ΣΙΝΕΜΑ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Κωνσταντίνος Κουτσολιώτας: «Μακάρι οι ανήλικοι στο μυαλό σαν εμένα να δουν το Μινόρε στο σινεμά»

Στην τρίτη του ταινία, το αταξινόμητο Μινόρε, ο σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Κουτσολιώτας τολμάει να προτείνει ένα είδος ταυτόχρονα καινούργιο και βαθιά ριζωμένο στην ελληνική κουλτούρα.

Άλλωστε μια ιστορία τρόμου της οποίας η επίσημη περιγραφή κάνει λόγο για “παράξενα όντα”, “απόκοσμους εισβολείς” και “μία σερβιτόρα, έναν bodybuilder, τη γιαγιά τους, μερικούς εγκληματίες της πιάτσας και έναν απέθαντο ιερέα”, δεν θα μπορούσε παρά να κινεί τουλάχιστον το ενδιαφέρον για το τι έχει συλλάβει η φαντασία του σκηνοθέτη που έχει εργαστεί σε μερικές από τις πιο high profile ομάδες VFX στο Χόλιγουντ, με τίτλους όπως τα Cabinet Of Curiosities και Nightmare Alley του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, το West Side Story του Στίβεν Σπίλμπεργκ, το 1917 του Σαμ Μέντες, το Οι Φύλακες του Γαλαξία του Τζέιμς Γκαν και το 300 του Ζακ Σνάιντερ στη φιλμογραφία του.

Παρακάτω, ο σκηνοθέτης μιλάει στην Popaganda για την πορεία της τρελής ιδέας μέχρι τις αίθουσες, τις αντιδράσεις του κοινού παγκοσμίως και το πώς η παιδική του ηλικία στην Ελλάδα αποτέλεσε έμπνευση για το Μινόρε.

Πώς προέκυψε η ιδέα για το Μινόρε και πώς εξελίχθηκε σε αυτή την πρωτότυπη ιστορία; Γεια σας από Τορόντο και σας ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη! Το Μινόρε ξεκίνησε σχεδόν 10 χρόνια πριν, στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, καθώς βγαίναμε με την Ελίζαμπεθ [σ.σ. Σου, συμπαραγωγό και σύζυγό του) μετά από την προβολή της πρώτης μας ταινίας, του Χειμώνα. Αρχικά το σχέδιο ήταν να το γράψουμε για τη Θεσσαλονίκη, με τα τέρατα να αποτελούν ίσως μια μεταφορά για την τότε οικονομική κρίση. Δέκα χρόνια μετά, αντί για οικονομική κρίση έχουμε Covid και γυρίσματα στην Αθήνα, αλλά το σενάριο σε γενικές γραμμές είναι το ίδιο, ειδικά οι χαρακτήρες που όλοι τους είναι βασισμένοι σε γνωστούς και φίλους μου.

Έχετε μεγάλη εμπειρία στα οπτικά εφέ, σε μεγάλες χολιγουντιανές παραγωγές. Ποια ήταν τα υπέρ και τα κατά του να δουλεύετε και με πρακτικά και με ειδικά οπτικά εφέ στη δική σας ταινία; Τα κακό είναι ότι ξέρεις τι θα μπορούσες να κάνεις αν είχες budget, αλλά το καλό είναι ότι ξέρεις επίσης τι δεν μπορείς να κάνεις με το budget που έχεις. Ευτυχώς, το είδος της ταινίας είναι τέτοιο που ελπίζω ότι ο κόσμος που θα πάει να τη δει αντιλαμβάνεται τι παίζει και δεν περιμένει να δει το ελληνικό Dune. Μην φαντάζεστε μόνο ότι το Β-movie look που έχουμε είναι εύκολο. Πεθάναμε τόσο στο VFX αλλά και στα special FX για να βγει αυτό που υπάρχει στην οθόνη μέσα στο budget και στο χρονοδιάγραμμα παράδοσης. Ο Προκόπης Βλασερός και η Μαρία Στάικου του Prokopis Vlaseros FX Studio έκαναν στην κυριολεξία θαύματα.

Τι έχετε αποκομίσει από τις συνεργασίες σας με σκηνοθέτες όπως ο Στίβεν Σπίλμπεργκ, ο Σαμ Μέντες και ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο; Υπάρχει κάποια ιδιαίτερη ανάμνηση ή συμβουλή από κάποιον; Ήμουν πολύ τυχερός στο Μινόρε.. τα βρήκαμε με ένα από τα παιδιά  στην εταιρία που δουλεύω. Του έδειξα ένα screener του Μινόρε και του άρεσε τόσο πολύ που έκατσε και το ξαναείδε με τον πατέρα του. Χωρίς να το γνωρίζω, ο πατέρας του είναι ο Γκιγιέρμο Ναβάρο, o κινηματογραφιστής του Ντελ Τόρο, υπεύθυνος για το look ταινιών όπως ο Λαβύρινθος του Πάνα, The Devil’s Backbone, Pacific Rim και Από Το Σούρουπο Ως Την Αυγή. Μας είπε ότι έσκασε στα γέλια και ότι αντικατοπτρίσαμε την ουσία του σινεμά. Μας έδωσε, επίσης, ένα επίσημο quote για να χρησιμοποιήσουμε στο τρέιλερ μας. Ποτέ δεν θα το ξεχάσω.. είναι ένας από τους ήρωες μου.

Αρκετοί Έλληνες καλλιτέχνες που δουλεύουν και στο εξωτερικό έχουν κατά καιρούς εκφράσει περίπλοκα συναισθήματα σε σχέση με την Ελλάδα. Εσείς πώς βρίσκετε την κατάσταση της καλλιτεχνικής δημιουργίας στη χώρα; Πώς ήταν το γύρισμα και τι δυσκολίες αντιμετωπίσατε; Περίπλοκα συναισθήματα… σωστά το λέτε. Φυσικά, τα περισσότερα προβλήματα έρχονται από την έλλειψη πόρων. Τα παιδιά που πραγματικά θέλουν να δημιουργήσουν κάνουν θαύματα. Όμως μερικές φορές 9 άτομα κάθονται και το παίζουν Στάνλεϊ Κιούμπρικ και ο δέκατος άνθρωπος τους ξελασπώνει όλους. Ήμασταν τυχεροί που συνεργαστήκαμε με τη Λιλέτ Μπόταση της Inkas Films. Μας έδωσε πλήρη καλλιτεχνικό έλεγχο και έκανε ό,τι ήταν δυνατό για την ταινία. Οι ηθοποιοί μας και όλοι οι συντελεστές, γνωστοί και άγνωστοι, αγκάλιασαν την προσπάθεια και το κέφι που υπήρχε στο πλατό ίσως να πέρασε και στην ταινία.

Το Μινόρε έχει αρκετό gore, πράγμα ασυνήθιστο για ελληνική ταινία. Πώς περιμένετε ότι θα αντιδράσει το ελληνικό κοινό; Πραγματικά δεν έχω ιδέα, Είναι η ταινία που θα ήθελα να δω όταν, ανήλικος ακόμα, έμπαινα κρυφά χωρίς να πληρώσω (γιατί δεν είχα φράγκο) στο θερινό σινεμά στον Πλαταμώνα, σε μεταμεσονύχτια προβολή χωμένη κάπου ανάμεσα στο double bill Τα Ζόμπι Δεν Είναι Χορτοφάγα και τα Σαγόνια του Καρχαρία. Ευελπιστώ ότι υπάρχουν κι άλλοι σαν εμένα.

Η ταινία έχει μια πολύ συγκεκριμένη “ελληνικότητα” στην ατμόσφαιρά της. Πώς ισορροπήσατε την αυθεντικότητα με τις δικές σας νοσταλγικές εμπειρίες από την Ελλάδα; Ξεκινήσαμε αυτή την ταινία θέλοντας να κάνουμε κάτι λίγο διαφορετικό. Έχω δουλέψει σε παρά πολλές ταινιες αυτού του είδους που ακολουθούν μια φόρμουλα. Στα πρώτα 15 λεπτά πρέπει να γίνει αυτό. Η ομάδα πωλήσεων λέει ότι πρέπει να κάνεις αυτό για να καταλάβει ακόμα και ο πιο χαζός από το test audience. Το μόνο καλό με το να μην έχεις εκατομμύρια, είναι ότι έχεις τουλάχιστον ελευθερία. Και την αξιοποιήσαμε πλήρως! Σίγουρα δεν είναι το τυπικό αμερικανικό Β-movie. Υπάρχει πολλή νοσταλγία στην ταινία, και δικιά μου και της Ελίζαμπεθ. Αλλά είμαστε εντάξει με αυτό. Ό,τι κι αν κάνεις, αφήνεις και μια μικρη στάμπα, κάτι δικό σου πίσω, είτε το θέλεις είτε όχι.

Πώς έχει αντιμετωπιστεί η ταινία από το κοινό σε διεθνή φεστιβάλ, που δεν γνωρίζει πολλά για την Ελλάδα και σίγουρα δεν έχει ξαναδεί κάτι τέτοιο; Το πρώτο “επίσημο” feedback που είχαμε από κάποιον που είδε την ταινία στην Ελλάδα ήταν ότι είναι το απόλυτο σκουπίδι και δεν θα πάει ούτε σε ένα φεστιβάλ. Η πρώτη κριτική ξένου Τύπου ήταν κακή. Μας κόπηκαν τα πόδια… Καταλάβαμε ότι ίσως έχουμε κάτι καλό, όταν στο φεστιβάλ Fantaspoa στη Βραζιλία o κόσμος άρχισε να χορεύει ζεϊμπέκικο στο τέλος της πρεμιέρας. Ήταν το καλύτερο κλείσιμο που είχε κάνει το Fantaspoa από την έναρξη του, σύμφωνα με τον διοργανωτή του. Μετά ήρθαν οι καλές κριτικές από Λονδίνο, στο Frightfest. Ήταν τόσες που νομίζαμε ότι ονειρευόμαστε. Ήρθε και το σχόλιο του Ναβάρο κι έδεσε. Μετά άρχισε το ένα φεστιβάλ μετά το άλλο, μέχρι που καταλήξαμε στο Ρότερνταμ. «Αυτό είναι αδύνατον» είπε κάποιος όταν του είπαμε τα νέα, μετά από τόσα φεστιβάλ. Είναι σαν παραμύθι. Μακάρι οι ανήλικοι στο μυαλό σαν εμένα να τη δουν στο σινεμά. Μόνο, αν γίνεται, να μην κάνουν ό,τι έκανα εγώ, αλλά να πληρώσουν εισιτήριο για να βγάλουμε τα σπασμένα!

Η ταινία Μινόρε κυκλοφορεί στις ελληνικές αίθουσες από την Feelgood Entertainment
Μάρα Θεοδωροπούλου

Share
Published by
Μάρα Θεοδωροπούλου