Η απάντηση είναι διττή: α) ο Άντυ Μάρεϊ και β) η νέα φουρνιά αστεριών που έδειξε για τα καλά τα δόντια της.
Αναλυτικότερα: ως τον Ιούνιο, όλα έδειχναν ότι και το 2016 (όπως το 2015 και το 2014) θα ανήκε ολοκληρωτικά στον Νόβακ Τζόκοβιτς. Ο Σέρβος βρισκόταν σε εξωφρενική κατάσταση ακόμα και για τα δικά του στάνταρ, κερδίζοντας κορυφαία τουρνουά με χαρακτηριστική άνεση! Ήταν τόσο μεγάλη η διαφορά του από τους υπόλοιπους, ώστε να βλέπεις στα μάτια του εκάστοτε αντίπαλού του ότι δεν έχει ελπίδα: ο Νόβακ είχε κερδίσει το Αυστραλιανό Όπεν, την Ντόχα, το Ίντιαν Γουέλς, το Μαϊάμι, την Μαδρίτη, το Ρολαν Γκαρος. Ο μόνος που φαινόταν να το παλεύει ήταν ο Μάρεϊ που έφτανε μεν στους τελικούς, αλλά εκεί έχανε δε από τον Σέρβο (Αυστραλία, Ρολάν Γκαρός – τον νίκησε μόνο στη Ρώμη). Έτσι, τον Ιούνιο η απόσταση που χώριζε τον νο 1 στον κόσμο Τζόκοβιτς από τον νο 2 Μάρεϊ ήταν αχανής: (16950 με 8915 η βαθμολογία στις 27/6). Τα κείμενα για τον Μάρεϊ έλεγαν ότι είναι πολύ κρίμα που δεν γεννήθηκε 2-3 χρόνια αργότερα και ότι θα είναι για πάντα στη σκιά του Τζόκοβιτς. Κανένας στο άθλημα δεν περίμενε αυτό που θα ακολουθούσε.
Η μεγάλη ανατροπή άρχισε τον Ιούλιο: στο Γουίμπλεντον (που ταλαιπωρήθηκε φέτος από τις πολλές βροχές) ο Τζόκοβιτς έχασε απροσδόκητα στον 3ο γύρο από έναν έχω-μόνο-σερβίς-αλλά-σήμερα-κάνω-το-ματς-της-ζωής-μου Σαμ Κιουρρέϊ, σε ένα ματς που έγινε σε 2 μέρες (λόγω της βροχής) με τον Νόβακ να είναι τραγικός την 1η μέρα κι εκνευρισμένος τη 2η μέρα, τότε που έχασε από την τσαντίλα του το ται-μπρέϊκ.
Έκτοτε, κάποιος τον μάτιασε τον Σέρβο και αυτή η χαρακτηριστική άνεση με την οποία κέρδιζε τους πάντες έξαφανίστηκε. Έχασε από τον Ντελ Πότρο στους Ολυμπιακούς, από τον Βαβρίνκα στον τελικό του US Open, από τον Μπατίστα-Αουγκούτ στη Σανγκάη κι από τον Τσίλιτς στο Παρίσι.
Δρυός πεσούσης, πας ανήρ ξυλεύεται και στο διάστημα που ο Τζόκοβιτς παραπατούσε, ο Μάρεϊ κατέβαινε σε ό,τι τουρνουά υπήρχε για να μαζέψει πόντους: κέρδισε το Γουίμπλεντον, το Πεκίνο, την Σανγκάη, τη Βιέννη, το Παρίσι. Η ειρωνεία δεν θα μπορούσε να λείπει από την κορυφαία στιγμή της πορείας του «αιώνιου δεύτερου» Μάρει. Στις 5 Νοεμβρίου, η κατάκτηση του νο 1 της παγκόσμιας κατάταξης εξαρτιόταν από το αν θα νικήσει τον Ράονιτς στον ημιτελικό του Παρισιού. Ο Καναδός αποσύρθηκε λόγω τραυματισμού κι έτσι ο Άγγλος, που είχε για πρώτη φορά φτάσει στο νο2 του κόσμου πριν από 7 (!) χρόνια, κατάφερε επιτέλους να βρεθεί για πρώτη φορά στην κορυφή του κόσμου στο πιο εύκολο ματς της ζωής του!
Πίσω (αν και σε αρκετή απόσταση) από τους δύο μονομάχους της κορυφής – κι ενώ ο Ναδάλ δεν μπορούσε να δείξει σταθερότητα και ο Φέντερερ έμεινε έξω για μήνες λόγω τραυματισμού – ακολουθεί μια ομάδα από εξαιρετικούς τεννίστες, οι οποίοι βρίσκονται σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να μπρούν να κερδίσουν τους πάντες στην καλή τους μέρα (Βαβρίνκα, Ράονιτς, Νισικόρι, Τσίλιτς, Μπέρντιχ, Γκοφέν, Τσονγκά και ο επανακάμψας Ντελ Πότρο), αλλά δεν έχουν ακόμα την σταθερότητα που απαιτείται σε ένα ατομικό άθλημα με τόσο ανταγωνισμό. Παράλληλα, έχουν κάνει την εμφάνισή τους και τα ταλέντα της επόμενης ημέρας (Τιέμ, Ντιμιτρόβ, Α. Ζβέρεφ), ανάμεσά στους οποίους κι ο αυτοκαταστροφικός Κύργιος, ένας αθλητής που το shot-making του δεν το έχουμε ξαναδεί από την εποχή του τεράστιου Πιτ Σάμπρας και φέτος έδειξε μεγάλη βελτίωση στο all-around παιχνίδι του, όμως ο χαρακτήρας του τον τραβάει πίσω (βλ. την σοβαρή τιμωρία που του επιβλήθηκε για διακωμώδηση του αθλήματος για τα απαράδεκτα σκηνικά και τις δηλώσεις που έκανε στο ματς με τον Μίσα Ζβέρεφ στη Σανγκάη).
Σε συνδυασμό με την έκρηξη των χορηγιών και το ενδιαφέρον του κοινού που γεμίζει τα γήπεδα (εκτός από τα τουρνουά των «νεόπλουτων» – βλ. Κίνα, Αραβία), το 2017 και τα προσεχή χρόνια φαντάζουν ιδιαίτερα ελπιδοφόρα για το άθλημα.
Στο εγχώριο τέννις, το όνομα του Στέφανου Τσιτσιπά ξεχωρίζει, καθώς ο 18χρονος κατόρθωσε να ανέβει στο 200 της παγκόσμιας κατάταξης.
Το τοπ 10 (με τη βαθμολογία) της παγκόσμιας κατάταξης στο κλείσιμο της χρονιάς
Σε αντίθεση με το ανδρικό τέννις, το γυναικείο δεν ήταν στα καλύτερά του το 2016, λόγω της αναπάντεχης απουσίας των αντίστοιχων μονομαχιών των κορυφαίων αθλητριών της σύγχρονης εποχής. Από το τρίο Σερένα Γουίλιαμς – Μαρία Σαράποβα – Βικτώρια Αζαρένκα (όλες τους έχουν φτάσει στο νο 1 της παγκόμιας κατάταξης), μόνο η Αμερικάνα είχε γεμάτη σεζόν.
Η Ρωσίδα αγωνίστηκε μόνο σε 5 ματς φέτος (τον Ιανουάριο στο Αυστραλιανό Όπεν) κι έπειτα τιμωρήθηκε με πολύμηνο αποκλεισμό στα πλαίσια του εκτεταμένου σκανδάλου ντόπινγκ που έπληξε τον ρώσικο στίβο, αν και κατοικεί στις ΗΠΑ (μετά την κερδισμένη έφεσή της, θα επιστρέψει τελικά την άνοιξη του 2017). Η Λευκορωσίδα ξεκίνησε δυνατά τη χρονιά, αλλά τραυματίστηκε τον Μάϊο και δεν την ξαναείδαμε έκτοτε, καθώς είναι έγκυος.
Με αυτές τις απουσίες, η Σερένα αποφάσισε να διαχειριστεί πολύ πιο συντηρητικά το πρόγραμμά της, δίνοντας φέτος μόλις 45 ματς (σε αντίθεση με 65 πέρυσι, 82 το 2013 κλπ). Ο πανδαμάτωρ χρόνος όμως δεν αφήνει κανέναν αλώβητο κι έτσι, η κορυφαία τεννίστρια όλων των εποχών, με το βάρος των 35 ετών πια, δεν κατάφερε να παραμείνει στο νο 1 του κόσμου, καθώς κέρδισε μόνο το Γουίμπλεντον. Εξακολουθεί να παίζει το κυριαρχικό τέννις που μας έχει συνηθίσει (πανίσχυρο σερβίς, φοβερές γωνίες), αλλά με σαφώς λιγότερη κίνηση, καθώς αποφεύγει όσο μπορεί την κατανάλωση ενέργειας.
Τη θέση της στην κορυφή του κόσμου κατέλαβε η Ανζελίκ Κερμπέρ, σε μια ιδιαίτερα σταθερή χρονιά κατά την οποία κέρδισε το Αυστραλιανό και το US Όπεν, ενώ έφτασε στον τελικό του Γουίμπλεντον και των Ολυμπιακών! Παρά τις ικανότητές της όμως, η Καναδή δεν δείχνει να έχει το star quality που χρειάζεται για να «κουβαλήσει» το άθλημα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ακριβώς αυτό το star quality, στα μέσα της σεζόν, πιστέψαμε ότι το διαθέτει η Μουγκουρούθα, η οποία – πέρα από το καταπληκτικό αμυντικό παιχνίδι της- είχε βελτιώσει αισθητά το σερβίς της και κέρδισε το Ρολάν Γκαρός τον Ιούνιο, κατανικώντας την Σερένα. Αλλά, έκτοτε, στην κυριολεξία κατέρρευσε, δείχνοντας να έχει χάσει εντελώς την ψυχολογία του νικητή.
Πίσω έμεινε και η Σιμόνα Χάλεπ που είχε ξεχωρίσει το 2015, αλλά φέτος υπήρξε εξαιρετικά ασταθής και κατάφερε να κερδίσει μόνο τουρνουά μικρότερης εμβέλειας (Μαδρίτη, Μόντρεαλ, Βουκουρέστι). Οι Αγκιέσκα Ραντβάνσκα, Ντομίνικα Τσιμπούλκοβα, Καρολίνα Πλίσκοβα, Πέτρα Κβίτοβα, Σουάρεζ-Ναβάρο και τα «νεα» ονόματα Μάντισον Κις και Τζοάννα Κόντα, κινούνται πάνω κάτω στο ίδιο επίπεδο και μόνο η «μέρα» είναι αυτό που κρίνει το αποτέλεσμα των μονομαχιών τους. Έτσι, οι θέσεις τους στην 10άδα της παγκόσμιας κατάταξης αλλάζουν διαρκώς. Αξίζει να αναφερθούν οι πολύ νεαρές Κασάτκινα και Στρίκοβα που έκαναν σημαντικές νίκες, η ευχάριστη επαναφορά της (πρώην νο 2) Καρολίν Βοζνιάκι (τώρα στο νο 19) τους τελευταίους μήνες, μετά από μεγάλη περίοδο κατά την οποία τραυματιζόταν διαρκώς, αλλά και η αδυναμία της Μπουσάρντ (νο 46) να επανέλθει στα παλιά της στάνταρντ (πρώην νο 5).
Στα δικά μας, η Μαρία Σάκκαρη (κόρη της Αγγελικής Κανελλοπούλου) κατάφερε να ανέβει ως το 87 της παγκόσμιας κατάταξης (χάρη σε νίκες επί ονομάτων όπως η Καμίλα Τζόρτζι και η Χέδερ Γουότσον) κι έκλεισε τη σεζόν στο νο 97.
Το τοπ 10 (με τη βαθμολογία) της παγκόσμιας κατάταξης στο κλείσιμο της χρονιάς