Μετά τις τεράστιες ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό, τις απλήρωτες υπερωρίες, τις συνεχείς μετακινήσεις γιατρών και τις κλειστές χειρουργικές αίθουσες και κλινικές σε ορισμένα από τα μεγαλύτερα δημόσια νοσοκομεία της χώρας, η υγεία συνεχίζει να βάλλεται από την κυβέρνηση, η οποία συρρικνώνει τον δημόσιο χαρακτήρα της.
Αυτή τη φορά, με το νέο Νομοσχέδιο για την Ψυχική Υγεία που αναμένεται να κατατεθεί στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης σε διοικητικό επίπεδο της «Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης», οι ψυχιατρικοί τομείς των Νοσοκομείων και τα Ψυχιατρικά Νοσοκομεία θα απωλέσουν τη σημερινή νομική μορφή τους και θα περάσουν Διοικητικά στις ΥΠΕ.
Πιο αναλυτικά, θα δημιουργηθεί ένας μεγάλος, τεχνοκρατικά δομημένος οργανισμός, ο οποίος θα συγκεντρώνει όλο το Εθνικό Δίκτυο Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας – ψυχιατρεία, κέντρα ψυχικής υγείας, παιδοψυχικής υγείας, ΜΚΟ, ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές. Οι υπάλληλοι που σήμερα εργάζονται στους ψυχιατρικούς τομείς των Γενικών Νοσοκομείων, στις Πρωτοβάθμιες Μονάδες και στις δομές αποασυλοποίησης θα μεταφερθούν στον Οργανισμό των Υγειονομικών Περιφερειών, ενώ οι Διοικήσεις των Νοσοκομείων εντός των οποίων λειτουργούν οι ψυχιατρικοί τομείς δεν θα έχουν καμία αρμοδιότητα στη διοίκηση, όπως τονίζει η ΠΟΕΔΗΝ.
Παράλληλα, μεγάλο είναι το πλήγμα για τα εγκεκριμένα προγράμματα απεξάρτησης, τα οποία θα συγχωνευτούν σε έναν ενιαίο Οργανισμό Ιδιωτικού Δικαίου. Στο σχέδιο νόμου θα συμπεριληφθεί, όπως ανακοινώθηκε, η σύσταση Εθνικού Οργανισμού Πρόληψης και Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων (ΕΟΠΑΕ) που θα συνενώσει διοικητικά και οργανωτικά όλους τους εγκεκριμένους οργανισμούς και φορείς που λειτουργούν σήμερα για την αντιμετώπιση των εξαρτήσεων (ναρκωτικά, αλκοόλ και άλλου είδους εξαρτήσεις). Κάτω από αυτόν τον φορέα θα υπαχθούν όλοι οι υπάρχοντες οργανισμοί (ΚΕΘΕΑ, ΟΚΑΝΑ, 18ΑΝΩ κ.ά.), προοπτική που ισοδυναμεί με δραματικές αλλαγές τόσο στη φιλοσοφία όσο και στη θεραπευτική διαδικασία και τους ίδιους τους θεραπευτές των φορέων, όπως καταγγέλλουν σύσσωμοι οι εργαζόμενοι στο πεδίο.
Εν μέσω αναβρασμού που φέρνουν οι τελευταίες εξελίξεις για τον τομέα της απεξάρτησης, ο αντιπρόεδρος Εργαζομένων του ΚΕΘΕΑ, Δημήτρης Κολοκάθης, εξηγεί στην Popaganda γιατί, ενώ καμία δυτική χώρα στον κόσμο δεν έχει υιοθετήσει αντίστοιχο μοντέλο, στην Ελλάδα επιλέγουμε να ομογενοποιήσουμε την πολυμορφία και να αντιμετωπίσουμε προβλήματα που υπάρχουν σε υπηρεσίες υγείας με διοικητικό τρόπο.
Όπως αναφέρει αρχικά, «οτιδήποτε λειτουργεί αυτή τη στιγμή στο πεδίο των εξαρτήσεων, καταργείται και εντάσσεται σε έναν καινούργιο οργανισμό ο οποίος θα συσταθεί. Καταργείται ο ΟΚΑΝΑ, το ΚΕΘΕΑ, το 18ΑΝΩ, η ΑΡΓΩ και ο Ιανός στη Θεσσαλονίκη, ο ΔΙΑΠΛΟΥΣ στην Κέρκυρα, καταργείται η μονάδα του νοσοκομείου Γ. Χατζηκώστα στα Ιωάννινα κ.ά. Είναι σημαντικό να σταθούμε στο ότι ο οργανισμός αυτός θα είναι Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου – όπως είναι ο ΟΚΑΝΑ και το ΚΕΘΕΑ. Ωστόσο, οι υπόλοιπες μονάδες είναι Δημοσίου Δικαίου, είναι μονάδες νοσοκομειακές. Για πρώτη φορά στο ΕΣΥ αποσπώνται μονάδες από νοσοκομεία και μπαίνουν σε μονάδες ιδιωτικού δικαίου. Αυτό έχει από μόνο του τη σημασία του και αποδεικνύει πως δεν πρόκειται για μία ουδέτερη ρύθμιση, όταν στρέφεται στο κόψιμο μονάδων από το ΕΣΥ».
Παράλληλα, ο κ. Κολοκάθης κρίνει πως έπονται ιδιωτικοποιήσεις, αφού στο πεδίο των εξαρτήσεων, πέρα από τους εγκεκριμένους οργανισμούς, λειτουργούν αυτή τη στιγμή χωρίς επίσημη άδεια πολυάριθμες ιδιωτικές μονάδες. Μέσω του νέου αυτού οργανισμού, αναμένεται να αδειοδοτηθούν και οι ιδιωτικές αυτές μονάδες, πράγμα το οποίο θα γίνει για πρώτη φορά στο πεδίο των εξαρτήσεων.
«Πρόκειται για μία ελληνική πατέντα, γιατί κανείς στο πεδίο δεν μπορεί να καταλάβει για ποιον λόγο επιλέγεται κάτι που δεν υπάρχει πουθενά – κυριολεκτικά. Καμία δυτική χώρα δεν έχει τέτοιο μοντέλο στον κόσμο, και δεν ξέρω για ποιον λόγο δεν ακολουθείται η πρακτική-πεπατημένη με την οποία λειτουργούν παντού αυτά τα πράγματα. Αυτό που είναι αναγκαίο, είναι να υπάρχει ένας οργανισμός ο οποίος θα σχεδιάζει και θα συντονίζει τις δομές και τις μονάδες που θα βρίσκονται από κάτω του και θα τις δικτυώνει μεταξύ τους. Αυτή είναι η ορθή και ωφέλιμη για τους ασθενείς και τους εργαζόμενους πρακτική», σχολιάζει ο αντιπρόεδος Εργαζομένων του ΚΕΘΕΑ.
Και συνεχίζει: «Ξαφνικά η Ελλάδα πηγαίνει να δημιουργήσει κάτι το οποίο δεν έχει ακολουθήσει κανείς – και σίγουρα υπάρχουν αρκετοί καλοί λόγοι για τους οποίους στο εξωτερικό απέρριψαν ένα μοντέλο σαν κι αυτό. Διαχρονικά, η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση είναι κάτι το οποίο εδώ και περισσότερα από 40 χρόνια επιχειρείται να εκπονθεί, διατεινόμενη με την πρόφαση της αποασυλοποίησης πως θα “αφαιρέσει το στίγμα”, πως ο εξαρτημένος, ο ψυχικά ασθενής θα “αποτελεί λειτουργικό κομμάτι της κοινωνίας” κ.λ.π. Κανένα ουσιαστικό βήμα δεν έχει γίνει όμως προς αυτή την κατεύθυνση και, αντιθέτως, υποβαθμίζεται η ποιότητα των υπηρεσιών».
Οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται στο πεδίο των εξαρτήσεων, κάνουν λόγο για μία αντιμεταρρύθμιση, στην πραγματικότητα, αφού το νομοσχέδιο πλήττει την απαραίτητη για την ομαλή λειτουργία των μονάδων αυτονομία. «Δεν είναι τυχαίο πως όλοι οι άνθρωποι κυριολεκτικά στο πεδίο αντιδρούν. Οι σύλλογοι, οι μονάδες, τα ψυχιατρικά ιδρύματα, οι επιστημονικά υπεύθυνοι σχεδόν όλων των μονάδων, οι συλλογικότητες που δρουν στο πεδίο υποστηρικτικά προς τα προγράμματα ή τους ωφελούμενους. Όλοι μας ζητάμε τα εξής συγκεκριμένα πράγματα: Πολυμορφία, ανεξαρτησία, αυτενέργεια των μονάδων, να μπορούν να εφαρμόσουν για παράδειγμα νέες μεθόδους για τα νέα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στο κομμάτι των ουσιών και των εξαρτήσεων», διασαφηνίζει ο κ. Κολοκάθης.
Και προσθέτει, «Όλη η λογική του αποστιγματισμού (για την οποία κάνει λόγο η κυβέρνηση) βασίζεται στην πραγματικότητα στη λειτουργία των μονάδων με ευέλικτο τρόπο, στο ότι θα είναι μικρές, θα πρέπει να είναι κοντά στις τοπικές κοινωνίες και οι άνθρωποι οι οποίοι λαμβάνουν υπηρεσίες για την απεξάρτησή τους θα μπορούν να εντάσσονται κυριολεκτικά στο κοινωνικό πλαίσιο. Ακόμα και οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα με την εξάρτηση και βρίσκονται στις πιο κλειστές δομές των θεραπευτικών κοινοτήτων διαμονής, είναι άνθρωποι που βγαίνουν στη γειτονιά, ψωνίζουν κ.ά. Πρέπει να διασφαλίσουμε δηλαδή πως θα ζουν σαν όλους τους “κανονικούς” ανθρώπους – όπως τους αποκαλούμε. Τώρα, παραμένει ακόμη άγνωστο ποια διαδικασία θα ακολουθούν οι ωφελούμενοι για να απευθυνθούν σε έναν οργανισμό, είναι όμως βέβαιο πως απευθυνόμενοι σ’ αυτόν τον πολύ μεγάλο οργανισμό που θα συγκροτηθεί, δεν θα μπορούν να έχουν μία εξατομικευμένη βοήθεια και φροντίδα».
«Το πεδίο των εξαρτήσεων δεν είναι σαν την εφορία, δεν είναι μια διοικητική υπηρεσία αλλά μια υπηρεσία υγείας»
Βάσει του νέου νομοσχεδίου, σε όλη την Ελλάδα, οι υφιστάμενες μονάδες που κάποτε λειτουργούσαν διοικητικά αυτόνομα, θα διοικούνται πλέον από μία ή μερικές ακόμη κεντρικές διευθύνσεις. «Αυτό από μόνο του είναι προβληματικό. Αν αναλογιστούμε πως μόνο στο ΚΕΘΕΑ και στον ΟΚΑΝΑ δουλεύουν 1800 άνθρωποι με κάθε είδους σχέση εργασίας, ο οργανισμός αυτός θα φτάσει σε αριθμό τους υπαλλήλους του ΟΣΕ. Θα υπάρχουν περίπου τις 2μιση χιλιάδες επαγγελματίες υγείας που θα δουλεύουν στο πεδίο μαζί με εξαρτημένους. Το πεδίο αυτό όμως δεν είναι σαν την εφορία, δεν είναι μια διοικητική υπηρεσία αλλά μια υπηρεσία υγείας».
«Η κυβέρνηση ενεργεί βασισμένη στην πεποίθηση ότι “ο τρόπος με τον οποίο διοικούμε τα πράγματα, δεν επηρεάζει τις υπόλοιπες ενέργειες που κάνουμε”», λέει ο κ. Κολοκάθης και εξηγεί πως, «Κάτι τέτοιο δεν ισχύει, αφού ο τρόπος με τον οποίο διοικούνται οι δομές επηρεάζει όλη τη φιλοσοφία τους. Η λειτουργία αυτών των μονάδων θα συνεχίσει να υφίσταται, θα υπάρχει όμως μια ενιαία αλυσίδα διοίκησης όπου πάνω από όλες αυτές τις θεραπευτικές μονάδες της χώρας θα βρίσκονται ένας -δύο- τρεις άνθρωποι. Η τάση θα είναι να ομογενοποιηθούν οι μονάδες κατά το πώς θεωρεί αυτός ο άνθρωπος ότι πρέπει να λειτουργούν. Ακόμα κι αν είναι δόκιμο αυτό που θεωρεί, η ομογενοποίηση της πολυμορφίας είναι διαμετρικά αντίθετη με την ουσία της ψυχικής υγείας».
Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι αν θέλουμε να ενισχύσουμε το επιστημονικό έργο στο πεδίο των εξαρτήσεων, θα πρέπει να κινηθούμε προς μία διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση: «Πρέπει να στραφούμε στην περιφερειακή συγκρότηση αυτών των μονάδων και την άμεση επαφή τους με την τοπική κοινωνία, και η αυτοδιοίκηση να αποτελεί κομμάτι αυτού του προσανατολισμού και όχι κάτι αποκομμένο που υπάγεται σε μία επιτελική δομή. Όσο κι αν λέγεται πως κάτω από αυτή δεν θα πειραχτεί τίποτα, ότι “το θεραπευτικό και επιστημονικό έργο θα εξακολουθεί να γίνεται όπως τώρα”, κάτι τέτοιο η εμπειρία μας, μας έχει δείξει πως είναι ρεαλιστικά αδύνατο».
Την Τετάρτη, οι άνθρωποι του ΚΕΘΕΑ πραγματοποίησαν συνάντηση με τον υπουργό Υγείας, Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, σχετικά με τις φλέγουσες εξελίξεις. «Μας είπε ότι στόχος της μεταρρύθμισης σε επίπεδο διοίκησης, είναι να μαζέψει τα resources για τη ροή της χρηματοδότησης των μονάδων, έτσι ώστε να παράξει περισσότερες υπηρεσίες. Αυτό είναι ένα δόκιμο πράγμα και είναι κατανοητό ως στόχος, όμως, δεν χρειάζεται να γίνει με αυτόν τον τρόπο, διότι φοβόμαστε ότι αυτός ο τρόπος όχι μόνο δεν θα παράξει περισσότερες υπηρεσίες αλλά θα αποτύχει και στην ποιότητα των υπηρεσιών – κι αυτό το είπαμε στον υπουργό. Εκείνος μας είπε “αφήστε μας να σας εκπλήξουμε”».
«Εν κατακλείδι, δεν μπορείς διαχειριστείς να προβλήματα που υπάρχουν σε υπηρεσίες υγείας με διοικητικό τρόπο. Δεν ήταν αυτό το πρόβλημα των υπηρεσιών άλλωστε. Πρόβλημα είναι η δικτύωση των υπηρεσιών μεταξύ τους, να μπορεί να κυκλοφορεί ένας πολίτης με πρόβλημα εξάρτησης από τον έναν οργανισμό στον άλλον με έναν ενιαίο τρόπο, τα πρωτόκολλα παραπομπής και οι θεραπείας, η διασύνδεση με το ΕΣΥ και τις κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων, αφού ούτε εκεί υπάρχει πρωτόκολλο διασύνδεσης. Αυτά δεν λύνονται με μεταρρυθμίσεις διοικητικές, ούτε με τη συγκέντρωση οικονομικών πόρων», συμπεραίνει ο κ. Κολοκάθης εν αναμονή των εξελίξεων μετά την κατάθεση του νομοσχεδίου.