Η ιστορία ξεκίνησε από ένα άρθρο του James Altucher, γνωστού επιχειρηματία, συγγραφέα, fund manager, stand-up comedian, podcaster. Πολλές αγγλικές λέξεις από την πρώτη κιόλας πρόταση, ναι, αλλά το θέμα του άρθρου είναι η Νέα Υόρκη, οπότε παρακαλώ συγχωρέστε με.
Ο πολυπράγμων αυτός κύριος λοιπόν υποστήριξε στο άρθρο του πως το «Μεγάλο Μήλο», ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά, πολιτιστικά, γαστρονομικά, εκπαιδευτικά, δημοσιογραφικά κέντρα του πλανήτη τα τελευταία 100 χρόνια (τουλάχιστον) έσβησε, θύμα των αλλαγών που έφερε η πανδημία του COVID-19.
Είναι δυνατόν η πόλη που δεν κοιμάται ποτέ να απωλέσει τα σκήπτρα της, να καταστεί ένα φάντασμα του παλιού καλού και χιλιοτραγουδισμένου εαυτού της; Στο ευρέως διαμοιρασμένο άρθρο του ο Altucher, ο οποίος, αξίζει να σημειωθεί πως είναι γέννημα-θρέμμα Νεοϋορκέζος και διατηρεί επιχειρηματικά συμφέροντα στην πόλη, παραθέτει μια σειρά από ενδιαφέροντα επιχειρήματα που υποστηρίζουν την άποψή του.
Καταρχάς καταρρίπτει την πρώτη απάντηση που έρχεται στο μυαλό των περισσότερων όταν ακούνε παρόμοιες προβλέψεις που προφητεύουν την καταστροφή της πόλης: «η Νέα Υόρκη έχει περάσει πολλά και πάντα επιστρέφει». Ο ίδιος υποστηρίζει πως δεν είναι έτσι και ότι ακόμα και στα χειρότερα της, στα 70’s & 80’s, όταν ήταν χρεοκοπημένη και στεφόταν κάθε χρόνια πρωτεύουσα του εγκλήματος στις ΗΠΑ, η πόλη βρισκόταν παράλληλα στο απόγειο της σε μια σειρά άλλων παραγόντων όπως επιχειρηματικότητα, καλλιτεχνική δημιουργία, κ.ά. που συνθέτουν την εικόνα της Νέας Υόρκης. Επίσης ποτέ, σε όλες τις στρατιωτικές, οικονομικές, υγειονομικές κρίσεις που έχει περάσει η πόλη δεν είχε «κλείσει» (lockdown) για τόσους μήνες.
Επιπροσθέτως, πολλοί άνθρωποι έχουν φύγει, είτε από αυτούς που δεν μπορούν πια να πληρώσουν το ενοίκιο τους και επέστρεψαν στα πατρικά τους, είτε από εκείνους που εργάζονται απομακρυσμένα και έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν ενοίκιο σε κάποια άλλη πόλη, με καλύτερες συνθήκες. Η τηλεργασία μπορεί να έχει βολέψει πολλές εταιρείες-μεγαθήρια του Μανχάταν, όμως δεν βοήθησε μια σειρά άλλων κλάδων που βασίζονται στους ανθρώπους που πηγαίνουν στα γραφεία τους και συμπαρασύρουν ο ένας τον άλλον. Ως ένας από αυτούς που εγκατέλειψαν την πόλη, υποτίθεται προσωρινά μέχρι να ανοίξουν πάλι τα γραφεία των εταιρειών, ο Altucher κρίνει πως ολοένα και περισσότεροι από εκείνους που «γλυκάθηκαν» από τον ήλιο του Μαϊάμι ή την καλύτερη ποιότητα ζωής σε κάποια άλλη από τις πόλεις που έχουν υποδεχθεί τα κύματα των Νεοϋορκέζων, δεν θα επιστρέψουν τελικά πίσω -ακριβώς επειδή θα έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν.
Στον πυρήνα της συλλογιστικής του, το διαφοροποιητικό στοιχείο που κάνει αυτή την κρίση διαφορετική στην ιστορία της πόλης, είναι οι ευρυζωνικές συνδέσεις ίντερνετ. Η εποχή μας «σηκώνει» καλής ποιότητας βιντεοκλήσεις, καθιστώντας -για πρώτη φορά- το μοντέλο της τηλεργασίας πραγματικά βιώσιμο. Οπότε λοιπόν, συμπεραίνει το άρθρο, οι ουρανοξύστες στο Μανχάταν δεν θα γεμίσουν ποτέ ξανά με κόσμο, με αποτέλεσμα τα περισσότερα εστιατόρια, θέατρα, και τα διάφορα άλλα «παρελκόμενα» που συνθέτουν τη φυσιογνωμία της πόλης να παραμείνουν κλειστά, «σκοτώνοντας» οριστικά τη Νέα Υόρκη όπως την ξέρουμε.
To άρθρο προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις από πλήθος κόσμου. Η ηθοποιός Κλόι Σεβινί σε συνέντευξή της στο Daily Beast απάντησε πως «νομίζω ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να φύγουν απλώς. Για μένα, αυτό είναι μια χαρά. Ξέρω ότι θέλουμε να συνεχίσει να λειτουργεί καλά η οικονομία, αλλά ως δοκιμασμένη και αληθινή Νεοϋορκέζα, δεν έχω θέμα αν φύγουν αυτοί οι άνθρωποι». Ο κωμικός Τζέρι Σάινφελντ σε άρθρο του στους New York Times απάντησε επίσης πως δεν θα φύγει ποτέ από τη Νέα Υόρκη, υποστηρίζοντας πως σε κανέναν δεν αρέσει να εργάζεται απομακρυσμένα και πως αν αυτό το μοντέλο ήταν βιώσιμο μακροπρόθεσμα η πρώτη που θα το εφάρμοζε ήταν η Σίλικον Βάλεϊ, που φιλοξενεί τις μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας του πλανήτη.
Είναι όμως έτσι; Είναι βιώσιμο το μοντέλο της τηλεργασίας;
Καταρχάς η συζήτηση για την τηλεργασία δεν είναι πρόσφατη, απλά η πανδημία του κορωνοϊού την επανέφερε στο προσκήνιο για εργαζόμενους και εταιρείες σχεδόν σε όλον τον πλανήτη. Είναι ασφαλές να πούμε πως αν και η τεχνολογία είναι διαθέσιμη εδώ και χρόνια, στην προ-COVID-19 εποχή οι εταιρείες δεν προωθούσαν την απομακρυσμένη εργασία. Χαρακτηριστικό και πολύ πρόσφατο παράδειγμα η Άμαζον, νούμερο 1 εταιρεία τεχνολογίας στον πλανήτη και το «σήριαλ» για την ανεύρεση δεύτερων κεντρικών γραφείων, πέρα από την παραδοσιακή έδρα στο Σιάτλ. Το δίδαγμα εδώ είναι ότι προφανώς εάν η Άμαζον πίστευε πραγματικά στην τηλεργασία δεν θα έψαχνε να επεκτείνει τις εγκαταστάσεις της σε δεύτερη πόλη. Το ίδιο δίδαγμα λαμβάνουμε και από τα δισεκατομμύρια που ξόδευαν μέχρι πρότινος άλλες εταιρείες τεχνολογίας στα γραφεία – campus, για να τα διαμορφώσουν όσο το δυνατόν πιο ελκυστικά σε υποψήφιους και τωρινούς υπαλλήλους. Το Facebook το 2018 είχε ανακοινώσει παρόμοια σχέδια, ενώ ο Patrick Pichette, πρώην CFO της Google όταν είχε ερωτηθεί πόσοι άνθρωποι εργάζονται απομακρυσμένα στη Google απάντησε «Όσο το δυνατόν λιγότεροι».
Υπήρξαν μάλιστα και μια σειρά από αποτυχημένα παραδείγματα εφαρμογής της τηλεργασίας την τελευταία δεκαετία, που κέρδισαν αρκετή δημοσιότητα και φαίνεται να ανέκοψαν την πορεία υιοθέτηση της από περισσότερες εταιρείες. Η IBM, πρωτοπόρα στην τηλεργασία με το 40% των υπαλλήλων της να εργάζονται απομακρυσμένα, ζήτησε από χιλιάδες υπαλλήλους της να επιστρέψουν στο γραφείο το 2017. Το ίδιο έκανε και η Bank of America το 2014 και η ΑΤ&T το 2007. Η CEO της Yahoo το 2013 μάλιστα διαφήμισε πόσο καλά πήγαινε η κατάργηση του προγράμματος απομακρυσμένης εργασίας της εταιρείας. Στην καλύτερη των περιπτώσεων οι πολύ μεγάλες πολυεθνικές έδιναν την επιλογή της εργασίας από το σπίτι για ορισμένες μέρες του μήνα, κάτι πολύ διαφορετικό φυσικά από ένα οργανωμένο μοντέλο τηλεργασίας, όπου ένα ποσοστό των εργαζομένων δουλεύει μόνιμα απομακρυσμένα και έρχεται στο γραφείο μόνο για κάποιες απαραίτητες συναντήσεις.
Όλα αυτά προ COVID-19.
Όταν ξέσπασε η πανδημία όλες οι εταιρείες στον πλανήτη στράφηκαν, αναγκαστικά, στην τηλεργασία. Έξι μήνες μετά ήδη αρκετοί οργανισμοί ανακοίνωσαν μόνιμη στροφή προς την απομακρυσμένη εργασία. Το Twitter και η Square, εταιρείες που μοιράζονται τον ίδιο CEO, ανακοίνωσαν πως σχεδόν το σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού τους μπορεί να επιλέξει την εργασία από το σπίτι για πάντα. Το Shopify επίσης ανακοίνωσε πως υιοθετεί το μοντέλο της τηλεργασίας μόνιμα. Το Facebook ανακοίνωσε πως μέχρι το 2025 το 50% των υπαλλήλων του θα δουλεύει μόνιμα απομακρυσμένα. Ακόμα και το Walmart, η μεγαλύτερη αλυσίδα καταστημάτων στις ΗΠΑ, ανακοίνωσε πως χιλιάδες υπάλληλοι που έχουν τη δυνατότητα θα συνεχίσουν να δουλεύουν απομακρυσμένα ακόμα και μετά την πανδημία.
Τι βλέπουμε από τα παραπάνω;
Βλέπουμε trends να αλλάζουν από δεκαετία σε δεκαετία. Και αν μας έμαθε κάτι η πανδημία του COVID-19 είναι ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στις προβλέψεις μας -τουλάχιστον για το επόμενο χρονικό διάστημα. Δεν πέρασαν πολλοί μήνες μέσα στο 2020 όταν ανατράπηκαν οι προβλέψεις των περισσότερων πάσης φύσεως «γκουρού», που μιλούσαν για τα trends της δεκαετίας που ξεκινούσε, εν πολλοίς, θριαμβευτικά. Το 99% των ανθρώπων που διαβάζουν αυτές τις γραμμές, όταν έψαχναν το φλουρί τις πρώτες ώρες του 2020 δεν φαντάζονταν ότι σε 3 μήνες θα ζήσουν κάτι τόσο πρωτόγνωρο, που θα αλλάξει τις ζωές όλων.
Οπότε λοιπόν οφείλουμε να ακούμε πολύ επιφυλακτικά ανθρώπους, που εν μέσω της πανδημίας, κάνουν προβλέψεις για τη ζωή «μετά». Ναι, ο κύριος Altucher έχει κάποια βάση στο συλλογισμό του. Τα στοιχεία, αυτή τη στιγμή, συμφωνούν μαζί του. Σε πρόσφατο ρεπορτάζ τους με τίτλο «Είμαστε σε πόλεμο: η Νέα Υόρκη αντιμετωπίζει οικονομική άβυσσο» οι New York Times παραθέτουν μια σειρά από τρομακτικά νούμερα. 24.000 νεκροί από τον ιό, 16% ανεργία (διπλάσιος από τον εθνικό μέσος όρος), μπαράζ οριστικών λουκέτων στο κλάδο του λιανεμπορίου, κατακρήμνιση των εσόδων από φόρους, τουρισμό, real estate, πωλήσεις κτλ., $9 δις. έλλειμα στον προϋπολογισμό του δήμου, $14,5 δις. στον προϋπολογισμό της Πολιτείας, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αρνητική σε βοήθεια.
Οι δείκτες αυτοί έχουν αρχίσει να έχουν αντίκτυπο και στην καθημερινή ζωή των κατοίκων της πόλης. Για παράδειγμα ο δήμος έχει αναγκαστεί να κόψει τα 464 από τα 736 απορριμματοφόρα, με την κατάσταση στην καθαριότητα να έχει οδηγήσει κατοίκους-ακτιβιστές να καθαρίζουν οι ίδιοι τις γειτονιές τους. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα διολισθαίνει επικίνδυνα, όπως δείχνει και η επιστολή που έστειλαν στον δήμαρχο 160 ηγετικές φυσιογνωμίας του επιχειρείν στις αρχές Σεπτεμβρίου, προειδοποιώντας τον για «εκτεταμένη ανησυχία σχετικά με τη δημόσια ασφάλεια, την καθαριότητα και άλλα θέματα ποιότητας ζωής». Ίσως πιο σημαντικό από όλα τα παραπάνω, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, μόλις το 25% των εργαζομένων αναμένεται να επιστρέψει στα γραφεία του ως το τέλος του χρόνου.
Όμως ακόμα και εν μέσω του μεγαλύτερου πειράματος τηλεργασίας στην ανθρωπότητα υπάρχουν πολλοί μάνατζερ που υπογραμμίζουν τις αρνητικές πτυχές της τηλεργασίας, οι οποίες συνδέονται με προβλήματα απόδοσης, προκλήσεις στη συνεργασία και αποδυνάμωση της κοινής κουλτούρας. Είναι αποδεδειγμένο πως για πολλούς εργαζόμενους το γραφείο αποτελεί τη βασική, αν όχι τη μόνη, μορφή κοινωνικοποίησης τους, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τα αισθήματα μοναξιάς και γενικά για την ψυχική τους υγεία. Αμέτρητες μελέτες έχουν αποδείξει την συσχέτιση της παραγωγικότητας με την φυσική προσέγγιση, για αυτό βλέπουμε να αναπτύσσονται πόλεις, ακόμα και συγκεκριμένοι δρόμοι σε πόλεις (βλέπε την Madison Avenue και τους διαφημιστές).
Από την άλλη, είναι επίσης σαφές πως πολλοί εργαζόμενοι, ιδιαίτερα οι πιο νέοι σε ηλικία προτιμούσαν την ευελιξία, ακόμα και πριν την πανδημία. Σύμφωνα με σχετική έρευνα της Deloitte περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες, που ανήκουν στη γενιά των Millelians και GenZ, υποστήριξαν ότι η τηλεργασία αυξάνει την παραγωγικότητά τους και τα τρία τέταρτα δήλωσαν ότι θα προτιμούσαν να έχουν περισσότερες ευκαιρίες για εργασία από απόσταση. Κάποιοι από αυτούς ζουν τώρα το όνειρό τους, δουλεύοντας απομακρυσμένα από διάφορα σημεία, σε ένα μεγάλο, συνεχές road trip.
Οπότε;
Οπότε δεν μπορούμε να ξέρουμε μακροπρόθεσμα τι θα συμβεί. Καταρχάς ακόμα και αυτό το περιβόητο «μεγαλύτερο πείραμα τηλεργασίας», από το αποτέλεσμα του οποίου θα κρίνουμε το μέλλον της Νέας Υόρκης και των άλλων μεγαλουπόλεων, είναι εξαρχής λάθος. Όταν μιλάμε για «πείραμα», θα πρέπει να κρατάμε όλες τις συνθήκες σταθερές, εκτός μίας. Όμως τώρα δεν δουλεύουμε απλώς από το σπίτι, σε αντίθεση με 6 μήνες πριν που δουλεύαμε στο γραφείο, αλλά ζούμε στο σπίτι (εμείς την Άνοιξη στο δικό μας lockdown, οι περισσότεροι Αμερικάνοι -για τους οποίους συζητάμε εδώ- ακόμα και τώρα) πρoσπαθώντας, μάλιστα, να διαχειριστούμε όλοι, κράτος, εταιρείες, εργαζόμενοι, μια πρωτοφανής κρίση.
Προσωπικά, ως «Νεοϋορκέζος» για κάποια χρόνια, συντάσσομαι με Κλόι Σεβινί, όμως δεν συμμερίζομαι τη σιγουριά του Τζέρι Σάινφελντ, ο οποίος ίσως λόγω περιορισμένης ιστορικής αντίληψης θεωρεί ότι η Νέα Υόρκη θα επιστρέφει νομοτελειακά, ξανά και ξανά, ύστερα από κάθε μεγάλη κρίση. Πόλεις φθάνουν στο απόγειο της δόξας τους και παρακμάζουν συνεχώς, καθ’ όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Η Νέα Υόρκη σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν δεν είναι κάτι ξεχωριστό. Οπότε, για να επιστρέψουμε στο αρχικό ερώτημα, «πέθανε» η Νέα Υόρκη ή όχι; Για μένα πέθαναν οι προβλέψεις.