Categories: ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Πως είναι να δουλεύεις στην EuroDisney

It’s a magic world after all?

Νέος ετών 26 στην Ελλάδα της κρίσης. Είναι πολλά τα πτυχία Άρη, ακόμα περισσότερες όμως είναι οι αιτήσεις για δουλειά. Και εκεί που πίνεις την απογευματινή σου μπύρα, το τηλέφωνο χτυπά. Απόκρυψη. Μια φωνή στα ελληνικά: «Καλησπέρα, σας τηλεφωνώ από τη EuroDisney από το Παρίσι»…

Ακολουθεί μια μίνι τηλεφωνική συνέντευξη περί γλωσσών και ειδικοτήτων η οποία είναι αρκετή για να προχωρήσουμε στη δεύτερη, μέσω skype αυτή τη φορά. Τελειώνει και η δεύτερη και λίγες μέρες μετά, το συμβόλαιο καταφτάνει στην πόρτα. Όλα είναι υπολογισμένα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Πού θα μένω, πόσα θα παίρνω, ώρες εργασίας, λεωφορεία, φαγητό, όλα. Οχτώ ώρες εργασίας/ημέρα (με ένα διάλειμμα για φαγητό), δυο ρεπό/εβδομάδα, €300 (μόνο) για διαμονή στην εστία, €1200/μήνα. Και κάπως έτσι το παραμύθι ξεκινάει. Γιατί πώς μπορεί να μη θεωρήσει κάποιος το να δουλεύει στη EuroDisney ως κάτι παραμυθένιο;

Το αεροπλάνο προσγειώνεται και ένα λεωφορείο της εταιρίας με περιμένει. Ευτυχώς, γιατί τα γαλλικά μου περιορίζονται σε αυτά της έκτης δημοτικού και θα είχα πρόβλημα να συνεννοηθώ. Φτάνουμε στα κεντρικά όπου μετά από άλλες και άλλες υπογραφές μας μεταφέρουν (πλέον έχω ενωθεί με τους υπόλοιπους εκκολαπτόμενους Μίκυ όλων των εθνών) στις εστίες. Φτάνουμε στις Πλειάδες (les Pleiades). Εξωτερικά, ο παράδεισος. Μεγάλα προκάτ οικήματα που ενώνονται με καλοφτιαγμένο γκαζόν, γήπεδα μπάσκετ και βόλεϊ, χώρος για μπάρμπεκιου. «Καλά είμαστε», σκέφτομαι. Η είσοδος ωστόσο στο δωμάτιο δεν ήταν το ίδιο εντυπωσιακή. Βρόμικοι διάδρομοι, ετοιμόρροπες σκάλες. Είναι πραγματικά απορίας άξιο πώς μπορούν να μείνουν μαζί δύο άτομα που δεν γνωρίζονται σε 18τ.μ. Είναι στην κυριολεξία ο ένας πάνω στον άλλο. Δεν μπορείς να μαγειρέψεις, να βάλεις μουσική, να καλέσεις κόσμο. Ούτε μπάνιο δεν μπορείς να κάνεις χωρίς να ενοχλήσεις τον άλλο. Η εμπειρία του Εράσμους με βοηθά να το ξεπεράσω… Πάλι καλά η κοπέλα που μοιραζόμαστε το δωμάτιο (εκ Λετονίας, 1.78 ύψος) είναι μια χαρά και καταλήγουμε να κάνουμε παρέα. 

Welcome to Disneyland

Το τριήμερο που ακολουθεί είναι εκείνο της εκπαίδευσης. Πολλές πληροφορίες, πολλά νέα πρόσωπα, πολλές ώρες μπλα μπλα. Μου είχαν πει πως θα δουλεύω σε μπουτίκ της Main Street. Το σύστημα έχει ως εξής: πίσω από το φανταχτερό πάρκο με τις ατραξιόν, τα παιχνίδια και τους ήρωες, κρύβεται ένας τελείως διαφορετικός κόσμος, εκείνος των backstage. Εκεί μπορούμε να κυκλοφορούμε μόνο εμείς, τα cast-members. Ουσιαστικά τα backstage είναι ο χώρος μέσω του οποίου επικοινωνούν τα διαφορετικά κομμάτια του πάρκου. Εκεί αλλάζουμε κοστούμια, μεταφερόμαστε (με mini bus) από το ένα τμήμα στο άλλο – βοηθάνε ειδικά όλους εκείνους που δουλεύουν με split (ένα cast-member μπορεί να αλλάζει 2 και 3 διαφορετικά πόστα μέσα στο οχτάωρό του) και τρέχουν πανικόβλητοι για να προλάβουν να αλλάξουν κοστούμι- , εκεί περνάμε το διάλειμμά μας, είτε στα εστιατόρια είτε στα καφέ. Τα εστιατόρια θα μπορούσαν να αποτελούν ξεχωριστό θέμα ανάλυσης καθώς ουκ ολίγες φορές (backstage & onstage) έχουμε δει μικρούς Μίκυ να κυκλοφορούν αμέριμνοι στην κουζίνα. Μάλιστα, υπάρχει ένα «ενδοντισνεϊκό» αστείο πως πρόκειται για τον ίδιο τον Μίκυ Μάους που περιφέρεται στο σπίτι του. Οι επισκέπτες δεν επιτρέπεται για κανένα λόγο να μπουν στα backstage και κάθε cast-member όταν βγαίνει onstage πρέπει να φορά σωστά το κοστούμι του, να τηρεί τη γενική ομοιομορφία (οι κοπέλες πρέπει να φορούν υποχρεωτικά μαύρα στρωτά παπούτσια και καλσόν στο χρώμα του ποδιού ενώ οι άντρες πρέπει να είναι φρεσκοξυρισμένοι), σε καμία περίπτωση να μην κρατά κινητό και γενικά να μην κάνει τίποτα που να παρεκκλίνει από το «ρόλο» του.

Οι οδηγίες ήταν αυτές. Όταν είμαστε μέσα στο πάρκο πρέπει να είμαστε πραγματικό κομμάτι του γενικότερου concept. Για παράδειγμα, το concept της Main Street είναι η Αμερική στις αρχές του 20ου αιώνα. Σαλούν, άλογα και τα λοιπά. Εγώ εργαζόμουν στο TSP Photography, το υποτιθέμενο φωτογραφείο/μπουτίκ (πλέον είναι μπουτίκ με σουβενίρ). Καθώς τα γαλλικά μου ήταν πενιχρά, εστίαζα στην εξυπηρέτηση των αγγλόφωνων και ισπανόφωνων πελατών γεγονός που γρήγορα προκάλεσε αντιδράσεις. Είναι γεγονός πως οι Γάλλοι (βασικά, αναφέρομαι στους παριζιάνους) θεωρούν τουλάχιστον κατώτερο τους οποιονδήποτε δεν μιλά γαλλικά. Γρήγορα λοιπόν, άρχισαν οι παρατηρήσεις για το χρώμα των μαλλιών, το χρώμα των νυχιών και πως, αν ήθελα να δουλεύω στη Main Street που θεωρείται το κλασάτο κομμάτι του πάρκου, πρέπει να βάψω τα μαλλιά μου καστανά για να τηρώ τη γενική ομοιομορφία (για την ιστορία, τα είχα χάλκινα). Επίσης, υπήρξαν και σχόλια περί εθνικότητας του τύπου (έτσι που δουλεύετε οι Έλληνες, είναι λογικό που φτάσατε στην κρίση και άλλα τέτοια ωραία, ή «πώς νιώθεις που μιλάς μια νεκρή γλώσσα;») το γεγονός πως στην αρχή δεν μπορούσα να απαντήσω στη γλώσσα τους, επιδείνωνε την κατάσταση. Παρόλα αυτά, υπήρχαν λιγοστοί Γάλλοι και περισσότεροι Ισπανοί που πραγματικά βοήθησαν να εξοικειωθώ με τη νέα αυτή πραγματικότητα. 

Συχνά πυκνά, έρχονταν και Έλληνες επισκέπτες. Ήταν τόσο περίεργο να τους μιλάω ελληνικά φορώντας αυτή τη στολή. Άλλοι έδειχναν να κατανοούν και να συμπονούν και άλλοι να δείχνουν τουλάχιστον ζήλια που εργαζόμουν μέσα σε αυτό το μαγικό κόσμο. 

Σιγά σιγά περνούσε ο καιρός έχοντας πλέον αντιληφθεί για τα καλά πως το παραμύθι ήταν απλά μια καλοδουλεμένη μηχανή παραγωγής χρημάτων. Η Ντίσνεϊ απασχολεί γύρω στα 14.000 άτομα, αριθμός που θα μπορούσε να στήσει μια μικρή πόλη, όπως και έχει γίνει άλλωστε. Πριν κατασκευαστεί το πάρκο όλες οι γύρω περιοχές ήταν χωράφια και αλάνες. Σήμερα είναι άψογα δομημένες περιοχές που έχουν δημιουργηθεί για να στεγάσουν όλο αυτό τον κόσμο. Είναι τόσο ιδεατά και ομοιόμορφα φτιαγμένες που πραγματικά όλα τα σπίτια, τα σοκάκια και οι δρόμοι σου φαίνονται ονειρικά ίδιοι. «Είναι σαν να ζούμε στο Τρούμαν σόου», μου είχε πει κάποτε ο Στέφανο, ένας Ιταλός συνάδελφος από τους λίγους που έδειχναν να χρησιμοποιούν τη Ντίσνεϊ και να μην τον χρησιμοποιεί αυτή. Σε αυτές τις περιοχές δεν υπάρχουν ιδιαίτερες επιλογές εξόδου, προκειμένου όλοι οι κάτοικοι/cast-members να ξοδεύουν τους μισθούς τους στα μπαρ και τα εστιατόρια εντός των εγκαταστάσεων. «Πρόκειται για το πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα του σύγχρονου καπιταλισμού», σύμφωνα με την Ισπανίδα Olympia.

Έλληνας μόνος στη Ντίσνεϊ ψάχνει

Την περίοδο που βρέθηκα εγώ εκεί, καλοκαίρι του 2011, σε αντίθεση με τους Ιταλούς και τους Ισπανούς που είχαν δημιουργήσει ολόκληρα γκέτο, οι Έλληνες ήμασταν μετρημένοι στο ένα χέρι, άντε στα δύο για να μη γίνομαι υπερβολική. Κάθε ένας εκεί για διαφορετικούς λόγους, με διαφορετικές αντιλήψεις και πιστεύω για όσα μας συνέβαιναν στο μαγικό κόσμο της Disney όμως όλοι με την ίδια ανάγκη για επικοινωνία. Όταν όλη τη μέρα ζεις σε αυτή την τρέλα, το βράδυ αν μη τι άλλο επιζητείς τη σιγουριά και την ασφάλεια. Ίσως η κοινή προέλευση το προσφέρει αυτό. 

Τρία χρόνια μετά, με συνεχείς recruitment days στην Αθήνα, οι πέντε-έξι Έλληνες έχουν γίνει περισσότεροι από εκατό αποτελώντας πια το δικό τους γκέτο. Πολλοί από αυτούς βρίσκονται εκεί με συμβόλαια αορίστου σύμβασης (CDI). Για όλα αυτά τα παιδιά, η Disney τους έδωσε την ευκαιρία που καμία εταιρία δεν τους έδωσε στην Ελλάδα. Και την άρπαξαν. Οι περισσότεροι μένουν σε μικροσκοπικά δωμάτια εστιών (έχουν συγκεντρωθεί σε μία εστία για να είναι κοντά μεταξύ τους) και περνούν καλά. Αν θα ήθελαν να επιστρέψουν; Δεν ξέρω αν θα είχε νόημα να απαντήσουν σε μια τόσο ρητορική ερώτηση. Απαντώ στη θέση τους: Για ποιο λόγο;

Η Γαλλία τους προσφέρει προνόμια και παροχές που στην Ελλάδα δεν έχουμε καν φανταστεί. Σωστή ασφάλιση, σωστή ιατρική περίθαλψη, ικανοποιητικά επιδόματα. Ομολογουμένως στη Γαλλία, η αξία του εργαζόμενου αναγνωρίζεται. Και μπορεί η εργασία στη Disney να είναι η δουλειά που κανείς Γάλλος (με πτυχία) δεν θέλει να κάνει – μόνο Γάλλοι φοιτητές και ανειδίκευτοι δείχνουν να την επιλέγουν- όμως για τον χωρίς μέλλον Έλληνα, Ιταλό, Ισπανό, Πορτογάλο όλα αυτά φαντάζουν όνειρο. Είναι όλα θέμα οπτικής.  

Προσωπικά, θεωρώ πως η Disney προσφέρει ιδανικές συνθήκες για έναν 20χρονο. Είναι σαν ένα Εράσμους αλλά επί πληρωμή. Παρέες, πάρτι, ξενύχτια, μοναδική ευκαιρία για να ζεις φτηνά πολύ κοντά στο Παρισάκι. Αν όμως είσαι σε άλλη φάση, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αν ο λόγος είναι καθαρά βιοποριστικός, για πόσο μπορείς να ζεις σε ένα δωμάτιο 15 τ.μ; Για πόσο μπορείς να μην έχεις πραγματική ζωή και να ζεις μέσα στο μαγικό γυάλινο κόσμο της; Σε ένα κόσμο που κάθε ημέρα τελειώνει με το κλείσιμο του πάρκου και μια άλλη, ακριβώς όμοια ξεκινά με το άνοιγμα του;

Διαβάστε επίσης πως είναι να ζεις στην Αθηναϊκή πολυκατοικία στην οποία κατοικούν Ερασμίτες από όλο τον κόσμο.

Γεωργία Αλεξίου

Share
Published by
Γεωργία Αλεξίου