ΕΚΤ: Αμετάβλητα τα επιτόκια
Αμετάβλητα διατήρησε τα βασικά της επιτόκια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στη σημερινή συνεδρίαση του Διοικητικού της Συμβουλίου όπως άλλωστε αναμένονταν.
Έτσι το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 4,25%, 4,50% και 3,75% αντίστοιχα.
Όπως ανακοίνωσε πριν από λίγο η ΕΚΤ, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να διατηρήσει αμετάβλητα τα τρία βασικά επιτόκια της καθώς τα νεότερα δεδομένα υποστηρίζουν σε γενικές γραμμές την προηγούμενη εκτίμηση του Διοικητικού Συμβουλίου σχετικά με τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό. Ενώ ορισμένοι δείκτες του υποκείμενου πληθωρισμού αυξήθηκαν τον Μάιο λόγω έκτακτων παραγόντων, οι περισσότεροι δείκτες είτε παρέμειναν σταθεροί είτε υποχώρησαν τον Ιούνιο. Σύμφωνα με τις προσδοκίες, ο πληθωριστικός αντίκτυπος της υψηλής αύξησης των μισθών αντισταθμίστηκε από τα κέρδη. Η νομισματική πολιτική διατηρεί τις συνθήκες χρηματοδότησης περιοριστικές. Ταυτόχρονα, οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές εξακολουθούν να είναι υψηλές, ο πληθωρισμός των υπηρεσιών είναι αυξημένος και ο γενικός πληθωρισμός είναι πιθανό να παραμείνει πάνω από τον στόχο και το επόμενο έτος.
Το σκεπτικό της απόφασης αναμένεται να αναλύσει αργότερα η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ στην προγραμματισμένη συνέντευξη Τύπου.
«Σφίγγα» η Λαγκάρντ για τη νέα μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ
«Κλειστά άφησε τα χαρτιά της» η πρόεδρος της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ για το κατά πόσο θα προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων στις 12 Σεπτεμβρίου, οπότε αναμένεται να συνεδριάσει εκ νέου το Δ.Σ της Κεντρικής Τράπεζας.
Η Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα στη σημερινή συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της αποφάσισε να διασρητήσει αμετάβλητα τα επιτόκια.
Ετσι το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν σε 4,25%, 4,50% και 3,75% αντίστοιχα.
Στη διάρκεια της συνέντευξης τύπου η επικεφαλής της ΕΚΤ, απέφυγε να δώσει κάποιο στίγμα των επομένων κινήσεων στο μέτωπο των επιτοκίων, τονίζοντας ότι οι «αποφάσεις λαμβάνονται κάθε φορά στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου και στηρίζονται στα οικονομικά δεδομένα». Συμπλήρωσε, δε, ότι δεν «υπάρχει προκαθορισμένος «οδικός χάρτης» για την μείωση των επιτοκίων».
Ερωτηθείσα για το αν είναι περισσότερο αισιόδοξη για την επίτευξη του στόχου μείωσης του πληθωρισμού περί τα μέσα του επομένου έτους, η Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε σιβυλλικά ότι «θα πρέπει να έχει στη διάθεση της περισσότερα δεδομένα για να αισθάνεται περισσότερο ή λιγότερο αισιόδοξη για την επίτευξη του στόχου».
Όπως ανέφερε «ο πληθωρισμός αναμένεται να κυμανθεί γύρω από τα τρέχοντα επίπεδα για το υπόλοιπο του έτους, εν μέρει λόγω των βασικών επιδράσεων που σχετίζονται με την ενέργεια. Στη συνέχεια αναμένεται να μειωθεί προς το στόχο της ΕΚΤ κατά το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους, λόγω της ασθενέστερης αύξησης του κόστους εργασίας, των επιπτώσεων της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής και της εξασθένησης της επίδρασης της προηγούμενης αύξησης του πληθωρισμού.»
Οσον αφορά πάντως στις εξελίξεις στο μέτωπο της πραγματικής οικονομίας η ΕΚΤ παραμένει επιφυλακτική εκτιμώντας ότι συνεχίζουν να υπάρχουν αυξημένοι κίνδυνοι για περαιτέρω επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης.
Αλλωστε, τα νέα δεδομένα δείχνουν ότι η οικονομία της ζώνης του ευρώ αναπτύχθηκε το δεύτερο τρίμηνο, αλλά πιθανότατα με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι το πρώτο τρίμηνο.
Οι υπηρεσίες εξακολουθούν να ηγούνται της ανάκαμψης, ενώ η βιομηχανική παραγωγή και οι εξαγωγές αγαθών ήταν αδύναμες. Οι επενδυτικοί δείκτες υποδηλώνουν συγκρατημένη ανάπτυξη το 2024, εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας. Όσον αφορά το μέλλον, η ΕΚΤ αναμένει ότι ότι η ανάκαμψη θα υποστηριχθεί από την κατανάλωση, με κινητήρια δύναμη την ενίσχυση των πραγματικών εισοδημάτων που προκύπτει από τον χαμηλότερο πληθωρισμό και τους υψηλότερους ονομαστικούς μισθούς. Επιπλέον, οι εξαγωγές θα πρέπει να ανακάμψουν παράλληλα με την αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης. Τέλος, η νομισματική πολιτική θα πρέπει να ασκεί μικρότερη αντίσταση στη ζήτηση με την πάροδο του χρόνου.
Αναφορικά με τους κινδύνους που ελοχεύουν στο μέτωπο της ανάπτυξης, η επικεφαλής της ΕΚΤ ανέφερε ότι « μια ασθενέστερη παγκόσμια οικονομία ή μια κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων μεταξύ των μεγάλων οικονομιών θα επιβάρυνε την ανάπτυξη της ζώνης του ευρώ. Ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η τραγική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή αποτελούν σημαντικές πηγές γεωπολιτικού κινδύνου. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να έχουν λιγότερη εμπιστοσύνη για το μέλλον και το παγκόσμιο εμπόριο να διαταραχθεί. Η ανάπτυξη θα μπορούσε επίσης να είναι χαμηλότερη εάν οι επιπτώσεις της νομισματικής πολιτικής αποδειχθούν ισχυρότερες από τις αναμενόμενες.»
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε η Κριστίν Λαγκάρντ στην ανάγκη να διασφαλιστεί η δημοσιονομική πειθαρχία μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωζώνης. «Χαιρετίζουμε την πρόσφατη καθοδήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να ενισχύσουν τη δημοσιονομική βιωσιμότητα και τη δήλωση της Ευρωομάδας σχετικά με τη δημοσιονομική πορεία της ζώνης του ευρώ το 2025. Η πλήρης και χωρίς καθυστέρηση εφαρμογή του αναθεωρημένου πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ θα βοηθήσει τις κυβερνήσεις να μειώσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα και τους δείκτες χρέους σε σταθερή βάση» ανέφερε χαρακτηριστικά η κυρία Λαγκάρντ.