ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Οι Σιχ της Αθήνας έχουν ιστορίες να σου πουν, αν βρεθείς στο Gurudwara

«Εδώ παρακαλώ βγάζετε τα παπούτσια και τις κάλτσες σας, πλένετε τα χέρια σας, καλύπτετε με ένα μαντήλι τα μαλλιά και μετά μπορείτε να ανεβείτε στον πάνω όροφο», είναι τα λόγια του ευγενικού και χαμογελαστού άντρα που συναντάμε καθώς φτάνουμε στον αυτοσχέδιο ναό των Ινδών Σιχ σε μία μεγάλη αποθήκη στον Ταύρο. Σχεδόν τίποτα δεν μας είναι οικείο σε αυτό τον χώρο, και την ίδια στιγμή όλα εκπέμπουν ζεστασιά (παρά το γεγονός ότι ήμασταν ξυπόλητες). 

Είχε προηγηθεί μερικές ημέρες πριν η περιπλάνησή μας στα πολυπολιτισμικά ταξιδιωτικά γραφεία της Αθήνας. Σε ένα από τα οποία γνωρίσαμε δύο άντρες Σιχ που μας μίλησαν για τον ναό τους στην Αθήνα, το “Gurudwara” όπως τον λένε. Και δίχως δεύτερη σκέψη, καταλήξαμε εκεί.

Αφού ακολουθήσαμε τους κανόνες, βρεθήκαμε, μαζί με τη Νατάσα Πανταζοπούλου και τον φακό της, στη μεγάλη αίθουσα του πρώτου ορόφου, όπου οι Σιχ της Αθήνας ασκούν καθημερινά, εδώ και δέκα περίπου χρόνια, τις κοινοτικές τους και θρησκευτικές τους συνήθειες.

Τις Κυριακές συγκεκριμένα, πάνω από 300 άτομα συγκεντρώνονται εδώ για να προσευχηθούν και να δοξάσουν τις ομορφιές της ζωής.

Εδώ φυλάσσεται το ιερό βιβλίο με την ιερή γραφή των Σιχ

Εδώ, που οι Σιχ συναθροίζονται, προσεύχονται, μαγειρεύουν (αυστηρά χορτοφαγικά) και τρώνε από κοινού, συναντήσαμε τον μόλις 24 ετών κληρικό τους, τον Preet. Ήταν καθημερινή και λίγοι περιφέρονται στο ναό, όμως εκείνος είναι πάντα εδώ, καθώς μένει στο δικό του δωμάτιο στον ημιώροφο του κτιρίου.

Με το διάπλατο χαμόγελό του και ένα βαθύ αίσθημα ευγένειας (άλλωστε οι Σιχ φημίζονται για την καλοσύνη και τον πράο χαρακτήρα τους), ο φιλόξενος Preet προσπάθησε με τα αγγλικά που γνώριζε να μας μιλήσει για τη θρησκεία του και τις καθημερινές συνήθειες των Ινδών Σιχ στην Ελλάδα.

Ο κληρικός Preet

«Δεν είμαστε μουσουλμάνοι, δεν είμαστε Ταλιμπάν. Είμαστε Σιχ», μου ξεκαθαρίζει. Όπως μάθαμε, το κύριο δόγμα του Σιχισμού είναι η πίστη στον Βαχεγκούρου (Θεό). Τη θρησκεία των Σιχ, την ίδρυσε ο Γκούρου Νανάκ τον 15ο αιώνα και τη συνέχισαν εννέα πνευματικοί δάσκαλοι (γκουρού) που τον διαδέχθηκαν. Ο δέκατος πνευματικός δάσκαλος, ο Guru Gobind Singh, κήρυξε την ιερή γραφή των Σιχ, το Guru Granth Sahib, ως διάδοχό του, τερματίζοντας τη διαδοχή των ανθρώπινων γκουρού και κάνοντας τη γραφή αιώνιο θρησκευτικό πνευματικό οδηγό για τους Σιχ.

Ο Preet μπροστά στον «χάρτη» των 10 Γκουρού

Ο Σιχισμός απαιτεί την αναζήτηση της σωτηρίας μέσω της πειθαρχημένης, προσωπικής περισυλλογής, στο όνομα και στο μήνυμα του Θεού. Ο εγωισμός, ο θυμός, η απληστία, η προσκόλληση σε αγαθά και ανθρώπους και η λαγνεία, είναι γνωστά ως «Τα Πέντε Κακά», τα οποία επιφέρουν τη ρήξη από τον Θεό και μπορούν να θεραπευτούν μόνο με την αδιάκοπη αφοσίωση προς αυτόν. Οι οπαδοί του Σιχισμού πρέπει να ακολουθούν τις διδασκαλίες των δέκα γκουρού – διαφωτισμένων ηγετών, καθώς επίσης και την ιερή τους γραφή.

Είναι η τέταρτη πολυπληθέστερη θρησκεία στην Ινδία. Οι Σιχ της Ινδίας βρίσκονται κατά κύριο λόγο στη βορειοδυτική ινδική πολιτεία Παντζάμπ, απ’ όπου κατάγεται και ο Preet, αλλά υπάρχουν φυσικά και σε άλλες πόλεις της χώρας.

Η ιερή γραφή των Σιχ, το “Guru Granth Sahib”

Οι Σιχ απασχολούν ένα σημαντικό κομμάτι της πολιτικής ζωής της χώρας. Ο πρώην Επικεφαλής της Δικαιοσύνης στην Ινδία, Τζάκντις Σινγκ Χιχάρ και ο πρώην Πρωθυπουργός, Δρ. Μανμοχάν Σινγκ είναι Σιχ, όπως και ο πρώην Πρόεδρος της χώρας, Ζάιλ Σινγκ. Επίσης, σχεδόν κάθε υπουργικό συμβούλιο περιλαμβάνει Σιχ εκπροσώπους.

Όσον αφορά στην κοινότητα των Ινδών Σιχ στην Ελλάδα – που σήμερα αριθμεί γύρω στις 12 χιλιάδες άτομα και κάποτε έφτανε τις 20 χιλιάδες -, ο πληθυσμός της έχει περιοριστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, καθώς πολλοί μετανάστες μη βρίσκοντας δουλειά αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους ή να μεταναστεύσουν σε τρίτες χώρες. Αποτελούν όμως μέχρι σήμερα τη μεγάλη πλειοψηφία των Ινδών μεταναστών που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα.

Μερικοί έχουν δικές τους μικρές επιχειρήσεις, κυρίως ινδικά εστιατόρια, ταξιδιωτικά γραφεία, παντοπωλεία και οικοδομικές εταιρείες, ενώ πολλοί εργάζονται ως γεωργοί σε κτήματα της Αττικής, της Στερεάς Ελλάδας, της Πελοποννήσου και της Κρήτης. Οι Σιχ που ζουν πολλά χρόνια στην Ελλάδα έχουν πάρει την ελληνική υπηκοότητα και πολλοί έχουν κάνει μικτές οικογένειες με Έλληνες.

Ένα ζευγάρι Σιχ λίγο μετά την προσευχή του στο ναό

Δύο από τους διαφωτισμένους Γκουρού της θρησκείας των Σιχ

Αφού ο Preet μας έδωσε όλες αυτές τις πληροφορίες, μας ξενάγησε στον δεύτερο όροφο του ναού όπου οι πιστοί προσεύχονται στο ιερό βιβλίο τους (που προφυλάσσεται σκεπασμένο με ένα λευκό σεντόνι), προτρέποντάς μας να επιστρέψουμε ξανά την Κυριακή για να βιώσουμε μαζί με την κοινότητα όλα όσα μας είχε περιγράψει.


Κυριακή. Ξέροντας πλέον τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουμε για να μπούμε στον ναό, ανεβαίνουμε στον πρώτο όροφο όπου πλήθος κόσμου μαγειρεύει, τρώει και πλένει. 

Παραδοσιακές ενδυμασίες

Οι Σιχ δεν καταναλώνουν κρέας, ψάρι και αυγά, ενώ δεν καπνίζουν και δεν πίνουν αλκοόλ. Ωστόσο, αγαπούν το γάλα και το τυρί, τα οποία εξασφαλίζουν με φιλικά προσκείμενους στα ζώα τρόπους. Σέβονται τα υπόλοιπα πλάσματα της φύσης τα οποία και θεωρούν ισότιμα με τους ανθρώπους και ζουν όσο το δυνατόν πιο λιτά. Μάλιστα, καθώς πιστεύουν στη μετεμψύχωση, θεωρούν πως αν κατά τη διάρκεια της ζωής σου βλάψεις ένα ζώο, τότε «στην επόμενη ζωή» θα ζήσεις σε σώμα ζώου, χωρίς τις ανθρώπινες αρετές.

Η ισότητα μεταξύ όλων των ανθρώπων, η αφοσίωση στο καθήκον, η απόδοση δικαιοσύνης για το όφελος και την ευημερία όλων, καθώς και η έντιμη εργασία για βιοπορισμό, αποτελούν ορισμένες ακόμη βασικές αρχές του Σιχισμού, ο οποίος απορρίπτει τους ισχυρισμούς που θέλουν τις θρησκευτικές παραδόσεις να έχουν το μονοπώλιο στην Απόλυτη Αλήθεια και με τον τρόπο αυτό καθίσταται πιο διαλεκτικός προς τις άλλες θρησκείες.

Ένας άντρας τηγανίζει λαχανικά σε κουρκούτι

Στην κουζίνα, γυναίκες, νεαρές και μεγάλες, ζυμώνουν μια παραδοσιακή πίτα και ανακατεύουν αχνιστό τσάι σε ένα μεγάλο καζάνι, ενώ λίγο πιο πέρα μερικά αγόρια και άντρες μεγαλύτερης ηλικίας, τηγανίζουν διάφορα λαχανικά σε κουρκούτι. Οι πολύχρωμες παραδοσιακές Ινδικές ενδυμασίες των γυναικών, τις οποίες χαζεύουμε καθώς εκείνες μαγειρεύουν, είναι φτιαγμένες από εντυπωσιακά υφάσματα για τα οποία φημίζεται η Ινδία.

Γυναίκες ψήνουν τα παραδοσιακά νάαν

Όπως μαθαίνουμε από τις γυναίκες εκεί, οι Σίχ δεν κόβουν ποτέ τα μαλλιά και τα γένια τους, ενώ μέρος της παραδοσιακής τους αμφίεσης είναι να κρύβουν τα μαλλιά τους, τα οποία θεωρούνται σύμβολο ομορφιάς, και ένας από τους λόγους που τα μαζεύουν μέσα στο τουρμπάνι, με μια ξύλινη χτένα, είναι για να μην εκτίθενται στο φως και τη σκόνη. 

Αυτό έρχεται να μου επιβεβαιώσει και η 18χρονη Jarandip, η οποία αν και ντροπαλή στον φακό, βλέποντάς με σπεύδει να μου πει «είσαι πολύ όμορφη» – και κάπως έτσι πιάνουμε για ώρα την κουβέντα, αφού πρώτα ανταλλάζουμε Instagram. Νόμιζες πως οι Ινδοί Σιχ απέχουν από το διαδίκτυο;

Η νεαρή Jarandip κοιτά προς το παράθυρο, ενώ δεξιά της η μητέρα της συνεχίζει το παραδοσιακό πλάσιμο.

Φυσικά και όχι. Μάλιστα, αν γνωρίσεις τις καθημερινές συνήθειες όσων ζουν στην Αθήνα, αλλά και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, θα δεις ότι έχουμε πολλά περισσότερα κοινά απ’ όσα πίστευες. Η Jarandip, που έχει γεννηθεί στην Ελλάδα από γονείς Ινδούς οι οποίοι ήρθαν σε πολύ μικρή ηλικία, μου λέει πως πέρυσι τελείωσε το ελληνικό σχολείο και πλέον σπουδάζει Ψυχολογία στο New York College.

«Εμείς, λόγω της θρησκείας μας, δεν ξυριζόμαστε, δεν φοράμε piercings και γενικώς προσπαθούμε να είμαστε όσο πιο κοντά γίνεται στη φύση και σε αυτό που έπλασε ο Θεός», με πληροφορεί. «Επίσης οι σύζυγοι πρέπει να είναι σωματικά και ψυχικά πιστοί ο ένας στον άλλον, ενώ δεν πρέπει να υιοθετούμε προλήψεις και τελετές συμπεριλαμβανομένων των προσκυνημάτων, των νηστειών, των τελετουργιών κάθαρσης, της περιτομής, της ειδωλολατρίας, του προσκυνήματος σε τάφους».

Μια οικογένεια την ώρα του φαγητού

«Ζούμε όμως όπως κι εσείς: σπουδάζουμε, δουλεύουμε, θέλουμε να είμαστε ανεξάρτητοι και να ονειρευόμαστε. Απλώς έχουμε διαφορετικές παραδόσεις και θρησκευτικές πεποιθήσεις. Καμία θρησκεία δεν πρέπει να διαχωρίζει τους ανθρώπους και να τους στρέφει ενάντια σε άτομα με διαφορετικά πιστεύω», μου λέει με ενθουσιασμό και φοβερή διάθεση να μοιραστεί την αγάπη της για τον πολιτισμό της. 

«Εγώ, αν και είμαι πιστή και έρχομαι τις Κυριακές στο ναό μαζί με τη μητέρα μου, δεν έχω βαπτιστεί ακόμα. Κάθε Σιχ έχει το δικαίωμα να βαπτιστεί αν και όποτε νιώθει έτοιμος, ωστόσο, άπαξ και συμβεί αυτό, πρέπει να προσευχόμαστε κάθε μέρα, τρεις φορές τη μέρα. Στο ναό μπορούν να έρθουν και εκείνοι που δεν έχουν βαπτιστεί», συνεχίζει.

Δεν μπορώ να σταματήσω να χαμογελάω καθώς εκείνη εμπλουτίζει σε άπιαστα ελληνικά την αφήγησή της για την καθημερινότητα των Σιχ στην Ελλάδα. «Αυτό το οποίο δεν με εκφράζει στη θρησκεία μας, είναι το γεγονός ότι δεν αποδέχεται ιδιαίτερα την ομοφυλοφιλία και την αμφιφυλία. Αν και μιλάει για την ισότητα μεταξύ όλων των ανθρώπων, υπάρχουν ορισμένοι κανόνες που δεν μου αρέσουν. Καταρχάς, λόγω του ότι δεν πίνουμε αλκοόλ, δεν μπορούμε να βγούμε σε κάποιο μπαρ ή κλαμπ, ενώ εγώ συγκεκριμένα πρέπει να επιστρέφω σπίτι κατά τις 21:00, όπως μου λέει ο μπαμπάς».

Ένας νεαρός Σιχ ποζάρει στον φακό με τη Dastaar του

«Και στο κομμάτι των σχέσεων τα πράγματα είναι περίεργα. Το προξενιό κυριαρχεί. Δεν επιτρέπεται να κάνουμε σεξ και σχέσεις ωσότου γνωρίσουμε αυτόν που θα παντρευτούμε. Βέβαια, εμείς ειδικά που έχουμε μια ζωή στην Ελλάδα και βγαίνουμε με τους Έλληνες συμφοιτητές μας για καφέ και φαγητό, όπως εσείς, είναι λογικό να γνωρίζουμε αγόρια – αρκεί να μην το μάθουν οι γονείς μας… Και αν το αγόρι που θα θελήσουμε να παντρευτούμε δεν είναι Ινδός, δύσκολα θα τον αποδεχτούν για “γαμπρό”», συνεχίζει η Jarandip κι εγώ την παρακολουθώ με αμείωτο ενδιαφέρον.

«Το καλό είναι ότι οι γονείς μας εδώ θέλουν να σπουδάσουμε και να δουλέψουμε πριν παντρευτούμε. Οι δικοί μου για παράδειγμα, μου λένε πως είναι καλύτερα να παντρευτώ μετά τα 28-29».

Παρά το ό,τι για ένα κορίτσι Σιχ που έχει μεγαλώσει σε μία δυτική κουλτούρα, πολλά πράγματα που επιτάσσει η θρησκεία τους φαίνονται αναχρονιστικά και καταπιεστικά, η Jarandip με διαβεβαιώνει πως οι άντρες σέβονται τις γυναίκες και κάνουν τις ίδιες δουλειές με εκείνες στο σπίτι ή στην κοινότητα, ενώ σπάνια θα ακουστεί κάποια ιστορία κακοποίησης.

Νεαροί Σιχ παίζουν στον χώρο της ανάπαυλας

Πράγματι, η εγκληματικότητα γενικότερα στην κοινότητά τους είναι μηδαμινή. Μάλιστα, οι Σιχ έχουν επανειλημμένα δείξει την αλληλεγγύη τους προς την τοπική κοινωνία στην οποία ζουν και εργάζονται. Χαρακτηριστικά, στις καταστροφές που έπληξαν την Αττική το 2019, δεκάδες Ινδοί μετανάστες εργάτες βοήθησαν στον καθαρισμό σπιτιών και δρόμων, μετά από τις πλημμύρες στη Μάντρα Αττικής και τις πυρκαγιές στο Μάτι.

Και όχι μόνο αυτό. Συγκέντρωσαν χρήματα για τους πληγέντες, αποδεικνύοντας ότι γι’ αυτούς οι ανθρώπινες αξίες παραμένουν πάνω από εθνικούς, θρησκευτικούς, και κοινωνικούς περιορισμούς.

Γυναίκες και άντρες, μικροί και μεγάλοι, προσεύχονται

Όσο εμείς καθόμαστε σε μια γωνιά του κοινοτικού χώρου, γυναίκες, άντρες και παιδιά κάθονται μπροστά μας στο πάτωμα και τρώνε τις χορτοφαγικές λιχουδιές τους. «Όταν τρώμε, καθόμαστε όλοι στο πάτωμα σε μία ένδειξη ισότητας. Επειδή στην Ινδία υπάρχουν πολλές κάστες και μεγάλη κοινωνική ανισότητα, οι Σιχ εναντιωνόμαστε σε αυτό και από τον πιο φτωχό μέχρι τον πιο πλούσιο άνθρωπο που θα έρθει στον ναό, όλοι τρώμε στο πάτωμα», μου εξηγεί η Jarandip.

Παραδοσιακή μουσική από τον κληρικό Preet και έναν ακόμη πιστό

«Ο λόγος για τον οποίο βγάζουμε τα παπούτσια μας, είναι για να συμβολίσουμε τη λιτότητα και τον εξαγνισμό. Επίσης, όλοι μας φοράμε στο δεξί χέρι ένα παραδοσιακό ασημένιο βραχιόλι, το kaṛā, ενώ το τουρμπάνι που βλέπεις να φορούν οι άντρες λέγεται dastaar και είναι συνδεδεμένο με τη θρησκεία και την παράδοσή μας».

Ο ιερός χώρος

Οι γονείς της Jarandip διατηρούν εδώ και χρόνια τη δική τους επιχείρηση, ένα mini market στον Ταύρο. Ο πατέρας της ανοίγει και τις Κυριακές το μαγαζί, κι έτσι η Jarandip έρχεται στο ναό μόνο με τη μητέρα και τον μικρότερο αδελφό της. «Οι γονείς μου, επειδή έχουν ζήσει από μικροί στην Ελλάδα, έχουν αναπτύξει αρκετές δυτικές συνήθειες – από την ενδυμασία μέχρι τις απόψεις για το μεγάλωμα των παιδιών. Μάλιστα, ενώ τους είπα ότι θέλω να δουλέψω από μικρή για να καλύψω τα έξοδα των σπουδών μου, ο πατέρας μου, μού είπε πως θα το κάνουν οι ίδιοι γιατί θέλουν να αφοσιωθώ στις σπουδές μου», μου λέει με χαρά η νέα μου φίλη. 

Η ώρα της προσευχής

Έχουν περάσει τουλάχιστον δύο ώρες που συζητάμε με την Jarandip και συνειδητοποιώ ότι έχει έρθει η ώρα να φύγω. Βγαίνοντας από τον ναό, τίποτα δεν είναι όπως πριν. Η ψυχή μου είναι πιο πλούσια, η καρδιά μου πιο ανοιχτή και οι πνευματικοί μου ορίζοντες έτοιμοι να ανακαλύψουν ακόμη περισσότερες κουλτούρες, περισσότερες κοινότητες που ζουν στην πόλη, κάνοντάς την πιο πολύχρωμη, πιο πλούσια και πιο γοητευτική.

Λουίζα Σολομών-Πάντα