• Γιατί έχει το πιο ωραίο φως. Τα πρωινά η Ακρόπολη λούζεται με ένα φως που νομίζεις ότι είναι προϊόν από ανακλαστήρες σε γύρισμα κινηματογραφικής ταινίας – το ηλιοβασίλεμα με φόντο τον Πειραιά, τη Σαλαμίνα και τις καθαρές ημέρες μέχρι και την Πελοπόννησο είναι ισάξιο πολυδιαφημισμένων νησιών.
• Γιατί σε πείσμα της παγκόσμιας λαίλαπας του gentrification, επιβιώνουν ακόμη μέρη υψηλής νοσταλγικής και λαογραφικής αξίας, όπως το Δίπορτο η υπόγεια ταβέρνα της Σωκράτους (που την ανέφερε και ο Βάρναλης στους «Μοιραίους»), το Au Revoir της Πατησίων που σχεδίασε ο Προβελέγγιος (από το οποίο έχει περάσει και ο Φρανκ Σινάτρα), η Αυλή στου Ψυρρή είναι σαν still life της δεκαετίας του ’60 (όταν οι εσωτερικοί μετανάστες έμεναν δέκα-δέκα οικογένειες σε μερικά τετραγωνικά με μια κοινή αυλή), το γιουσουρούμ στο Μοναστηράκι, τα γαλακτοπωλεία/λουκουματζίδικα Κρίνος στην Αιόλου και Κτιστάκης στη Σωκράτους, τα εκμέκ της Χαράς στην Πατησίων, ο Ανθός στην Κολοκοτρώνη που είναι σαν να τρως σε υπερωκεάνιο του ’50, το μπαρμπέρικο στην Απόλλωνος, οι μπάμιες κοτόπουλο του Κεντρικόν στη στοά, τα τηγανητά τυροπιτάκια του Τηνιακού στην Αλεξάνδρας, το ουζερί του Λάκη στην πλατεία Βικτωρίας, το «πανάρχαιο» βιβλιοπωλείο στην Αχαρνών (απέναντι από τον ΟΤΕ), η Φωκιώνος Νέγρη (που όσο και αν εκμοντερνιστεί θα παραμένει πάντα παλιά), το οινομαγειρείο Το Τριφύλλι στην οδό Παναθηναϊκού πίσω από το γήπεδο, τα σουβλάκια του αεκτζή Κώστα στην Αγίας Ειρήνης και του άλλου (με το ταμπελάκι «όχι άγχος») στη οδό Πεντέλης (απέναντι από την εκκλησία της Αγίας Δύναμης που παίζει προηχογραφημένη λειτουργία με ηχεία) και τόσα άλλα καφενεία που κρατάνε ζωντανή την παλιά ζωή της πόλης. Και πολλά ακόμα που ξεχνάω τώρα.
• Γιατί ένα καλοκαιρινό βράδυ μια παρέα μπορεί να ανέβει σε ένα «μπαλκόνι» του λόφου του Λυκαβηττού και να διοργανώσει ένα DIY πάρτι για τα παιδιά που αγαπούν την αστική φύση και τα λαμπάκια της πόλης που τρεμοπαίζουν κάτω από τον Αττικό ουρανό.
• Γιατί κάθε πρωί μπορείς να έχεις την πιο ουσιαστική καλημέρα και το πιο εύστοχο πολιτικοκοινωνικό σχόλιο πάνω από ένα πάγκο με κουλούρια- αυτόν του κυρ Βασίλη στο τρίστρατο Ευαγγελιστρίας, Καλαμιώτου και Κολοκοτρώνη.
• Γιατί η Αθήνα είναι η όψιμη πρωτεύουσα του avant garde θεάτρου. Από τις παραστάσεις στο industrial Βυρσοδεψείο μέχρι τα υπόγεια των εμπορικών θεάτρων, οι νέες ομάδες της πόλης μεγαλουργούν θεατρικά και δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τις off off Broadway παραστάσεις της Νέας Υόρκης.
• Γιατί μερικά από τα πιο έξυπνα applications για smart phones ξεκίνησαν από εδώ και εφαρμόστηκαν και σε άλλες μεγάλες μητροπόλεις του πλανήτη, όπως το Ριο ντε Ιανέιρο, το Παρίσι και το Όσλο όπως το πρωτοποριακό Taxibeat (που αντιγράφτηκε ακόμα και από τη Νέα Υόρκη).
• Γιατί οι γκαλερί της πόλης είναι τα νέα περίπτερα και έχουν σχεδόν καθημερινή δραστηριότητα. Από τις μεγάλες γκαλερί του Κολωνακίου (όπως η διεθνής Gagosian) μέχρι τις πιο off, όπως η Kunsthalle στο Μεταξουργείου ή το Frown Tails μπορείς να πετύχεις σε καθημερινή βάση μια σπουδαία έκθεση και ένα σημαντικό opening που μπορούν να ανταγωνιστούν το Ανατολικό Λονδίνο ή το Ανατολικό Βερολίνο.
• Γιατί μπορείς να φας εξαιρετικά ανά πάσα στιγμή, χωρίς να χρειαστεί να κλείσεις τραπέζι εβδομάδα πριν και χωρίς να χρειαστεί να έχει συμπεριληφθεί ο σεφ στους καταλόγους Michelin. Από το λεχματζούν του Feyrouz στην Καρόρη, μέχρι το συκώτι με σάλτσα κρεμμυδιών στο Κουδουνάκι των δίδυμων αδερφών Ξινού στου Ψυρρή, τη σαλάτα κινόα στον Μελίλωτο στην Καλαμιώτου, τις βουτυράτες τυρόπιτες του Άριστον στη Βουλής, τα ’80ς καλαμάκια στο Σχάρα Καλαμάκι της Πραξιτέλους, τα γεμιστά στο καφενείο στη στοά της Θησέως, τη φάβα στο Υπερωκεάνιο της Περικλέους, τα πιροσκί με πατάτα στην οδό Καρύτση, τον μπακαλιάρο σκορδαλιά στο Παραδοσιακό της Βουλής, τη μπριζόλα στον Κώστα της Βασιλικής και τα θαλασσινά στον Τριαντάφυλλο της Λέκκα, πάντα έχεις μια επιλογή για κάθε στιγμή της ημέρας. Είτε είναι βράδυ, είτε πρωί.
• Γιατί οι στοές της Αθήνας είναι σαν τα κουτιά των θαυμάτων. Δεν ξέρεις ποτέ τι θα αντικρίσεις αν μπεις στους λαβυρινθώδεις χώρους τους – από εστιατόρια με βουλγάρικο φαγητό, μέχρι εκτυπωτήρια που μυρίζουν μελάνι και χαρτί και από τα γραφεία του popaganda.gr (καλή ώρα) μέχρι αποθήκες με χαρτικά είδη, κορνιζαρισμένους πίνακες με τον Καραΐσκάκη, τη βουή από μηχανές κάθε είδους και ανθρώπους που ενδεχομένως έχουν περάσει τη μισή ζωή τους κοιτώντας ένα λευκοκίτρινο τοίχο.
• Γιατί η πλατεία Ομονοίας είναι το φυσικό κέντρο της Αθήνας και αυτό που μοιραία θα ανανήψει τα επόμενα χρόνια -ειδικά όταν αποπερατωθεί η πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου. Η παραδοσιακά πιο εμβληματική πλατεία της πόλης δύσκολα θα αποτάξει από πάνω της την βαριά σημειολογία των ραντεβού στον Μπακάκο (στη γωνιά Ομονοίας και Αγίου Κωνσταντίνου), των εργατών στο Νέον (που ανένηψε προσφάτως) και της αστικής παρακμής στα πέριξ- ένδειξης υγιούς λειτουργίας τους μαλακού υπογάστριού της.
• Γιατί η Βαρβάκειος Αγορά αποτελεί αυτόφωτο τουριστικό σταθμό ισάξιο της Boqueria της Βαρκελώνης και άλλων αγορών που βρίσκονται σε όλα τα to do lists των ταξιδιωτικών κειμένων. Μπρουτάλ αυθεντική χωρίς τουριστικές τζιριτζάτζουλες, συνεχίζει την αυθεντική παράδοση των αντίστοιχων αγορών που αποτελούν το κύριο μέρος αγορών για τους κατοίκους της πόλης, ο οποίος είναι ευχής έργον που δεν έχει τουριστικοποιηθεί ούτε στο ελάχιστο. Μπορείς να αγοράσεις καλό ή κακό κρέας αλλά τουλάχιστον δεν θα κληθείς να αγοράσεις κάτι ανερμάτιστα γκουρμέ για τον συγκεκριμένο χώρο.
• Γιατί μπορείς να ταξιδέψεις στο μισό πλανήτη χωρίς να χρησιμοποιήσεις διαβατήριο. Στην οδό Κορινθίας στους Αμπελόκηπους μπορείς να αγοράσεις το πιο ωραίο πιπέρι στην Αθήνα με ούγια από τη Σρι Λάνκα, στην οδό Γερανίου μπορείς να φας το πιο αυθεντικό Ινδικό, ο Τόμας στο Νέο Κόσμο έχει το πιο ζουμερό αρμένικο σουβλάκι, ο Χαλίλ στην πλατεία Βάθη έχει το πιο ωραίο φαλάφελ, στο Ασία στην πλατεία Αμερικής είναι σαν να έχεις μπει σε κουζίνα Κούρδων. Η πολυσυλλεκτική Αθήνα μαθαίνει πια από τις κουζίνες των κατοίκων της.
• Γιατί μπορείς να μπεις σε ένα jazz club (όπως το Half Note) και να ακούσεις ζωντανούς θρύλους της μουσικής που σε άλλη περίπτωση θα έπρεπε να κλείσεις μήνες πριν για να τους απολαύσεις, στη Νέα Υόρκη ας πούμε, και γιατί πια τα τα εναλλακτικά φεστιβάλ όπως το Plissken δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα αντίστοιχα διεθνή.
• Γιατί κάθε φορά που ξεναγώ έναν ξένο στην νυχτερινή Αθήνα θέλει να μετακομίσει εδώ. Και αυτό λέει μάλλον πολλά.
• Γιατί εδώ είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο και το Μουσείο της Ακρόπολης. Με αυτή τη σειρά. Γιατί μερικά πράγματα είναι σταθερά. Όπως η Ακρόπολη. Και ο Δρομέας του Βαρώτσου απέναντι από το Χίλτον. Και ο δισκοβόλος του Κωνσταντίνου Δημητριάδη απέναντι από το Καλλιμάρμαρο. Για μένα και η βουή από τις φωνές των παιδιών που παίζουν μπάλα στην Πλατεία Βαρνάβα στο Παγκράτι, έμβλημα της πόλης είναι. Όπως και το παγωτό μουστάρδα της Τούλας (πάλι στο Παγκράτι), που ξέχασα να το αναφέρω πριν.
• Γιατί εδώ κατοικεί ένας από τους ήρωές μου: Ο Κωνσταντίνος Βήτα που μέσα από τα κομμάτια του με τους Στέρεο Νόβα πίσω στη δεκαετία του ’90, έμαθα να αγαπάω το αστικό τοπίο και να το αντιλαμβάνομαι ως ποίηση.
• Γιατί οι λαϊκές αγορές είναι οι Πνύκες των σύγχρονων Αθηναίων. Μπορείς να ψωνίσεις πάμφθηνα και εξαιρετικά προϊόντα ακούγοντας πολιτικοκοινωνικές αναλύσεις, ανέκδοτα, φωνές, όπερες, συνταγές, συμβουλές, γέλια και βρισίδια. Από την αγαπημένη μου στους Αμπελόκηπους το Σάββατο που λόγω κρίσης είναι πια after (με high season τις ώρες 3 με 5 το μεσημέρι), τις πιο εστέτ του Κολωνακίου (με τα πιο ωραία λουλούδια) και της Καλλιδρομίου (με τα πιο ωραία κορίτσια) μέχρι την αυθεντικότατα παραδοσιακή των Πετραλώνων και του Παγκρατίου, είναι η αγαπημένη μου βόλτα στην Αθήνα.
• Γιατί οι φωταγωγοί των πολυκατοικιών είναι μια ακόμα Πνύκα, αυτή τη φορά «ακούσια» (αν και όχι πάντα) και λειτουργεί και σαν ένα γιγάντιο sound installation συνδεδεμένο με κάθε γειτονιά της πόλης. Ο ήχος από τις ειδήσεις των οχτώ, μπλέκεται με τον ήχο από το πιρούνι στο πιάτο με το καρπούζι, τα τηλεφωνήματα της κυρίας Σούλας, το γάβγισμα του σκύλου, τους ήχους από τα ντραμς του φοιτητή στον πρώτο, «πήγαινε για ύπνο», «πού είναι οι σαγιονάρες μου», «μωρό μου ποια ταινία να κατεβάσουμε»;
• Γιατί έχουμε μια εκπληκτικά δυναμική underground μουσική σκηνή, σε βαθμό που ένας εκ των πρωτεργατών της, ο The Boy, να διοργανώνει τριήμερο φεστιβάλ με 75 συμμετοχές. Τελευταία, κάποιες από αυτές τις μπάντες καταφέρνουν και κάνουν μεγάλες περιοδείες στην Αμερική (όπως οι Acid Baby Jesus και οι Keep Shelly in Athens και φυσικά οι μέταλ Rotting Christ και Septic Flesh που έχουν γράψει ακόμα περισσότερα χιλιόμετρα) κάτι που είχαμε να το δούμε από την εποχή των Aphrodite’s Child.
• Γιατί οι παλιές ταμπέλες των μαγαζιών της είναι μια συναρπαστική υπαίθρια γκαλερί, εύκολα προσβάσιμη με μια βόλτα στο κέντρο αλλά και στα στενά των γειτονιών – Ξενοδοχείον ο Παρνασσός, Υποδήματα Κούλης, Ξηροί Καρποί Καραμάνος, όρεξη να ‘χεις να φωτογραφίζεις.
• Γιατί στα υπόγεια (και στα ανώγειά) της, έχει γραφτεί η σύγχρονη ροκ’ν’ρολ ιστορία αυτής της πόλης. Από το Ρόδον στη Μάρνη που πρώτο έφερε αέρα Marquee στην Αθήνα, από τη σκηνή του οποίου πέρασαν από Pixies και Iggy Pop μέχρι Sonic Youth, Morrissey,Τρύπες (σε μερικές εμβληματικές συναυλίες) και Screamin Jay Hawkins (στην τελευταία του συναυλία πριν πεθάνει) αλλά και «άπειροι» άλλοι όπως οι Motorhead, Dr. Feelgood, Stranglers, Mano Negra, Gun Club, Ramones, Waterboys, Charlatans, Stereolab, Louisiana Red, στο An Club της Σολωμού όπου μεγαλούργησαν από τα ‘80s όλοι οι «μεγάλοι» του ελληνικού ροκ (Σιδηρόπουλοι και Σία) για να μεταμορφωθεί αργότερα (και μέχρι και σήμερα) στο μέρος όπου γίνονται οι καλύτερες πανκ συναυλίες ελληνικών και ξένων ονομάτων, στο Gagarin που έχει πάρει επάξια τη σκυτάλη από το Ρόδον και συνεχίζει την παράδοση των σπουδαίων αθηναϊκών συναυλιακών venue, τον Λυκαβηττό που είναι συνυφασμένος με το αθηναϊκό καλοκαίρι και η συναυλία των Radiohead τον Ιούνιο του 2000 άλλαξε μια ολόκληρη γενιά (και αποτυπώθηκε και στο επίσημο cd της μπάντας).
• Γιατί μου αρέσει η πηχτή νύχτα της, οι στάσεις των λεωφορείων, οι πλανόδιοι μουσικοί που περνάνε κάτω από το παράθυρο του γραφείου μου και τους πετάω κέρματα (ενώ μου τραγουδούν ένα τσιγγάνικο τραγούδι), η τσίκνα από τα σουβλάκια στα στενά γύρω από την πλατεία Κάνιγγος, οι μεσημεριανές βόλτες των δικηγόρων στα στέκια πέριξ των Εξαρχείων, η ανακουφιστική οδός Άγρας πίσω από το Καλλιμάρμαρο, οι ίδιες φάτσες που βλέπω κάθε μέρα περνώντας μέσα από τον Εθνικό Κήπο, τα χάρτινα σημειώματα στις εισόδους των πολυκατοικιών («την Τετάρτη συνέλευση»), οι σκύλοι που κοιμούνται μέσα στους συναυλιακούς χώρους, τα υφασματάδικα της Καλαμιώτου, ο Ινδός μόδιστρος της Μιχαλοκοπούλου, η μίνι βιοτεχνία παρασκευής βαφών πασχαλινών αβγών στους Αμπελόκηπους, οι κύριοι που στήνουν καθημερινά αυτοσχέδια τουρνουά τάβλι στην οδό Απόλλωνος, τα χιλιάδες μικρά μυστικά της, που μου αποκαλύπτει καθημερινά.
• Γιατί είναι μια πόλη ανεξάντλητη. Αθήνα δεν θα σε βαρεθώ ποτέ. Μαζί θα γεράσουμε.