ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Στα μεγαλύτερα αντικαρκινικά νοσοκομεία της χώρας, οι ελλείψεις πληθαίνουν

Οι απαξιωτικές συνθήκες που επικρατούν στο δημόσιο σύστημα υγείας μας έχουν απασχολήσει διόλου λίγες φορές. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΠΟΕΔΗΝ, τα τελευταία δυόμισι χρόνια έχει σημειωθεί ρεκόρ αποχωρήσεων που φτάνουν τις 10.000. Σε ρεπορτάζ τον περασμένο Νοέμβριο, είχαμε αναδείξει τις τεράστιες ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό που σημειώνονται σε ορισμένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της χώρας, όπως το Βενιζέλειο, το Νοσοκομείο Βόλου και το Αττικόν, αλλά και τις απλήρωτες υπερωρίες, τα κενά σε αναισθησιολόγους, τις συνεχείς μετακινήσεις γιατρών και τις κλειστές χειρουργικές αίθουσες και κλινικές.

Δυσμενείς είναι οι συνθήκες και στην ηπειρωτική χώρα αλλά και στα νησιά, όπου το περασμένο καλοκαίρι σημειώθηκαν μαζικές παραιτήσεις γιατρών από καίριες θέσεις, εξαιτίας της εξάντλησης και των επιπτώσεών της στην υγεία τους. Σε αναλυτικό ρεπορτάζ της Popaganda λίγο πριν την έναρξη της τουριστικής σεζόν, είχε γίνει λόγος για τη χρόνια υποστελέχωση ΕΣΥ και ΕΚΑΒ στα νησιά και τις ακριτικές περιοχές, καθώς και για τα μεγάλα σφάλματα στην αεροδιακομιδή ασθενών.

Το πιο πρόσφατο συμβάν που επισφραγίζει την κατάρρευση την οποία βιώνουν οι γιατροί του δημοσίου έρχεται από το νοσοκομείο Παπανικολάου στη Θεσσαλονίκη, όπου μία αναισθησιολόγος έχασε τις αισθήσεις της στο τέλος 24ωρης εφημερίας, κατά την οποία βρισκόταν συνεχώς σε χειρουργική αίθουσα επί 16 ώρες. Η γιατρός υποβλήθηκε σε εξετάσεις και διαπιστώθηκε ότι υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο. Ως απάντηση στο σοβαρό αυτό συμβάν, ο υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, ισχυρίστηκε πως «το κράτος ζητάει προσλήψεις αναισθησιολόγων και δεν μπορεί να βρει». 

Αυτό που φαίνεται ότι δεν θέλει να κατανοήσει η κυβέρνηση για τις θέσεις που δεν καλύπτονται, είναι πως πολλοί γιατροί και νοσηλευτές επιλέγουν να μην εργαστούν σε ένα μεγάλο νοσοκομείο εξαιτίας των απάνθρωπων συνθηκών εργασίας, των μη ελκυστικών μισθών και της απουσίας μονιμοποιήσεων.

Κι ενώ σε όλη τη χώρα τα δημόσια νοσοκομεία φυτοζωούν, τον δικό τους αγώνα επιβίωσης δίνουν τα δύο μεγαλύτερα αντικαρκινικά και ογκολογικά νοσοκομεία της Ελλάδας, το Μεταξά και ο Άγιος Σάββας. Από τις ελλείψεις σε προσωπικό λόγω συνταξιοδοτήσεων ή παραιτήσεων, μέχρι τα κλειστά τμήματα και τις κλειστές κλίνες,  τον χαλασμένο εξοπλισμό και τα προβλήματα στις κτιριακές εγκαταστάσεις, εργαζόμενοι και ασθενείς δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα.

Για τις συνθήκες που επικρατούν και τα αιτήματα των εργαζόμενων, μιλούν στην Popaganda η κα. Ελπίδα Παπαδοπούλου, γραμματέας του συλλόγου εργαζομένων του νοσοκομείου «Μεταξά», και η κα. Κατερίνα Πατρικίου, πρόεδρος εργαζομένων «Αγίου Σάββα».

«Θα ξεκινήσω από τη μοναδική θετική εξέλιξη, εκείνη που αφορά στην έγκαιρη έγκριση προϋπολογισμού (για πρώτη φορά), με τον οποίο το νοσοκομείο θα μπορέσει να ανταπεξέλθει έστω στα πολύ βασικά – χωρίς φυσικά να μπορούμε να επενδύσουμε για να πάρουμε καινούργιο εξοπλισμό ο οποίος απαιτείται», μας λέει η κα. Παπαδοπούλου για το Μεταξά. «Δεδομένου ότι το νοσοκομείο ξεκίνησε να λειτουργεί μετά τα μέσα της δεκαετίας του ‘60, απαιτείται νέος εξοπλισμός κυρίως σε υδραυλικά συστήματα και σωληνώσεις. Όπως μας έχουν ενημερώσει, τρέχουν ορισμένες μελέτες, οι οποίες ωστόσο απαιτούν ένα βάθος χρόνου για να ολοκληρωθούν – τουλάχιστον 3-4 ετών. Το ερώτημα είναι, τι θα γίνεται κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων; Ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς μας σχετίζεται με το να αντιμετωπίζουμε τις βλάβες που προκύπτουν εξαιτίας του πεπαλαιωμένου εξοπλισμού ή του πιο καινούργιου, η συστηματική χρήση του οποίου απαιτεί να έχεις και εφεδρικό». 

Για το μείζον ζήτημα της υποστελέχωσης, η κα. Παπαδοπούλου μας εξηγεί πως η νοσηλευτική υπηρεσία βρίσκεται σε πολύ άσχημη κατάσταση. «Είχαμε μείνει στα μείον 146 άτομα, αλλά τους τελευταίους μήνες υπάρχουν αρκετές αποχωρήσεις που αφορούν συνταξιοδοτήσεις και παραιτήσεις. Υπάρχουν συνεχείς αλλαγές στα προγράμματά μας, τις οποίες δεν είναι υποχρεωμένος/η ένας/μία γιατρός να αντέξει. Μπορεί για παράδειγμα να έχουμε μια μέρα ρεπό, αλλά να προκύψει κάτι -ο covid είναι πάλι σε έξαρση, οι γρίπες κ.λπ.- και να κληθούμε αυθημερόν να έρθουμε για υπερωρία το απόγευμα ή τη νύχτα».

«Ο εργαστηριακός τομέας πάσχει γιατί μειώνονται οι γιατροί. Και ένας ογκολογικός ασθενής δεν μπορεί να περιμένει»

«Σχετικά με τους επικουρικούς γιατρούς του ΟΑΕΔ που είχαν κάνει τα χαρτιά τους για προκηρύξεις νοσηλευτικού, πλέον έχουν βγει τα αποτελέσματα και είναι να φύγουν για άλλα νοσοκομεία. Επίσης, αρκετά ζητήματα αντιμετωπίζουμε και σε διοικητικό επίπεδο, διότι έχουν συνταξιοδοτηθεί πολλοί παλιοί υπάλληλοι και μένουν κενές θέσεις, ακόμα και θέσεις ευθύνης. Οι διοικητικοί υπάλληλοι μετακινούνται από τμήμα σε τμήμα ανάλογα με τις ανάγκες που υπάρχουν».

Στον εργαστηριακό τομέα, οι άνθρωποι του νοσοκομείου περιμένουν να γίνουν κι εκεί προκηρύξεις για επικουρικούς γιατρούς, αφού πρόσφατα έφυγαν αρκετοί και πήγαν σε άλλα νοσοκομεία. Όπως τονίζει η κα. Παπαδοπούλου, «Αυτό συνέβη γιατί βγήκαν προκηρύξεις μόνιμων θέσεων, οπότε όσο κι αν τα συγκεκριμένα άτομα διέθεταν εμπειρία εδώ και ήθελαν να παραμείνουν, δεν μπορούν να περιμένουν να δουν τι θα γίνει, αν θα τους μονιμοποιήσουν. Όλοι οι τομείς του εργαστηριακού τομέα πάσχουν γιατί μειώνονται οι γιατροί. Και ένας ογκολογικός ασθενής δεν μπορεί να περιμένει μια τέτοια εξέταση πάνω από μήνα γιατί έχει αυξημένες ανάγκες, αφού πρέπει να παραπεμφθεί είτε για χημειοθεραπείες είτε για ακτινοβολίες είτε για κάποιο χειρουργείο».

Αξιοσημείωτες είναι και οι ελλείψεις στα φαρμακεία του νοσοκομείου, αφού παραμένει μόνο ένας μόνιμος φαρμακοποιός και ένας επικουρικός. «Οι χημειοθεραπείες βαίνουν αυξανόμενες και οι ανάγκες είναι μεγάλες, αλλά από ένα σημείο και μετά δεν μπορεί και ο ίδιος ο φαρμακοποιός να πάρει όλη αυτή την ευθύνη των 100-120 χημειοθεραπειών που μπορεί να γίνονται την ημέρα. Έχουμε παράλληλα καινούργιους ογκολόγους που θέλουν να βάλουν κι αυτοί τους ασθενείς τους σε μια σειρά. Το φαρμακείο αποτελεί επομένως ένα κομβικό σημείο για το πώς θα εξελιχθεί το υπόλοιπο», σημειώνει η γραμματέας του συλλόγου εργαζομένων του νοσοκομείου.

Στα χειρουργεία, επίσης, από τις 6 κλίνες λειτουργούν οι 4, ενώ υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις στο νοσηλευτικό προσωπικό που τα στελεχώνει. Αναπόφευκτα η συζήτηση φτάνει στους αναισθησιολόγους, μια ειδικότητα που έχει πληγεί όσο λίγες στο ΕΣΥ: «Αντιμετωπίζαμε μεγάλο θέμα πριν δύο χρόνια, όταν και γινόντουσαν μετακινήσεις το καλοκαίρι στα νησιά. Τότε υπήρξε και μια μαζική παραίτηση κάποιων αναισθησιολόγων μεγαλύτερης ηλικίας, οπότε σημειώθηκε τραγική πτώση. Στη συνέχεια άνοιξαν κάποιες θέσεις και έτσι πλέον ο αριθμός των αναισθησιολόγων είναι -έστω- τόσος όσος μπορεί να υποστηρίξει ένα περιστατικό. Ο φόρτος είναι επίσης μεγάλος και για τους ειδικευόμενους, οι οποίοι κάνουν πολλές εφημερίες». 

Η υποστελέχωση του νοσοκομείου συνοψίζεται στις τέσσερις βασικές υπηρεσίες: την ιατρική, τη νοσηλευτική, τη διοικητική και την τεχνική. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που με την πάροδο του χρόνου έχουν συσσωρευτεί, η κα. Παπαδοπούλου ανακεφαλαιώνει τα αιτήματα των εργαζομένων: «Καταρχάς, ζητάμε να προκηρυχθούν άμεσα κάποιες θέσεις. Πριν από κάποιο διάστημα, είχε σταλεί μια λίστα από το νοσοκομείο που ζητούσε πολύ βασικούς επικουρικούς, όπως φαρμακοποιό και βοηθό φαρμακοποιού, και ξέρουμε ότι έχει “κολλήσει” στο υπουργείο και το πιθανότερο είναι ότι δεν θα ξεκολλήσει και θα πρέπει να κάνουμε νέο αίτημα από την αρχή. Ζητάμε ακόμα την αντικατάσταση των παλαιών μηχανημάτων με νέας τεχνολογίας (πρόσφατα είχαμε προβλήματα με το μηχάνημα της ακτινοθεραπείας που είναι πλέον 20ετίας και δεν ανταποκρίνεται στις νέες τεχνολογίες), την άμεση μονιμοποίηση συμβασιούχων συναδέλφων επικουρικών ΟΑΕΔ, και, εν συνόλω, οι προϋπολογισμοί να είναι αυτοί που χρειάζονται για να καλυφθούν όλες τις ανάγκες ενός σύγχρονου νοσοκομείου».

«Λείπει το 1/3 του προσωπικού που χρειαζόμαστε για να λειτουργεί αξιοπρεπώς το νοσοκομείο»

Εξαιρετικά μεγάλες ελλείψεις καταγγέλλει και η κα. Κατερίνα Πατρικίου, πρόεδρος εργαζομένων στον Άγιο Σάββα, με τα προβλήματα στο νοσοκομείο να είναι κοινά και εξίσου σημαντικά με εκείνα του Μεταξά: «Αυτή τη στιγμή μας λείπει σχεδόν το 1/3 του προσωπικού που χρειαζόμαστε για να λειτουργεί αξιοπρεπώς το νοσοκομείο. Το νοσοκομείο λειτουργεί με κλειστές κλίνες, υπολειτουργούν περίπου 100 κρεβάτια».

Και συνεχίζει: «Στον μαγνήτη, από του 6 μόνιμους γιατρούς, οι 4 ήταν να βγουν σε σύνταξη. Εν τέλει, αφού κατεβήκαμε στους δρόμους, οι γιατροί πήραν μία εξάμηνη παράταση, ωστόσο δεν γνωρίζουμε τι θα γίνει μετά. Είχαμε ζητήσει επιπλέον τρεις γιατρούς, το νοσοκομείο έστειλε αίτημα στο υπουργείο για δύο και τελικά από το υπουργείο έδωσαν έγκριση για έναν, ο οποίος θα έρθει αφού βγουν σε σύνταξη οι άλλοι 4. Οι κενές θέσεις αναμένεται δηλαδή σε έξι μήνες από τώρα, να είναι ακόμα μεγαλύτερες».

«Μπορεί να έχουμε πάνω από 500 ραντεβού κάποιες μέρες, αφού δεχόμαστε ασθενείς από όλη τη χώρα. Πλέον, για να εξυπηρετηθούν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, στο νοσοκομείο λειτουργούν απογευματινά ιατρεία, τα οποία νομιμοποιήθηκαν με τον νόμο Χατζηδάκη. Αντί να επεκτείνουν την δωρεάν λειτουργία των νοσοκομείων και να την ενισχύσουν με προσωπικό, βάζουν το ίδιο προσωπικό που δουλεύει από το πρωί, να δουλεύει και απόγευμα επί πληρωμή».

Η κα. Πατρικίου, αναδεικνύει επίσης το περιστατικό της απόλυσης 60 καθαριστών/ριών από το νοσοκομείο. «Ήταν άνθρωποι που εργάζονταν 10 και 15 χρόνια σε χώρους που θέλουν ειδική φροντίδα και εμπειρία, και τώρα τους απολύουν για να φέρουν ιδιωτικά συνεργεία. Το ίδιο συμβαίνει και στην κουζίνα, παρόλο που έχουμε μάγειρες και προσωπικό, κάνουν διαγωνισμό για να έρχονται τα φαγητά με catering, με προϋπολογισμό 6 εκατομμύρια ευρώ για τρία χρόνια», λέει.

Λουίζα Σολομών-Πάντα