ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Αναδοχή: Πού βρισκόμαστε σήμερα στην Ελλάδα;

Η υπόθεση της Κιβωτού του Κόσμου έγινε η κορυφή στο παγόβουνο ενός ζητήματος που εδώ και δεκαετίες έμενε μακριά από το τοπίο της μαζικής ενημέρωσης. Στα δεκάδες ιδρύματα για παιδιά που λειτουργούν στη χώρα, το μοντέλο της ιδρυματοποίησης κυριαρχεί ως απόρροια της αδυναμίας του κράτους να ενισχύσει την Αναδοχή ως θεσμό και να παρέχει επαρκή ενημέρωση στους πολίτες σχετικά με τη διαδικασία. Σε πολλά από τα ιδρύματα, παράλληλα, ο έλεγχος των εργαζόμενων είναι μηδαμινός και όλο και περισσότερες καταγγελίες για παραμέληση και κακοποιητικές και παραβιαστικές συμπεριφορές βγαίνουν στο φως.

Στην περίπτωση της Κιβωτού, η κυβέρνηση έδρασε άμεσα μόλις έγιναν γνωστές οι καταγγελίες, αντικαθιστώντας το προηγούμενο Διοικητικό Συμβούλιο με ένα νέο, υψηλού κύρους, προκειμένου να γλιτώσει τη δομή από την κατάρρευση, αλλά και να μην αναπτυχθεί δυσπιστία απέναντι στις παιδικές δομές γενικότερα. Αυτό φυσικά δεν αρκεί.

Τα ιδρύματα της χώρας έχουν το δικό τους καθεστώς εποπτείας. Τα δημόσια, εποπτεύονται θεωρητικά από το αρμόδιο Υπουργείο ή Περιφέρεια, ενώ τα ιδιωτικά, ανάλογα με τη νομική τους μορφή και το καταστατικό τους, ελέγχονται από τις Περιφέρειες κατόπιν ραντεβού και με όρους που εκείνα θέτουν. Στην πράξη όμως, στην πλειονότητά τους δεν διαθέτουν επαρκές επιστημονικό προσωπικό και δεν εποπτεύονται επαρκώς

Εκτιμάται ότι περισσότερα από 2.000 παιδιά στεγάζονται σε δημόσια, σε ιδιωτικά και εκκλησιαστικά ιδρύματα. Σύμφωνα με τους ανθρώπους των φορέων που αγωνίζονται για την αποϊδρυματοποίηση, παρότι στην Ευρώπη τα παραδοσιακά ιδρύματα φροντίδας παιδιών έχουν αντικατασταθεί από μικρότερες μονάδες οικογενειακού τύπου ή μονάδες με θεραπευτικό προσανατολισμό, στην Ελλάδα, στις περισσότερες περιπτώσεις παιδιών που απομακρύνονται από τις οικογένειές τους, είναι μονόδρομος η τοποθέτηση σε ίδρυμα. Παράλληλα, λόγω των αδύναμων διαδικασιών διερεύνησης του αν μπορούν να επιστρέψουν στο σπίτι τους, τα παιδιά παραμένουν στα ιδρύματα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.

Οι επιπτώσεις του ιδρυματισμού για τα παιδιά

Το Κέντρο Ερευνών Ρίζες ΑμΚΕ, είναι μέλος του ευρωπαϊκού δικτύου Eurochild και εθνικός συντονιστής της ευρωπαϊκής καμπάνιας με τίτλο «Ανοίγουμε δρόμους για τα παιδιά της Ευρώπης», με στόχο την αποϊδρυματοποίηση των παιδιών που ζουν σε ιδρυματική συνθήκη σε ευρωπαϊκές χώρες.

Μιλώντας στην Popaganda, η υπεύθυνη του Κέντρου, Μαίρη Θεοδωροπούλου, εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η αποϊδρυματοποίηση κρίνεται ζωτική για το μέλλον των παιδιών.

«Το πρώτο βήμα για μία ουσιαστική αλλαγή στη νοοτροπία της ιδρυματικής φροντίδας, είναι η ανατροπή της αντίληψης ότι αυτή αποτελεί την κατάλληλη μορφή υποστήριξης για τα παιδιά που στερούνται το φυσικό οικογενειακό τους περιβάλλον», επισημαίνει η κα. Θεοδωροπούλου. «Το παλιό μοντέλο της τοποθέτησης ατόμων με ανάγκες υποστήριξης στο ιδρυματικό σύστημα, έχει αποδειχθεί ότι είναι επιβλαβές για τα παιδιά και παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματά τους. Τα τελευταία χρόνια αναγνωρίζεται ευρέως η ανάγκη για μεταρρυθμίσεις αποϊδρυματοποίησης, που θα βασίζονται στη μετάβαση των ατόμων που ζουν σε ιδρύματα, σε περιβάλλοντα της τοπικής κοινότητας, τα οποία διευκολύνουν την κοινωνική τους ένταξη βασισμένα σε μια προσωποκεντρική μορφή υποστήριξης, που θα θεμελιώνεται στον θεσμό της αναδοχής».

Όπως προσθέτει η ίδια για τις συνθήκες στα ιδρύματα της χώρας, «Ακόμα και ένα ίδρυμα με τις καλύτερες εγκαταστάσεις δεν μπορεί να αντικαταστήσει το οικογενειακό περιβάλλον. Το προσωπικό στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ανειδίκευτο, αλλά έχει άμεση σχέση με τα παιδιά και πολλές φορές έχει τον κύριο λόγο στη διαπαιδαγώγησή τους, στην επιβολή τιμωριών και γενικότερα στη διαβίωσή τους. Πέρα όμως από τον έλεγχο των εργαζομένων και των κτιριακών δομών, τα παιδιά που διαβιούν σε αυτά, πρέπει να εποπτεύονται από εξωτερικούς, καταρτισμένους κοινωνικούς επαγγελματίες, πράγμα το οποίο επίσης δεν υφίσταται επαρκώς».

«Στα θρησκευτικά ιδρύματα η κατάσταση είναι ακόμη πιο αποκαρδιωτική, καθώς δεν πραγματοποιείται κανένας έλεγχος. Τα κρατικά ιδρύματα περιλαμβάνουν επίσης δομές στέγασης για ασυνόδευτους ανήλικους μετανάστες, οι οποίες λαμβάνουν οικονομική υποστήριξη από το κράτος και ανήκουν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Παρ’ όλα αυτά, η βιωσιμότητά τους, καθώς και η δυναμικότητά τους, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από ευρωπαϊκή χρηματοδότηση». 

Ο ιδρυματισμός στερεί από τα παιδιά την ομαλή ψυχοκοινωνική ανάπτυξη. Όπως διασαφηνίζει η κα. Θεοδωροπούλου, «Τα ιδρύματα είναι απρόσωπα, επιβάλλουν μια αυστηρή ρουτίνα, έχουν έλλειψη συναισθηματικών δεσμών και τρυφερότητας με το παιδί και δεν επιτρέπουν την ατομική φροντίδα και προσοχή που είναι απαραίτητες για να ευδοκιμήσει ένα παιδί. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια, όλο και περισσότερες επιστημονικές έρευνες έρχονται να ενισχύσουν την άποψη ότι τα ιδρύματα είναι επιβλαβή για τη γνωστική, σωματική, κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Επιστήμονες από όλους τους χώρους των κλάδων υγείας και ψυχικής υγείας, συγκλίνουν στην άποψη ότι η ιδρυματική φροντίδα μπορεί να είναι ιδιαίτερα κακοποιητική, επηρεάζοντας αρνητικά τη μετάβαση των ανηλίκων στην ενήλικη ζωή. Πολλά παιδιά εκδηλώνουν χαρακτηριστικά παραβατικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές, ενώ τα περισσότερα αναπτύσσουν μαθησιακές δυσκολίες».

Επιτακτική η ανάγκη αποϊδρυματοποίησης

Η μόνη επαρκής λύση στην υφιστάμενη κατάσταση, είναι η αποϊδρυματοποίηση. «Με αυτόν τον όρο δεν εννοούμε απλά πως πρέπει να κλείσουμε όλα τα ιδρύματα. Αρχικά πρέπει να εκπαιδεύσουμε εντατικά την κοινή γνώμη σχετικά με τον τρόπο που σκεφτόμαστε και κατανοούμε τα δικαιώματα των παιδιών και την έννοια της φροντίδας. Η διαδικασία εμπεριέχει μια ουσιαστική μεταμόρφωση των συστημάτων παιδικής προστασίας που ξεκινάει με την ενίσχυση όλων των υπηρεσιών στήριξης της οικογένειας, για να είμαστε σίγουροι ότι ο αποχωρισμός ενός παιδιού από τη βιολογική του οικογένεια είναι η τελευταία λύση», λέει η κα. Θεοδωροπούλου.

«Αν η παραμονή του παιδιού στην οικογένεια δεν είναι εφικτή, πρέπει να προσφέρουμε ένα σύστημα με επιλογές που θα καλύψουν τις ατομικές ανάγκες του κάθε παιδιού. Ιδίως εκείνα που έχουν υποστεί κακοποίηση ή παραμέληση, έχουν ιδιαίτερες ανάγκες που πρέπει να αντιμετωπίζονται εξειδικευμένα. Αυτή τη στιγμή βάζουμε όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως των αναγκών τους, σε ένα κτίριο και ελπίζουμε όταν ενηλικιωθούν να μπορέσουν να ζήσουν δημιουργικά. Τα παιδιά αυτά χρειάζονται θεραπευτικές σχέσεις βασισμένες σε προσωποκεντρικά μοντέλα και αυτές δεν μπορούν να δημιουργηθούν εύκολα σε ένα ιδρυματικό περιβάλλον. Το ίδιο ισχύει και για τα παιδιά που ανήκουν σε κοινωνικά ευπαθείς ομάδες, όπως τα ΑμΕΑ και οι πρόσφυγες».

Αναδοχή δεν σημαίνει υιοθεσία

Είναι απαραίτητο να διασαφηνίσουμε πως η αναδοχή δεν είναι συνώνυμη της υιοθεσία. Η αναδοχή είναι ένας θεσμός παιδικής προστασίας, όχι ένας θεσμός οικογενειακής αποκατάστασης. Σύμφωνα με την υπεύθυνη του Κέντρου Ερευνών Ρίζες ΑμΚΕ, «Στην υιοθεσία, το παιδί παίρνει το επώνυμο της θετής οικογένειας, αποκτά κληρονομικά δικαιώματα και τη γονική μέριμνα ασκούν εξ ολοκλήρου οι θετοί γονείς».

«Οι ανάδοχοι γονείς αναλαμβάνουν τη φροντίδα ενός παιδιού για ορισμένο διάστημα, ωσότου μπορέσει να επιστρέψει στη φυσική του οικογένεια – εφόσον αυτό είναι εφικτό. Κατά την αναδοχή, επίσης, συνήθως οι ανάδοχοι γονείς δεν έχουν τη γονική μέριμνα του παιδιού, την οποία έχουν είτε οι βιολογικοί γονείς, είτε ο εισαγγελέας ανηλίκων ή η δομή όπου βρισκόταν προηγουμένως».

Τα παιδιά που μπαίνουν στο πρόγραμμα αναδοχής προέρχονται συνήθως από οικογένειες που αντιμετωπίζουν κρίση και αδυνατούν να τα φροντίσουν (γονείς που βρίσκονται στη φυλακή, που είναι χρήστες ουσιών κ.ά.). Επίσης, παιδιά που έχουν υποστεί παραμέληση ή/και κακοποίηση. Εξαιτίας των μη επαρκών δικαστικών και κοινωνικών υπηρεσιών που απαιτούνται για να υποστηρίξουν την επανένωση ενός παιδιού με τη βιολογική του οικογένεια και να εκτιμήσουν αν το περιβάλλον είναι και πάλι ασφαλές, η υιοθεσία διαδέχεται την αναδοχή στις περισσότερες περιπτώσεις.

Οι προϋποθέσεις για να γίνει κάποιος ανάδοχος γονέας

Αν και η αναδοχή τυπικά υφίσταται ως θεσμός ήδη από τη δεκαετία του ‘90, αυτή εφαρμοζόταν μέχρι το 2019 σε πολύ λίγες περιπτώσεις κατόπιν εισαγγελικής παρέμβασης. Η έννοια την αναδοχής εισήχθη πλαισιωμένα το 2018, μέσω του νόμου 4538/2018ΦΕΚ Α’/85/16-5-2018 που ψηφίστηκε επί ΣΥΡΙΖΑ, καθώς εισήγαγε το Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων και το Εθνικό Μητρώο Υποψήφιων Αναδόχων (και Θετών Γονέων). Όπως αναφέρει η κα. Θεοδωροπούλου, «Το 2019 ξεκίνησε να λειτουργεί το Πληροφοριακό Σύστημα Αναδοχής και Υιοθεσίας από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, μέσω της πλατφόρμας anynet.gr, στην οποία καταχωρούνται οι υποψήφιοι ανάδοχοι γονείς, οι οποίοι μπορούν να ορίσουν συγκεκριμένα κριτήρια ώστε να γίνει ταχύτερα, πιο στοχευμένα και με περισσότερη διαφάνεια η αντιστοιχία μεταξύ γονέων και παιδιών».

«Είναι σημαντικό να τονιστεί, ιδιαίτερα για τα παιδιά που έχουν υποστεί παραμέληση ή κακοποίηση, πως εξαιτίας των πιθανών ψυχικών τραυμάτων που φέρουν, πρέπει να παρέχεται εκπαίδευση αλλά και εποπτεία από ειδικούς στους υποψήφιους ανάδοχους γονείς. Οι άνθρωποι που έρχονται σε επαφή με τα παιδιά, χρειάζεται να έχουν τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες για να μπορούν να τα βοηθήσουν. Πρέπει να είναι σε θέση να δημιουργήσουν μια σχέση θεραπευτική για το παιδί και να καλλιεργούν ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο το παιδί θα νιώσει ασφάλεια και προστασία», μας πληροφορεί η κα. Θεοδωροπούλου.

Αναγκαία προϋπόθεση για να γίνει κάποιος ανάδοχος, είναι να μην έχει τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση και να μην έχει καταδικαστεί για μια σειρά προβλεπόμενων από το νόμο αδικημάτων. Επιπρόσθετα, ανάδοχος γονέας μπορεί πλέον να γίνει κάθε πολίτης ως μονογονέας, κάθε έγγαμο ζευγάρι και κάθε ζευγάρι που έχει σύμφωνο συμβίωσης, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη το φύλο, η θρησκεία και η σεξουαλική ταυτότητα.

Παράλληλα, το 2019 αποκαταστάθηκε μία κομβική αδικία, καθώς οι άνθρωποι που ζουν με HIV ή Ηπατίτιδα Β απέκτησαν το δικαίωμα να γίνονται ανάδοχοι ή θετοί γονείς. Ωστόσο, με εξαίρεση τον HIV και την ηπατίτιδα, οι υποψήφιοι πρέπει να είναι υγιείς από λοιμώδη νοσήματα, αλλά και ψυχικά και πνευματικά υγιείς. Μία ακόμη διάκριση που αποκαταστάθηκε, αφορά στα ηλικιακά όρια για όσους επιθυμούν να γίνουν ανάδοχοι, τα οποία ορίστηκαν από τα 25 έως και τα 75 έτη, από 30-60 που ήταν πριν.

Ο υποψήφιος ανάδοχος γονέας πρέπει να παρακολουθήσει επίσης εκπαιδευτικά σεμινάρια 30 ωρών, προκειμένου να γνωρίσει και να προετοιμαστεί για τη διαδικασία της αναδοχής. Δεν υπάρχει ιεραρχική σειρά προτεραιότητας ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του υποψήφιου αναδόχου, αλλά, σύμφωνα με τον νόμο, κριτήριο αποτελεί το συμφέρον του παιδιού που προτείνεται κάθε φορά για οικογενειακή αποκατάσταση μέσω του θεσμού της αναδοχής. Η καταλληλότητα για να γίνει κάποιος/-α ανάδοχος, κρίνεται από την έρευνα που διενεργεί η αρμόδια κοινωνική υπηρεσία και την έκθεση καταλληλότητας που συντάσσει με βάση τα αποτελέσματα.

Οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες για την παιδική προστασία από το 2019

Η παρούσα κυβέρνηση, από το 2019 προχώρησε σε ορισμένες σημαντικές πρωτοβουλίες στο ζήτημα της παιδικής προστασίας, που ωστόσο χρήζουν βελτιστοποίησης. Αρχικά, δημιουργήθηκε η ψηφιακή πλατφόρμα www.paidi.gov.gr, μέσω της οποίας παρέχεται ενημέρωση ανά τρίμηνο σχετικά με την εξέλιξη των αναδοχών/υιοθεσιών. Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, περίπου 1.000 παιδιά έχουν βγει από τα ιδρύματα και έχουν τοποθετηθεί σε ανάδοχες/θετές οικογένειες.

Ακόμη, θεσμοθετήθηκε το επίδομα αναδοχής μέσω του οποίου άρχισε να καταβάλλεται από τον Ιούνιο του 2021, οικονομική ενίσχυση στους νέους ανάδοχους αλλά και στους ήδη υφιστάμενους. Το επίδομα ξεκινά από 325 ευρώ για παιδιά τυπικής ανάπτυξης και μπορεί να φτάσει μέχρι τα 1.200 ευρώ για παιδιά με αναπηρίες – ανάλογα με τον βαθμό αναπηρίας τους.

Όπως καταγράφει η Ελένη Γεώργαρου από το Δίκτυο Ανάδοχων Γονέων και Εθελοντών «Δικαίωμα στην Οικογένεια», σχετικά με τα επιδόματα, «Η Πολιτεία θα πρέπει να αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου την ευθύνη κάλυψης των εξόδων διατροφής, μόρφωσης και ιατρικής περίθαλψης (εφόσον το παιδί στην αναδοχή παραμένει υπό κρατική προστασία), όπως συμβαίνει στις χώρες με ανεπτυγμένα συστήματα ανάδοχης φροντίδας. Η Ιρλανδία για παράδειγμα, ανέπτυξε το σύστημα αναζητώντας υποψήφιους ανάδοχους ανάμεσα σε πολίτες με χαμηλά εισοδήματα καθώς και ανέργους, δίνοντας έτσι την ευκαιρία σε ανθρώπους που διαθέτουν όλα τα προσόντα, αλλά όχι την οικονομική άνεση, να γίνουν ανάδοχοι».

Για την προώθηση της αναδοχής των παιδιών με αναπηρία, προβλέπεται από το Υπουργείο η έναρξη προγράμματος επαγγελματικής αναδοχής, ενώ έχει εγκριθεί σχετική πρόταση στο Ταμείο Ανάκαμψης. Πρόκειται για την τοποθέτηση ανηλίκων, με σοβαρή αναπηρία (άνω του 67%) ή / και σοβαρές ψυχικές διαταραχές, στη φροντίδα επαγγελματιών αναδόχων.

Στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών, αναφέρεται επίσης πως ενισχύεται ο έλεγχος και η εποπτεία των μονάδων παιδικής προστασίας, ο οποίος ανήκει στις Περιφέρειες μέσω του θεσμού του Κοινωνικού Συμβούλου (ΚΣ). Ως ΚΣ αναλαμβάνει Κοινωνικός Λειτουργός ή άλλος κοινωνικός επιστήμονας της Περιφέρειας, με αρμοδιότητα να εποπτεύει τους φορείς παροχής υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας. Μέχρι το 2020 προβλεπόταν μόνο ότι ασκεί επίβλεψη και συνεχή παρακολούθηση των υπηρεσιών, ωστόσο με τους νόμους 4837/2021 και 4954/2022, αναμορφώθηκε ο θεσμός, ώστε να γίνει πιο αποτελεσματικός.

Τον Μάιο του 2022, ορίστηκαν αυστηρές προδιαγραφές ίδρυσης και λειτουργίας Μονάδων Παιδικής Προστασίας και Φροντίδας (ΜοΠΠ). Οι ΜοΠΠ ήταν οι μόνες κοινωνικές δομές οι οποίες παρέμεναν παντελώς αρρύθμιστες, χωρίς προδιαγραφές και κανόνες λειτουργίας. Παράλληλα, με τον ν. 4837/2021 θεσπίστηκε ο ορισμός της κακοποίησης και παραμέλησης ανηλίκων, ενώ προβλέφθηκαν δύο ειδικά μέτρα για την πρόληψη και αντιμετώπιση του φαινομένου: Θεσπίστηκε για κάθε νέα πρόσληψη η υποχρέωση υποβολής ποινικού μητρώου, που να αποδεικνύει ότι ο ενδιαφερόμενος δεν έχει καταδικαστεί ή δεν του έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για αδικήματα. Η υποχρέωση αυτή αφορά σε όλες τις θέσεις του προσωπικού, ανεξάρτητα από το εάν έχουν άμεση ή έμμεση μόνο επαφή με τα παιδιά, ισχύει για όλα τα είδη συμβάσεων και επεκτείνεται και στους τυχόν εθελοντές που θα επιλέξει ο φορέας.

Στο πλαίσιο αυτό, ορίστηκε σε κάθε μονάδα φιλοξενίας παιδιών που εποπτεύει το Υπουργείο Εργασίας, ο Υπεύθυνος Προστασίας Ανηλίκων. Πρόκειται για το πρόσωπο που γίνεται αποδέκτης των αναφορών κακοποίησης και υποχρεούνται να τις μεταβιβάζει άμεσα στις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές. Ο Υπεύθυνος Προστασίας Ανηλίκων αναλαμβάνει επίσης την υποχρέωση να υποβάλλει σε ετήσια βάση κάθε αναφορά κακοποίησης στο Εθνικό Σύστημα Καταγραφής και Παρακολούθησης Αναφορών του ΕΚΚΑ με σκοπό τη συστηματική καταγραφή και επεξεργασία των δεδομένων.

Τέλος, ορίστηκε η μέγιστη δυναμικότητα έως 20 παιδιά (με δυνατότητα υπέρβασης για να φιλοξενηθούν αδέλφια), ο διαχωρισμός ηλικιακών ομάδων (νήπια 3-5, παιδιά 6-12, έφηβοι 13-18), και η διαμόρφωση εσωτερικών χώρων κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται προσωπικός χώρος για τα παιδιά (χώροι ύπνου: έως 5 νήπια, έως 4 παιδιά, έως 2 έφηβοι). Η τήρηση και επικαιροποίηση όλων των βιβλίων και φακέλων των παιδιών (ΑΣΟΑ, ΑΣΦ), προκειμένου να καθίσταται ευχερέστερη η εξεύρεση οικογένειας για αναδοχή/υιοθεσία και η εξειδίκευση της εποπτείας για την επίβλεψη και παρακολούθηση των παρεχόμενων υπηρεσιών, προβλέπονται επίσης στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αναγκαία η κατάρτιση των κοινωνικών επαγγελματιών για τα παιδιά ευπαθών ομάδων

Οι πρωτοβουλίες που έχουν παρθεί στο πλαίσιο της αποϊδρυματοποίησης, είναι σε νομικό επίπεδο ιδιαίτερα σημαντικές, ωστόσο απέχουν ακόμα αρκετά από την σωστή εφαρμογή τους. Συγκεκριμένα, ορισμένα από τα παιδιά που διαβιούν στα ιδρύματα ή έχουν εγκαταλειφθεί ως βρέφη σε νοσοκομεία, δεν μπορούν να ενταχθούν σε πλαίσιο υιοθεσίας, επειδή εκκρεμούν δικαστικές αποφάσεις, που αφορούν για παράδειγμα στη γονική επιμέλεια, καθώς σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις οι βιολογικοί γονείς δεν την έχουν χάσει ή τη διεκδικούν ακόμα. 

«Μέχρι λοιπόν να ολοκληρωθούν οι νομικές διαδικασίες, προκειμένου το παιδί να μην μένει στη δομή, πρέπει να μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο της αναδοχής και οι διαδικασίες αυτές πρέπει να επιταχυνθούν. Επίσης, δυστυχώς ακόμη στην Ελλάδα, λόγω απουσίας εκπαίδευσης που απαιτείται για να αισθανθούν οι ανάδοχοι επαρκείς ώστε να φροντίσουν ένα παιδί, λίγοι θα προτιμήσουν ένα παιδί με αναπηρία ή/και ψυχικά ζητήματα ή ένα προσφυγόπουλο», εξηγεί η κα. Θεοδωροπούλου του Κέντρου Ερευνών Ρίζες ΑμΚΕ.

«Τα υποχρεωτικά σεμινάρια, τα οποία γίνονται λίγο πριν ξεκινήσει η αντιστοιχία των υποψήφιων ανάδοχων γονέων με τα παιδιά, πρέπει να εμπλουτιστούν, ενώ είναι αναγκαίο να καταρτιστούν επαρκώς οι κοινωνικοί λειτουργοί και να εποπτεύονται σε ζητήματα αναπηρίας, προσφυγικής συνθήκης, ΛΟΑΤΚΙ+ ζητημάτων κ.α. Παράλληλα με τις εκπαιδεύσεις των υποψήφιων, είναι σημαντικό να μιλούν στα παιδιά εξειδικευμένοι κοινωνικοί λειτουργοί, παιδοψυχολόγοι κ.α., για να τα προετοίμασαν για τη μετάβασή τους στην ανάδοχη οικογένεια. Έτσι, ένα παιδί που κρίνεται αναγκαίο να απομακρυνθεί από το οικογενειακό του περιβάλλον, θα μπορεί ευκολότερα να βρεθεί κατευθείαν σε μία οικογένεια, χωρίς να περάσει προηγουμένως από κάποιο ίδρυμα», καταλήγει.

Περισσότερες πληροφορίες για τον θεσμό της αναδοχής θα βρείτε στην πλατφόρμα anynet.gr
Λουίζα Σολομών-Πάντα