σιωπή επεδίωξαν να σπάσουν οι Άγγελος Μπαράι και Νικήτας Σιφονιός, όταν αποφάσισαν να δημιουργήσουν το ντοκιμαντέρ μικρού μήκους «Δηκεοσίνη»

Έχουν περάσει σχεδόν δύο χρόνια από την κρατική δολοφονία του Νίκου Σαμπάνη, στις 22 Οκτωβρίου 2021, οπότε και ο 18χρονος έπεσε νεκρός από 36 σφαίρες αστυνομικών της ομάδας ΔΙΑΣ. Τα αναπάντητα ερωτήματα είναι πολλά και η οργή ξεχειλίζει για την οικογένεια Σαμπάνη και την κοινωνία των πολιτών. Η καταδίωξη ενός λευκού Hyundai Accent από την ομάδα ΔΙΑΣ, παρότι είχαν εντολές να σταματήσουν, κατέληξε τραγικά, επειδή μέσα στο όχημα ήταν νεαροί Ρομά. Πώς διαχειρίζεται η οικογένεια αυτήν την τεράστια απώλεια και πώς νιώθει για την εγκληματική αργοπορία (άρα άρνηση) απόδοσης δικαιοσύνης; 

Το φιλμ ντοκουμέντου φέρει ως τίτλο του τη λέξη που χαράχτηκε στο συλλογικό ασυνείδητο για κάθε περίπτωση ολιγωρίας (και συστημικού ρατσισμού) των δικαστικών αρχών, κατά των Ρομά: «Δηκεοσίνη». Έτσι, επαναφέρει την υπόθεση Σαμπάνη στο προσκήνιο. Το χρονικό της υπόθεσης στο παρακάτω βίντεο που έφτιαξε η HumanRights360: 

Οι δύο δημιουργοί καλύπτουν φωτογραφικά κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις και δρώμενα που λαμβάνουν χώρα στο κέντρο της Αθήνας, αλλά και στο εξωτερικό. Ο Άγγελος κι ο Νικήτας έχουν συμμετάσχει σε αποστολές στην Πολωνία για να καλύψουν το προσφυγικό στα σύνορα με την Ουκρανία, καθώς και στην Τουρκία, όταν έγινε ο καταστροφικός σεισμός. Όταν ο Νικήτας σπούδαζε στο Μεσολόγγι, παρατήρησε ότι εκεί είχε μεγάλη κοινότητα Ρομά και πολλούς καταυλισμούς. «Οι ντόπιοι ήταν πολύ προκατειλημμένοι απέναντί τους, παρότι αποτελούν μεγάλο κομμάτι της ιστορίας του Μεσολογγίου. Υπήρχαν ως μουσικοί από τον 17ο αιώνα», είπε ο Νικήτας Σιφονιός στην Popaganda. «Έτσι, αποφάσισα να δω από κοντά πώς βιώνει η κοινότητα των Ρομά την στάση των ντόπιων και για ενάμιση χρόνο έκανα ένα φωτογραφικό πρότζεκτ, το Μπαλαμός. Πήγαινα σε καταυλισμούς στην Αιτωλοακαρνανία και κάπως έτσι απέκτησα μια ιδέα της κουλτούρας και της προσέγγισής τους, καταρρίπτοντας και πολλά στερεότυπα που είχα στο μυαλό μου. Μπήκα για λίγο και στη θέση τους, καθώς η κοινωνία σε στιγματίζει ακόμη κι αν δει ότι κάνεις παρέα με Ρομά».

Ως αφορμή για το ντοκιμαντέρ στάθηκε άλλη μια στυγερή δολοφονία Ρομά. Ο Κώστας Φραγκούλης, ένας 16χρονος Ρομά, ήταν το δεύτερο θύμα κρατικής δολοφονίας, μέσα σε ένα χρόνο από την δολοφονία Σαμπάνη από χέρια αστυνομικών. «Πρώτα, έχει γίνει η δολοφονία του Σαμπάνη το ‘21. Απλά, μετά την δολοφονία του Φραγκούλη, νιώθαμε μια επιπλέον ανησυχία και αγανάκτηση. Γιατί γίνεται όλο αυτό; Ξεκινήσαμε να συζητάμε για το τι μπορούσαμε να κάνουμε. Ήταν το δεύτερο περιστατικό μέσα σε ένα χρόνο», συνέχισε ο Άγγελος Μπαράι. «Στην ουσία θέλαμε να δείξουμε πώς μπορεί να νιώθουν αυτές οι οικογένειες και πώς βιώνουν το πένθος και δεν θέλαμε να το περάσουμε στο ντούκου. Θέλαμε να δείξουμε ότι υπάρχει αυτή η διάσταση, να μην αποσιωπηθεί και κρυφτεί κάτω από το χαλί και περάσει ο χρόνος. Θέλαμε να κάνουμε κάτι που να υπάρχει στο χρόνο και να βλέπουν κι άλλοι άνθρωποι τι έχει συμβεί».

Στιγμιότυπο από το ντοκιμαντέρ «Δηκεοσίνη».

Όταν οι δύο δημιουργοί πήραν τηλέφωνο την οικογένεια Σαμπάνη, κατευθείαν άκουσαν το ναι και η οικογένεια τους υποδέχτηκε πολύ ανοιχτά. Πήγαν αρκετές φορές στον καταυλισμό. «Την πρώτη φορά, κάναμε τη συνέντευξη με τον πατέρα κι όσες φορές πηγαίναμε και τραβάγαμε, βλέπαμε πως όλα γινόντουσαν με έναν τρόπο που σχετίζονταν με το πένθος και τον θάνατο του Νίκου», δήλωσε ο Άγγελος. «Καταλάβαμε ότι το πιο σημαντικό κομμάτι ήταν να παρατηρήσουμε το πώς πενθούν και να δώσουμε σε εκείνους τη φωνή να μιλήσουν για το πένθος τους. Πηγαίναμε εκεί περίπου ένα χρόνο. Πήγαμε στο νεκροταφείο, στο μνημόσυνο, όταν καθάριζαν τον τάφο και του πήγανε τα αγαπημένα του αντικείμενα. Έχουν και τα ήθη να βάζουν μουσική και κάθονται και μοιρολογούν. Γενικά, οι Ρομά στολίζουν πάρα πολύ τους τάφους, τους βλέπουν σαν το τελευταίο σπίτι τους και το γεμίζουν. Παράλληλα, η μουσική για εκείνους είναι πολύ σημαντικό κομμάτι στο πώς θέλουν να εκφράζουν τα συναισθήματά τους, το οποίο εμείς μπορεί από τη δική μας πλευρά να το κρίνουμε πολλές φορές. Λέμε “στην κηδεία του παιδιού τους παίζουν μουσική;”, αλλά με αυτόν τον τρόπο εκφράζουν την λύπη τους, τον πόνο τους, την ελπίδα τους».

Ο Νικήτας θυμάται τον πατέρα να του λέει ότι πίσω από όλα αυτά, αυτός ξυπνάει κάθε πρωί και κλαίει. «Βλέπει τις φωτογραφίες που έχει από τον Νίκο και συγκινείται κάθε πρωί. Ξέρει ότι δεν είναι εκεί το παιδί του, αλλά βλέπει τις φωτογραφίες κάθε πρωί και τον πιάνει. Δεν μπορεί ο άλλος να καταλάβει τι περνάει».

Οι δύο δημιουργοί ξεχωρίζουν τη στιγμή που κάθισαν μαζί με την οικογένεια, σε ένα πένθιμο τραπέζι, για να θυμηθούν τον νεκρό. «Είχαν στολίσει τραπέζια, είχαν μαγειρέψει, έξω έβρεχε και ο Γιάννης, ο μπαμπάς του Νίκου μας είπε να καθίσουμε δίπλα του στο τραπέζι. Ήταν χαρά του που ήμασταν εκεί. Καθίσαμε δίπλα του και τρώγαμε μαζί. Υπήρξε μια στιγμή που έβαλαν μουσική και ξεκίνησε το μοιρολόι», είπε ο Άγγελος.

Όσο για την μορφή του πατέρα, Γιάννη Σαμπάνη, ο Άγγελος σημείωσε:

«Είναι πολύ δυνατός άνθρωπος και συνειδητοποιημένος. Περισσότερο απ’ όλα, ζητάει να αποδοθεί δικαιοσύνη στον Νίκο και να τιμωρηθούν οι ένοχοι. Τον νοιάζουν πολύ τα παιδιά του Νίκου, δηλαδή τα εγγόνια του. Για αυτό και ψάχνει τρόπους για να ζήσουν τα παιδιά καλύτερα. Γιατί είναι μια οικογένεια φτωχή. Υπάρχει βέβαια το σημείο στο ντοκιμαντέρ που εξηγεί  τη μέρα που του έφεραν το παιδί του στη νεκροφόρα και δεν μπορούσε ο άνθρωπος που είχε το αμάξι  να ανέβει πάνω στο σπίτι. Πήρε μόνος του ο πατέρας χώμα και λάσπη  για να καλύψει τις λακκούβες. Δεν το βάζουν κάτω όμως. Έχουν τόσο μεγάλη  όρεξη για ζωή, να κάνουν πράγματα, να γελάσουν, να πουν κουβέντες».

«Θέλαμε να μιλήσουμε και για τις συνθήκες, για το πώς ζουν αυτοί οι άνθρωποι σε αυτόν τον καταυλισμό. Γιατί κανένας δεν θέλει να ζει σε αυτήν τη συνθήκη. Αλλά ποιος ευθύνεται για αυτό; Έχω ακούσει πάρα πολλές φορές να λένε “οι Ρομά δεν θέλουν να ενσωματωθούν”, γιατί έχουμε μάθει με αυτόν τον τρόπο. Οι Ρομά δεν θέλουν να πάνε σχολείο, γιατί οι γονείς τους… Κανένας δεν θέλει το παιδί του να μην πηγαίνει σχολείο. Κανένας δεν θέλει να ζει μες στη λάσπη. Κανένας δεν θέλει να ζει με αυτόν τον τρόπο. Αλλά η κοινωνία δεν τους αποδέχεται όπως είναι. Δεν τους ενσωματώνει και δεν τους δίνει χώρο ούτε να  καλλιεργηθούν, ούτε να μορφωθούν, ούτε να δουλέψουν. Καλύτερα να δουλέψουμε σοβαρά και να κάνουμε κάτι γι’ αυτό».

Σε μία από τις σκηνές του ντοκιμαντέρ, βλέπουμε ένα από τα παιδιά του Νίκου Σαμπάνη να φωνάζει «Δικαιοσύνη», ενώ τρέχει γύρω-γύρω. «Μας ενδιαφέρει αυτό το παιδί και πως αύριο που θα μεγαλώσει θα αντιλαμβάνεται αυτήν την δικαιοσύνη. Και αν θα την λάβει την δικαιοσύνη ο πατέρας του».

Πώς είδαν οι δύο φωτογράφοι να αντιμετωπίζεται η δολοφονία Σαμπάνη από τα media; «Είχε στηθεί πολλή προπαγάνδα. Άκουγες τα πάντα, από το ότι είχαν κλέψει το αυτοκίνητο, ότι πυροβολούσαν οι Ρομά κ.ά.. Υπήρχε έντονη παραπληροφόρηση. Στην πραγματικότητα η αστυνομία είχε διαταγές να σταματήσει την καταδίωξη και δεν το έκανε. Αντιθέτως, πυροβολούσε σε μια γειτονιά του Περάματος που έχει παντού σπίτια. Αν υπήρχε άλλος πολίτης, μπορούσε να έχει πεθάνει εκεί και τότε θα μιλούσαμε για διαφορετική εξέλιξη. Μάλιστα, όταν βγήκαν οι αστυνομικοί από το δικαστήριο, τους φωνάζαν “ήρωες”», υπογράμμισε ο Άγγελος.

Κατά πόσο ο ρατσισμός είναι θεσμικός, συστημικός και μέρος του συστήματος; «Ο ρατσισμός είναι βαθιά ριζωμένος στην κοινωνία. Γενικά στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλη προκατάληψη απέναντι στους μετανάστες και στο διαφορετικό.  Είμαστε πολύ πίσω σε αυτά τα θέματα και κάθε φορά που υπάρχει δεξιά κυβέρνηση,  υπάρχει μεγαλύτερη συγκάλυψη», σχολίασε ο Νικήτας.

«Προέρχομαι από μεταναστευτική οικογένεια και ξέρω πολλές ιστορίες που σχετίζονται με την αστυνομία και τον πατέρα μου. Ο πατέρας μου πέρασε τα σύνορα από την Αλβανία στην Ελλάδα και έμεινε και δούλεψε σε πολλά μέρη της χώρας. Οι αστυνομικοί σήμερα λειτουργούν σε έναν βαθμό, όπως έκαναν παλιότερα με τους Αλβανούς την δεκαετία του 1990. Πολλά πράγματα από αυτά που βλέπουμε τώρα, συνέβαιναν και τότε, απλά τότε δεν υπήρχαν τα κινητά. Δεν υπήρχε φωνή για να μιλήσουν για όλα αυτά», ανέφερε ο Άγγελος.

Η ταινία των Μπαράι και Σιφονιού «Δηκεοσίνη» θα φιλοξενηθεί στο φετινό Φεστιβάλ Δράμας, στην κατηγορία του Εθνικού Σπουδαστικού, εκτός του διαγωνιστικού πλαισίου, ενώ οι δυο τους φιλοδοξούν να δημιουργήσουν και μία μεγάλου μήκους ταινία, όπου θα συμπεριληφθούν μέσα αρκετές υποθέσεις Ρομά, καθώς και να εμπλέξουν μέλη της Ρομά κοινότητας στην διαδικασία της παραγωγής.

Αναστασία Βαϊτσοπούλου

Share
Published by
Αναστασία Βαϊτσοπούλου