Ένας Λιθουανός και ένας Καναδός σκηνοθέτης που εργάστηκαν στην Αθήνα προετοιμάζοντας δυο παραστάσεις με Ελληνες ηθοποιούς μίλησαν στην Popaganda για την Ελλάδα της κρίσης και το θέατρο. Ο διεθνής Λιθουανός Οσκάρας Κορσουνόβας δηλώνει εντυπωσιασμένος απ΄τον ανθρωπισμό των Ελλήνων απέναντι στους πρόσφυγες. Ο βραβευμένος Καναδός Αλαν Ντίλγουοργ περίμενε να συναντήσει περισσότερη ομαδική κατάθλιψη και βρίσκει την Ομόνοια πιο ασφαλή από τον Περαιά.
Δούλεψαν στην Αθήνα τις μέρες που οι πρόσφυγες κατέκλυζαν τις πλατείες Βικτωρίας και Ομόνοιας. Περπάτησαν στους δρόμους της, ανάπνευσαν τον αέρα της και παράλληλα καθοδηγούσαν έλληνες ηθοποιούς σε δυο από τις πολυαναμενόμενες παραστάσεις της χρονιάς. Ο Οσκάρας Κορσουνόβας, το φοβερό παιδί του λιθουανικού θεάτρου, σκηνοθέτησε στο «Πορεία» την Ιωάννα Παππά και τον Λαέρτη Μαλκότση στη διασκευή της σαιξπηρικής «Τρικυμίας», με τον τίτλο «Μιράντα», που ο ίδιος συνέθεσε. Ο Αλαν Ντίλγουρθ, από τους γνωστότερους σκηνοθέτες του Καναδά σκηνοθέτησε στην «Πόρτα» το “This is war “ της συμπατριώτισσάς του Χάν Μόσκοβιτς, ένα έργο για τους καναδούς στρατιώτες στον πόλεμο του Αφγανιστάν (με τους Αννα Καλαϊτζίδου, Γιάννη Γιαννούλη, Ηλία Μουλά και Αναστάση Ροϊλό).
Σε τι κατάσταση βρήκαν τη χώρα; «Με την πρώτη ματιά σίγουρα δεν αισθάνεσαι την κρίση”, λέει ο Κορσουνόβας. «Μόνο προσέχοντας περισσότερο τις λεπτομέρειες, διαπιστώνεις κάτι. Βλέπεις μαγαζιά με λουκέτο, ημιτελείς οικοδομές… Συζητάς με τους ανθρώπους και διαπιστώνεις ότι υπάρχει μια δόση απαισιοδοξίας, αλλά υπάρχει το αντίβαρο της υγιούς κριτικής σκέψης. O κόσμος δεν σταυρώνει τα χέρια. Αναλύει την κατάσταση». Τη διαπίστωση την κάνει σε αντιδιαστολή με τη γενέτειρά του: «Μπορεί οι Λιθουανοί να είμαστε πια μέλη της Ε.Ε., αλλά δεν πέρασε πολύς καιρός από τότε που αποκτήσαμε στοιχειώδη ελευθερία. Εχω δει στη ζωή μου πολύ χειρότερες καταστάσεις μέσα σε αυτά τα 25 χρόνια από αυτή που αντικρίζω εδώ. Προσωπικά, η Ελλάδα μου αρέσει ακόμα και με την κρίση της».
Η Λιθουανία δεν πιέζεται όμως από το προσφυγικό: «Αν η Συρία είναι κοντά σας, δίπλα σε εμάς είναι η Ουκρανία. Η Λιθουανία έζησε πάρα πολύ έντονα τον ουκρανικό πόλεμο. Ωστόσο, και το θέμα της Συρίας για μας είναι επίκαιρο γιατί και η Λιθουανία δέχεται πρόσφυγες. Στην Ελλάδα βλέπω διαρκώς μπροστά μου πρόσφυγες φυσικά, και μου κάνει τρομερή εντύπωση πώς ο κόσμος τους δέχεται φυσιολογικά. Στη Λιθουανία υπάρχει ρατσισμός και μίσος, χωρίς να έχουμε τέτοιες πιέσεις και ροές . Στην Ελλάδα υπάρχει ανθρωπιά»
Δηλώνει αισιόδοξος ως προς τη σταθερή πολιτική βελτίωση που συντελείται στη χώρα του: «Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πονάμε. Μέσα σε μια νύχτα περάσαν δυσβάσταχτες φορολογικές μεταρρυθμίσεις ενώ παραμένουμε εξαρτημένοι από τη Ρωσία, κάτι που έχει μεγάλο κόστος. Είναι πάρα πολλοί όσοι έφυγαν απ΄τη χώρα. Η μετανάστευση είναι ένα μεγάλο ζήτημα για τη χώρα».
Ποια είναι η καναδική ματιά στην ελληνική κατάσταση; «Η περιοχή της Ομόνοιας ήταν ο ιδανικότερος τόπος διαμονής στην Αθήνα», μας αιφνιδιάζει ο Αλαν Ντίλγουορθ, ο οποίος δεν πιστεύει ότι Δεκέμβρη μήνα η θερμοκρασία μπορεί να είναι 17 βαθμοί κελσίου. «Βγαίνοντας έξω από το ξενοδοχείο και κοιτώντας δεξιά βλέπω την Ακροπολη. Αν κοιτάξω αριστερά μού έχουν πει ότι είναι μια περιοχή την οποία πρέπει να αποφεύγω. Το ίδιο μου είπαν και για τους δρόμους πίσω από το ξενοδοχείο».
Δεν φοβήθηκε, παρ’ολα αυτά, και περπάτησε στα στενά ενώ είχε σουρουπώσει: «Η εμπειρία μου περπατώντας βράδυ –όχι όμως μεσάνυχτα- στην περιοχή αυτή είναι η ίδια όπως όταν κάνω βόλτα στη Νέα Υόρκη, στην οποία επίσης ξέρω ότι πρέπει να προσέχω. Η Ομόνοια είναι πολύ ζωντανή ζώνη. Εχει ανθρώπους που κινούνται τριγύρω της όλη την ώρα. Δεν είναι όσο άγρια μου είπαν».
Για να φτάσει στην πρόβα του στο θέατρο «Πόρτα» έπαιρνε το μετρό απ΄το Μοναστηράκι συχνότερα, αλλά το τελευταίο διάστημα προτιμούσε την Ομόνοια. Αποφάσισε μάλιστα να μεταβεί στον Πειραιά για να δει την παράσταση του Δ.Παπαιωάννου στο Δημοτικό Θέατρο με τον ηλεκτρικό, ασυνόδευτος και χωρίς χάρτη: «Πηγαίνοντας όμως να δω το “Still Life” στον Πειραιά χάθηκα, γιατί πήρα τη λάθος κατεύθυνση. Αυτή ήταν η πρώτη και μοναδική φορά που αισθάνθηκα «δεν θα έπρεπε να είμαι τώρα εδώ». Βρέθηκα σε μια περιοχή απόκεντρη, χωρίς κόσμο, με κτήρια που κατέρρεαν. Οι ελάχιστοι άνθρωποι που συναντούσα όταν με έβλεπαν είχαν στο πρόσωπο ζωγραφισμένη την απορία «πώς βρέθηκες εσύ εδώ;».Στην Ομόνοια αισθάνομαι πολύ πιο ασφαλής».
Την κρίση την είδε; «Ναι, την είδα. Ο Θωμάς (Μοσχόπουλος) μου είπε «ζούσαμε όπως στα φιλμ του Αλμοντόβαρ».Το καταλαβαίνω αυτό. Την κρίση την βλέπω κυρίως στο ότι οι άνθρωποι πρέπει να κάνουν επιλογές, δεν την βλέπω στην απελπισία. Δεν βρήκα απελπισμένους στην Αθήνα. Περίμενα να συναντήσω ένα είδος κατάθλιψης, ομαδικής κατάθλιψης, πιο κοντά στην επιφάνεια. Δεν μπορώ να ξέρω τι συμβαίνει πραγματικά σκάβοντας την επιφάνεια, αλλά περίμενα περισσότερα σημάδια φόβου. Στην καναδική κουλτούρα σε περίπτωση μιας αντίστοιχης κρίσης θα τα έβλεπες αυτά τα σημάδια πολύ πιο άμεσα. Επίσης αυτό που έζησα στην Αθήνα είναι η πρωτόγνωρη φιλοξενία σας. Δεν ξέρω αν σε άλλο τόπο σε τόσο βαθιά κρίση θα έβρισκα την δική σας φιλοξενία».
Ο Λιθουανός συνομιλητής μας δεν περιορίζει τη θεώρησή του εντός των λιθουανικών συνόρων: «Η Ευρώπη έχει ζήσει τρομερές δοκιμασίες στην ιστορία της και στο τέλος πάντα τα κατάφερνε»,σχολιάζει με αφορμή το προσφυγικό. «Πιστεύω ότι θα επικρατήσει η σκέψη και ο ανθρωπισμός στην ήπειρο. Αν κοιτάξουμε την ιστορία της Ευρώπης σε βάθος θα δούμε ότι κάναμε μεγάλα λάθη που έγιναν μπούμεραγκ. Δεν προβλέπω καμία αποκάλυψη. Αλλά πιστεύω ότι όλα μπορούν να λυθούν. Φυσικά δεν θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι είναι καλή λύση τα αντίποινα των Ευρωπαίων στη Συρία. Ξέρουμε ότι το «οφθαλμός αντί οφθαλμού» ποτέ δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Πρέπει να βρεθεί ο τρίτος δρόμος, γιατί κανένας στην ουσία μέχρι το τέλος δεν μας λέει τι ακριβώς συμβαίνει στη Συρία. Ποιος είναι με ποιους εναντίον ποιων; Δεν είμαι αρκετά αρμόδιος να μιλήσω για τα θέματα της Συρίας, αλλά καταλαβαίνω από πού προέρχονται τα σημερινά προβλήματα. Ξεκίνησαν σίγουρα από την εποχή της αποικιοκρατίας. Είναι πολλά τα ιστορικά λάθη. Και ήρθε τώρα το πλήρωμα του χρόνου να πληρώσουμε για τα λάθη που έχουμε κάνει».
Πριν πέντε χρόνια μια πρεμιέρα του στη Δανία παραλίγο να τιναχτεί στον αέρα . «Παραλίγο να μην δοθεί η πρεμιέρα γιατί φέρνανε τα σκηνικά από την Κίνα μέσω Συρίας. Ξαφνικά κόλλησε στη Συρία το αεροπλάνο και καθόμασταν, περιμέναμε, αγωνιούσαμε αν θα φτάσει ή δεν θα φτάσει το σκηνικό». Τότε άρχισε να σκέφτεται πόσο παράξενα είναι όσα συμβαίνουν. «Είμαστε στην Κοπεγχάγη. Τι δουλειά έχει με εμάς η Συρία; Τι δουλειά έχει με τα δικά μας σκηνικά και τη δική μας πρεμιέρα;». Στο σημερινό όμως κόσμο πλέον όλα τα πράγματα είναι τόσο πολύ συνδεδεμένα μεταξύ τους που οποιοδήποτε συμβάν, οποιοσδήποτε πόλεμος οπουδήποτε είναι σαν να μια μικρή χιονόμπαλα που πετάξαμε απ΄το βουνό και στο τέλος έγινε χιονοστιβάδα. Μια μικρή πέτρα στη βάση της πυραμίδας αν τραβηχθεί η πυραμίδα θα γκρεμιστεί» .
Το «This is war”, που σκηνοθετεί ο Ντίλγουορθ στο «Πόρτα», έρχεται και κουμπώνει με όλα όσα περιγράφει ο Κορσουνόβας. «Μπορεί να ματώνει πάλι το μέτωπο της Συρίας και το θεατρικό να μιλά για το Αγφανιστάν, αλλά ο πόλεμος είναι πόλεμος», όπως τονίζει ο σκηνοθέτης, «οπουδήποτε κι αν μαίνεται. Στον Καναδά όταν γραφόταν το θεατρικό ήμασταν επίσημα σε πόλεμο στο Αφγανιστάν. Επειδή μόλις ολοκληρωνόταν το γράψιμό του ο Καναδάς δεν ήταν πια σε πόλεμο, από «We are in war “ ο τίτλος του έγινε: “This is war”.
«Η Καμπούλ είναι πιο κοντά στην Αθήνα απ’ το Τορόντο», συνεχίζει. «Ψυχολογικά, τα πράγματα σε ένα πόλεμο είναι θεωρητικά μέχρι που στέλνουμε ανθρώπους να πολεμήσουν και το απομακρυσμένο εκεί έρχεται και γίνεται εδώ».
Αυτό που συνέθεσε σκηνικά είναι στοχευμένα, τονίζει, «μια πολύ ωμή και άμεση εμπειρία. Δεν κρύβω ότι θεωρώ μοναδική συνθήκη να παρουσιάζεται το έργο στην Αθήνα την ώρα που καταφθάνουν σε αυτή Αφγανοί και Σύροι πρόσφυγες».
«Το έργο δεν λέει μανιχαϊστικά και απλουστευτικά «ο πόλεμος είναι κακό» . Λέει « αυτό είναι ο πόλεμος. Κοίτα! Τι πιστεύεις; Στόχος της συγγραφέως δεν είναι μια ρεαλιστική καταγραφή αλλά να βρεθούμε αντιμέτωποι με το κόστος ενός πολέμου» . Και ο σκηνοθέτης δεν θέλησε να στήσει « ένα ρεαλιστικό δράμα για το Αφγανιστάν. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι μια μεταφορά αυτού που συμβαίνει διαρκώς: αγωνιζόμαστε με τον ανθρωπισμό μας καθημερινά γιατί προσπαθούμε να επιβιώσουμε».
«Ο καναδικός στρατός παραμένει σήμερα στο Αφγανιστάν σε ρόλο συμβουλευτικό. Αλλά τι σημαίνει αυτό;», αναρωτιέται ο Ντίλγουορθ. “Εκπαιδεύουν τους άλλους για τη μάχη;”
Μέχρι στιγμής η χώρα του δεν έχει εμπλακεί στη Συρία. «Εχουμε νέο πρωθυπουργό. Ο Τζάστιν Τριντό έχει πάρει αποστάσεις από την πολιτική του προκατόχου του. Πολιτικά έχει μεγάλες συγγένειες με τον Ομπάμα. Δεν είναι τόσο πρόθυμος να μπλεχτούμε σε ένα νέο πόλεμο και είναι περισσότερο ανοικτός στους πρόσφυγες από ό,τι οι ΗΠΑ, που φοβούνται . Ο προηγούμενος πρωθυπουργός προσπαθούσε να αυξήσει την γραφειοκρατία προκειμένου να εμποδίσει την έλευση των Σύρων. Και κλείσαμε τις πόρτες επειδή ήταν ξενοφοβικός. Αυτό αλλάζει σήμερα».
Μέσα σε ένα τόσο διαταραγμένο και σύνθετο κόσμο το θέατρο τι μπορεί να κάνει; «Προσπαθεί να ξεμπλέξει τους κόμπους, όσο μπορεί», απαντά ο Κορσουνόβας. «Οποιοδήποτε πρόβλημα θα μπορούσαμε να το εξετάσουμε, πιστεύω, μέσα από ένα σαιξπηρικό μικροσκόπιο, το οποίο βεβαίως θα είναι τεράστιο, θα μεγεθύνει το πρόβλημα σε συμπαντικές διαστάσεις. Πρέπει να βλέπουμε αυτό που συμβαίνει σήμερα μέσα από παγκοσμιοποιημένα, συμπαντικά φίλτρα, χωρίς να περιοριζόμαστε στο δίλημμα που αφορά τη στιγμή, γιατί τότε θα μας διαφεύγει πάντα το πρόβλημα. Ειδικά ο Σαίξπηρ μάς δίνει τη δυνατότητα να ανακαλύπτουμε το σήμερα».
Τότε γιατί με τη “Μιράντα” του τον ξαναγράφει; «Δεν ξαναγράφεται, απλώς τον κοιτάζουμε μέσα από το πρίσμα του σήμερα. Δεν έχουμε κανένα θεατρικό φονταμενταλισμό. Ούτε προσκαλούμε σε ένα θεατρικό μουσείο για την ιστορία του θεάτρου ή της λογοτεχνίας. Απλώς παίρνουμε τις κατηγορίες με τις οποίες δουλεύει ο Σαίξπηρ και χρησιμοποιώντας τις προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον εαυτό μας και το σήμερα.
Τι είναι λοιπόν η «Μιράντα»; Πώς συνδέεται με όσα ζούμε; «Για να απαντήσουμε τι είναι η Μιράντα πρέπει προηγουμένως να απαντήσουμε τι είναι ο Πρόσπερο. Ο Πρόσπερο είναι ο ιδεώδης κυβερνήτης φιλόσοφος που τον βάλανε σε μια βάρκα με τα βιβλία του και τον ρίξαν στη θάλασσα εξόριστο. Και η Μιράντα είναι κάτι το οποίο αυτός ανέθρεψε. Γίνεται σύμβολο μιας καθαρής ψυχής γιατί μεγαλώνει σε ένα νησί χωρίς καμία επαφή με τον έξω κόσμο. Μαθαίνει τον κόσμο μέσα από τις αφηγήσεις του Πρόσπερο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Μιράντα είναι η ψυχή όλων των αντιφρονούντων, ένας τόπος ουμανισμού σε αυτό τον άδικο κόσμο».
Η παράσταση στην Αθήνα συνδέεται με τη Χούντα. «Στη Λιθουανία είχε να κάνει με την σοβιετική ανελευθερία» Ο Κορσουνόβας παραδέχεται ότι οι δυο δικτατορίες ήταν ιδεολογικά αντίθετες. «Το σχήμα τους όμως είναι ίδιο».
Πώς ήταν να δουλεύει με έλληνες ηθοποιούς; «Είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένος. Πιστεύω ότι σκηνοθέτης πρέπει να είναι ο καθρέφτης στον οποίο ο ηθοποιός θα δει και τον ήρωα που παίζει και τον εαυτό του ως άνθρωπο, ανακαλύπτοντας τον ψυχισμό του. Γιατί στους πραγματικούς καθρέφτες οι ηθοποιοί δεν βλέπουν τον εαυτό τους. Προσπαθώ να δω μέσα στον ηθοποιό και να τον βοηθήσω να δει όσα βλέπω. Προσπαθώ να του αποκαλύψω για τπν εαυτό τους. Να του δώσω πίστη στον εαυτό τους. Αυτοσχεδιάζουν αρκετά όμως. Δεν τους βάζω στόχους που πρέπει να πετύχουν».
Το λιθουανικό θέατρο είναι στην πρώτη γραμμή. «Κατ’αρχάς το λιθουανικό θέατρο δεν παύει να παρουσιάζει ενδιαφέρον για την κοινωνία. Παραμένει ισχυρότερο το θέατρο του σκηνοθέτη. Σίγουρα υπάρχει και εμπορικό θέατρο πλέον». Η ισχυρή παράδοση της χώρας ήταν ανέκαθεν η ρωσική, αλλά «είχαμε και ισχυρές δυτικές επιρροές. Πριν από τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο δούλευαν αρκετοί σκηνοθέτες μας στη Δύση. Επέστρεφαν πίσω με άλλες εμπειρίες».
Δεν κρύβει ότι επί Κομμουνισμού «το λιθουανικό θέατρο ήταν μια όαση της ελευθερίας. Γιατί το θέατρο είναι η μορφή τέχνης που μπορεί να λογοκριθεί λιγότερο. Στον κινηματογράφο μπορείς να κόψεις στιγμιότυπα , ένα βιβλίο μπορείς να το απαγορεύσεις, το θέατρο, επειδή είναι κάτι που συμβαίνει εδώ και τώρα, δεν ελέγχεται. Ο ηθοποιός μπορεί να μην πει δυο φράσεις μια μέρα και την επόμενη όχι. Οπότε το θέατρο έγινε πολύ σημαντικός τόπος ελευθερίας και επικοινωνίας στη Λιθουανία. Και αποκτώντας την ελευθερία μας παρέμεινε ένα μέσο που αναλύει το χρόνο και τις καταστάσεις».
Με την μετάβαση στον Καπιταλισμό άλλαξε κάτι; «Το θέατρο έχασε τη βαρύνουσα σημασία του. Γιατί το θέατρο δουλεύει εξαιρετικά καλά σε απολυταρχικά καθεστώτα, γίνεται μια νησίδα ελευθερίας. Μπορεί να έχει χασει την πολύ μεγάλη επιρροή που είχε άλλοτε αλλά το θέατρό μας δεν έγινε χειρότερο».
Το θέατρο σας έκανε καλύτερο άνθρωπο; «Ναι.Το θέατρο είναι ένα οντολογικό εργαλείο με τη βοήθεια του οποίου μπορώ να μάθω τον εαυτό μου καλύτερα. Και η αυτογνωσία σε κάνει καλύτερο».
Και ο Αλαν Ντίλγουρθ δούλεψε εξαιρετικά με τους Ελληνες ηθοποιούς, όχι μόνο γιατί γνωρίζουν πολύ καλά αγγλικά και έτσι δεν χρειαζόταν μεταφραστής, όπως συνέβη με τον Κορσουνόβας, αλλά και γιατί «ήταν πολύ γενναιόδωροι και περιπετειώδεις στην συνεργασία μας. Πάντα –υπογραμμίζει- τον ενδιαφέρει η αληθινή, ζωντανή εμπειρία αυτού που συμβαίνει επί σκηνής. «Αφήνω χώρο για τη στιγμή. Το θέατρο είναι πάντα για το παρόν».
«Υπάρχει πολύ μεγάλο ρίσκο για τους ηθοποιούς. Είναι πολύ εκτεθειμένοι , αλλά δεν δείλιασαν. Αυτή η έκθεση δημιουργεί ένα σενάριο στο οποίο εμπλέκεται η φαντασία του θεατή. Αυτό είναι μέρος της δουλειάς που κάνω. Στην παράσταση αφήνεται ο χώρος στο θεατή να εισέλθει στην σκηνική εμπειρία ελέυθερος με την φαντασία του».
0 false 18 pt 18 pt 0 0 false false false /* Style Definitions */ table.MsoNormalTable {mso-style-name:”Table Normal”; mso-tstyle-rowband-size:0; mso-tstyle-colband-size:0; mso-style-noshow:yes; mso-style-parent:””; mso-padding-alt:0cm 5.4pt 0cm 5.4pt; mso-para-margin:0cm; mso-para-margin-bottom:.0001pt; mso-pagination:widow-orphan; font-size:12.0pt; font-family:”Times New Roman”; mso-ascii-font-family:Cambria; mso-ascii-theme-font:minor-latin; mso-hansi-font-family:Cambria; mso-hansi-theme-font:minor-latin;}