Categories: ΔΙΕΘΝΗPoV

«Ζήτω ο Τράμπ, Ζήτω ο Πούτιν, Ζήτω ο Όρμπαν» – Από τη Δημοκρατία στο Νέο-Βοναπαρτισμό.

Λέγεται ότι ο Μπραμς άκουσε για πρώτη φόρα τη μουσική των Ρομά της Ουγγαρίας, σε έναν δρόμο του Αμβούργου. Οι πλανόδιοι μουσικοί, πιθανώς πρόσφυγες της επανάστασης του 1848, έδωσαν την έμπνευση στον συνθέτη να γράψει, αρκετά χρόνια αργότερα, τους «Ουγγρικούς Χορούς», ταυτίζοντας τη χώρα με τη μουσική τους.

Ο Βίκτορ Όρμπαν, νικητής των εκλογών της Κυριακής, μάλλον θα αισθάνεται κάπως άβολα με αντίστοιχες συνταυτίσεις. Ωστόσο, οι Ρομά δεν είναι το μέγιστο πρόβλημα για εκείνον. Το μείζον πρόβλημα ήταν, είναι και θα είναι οι πρόσφυγες. Το είχε δηλώσει μάλιστα ρητά, στο παρελθόν: όλοι αυτοί που ζητούν άσυλο είναι «δηλητήριο» για την Ουγγαρία, «εμείς δεν τους θέλουμε, δεν τους έχουμε ανάγκη, ας τους κρατήσουν εκείνοι που τους χρειάζονται». Κι αυτοί που τους χρειάζονται έχουν δεχτεί πολλάκις τη σφοδρή κριτική του. Καθότι, για τον Όρμπαν, οι Βρυξέλες, το Παρίσι, το Βερολίνο συμβολίζουν την προδοσία των βασικών αρχών της Χριστιανικής Δύσης. Επιλέγοντας να επιτρέψουν στο προσφυγικό ρεύμα να φτάσει στην Ευρώπη, ουσιαστικά επιβάλλουν την «αλλοίωσή» της.

Γι’ αυτό το λόγο και για να προστατέψει την Ευρώπη, το 2015, ο Όρμπαν ανέγειρε έναν τεράστιο φράχτη στα νότια σύνορα της χώρας. To 2017, ο φράχτης ενισχύθηκε και απέκτησε μία σειρά από «καινοτόμα» χαρακτηριστικά: φέρει αισθητήρες θερμότητας, μπορεί να προκαλέσει ηλεκτροσόκ και διαθέτει κάμερες και μεγάφωνα, από τα οποία εκτός των μηνυμάτων σε διάφορες γλώσσες (αγγλικά, αραβικά, φαρσί), ακούγονται και ουρλιαχτά προς εκφοβισμό κι αποτροπή. Οι Ούγγροι θα πρέπει να αισθάνονται πλέον ασφαλείς (sic), το «δηλητήριο» δεν θα «εισρεύσει» στη χώρα.

Βίκτορ Όρμπαν (EPA/Lajos Soos HUNGARY OUT)

Όπως ήταν αναμενόμενο, με κεντρικό σύνθημα το «Πρώτα η Ουγγαρία», ο Όρμπαν επιδόθηκε σε μια ξενόφοβη, αντιευρωπαϊκή και σοβινιστική ρητορική, καθόλη τη διάρκεια του προεκλογικού του αγώνα, επιτιθέμενος προς όλους όσους θεωρεί αντιπάλους του: τους Ευρωπαίους ηγέτες που επεμβαίνουν στα εσωτερικά της Ουγγαρίας, αλλά και τον πολυεκατομμυριούχο συμπατριώτη του Τζωρτζ Σόρος, που ενορχηστρώνει «τη μαζική μετανάστευση» προς την Ευρώπη, χρηματοδοτώντας ΜΚΟ που ασκούν αντιπολίτευση.

Η εκστρατεία σε επίπεδο επικοινωνιακών τακτικών ήταν απλή και σαφής στα μηνύματά της: «πάμε στη μάχη, στις Βρυξέλλες», «οι ψήφοι των Ούγγρων θα νικήσουν τα λεφτά τους» (υπονοώντας τον Σόρος). Ήταν επίσης προσωποκεντρική: παντού εικόνες του ηγέτη ανάμεσα στο λαό, κι αρκετά lifestyle – ο Όρμπαν μιλά με σπουδαστές, ο Όρμπαν και η οικογένειά του, ο Όρμπαν μαγειρεύει το Πασχαλινό Παραδοσιακό χοιρινό, κλπ. Ενώ δεν έλλειψε και η αρνητική διαφήμιση: αφίσες με συνθήματα εναντίον του ζάμπλουτου ορκισμένου «εχθρού» της Κυβέρνησης και της Ουγγαρίας κοσμούσαν για αρκετές ημέρες τους δρόμους και τις στάσεις των λεωφορείων στη Βουδαπέστη. Σε μία από αυτές, ο Σόρος, με σαρδόνιο χαμόγελο, αγκαλιάζει τους αρχηγούς της αντιπολίτευσης, οι οποίοι κρατούν στα χέρια τους μεγάλους κόφτες συρμάτων, έτοιμοι να κόψουν τον φράχτη, επιτρέποντας στους πρόσφυγες να κατακλύσουν και πάλι την Ουγγαρία.

Το 2015 ο Όρμπαν ανέγειρε έναν τεράστιο φράχτη στα νότια σύνορα της χώρας. To 2017, ο φράχτης ενισχύθηκε και απέκτησε μία σειρά από «καινοτόμα» χαρακτηριστικά: φέρει αισθητήρες θερμότητας, μπορεί να προκαλέσει ηλεκτροσόκ και διαθέτει κάμερες και μεγάφωνα, από τα οποία ακούγονται ουρλιαχτά προς εκφοβισμό κι αποτροπή

Αν ο σοβινιστικός, συγκρουσιακός και ξενόφοβος αυτός λόγος μας εκπλήσσει, τότε το έως τώρα κυβερνητικό έργο, κινούμενο στα όρια της συνταγματικής νομιμότητας, θα πρέπει να προκαλεί φόβο: περιορισμός της ελευθερίας του λόγου στα Μέσα Ενημέρωσης, ευθεία αντιπαράθεση με όσες ΜΚΟ υπερασπίζονται τα δικαιώματα των μεταναστών, προσπάθεια επιβολής ελέγχου στη δικαιοσύνη. Καθώς και άλλα, ακόμη πιο παρεμβατικά και βιοπολιτικά μέτρα, όπως ο έμμεσος περιορισμός των εκτρώσεων ή ο πρόδηλος υποβιβασμός της κοινωνικής θέσης της γυναίκας και η εξιδανίκευσή του ρόλου της ως μητέρας. Για τον Όρμπαν όλες αυτές οι «αναγκαίες» δράσεις τελούνται στο όνομα της «υπεράσπισης του εθνικού συμφέροντος». 

Η προσέλευση στις κάλπες ήταν μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά (σχεδόν επτά στους δέκα ψηφοφόρους άσκησαν το δικαίωμά τους) (EPA/BALAZS MOHAI HUNGARY OUT)

Σε αυτό το πλαίσιο η νίκη που κατήγαγε ο Όρμπαν και η οποία θα του χαρίσει την τρίτη θητεία του ως πρωθυπουργού της Ουγγαρίας αποκτά τρομακτική συμβολική αξία. Στις βουλευτικές εκλογές, στις οποίες η προσέλευση ήταν μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά (σχεδόν επτά στους δέκα ψηφοφόρους άσκησαν το δικαίωμά τους), ο υπερεθνικιστής κι αυτόκλητος υπερασπιστής της Χριστιανικής Δύσης και το κόμμα του, το Fidesz – αντίθετα προς τις προσδοκίες πολλών αναλυτών – ενίσχυσαν την εκλογική τους δύναμη (+4% από τις προηγούμενες εκλογές), συγκεντρώνοντας το 48,53% των ψήφων. Ενώ, την ίδια στιγμή, το ακροδεξιό κόμμα Jobbik πλησίασε το 20%, αφήνοντας στην τρίτη και τέταρτη θέση, αντίστοιχα, του Σοσιαλιστές και τους Πράσινους. Με λίγα λόγια, το Fidesz κι ο εκλογικός του συνέταιρος διαθέτουν υπερ-πλειοψηφία και έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν το σύνταγμα, ενώ ο ίδιος ο Όρμπαν κατέχει πλέον μία ευρύτατη λαϊκή νομιμοποίηση, η οποία τον καθιστά τον αδιαφιλονίκητο κυρίαρχο. 

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που οι ηγέτες πολλών ακροδεξιών κομμάτων έσπευσαν να τον συγχαρούν, κάνοντας λόγο για ένα αποτέλεσμα που απορρίπτει κι αναχαιτίζει την «ανατροπή των αξιών και τη μαζική μετανάστευση που υποστηρίζει η ΕΕ» (Μαρίν Λεπέν – Εθνικό Μέτωπο, Γαλλία), «μια κακή μέρα για την ΕΕ, αλλά μια πολύ καλή ημέρα για την Ευρώπη»  (Μπεατριξ φον Στορτς / AfD, Γερμανία), «ένα υπέροχο αποτέλεσμα» (Γκέερτ Βίλντερς / PVV, Ολλανδία).

Το Fidesz κι ο εκλογικός του ακροδεξιός συνέταιρος διαθέτουν υπερ-πλειοψηφία κι έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν το σύνταγμα, ενώ ο ίδιος ο Όρμπαν κατέχει πλέον μία ευρύτατη λαϊκή νομιμοποίηση, η οποία τον καθιστά τον αδιαφιλονίκητο κυρίαρχο

Ο ίδιος ο Όρμπαν, στην πρώτη του εμφάνιση μετά τη νίκη, μπροστά από ένα ενθουσιώδες πλήθος υποστηρικτών στην όχθη του Δούναβη, ανέφερε μεταξύ άλλων: «Αυτή είναι μια ιστορική νίκη, που μας δίνει τη δυνατότητα να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας, να υπερασπιστούμε την Ουγγαρία». Την ίδια στιγμή, κάποιοι από τους περιχαρείς οπαδούς φώναζαν ρυθμικά: «Ζήτω ο Τραμπ, ζήτω ο Πούτιν, ζήτω ο Όρμπαν».

Βίκτορ Όρμπαν και Ζολτ Σέμιεν (EPA/Szilard Koszticsak HUNGARY OUT)

Ας επιχειρήσουμε ορισμένες βεβιασμένες ενδεχομένως πρώτες σκέψεις. Στη νίκη του Όρμπαν αποκρυσταλλώνονται δύο πολύ σημαντικές εκλογικές τάσεις των τελευταίων χρόνων στην Ευρώπη. Από τη μία πλευρά, η σκλήρυνση σε θέματα μεταναστευτικής πολιτικής με την παράλληλη και έντονη «δεξιά» μετατόπιση του εκλογικού σώματος, κι από την άλλη, η σαφής εκδήλωση και στην περίπτωση της Ουγγαρίας, ενός πολιτικού φαινομένου που θα τολμούσαμε να ονομάσουμε νέο-βοναπαρτισμό, το οποίο σχετίζεται με τη δημοκρατική ανάδειξη ηγετών που φλερτάρουν με τον αυταρχισμό.

Το υβριδικό αυτό φαινόμενο (όπου η δημοκρατία συναντά τον αυταρχισμό) σχετίζεται άμεσα με όσα παρατηρούμε στη Ρωσία, την Τουρκία, την Κίνα, αλλά και τις Φιλιππίνες και τη Βενεζουέλα. Αφορά, δηλαδή, πολιτικά καθεστώτα όπου η εξουσία του ηγέτη διαθέτει βάθος χρόνου, είναι απόλυτα προσωποπαγής, στηρίζεται σε μία (δήθεν) αδιαμεσολάβητη σχέση του πολιτικού ηγέτη με το εκλογικό σώμα και κυρίως είναι διαρκώς επεκτάσιμη, καταλύοντας ισορροπίες, συνταγματικές νομιμότητες και τη διάκριση των εξουσιών.

Επί αυτής της βάσης, ο Όρμπαν θα μπορούσε να τοποθετηθεί ανάμεσα στους Ντουτέρτε, Μαδούρο, Πούτιν και Ερντογάν. Και η λίστα, προϊόντος του καιρού, θα επεκτείνεται. Ο ισχυρός άντρας της Πολωνίας, Καζίνσκι, το έχει ήδη πει: «η Ουγγαρία αποτελεί πρότυπο προς μίμηση».

Για την περίπτωση ωστόσο της Ουγγαρίας τα ερωτήματα ανακύπτουν με σχεδόν βίαιο τρόπο: Πώς φτάσαμε έως εδώ; Πώς καταφέραμε τα κράτη του ανατολικού μπλοκ, τα κράτη που κάποτε διψούσαν για ελευθερία και υπέρβαση των τειχών, τώρα να ανεγείρουν τα νέα δικά τους τείχη; Πώς φτάσαμε στο σημείο, ο κάποτε φιλελεύθερος, διαπρύσιος κήρυκας των δημοκρατικών ιδεωδών (και φιλοδυτικός) Όρμπαν, τώρα να ομνύει στη διατήρηση της παράδοσης, στον υπερσυντηρητισμό και την ξενοφοβία, ξιφουλκώντας ενάντια στην παρηκμασμένη Δύση που δεν σέβεται την παραδοσιακή οικογένεια, την εκκλησία και το έθνος;

Πώς έγινε η Δύση από σωτήρας, εχθρός;

Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Δεν είναι μόνον οι πρόσφυγες, ούτε οι Βρυξέλλες, ούτε οι αδιάφορες ελίτ. Ίσως είναι όλα αυτά μαζί κι άλλα που δεν έχουμε εδώ το χώρο να αναλύσουμε. Ίσως η Ουγγαρία σήμερα, και μαζί της όλη η Ευρώπη, να ζούμε μια βαθιά, πολυεπίπεδη και τρομακτική κρίση της Δημοκρατίας. Μια κρίση που πιθανά να σχετίζεται με τη λάθος αντίληψη που έχουμε για τις χρόνιες παθήσεις αυτού του ιδιαίτερου και εύθραυστου πολιτεύματος1 ή με τον μύθο2 της.

Μια κρίση που φέρνει στο νου τη Μελαγχολία της Αντίστασης3, το μεγάλο έργο ενός πολυβραβευμένου Ούγγρου συγγραφέα, του Λάσλο Κρασναχορκάι. Εδώ, στην Ευρώπη, σήμερα, όπως κι εκεί, πλανάται μια απροσδιόριστη απειλή, το φάντασμα ενός Λεβιάθαν, ο κίνδυνος ενός νεόκοπου ολοκληρωτισμού. Εδώ, στην Ευρώπη, σήμερα, όπως κι εκεί, έχουμε παραδοθεί στο μυστήριο, στη μελαγχολία και στη θλίψη. Χαμένοι, αδιάφοροι, τρομοκρατημένοι και άβουλοι, μες στην ομίχλη των καιρών και την αχλύ των αμφιβολιών. Μόνον που εδώ, σήμερα, τώρα, η αντίσταση δεν πρέπει να θεωρηθεί ανώφελη. Τουναντίον, οφείλει να έχει τη χάρη, το σθένος, το θάρρος και την ένταση, ενός Ουγγρικού Χορού (…τουλάχιστον για όσους θεωρούν τη δημοκρατία αναγκαία και ωφέλιμη).


  1. Για το ζήτημα των υπέρμετρων ή λανθασμένων ή αδικαιολόγητων προσδοκιών μας
    σχετικά με τη Δημοκρατία: Frederic Worms, Οι Χρόνιες Παθήσεις της Δημοκρατίας, μετ.
    Γ. Φαράκλας, Αθήνα: Πόλις, 2018.
  2. Λουτσιάνο Κάνφορα, H δημοκρατία, Ιστορία μιας ιδεολογίας, μετ. Παναγιώτης
    Σκόνδρας, Αθήνα: Μεταίχμιο, 2009.
  3. Λάσλο Κρασναχορκάι, Η μελαγχολία της αντίστασης, μετ. Αβραμίδου Ιωάννα, Αθήνα:
    Πόλις, 2016.

 

Βασίλης Μουρδουκούτας