Ο άνθρωπος που έφερε το Κονγκό αντιμέτωπο με το Κονγκό

Ο Κλοντ Λε Ρουά στη σύγχρονη εκδοχή του, λίγο Κλάους Κίνσκι, λίγο Ίγκι Ποπ.

Η άνετη πρόκριση της Δημοκρατίας του Κονγκό στα προημιτελικά του φετινού Κόπα Άφρικα είναι το γεγονός που έχει κάνει περισσότερο αίσθηση στη διοργάνωση μέχρι τώρα. 23 χρόνια είχε να συμβεί κάτι αντίστοιχο, και στο επίκεντρο της μεγάλης επιτυχίας βρέθηκε ο Κλοντ Λε Ρουά, ο μεγαλύτερος ίσως εξπέρ του Αφρικανικού Κυπέλλου Εθνών, στην 8η φορά που καθοδηγεί κάποια ομάδα στο συγκεκριμένο τουρνουά.

 Με εμφάνιση ξανθιά και σταφιδιασμένη, που φέρνει κάπως στο νου τον Κλάους Κίνσκι από τις ταινίες του Βέρνερ Χέρτσογκ (Αγκίρε, Φιτζκαράλντο), ο γεννημένος στη Νορμανδία, 67χρονος σήμερα κόουτς ανακάλυψε το δικό του Ελντοράντο στη Μαύρη Ήπειρο περίπου 30 χρόνια πριν, όταν και δέχτηκε την πρόταση να αναλάβει προπονητής στην Εθνική Καμερούν. Ύστερα από μια όχι τόσο φανταχτερή, ωστόσο συνεπή καριέρα στα γαλλικά Σαμπιονά Α’ και Β’ κατηγορίας (κυρίως με τις Αζαξιό, Αβινιόν και Λαβάλ), ο εγκεφαλικός αλλά οξύθυμος μέσα στο γήπεδο Λε Ρουά στράφηκε στο κοουτσάρισμα ήδη από τα 32 του χρόνια. Πριν φτάσει στο Καμερούν, είχε περάσει από τους πάγκους της Αμιέν και της Γκρενόμπλ, ομάδων της Β’ Γαλλίας, χωρίς κάποιο σπουδαίο επίτευγμα. «Ήμουν πολύ νέος τότε, κάποιοι παίκτες, όπως ο Ροζέ Μιλά ή ο Τεοφίλ Αμπεγκά ήταν σχεδόν συνομήλικοί μου», δήλωσε πρόσφατα σε μια συνέντευξη-αφιέρωμα στο BBC. Το λιοντάρια του Καμερούν είχαν μόλις αρχίσει να κάνουν αίσθηση, κυρίως με τη μεγάλη εμφάνισή τους στο ισπανικό Μουντιάλ του ’82, όταν και αποκλείστηκαν σε μια 4πλή ισοβαθμία, έχοντας φέρει μόνο ισοπαλίες, ακόμα και με τη μετέπειτα παγκόσμια πρωταθλήτρια Ιταλία. Αδιανόητο επίτευγμα για αφρικανική ομάδα μέχρι τότε, το Καμερούν εξελίχτηκε εντυπωσιακά μέσα σ’ εκείνη τη δεκαετία, φτάνοντας εντέλει να ενθουσιάσει την Υφήλιο μέχρι τους 8 της μεγάλης παγκόσμιας διοργάνωσης το 1990 στην Ιταλία. Στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στα δύο Μουντιάλ, η τριετία (1985-1988) με τον Λε Ρουά στον πάγκο σημαδεύτηκε από δύο μεγάλες καμπάνιες στα Κόπα Άφρικα του ‘86 και του ’88, όπου στο μεν πρώτο το κύπελλο χάθηκε στα πέναλτι από τη γηπεδούχο Αίγυπτο, ενώ στο δεύτερο, με ανανεωμένη κατά τα 6/11 ομάδα, έφτασε μέχρι τον θρίαμβο, στην Καζαμπλάνκα απέναντι στη Νιγηρία (1-0).

«Ήταν το ξεκίνημα μιας φανταστικής, ερωτικής ιστορίας, πρώτα με το Καμερούν και μετά με όλη την Αφρική. Όχι μόνο για μένα, αλλά και για τη σύζυγο και τις κόρες μου. Δεν ξέρω αν είναι μια υπέροχη ιστορία για την Αφρική, σίγουρα όμως είναι μια υπέροχη ιστορία για μένα», λέει σήμερα ο Λε Ρουά ανασκαλίζοντας το ξεκίνημα. Κι αυτό είναι που έφτασε τελικά να τον διαφοροποιεί από τους κλασικούς Ευρωπαίους γυρολόγους που βλέπουμε κατά καιρούς να προπονούν περιστασιακά αφρικανικές εθνικές ομάδες σε μεγάλες διοργανώσεις. Όπως περιγράφει, στο ίδιο αφιέρωμα, ο Σαλίφ Ντιαό, μεγάλος Σενεγαλέζος χαφ που μόνο ως πιτσιρίκος θυμόταν το πέρασμα του Λε Ρουά από τη Σενεγάλη (1990-1992), είναι πολύ σημαντικό που ο Γάλλος, αν και νομάς λόγω φύσης και δουλειάς, μένει πάντοτε μόνιμα στη χώρα που αναλαμβάνει να κοουτσάρει, για όσο κρατάει η θητεία του. «Η Αφρική είναι πολύ μυστήρια, γι’ αυτό χρειάζεται να είσαι εκεί για να την καταλαβαίνεις. Δεν είναι μόνο το παιχνίδι, πρέπει επίσης να γνωρίσεις τη χώρα όπου πηγαίνεις, τις διαφορετικές κοινότητες που τη συγκροτούν, έτσι μόνο αντιλαμβάνεσαι και τις διαφορετικές νοοτροπίες των παικτών που συναντάς», συμπληρώνει ο Ντιαό. Ο Λε Ρουά έβαλε και τη Σενεγάλη στο διεθνή χάρτη, φτάνοντας μια άσημη ομάδα μία φορά στους 4 (1990, Αλγερία) κι άλλη μία στους 8 (1992, Σενεγάλη) του Κόπα Άφρικα. «Έκανε σπουδαίο έργο στη Σενεγάλη. Δουλεύοντας με πολλούς νέους παίκτες, έφτιαξε μια πραγματικά ισχυρή βάση. Αν και ήταν προπονητής της ομάδας μέχρι το 1992, θα έλεγα ότι οι επιτυχίες μας 10 χρόνια αργότερα, στο Κόπα Άφρικα [2η θέση] και το Μουντιάλ [προημιτελικά] του 2002, ήταν εν πολλοίς αποτέλεσμα της δικής του θητείας», ολοκληρώνει τις τιμητικές αναφορές ο Ντιαό. Το κόνσεπτ βέβαια για τη νεανική και φιλόδοξη ομάδα της Σενεγάλης του 1992 ήταν να φτάσει μέχρι την κατάκτηση του Κυπέλλου που διοργάνωνε, όμως ο Λε Ρουά το βρήκε από ένα παλιό δικό του παιδί, τον επιθετικό Ερνέστ Εμπονγκέ, στον προημιτελικό κόντρα στο Καμερούν.

Η γνώση που άρχισε να αποκτά ο Λε Ρουά για το αφρικανικό ποδόσφαιρο, σε συνδυασμό με τον νόμο Μποσμάν που έφερε εκρηκτική αύξηση στην εισροής ταλέντου από την Αφρική στην Ευρώπη κατά τη δεκαετία του ’90, τον έφεραν πίσω στη Γαλλία, ύστερα από ένα ατυχές πέρασμα από τη Μαλαισία (1994-1995). Έπιασε δουλειά σαν σχολιαστής στο Canal+ και αρθρογράφος στη Libération, ενώ στη συνέχεια ανέλαβε τεχνικός διευθυντής στη Παρί Σεν Ζερμέν, με την προοπτική να φέρει στην ομάδα ό,τι καλύτερο από την ακόμα σχετικά ανεξερεύνητη Αφρική. Ανάλογο ρόλο του είχε αναθέσει και ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι στη Μίλαν το 1996, ύστερα από πρόταση του Ζορζ Γουεά που τότε μεγαλουργούσε στο Μιλάνο και θεωρούταν κι εκείνος ένα από τα πουλέν του Λε Ρουά. Όμως ο τότε νέος κόουτς τη Μίλαν, Όσκαρ Ταμπάρεζ δεν τον έκρινε απαραίτητο και ύστερα από μόλις 3 μήνες ο Λε Ρουά ξαναγύρισε στη Γαλλία και το Canal+. Δεν άργησε πάντως πολύ να επστρέψει στους πάγκους, και μάλιστα σε συνθήκες κορυφαίου ανταγωνισμού, αφού οι Καμερουνέζοι τον ξανακάλεσαν για να οδηγήσει την ομάδα, για 1η φορά στην καριέρα του σε Μουντιάλ (Γαλλία, 1998). Λόγω και εντοπιότητας ο Λε Ρουά επιλέχτηκε να καθοδηγήσει μια ομάδα που μπορεί να μη γοήτευσε (δύο ισοπαλίες και μία ήττα), ανέδειξε πάντως αρκετό νέο αίμα (Λορέν, Τζομπ, Γουομέ, Ολεμπέ και κυρίως Ετόο). Ίσως όλα να ήταν διαφορετικά αν στο πρώτο ματς με την Αυστρία στην Τουλούζ, ο Τόνι Πόλστερ δεν ισοφάριζε στις καθυστερήσεις (1-1). 

Σχεδόν κάθε φορά που ο Λε Ρουά βρισκόταν εκτός Αφρικής τα έκανε θάλασσα, κάτι που συνέβηκε και με την πρώτη του εμπειρία σε πάγκο της Ligue 1 στη Γαλλία, αυτόν της Στρασμπούρ, από την οποία απολύθηκε κακήν κακώς στα μέσα της σεζόν 2000-2001, μιας καθόλα τρελής περιόδου για την ιστορία του κλαμπ, καθώς την ίδια χρονιά πήρε το Κύπελλο Γαλλίας και υποβιβάστηκε, ενώ ο Λε Ρουά μαζί με τον πρόεδρο Προυασί κατηγορήθηκαν για ατασθαλίες, με κοψοχρονιά πωλήσεις ταλέντων και πανάκριβες αγορές παλτών. Το 2001 επίσης ο Λε Ρουά απέτυχε να εκλεγεί δημοτικός σύμβουλος στην Αβινιόν, με τον τότε συνδυασμό της Πλουραλιστικής Αριστεράς. Έκανε ακόμα δύο χρόνια στην Κίνα (Σαγκάη Κόσκο) και ένα τρίμηνο στη Δ’ Αγγλίας (Κέμπριτζ), προτού ξαναγυρίσει στην αγαπημένη του Αφρική, τούτη τη φορά στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Ζαΐρ). Εκεί κατάφερε και πάλι να οδηγήσει μια ανυπόληπτη για καιρό ομάδα σε επιτυχίες, έχοντας βέβαια μπροστάρηδες δυο παιχταράδες, τους Σαμπανί Νοντά και Λομανά Λουά-Λουά. Στο Κόπα Άφρικα του 2006 στην Αίγυπτο η Λ.Δ. του Κονγκό εντυπωσίασε κόντρα στο Τόγκο, που είχε ήδη προκριθεί στο γερμανικό Μουντιάλ της ίδιας χρονιάς. Η νίκη των Κονγκολέζων με 2-0 ουσιαστικά τους έστειλε στα προημιτελικά, αν και αουτσάιντερ.

    

Μετά το ματς ο Λε Ρουά πρόβλεψε ότι ο 20χρονος τότε Τρεζόρ Μπουτού, σκόρερ του 1ου γκολ, «θα ξεπεράσει τον Ετόο». Ανεξάρτητα που ο παίκτης έβγαλε σχεδόν όλη την καριέρα του στην κογκολέζικη Μαζέμπε, ο Λε Ρουά βρήκε και πάλι τον ρόλο του ως γκουρού της αφρικάνικης εκδοχής του παιχνιδιού, για την οποία μιλούσε ακατάπαυστα σε διεθνή μέσα όπως το Σπίγκελ: «Όσο πιο πολύ δουλεύω στην Αφρική, τόσο πιο πολύ αγαπώ το ποδόσφαιρο και τόσο πιο πολύ μισώ τις μπίζνες γύρω αυτό (…) Όταν βλέπεις παιδιά στους δρόμους να παίζουν μπάλα, νομίζεις ότι ονειρεύεσαι. Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο πια, ούτε στη Γαλλία, ούτε στη Γερμανία, πουθενά στην Ευρώπη. Οι Αφρικανοί ποδοσφαιριστές αναπτύσσουν εκπληκτικές δυνατότητες επειδή έχουν μάθει να παίζουν στις χειρότερες συνθήκες που μπορεί να φανταστεί κανείς (…) Από την άλλη, δεν δουλεύει τίποτα. Δυσκολευόμαστε για τα πάντα, από το να βγάλουμε βίζες για τους παίκτες, να κλείσουμε ξενοδοχεία, να πληρωθούν τα μπόνους τους, που συχνά εξαφανίζονται. (…) Πάντα το ίδιο μεγάλο πρόβλημα, κάθε φορά που διαμορφώνονται κάποιες δομές, λίγο αργότερα βυθίζονται στο χάος. Ακόμα και καθιερωμένες ομάδες, όπως η Νιγηρία ή το Καμερούν, οργανωτικά αυτοπαγιδεύονται, ενώ υποφέρουν και από τη μεγαλομανία των καλοπληρωμένων τους σταρ. Είναι δύσκολο να πείσεις π.χ. τον Ετόο από την Μπαρτσελόνα να έρθει να τα δώσει όλα κόντρα στη Λιβύη».

Με λουκ που περισσότερο παρέπεμπε σε Ευγένιο Γκέραρντ, ο Κλοντ Λε Ρουά κοουτσάρισε τη Σενεγάλη στο Κόπα Άφρικα του 1992.

 Ο Λε Ρουά πήρε μια τέτοια ομάδα με σταρ, τη Γκάνα, την οποία έφτασε μέχρι την 3η θέση στο Κόπα Άφρικα του 2008, επίδοση που θεωρήθηκε μάλλον φτωχή καθώς η χώρα ήταν φιλόδοξη διοργανώτρια εκείνου του τουρνουά. Ύστερα από ένα ακόμα αποτυχημένο πέρασμα από την Ασία (Ομάν και Συρία), ο κόουτς ξαναγύρισε στο πρώην Ζαΐρ (και ακόμα πιο πρώην Βελγικό Κονγκό) το 2011, ωστόσο για πρώτη φορά δεν κατάφερε να φέρει μια ομάδα στα νοκ-άουτ του Κόπα Άφρικα, τη διοργάνωση-σπεσιαλιτέ του, αποκλειόμενος με 3 ισοπαλίες (2013, Νότια Αφρική). Στο προηγούμενό του πέρασμα από τη Λ.Δ. του Κονγκό, μιλούσε για μια χώρα 55 εκατομμυρίων που λατρεύει το ποδόσφαιρο όσο καμία άλλη. Εφτά χρόνια αργότερα, ο πληθυσμός είχε φτάσει στα 75 εκατομμύρια (!). Ωστόσο το συμπέρασμα ήταν ίδιο: «Και όλοι τους είναι τελείως τρελαμένοι με το ποδόσφαιρο. Στη Βραζιλία π.χ. θ’ ακούσεις πολλούς να σου λένε ‘όχι, δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου’. Εδώ όμως αυτό δεν συμβαίνει ποτέ».

Η χρυσή αλλαγή, ο Φαμπρίς Ονταμά, γιορτάζει το γκολ της νίκης των κόκκινων του ‘Κονγκό-Μπραζαβίλ’ απέναντι στη Μπουρκίνα Φάσο.

 Αυτοί οι τρελαμένοι λοιπόν φίλοι του και ποδοσφαιρόφιλοι, θα βρεθούν απέναντί του το Σάββατο (31/1) στον 1ο προημιτελικό του 30ου Αφρικανικού Κυπέλλου Εθνών, που φέτος διεξάγεται στην Ισημερινή Γουινέα (17/01 – 08/02). Στη Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Γαλλικό Κονγκό), που ο Λε Ρουά κοουτσάρει από τον Δεκέμβριο του 2013, ο πληθυσμός είναι πολύ μικρότερος (4.5 εκ.), όμως ο ενθουσιασμός είναι τεράστιος για το κατορθώματα μιας ομάδας που είχε να πετύχει νίκη σε τελική φάση Κόπα Άφρικα 41 χρόνια, από τη διοργάνωση της Αιγύπτου το 1974, στη μόνη –και σύντομη- «χρυσή εποχή» της. Με τον 22χρονο στράικερ της Αλμερία Τιεβί Μπιφουμά να αποτελεί έναν από τους σταρ του τουρνουά και τον Ντελβίν Εντινγκά του Ολυμπιακού σταθερό στην 11άδα, το Κονγκό πέρασε 1ο και σχετικά εύκολα από ένα γκρουπ που συμπεριλάμβανε και τους διοργανωτές, με όλες τις δυσκολίες που συνεπάγεται αυτό. Ο Λε Ρουά δεν δίστασε να τσακωθεί παραμονές της πρεμιέρας με την Ισημερινή Γουινέα (1-1, 17/01), καταγγέλλοντας ότι το ξενοδοχείο που παραχωρήθηκε στην ομάδα του δεν είχε αρκετά δωμάτια, δεν είχε νερό και ήταν γεμάτο με γυμνά καλώδια. «Δεν ζητάμε ξενοδοχείο 5 αστέρων, θέλουμε απλά έναν επαρκή αριθμό καθαρών δωματίων με νερό», ξέσπασε, μαλακώνοντας λίγες μέρες αργότερα, ύστερα από τη νίκη του Κονγκό κόντρα στην Γκαμπόν (1-0, 21/01), καθώς «όλα μας το προβλήματα λύθηκαν ως διά μαγείας, μετά το ματς με την Ισημερινή Γουινέα». Η νέα νίκη απέναντι στη Μπουρκίνα Φάσο (2-1, 25/01) σφράγισε την πρωτιά και σε συνδυασμό με τη δραματική πρόκριση, με 3 ισοπαλίες, των γειτόνων του β’ ομίλου, βγήκε το ζευγάρι Κονγκό/Μπραζαβίλ vs Κονγκό/Κινσάσα, από τα ονόματα των πρωτευουσών με τα οποία συχνά αποκαλούνται οι δύο χώρες για να ξεχωρίζονται. Το καταπληκτικό είναι ότι οι δύο αυτές πόλεις, Μπραζαβίλ και Κινσάσα, χωρίζονται μόνο από τον ποταμό Κονγκό, με αποτέλεσμα να είναι οι πιο κοντινές μεταξύ τους πρωτεύουσες του κόσμου (απόσταση 2 ναυτ. μιλίων / 4 χιλιομέτρων). Συνήθως οι άνθρωποι μεταφέρονται από τη μία πόλη στην άλλη με το φέρι, μέσα σε περίπου μισή ώρα.

Οι δυο πιο κοντινές πρωτεύουσες στον κόσμο, Κινσάσα και Μπραζαβίλ, στον χάρτη. Ανάμεσά τους σαν φυσικό σύνορο, ο ποταμός Κονγκό.

 «Ξέρω σαν την παλάμη μου όλη την ομάδα τους, ορισμένους από τους παίκτες τούς είχα το 2006, και σχεδόν όλους τους υπόλοιπους το 2012-2013», προβοκάρει ο Λε Ρουά ενόψει του προημιτελικού, θέλοντας να υπογραμμίσει και τον δικό του ρόλο στο παιχνίδι. «Δεν θα ‘ναι πάντως εύκολο», τρέχει να συμπληρώσει. «Μην ξεχνάτε ότι εμείς στο Κονγκό/Μπραζά είμαστε μόνο 4 εκατομμύρια και παίζουμε εναντίον 75 εκ., και μάλιστα με παίκτες που έχουν βρει δουλειές σε όλα τα μεγάλα πρωταθλήματα». Όσο για το δικό του μέλλον, αν υπάρχει τέτοιο μετά το φετινό Κ.Α: «Το 2019 το Κύπελλο θα διοργανωθεί στο Καμερούν, και ίσως τότε να είναι η κατάλληλη στιγμή να κλείσω τον κύκλο. Όλα για μένα στην Αφρική ξεκίνησαν από το Καμερούν».    

   

Το παιχνίδι Κονγκό-Λαική Δημοκρατία του Κονγκο θα μεταδοθει από το Europort HD  σήμερα Σάββατο 31 Ιανουαρίου στις 6 το απόγευμα

Αντρέας Κίκηρας