Categories: ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Η νεοφιλελεύθερη αποεπένδυση στο δημόσιο σύστημα υγείας

Την ώρα που γραφόταν αυτό το άρθρο 613 από τις συνολικά 624 κλίνες ΜΕΘ που διατίθενται για ασθενείς με Covid-19, είχαν ήδη γεμίσει. Αυτό σημαίνει ότι η κλεψύδρα ανθεκτικότητας του δημόσιου συστήματος υγείας αδειάζει ταχέως και δραματικά με ορατό πλέον το ενδεχόμενο σύντομα να τεθούν στους γιατρούς διλήμματα «διαλογής», τα οποία ορίζονται μεν από τα αντίστοιχα πρωτόκολλα αλλά δεν παύουν να είναι αδυσώπητα και να εγείρουν δυσβάσταχτα ζητήματα ηθικής.

Την ίδια στιγμή οι ιδιώτες κλινικάρχες στη Θεσσαλονίκη επιδίδονταν σ’ ένα στυγνό οικονομικό παζάρεμα με το κράτος για να διαθέσουν ορισμένες κλίνες σε μια πόλη περικυκλωμένη από τον τρόμο και το θάνατο.

Εάν υπήρχε μια φλεγματικού τύπου ηχητική υπόκρουση να συνοδεύει την αλληλογραφία του Υπουργείου με τους κλινικάρχες αυτή θα μπορούσε να είναι οι αλησμόνητες δηλώσεις της Μιράντας Ξαφά «Πιστεύω ότι δε χρειάζονται κρατικά νοσοκομεία. Μπορούν να είναι όλα ιδιωτικά». Είναι η πιο κραυγαλέες και όχι οι μοναδικές εκφάνσεις των επιπτώσεων της μακροχρόνιας από- επένδυσης στο σύστημα δημόσιας υγείας ως αποτέλεσμα της άσκησης νεοφιλελεύθερων πολιτικών. 

Από τη σύλληψη της έννοιας του νεοφιλελευθερισμού το 1938 από τον Friendrich Hayek μέχρι τα οικονομικά πειράματα της Σχολής του Σικάγο στη Λατινική Αμερική και τη θατσερική αποσάθρωση της βρετανικής κοινωνίας, ο νεοφιλελευθερισμός ως συμπαγής πολιτική θεωρία και εφαρμοσμένη πολιτική έχει στον πυρήνα του τον ανταγωνισμό, τη συρρίκνωση του δημόσιου χώρου και τη μετατροπή των πολιτών σε καταναλωτές. Δεν κάμπτεται από τις κρίσεις. Τις αξιοποιεί και τις εργαλειοποιεί.

Η Ναόμι Κλαίν κωδικοποίησε εύστοχα τη συγκεκριμένη διαδικασία ως «καπιταλισμό της καταστροφής». Η υγεία παρότι θεμελιώδες αγαθό που θα όφειλε να είναι καθολικά προσιτό και προσβάσιμο και άρα να συνιστά πλέρια και απρουπόθετη δικαιοδοσία των δημόσιων συστημάτων υγείας, καθόλου δεν ξέφυγε από το άτεγκτο δόγμα.

Αντίθετα, το μεθοδικό και μεθοδευμένο ροκάνισμα των δημόσιων συστημάτων υγείας αποτέλεσε κατευθυντήρια γραμμή σε διεθνές επίπεδο. Σύμφωνα με στοιχεία που είχε παρουσιάσει ο ευρωβουλευτής Μάρτιν Σίρντεβαν, από το 2011 έως το 2018 η Κομισιόν ζήτησε 63 φορές από κράτη-μέλη της να μειώσουν τις δαπάνες για την Υγεία ή και να προχωρήσουν σε ιδιωτικοποιήσεις στον συγκεκριμένο κλάδο. Από την έρευνά του προκύπτει ότι αυτό ήταν το δεύτερο πιεστικότερο αίτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μετά την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης με 105 αιτήματα.

Στην Ελλάδα, η δεκαετής εφαρμογή προγραμμάτων λιτότητας, επιτάχυνε ακόμα περισσότερο τη απόσυρση του κράτους από τον τομέα της δημόσιας υγείας και την επιβάρυνση των πολιτών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ η ελληνική κυβέρνηση καλύπτει μόλις το 61% των δαπανών Υγείας και το 39% πληρώνουν οι πολίτες από την τσέπη τους. Η Ελλάδα κατέχει το έβδομη θέση από το τέλος στον συγκεκριμένο πίνακα, με το μέσο ποσοστό κάλυψης των δαπανών Υγείας από το κράτος στον ΟΟΣΑ να είναι βρίσκεται στο 71%. Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχτηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας που σε συνθήκες αύξησης της νοσηρότητας ως απόρροια και του ψυχοκοινωνικού στρες που επέφερε η οικονομική κρίση, βίωσε μια δραστική μείωση πόρων και αποψιλώθηκε από ανθρώπινο δυναμικό. Το μόνιμο προσωπικό στα νοσοκομεία, σύμφωνα, με τα στοιχεία της ΠΟΕΔΗΝ την περίοδο 2010- 2019 μειώθηκε κατά 25.000 άτομα.

Συνολικά σε όλες τις υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας το 2010 υπηρετούσαν 105.000 μόνιμοι υπάλληλοι, το 2014 υπηρετούσαν 79.533 και το 2019 79.375. 

Γιατί μπορεί η κυβέρνηση την Άνοιξη να μας καλούσε να βγούμε στα μπαλκόνια να χειροκροτήσουμε τους γιατρούς – λες και το χειροκρότημα θα λειτουργούσε ως μαγικό ραβδί πολλαπλασιασμού των εργαζομένων, αλλά αυτό δεν αποδείχθηκε παρά μια επικοινωνιακή απόπειρα αποποίησης των ευθυνών και σβησίματος της μνήμης. Μήπως ξεχαστούν οι στιγμές που ο Άδωνις Γεωργιάδης, ως Υπουργός Υγείας τότε, κόμπαζε ανερυθρίαστα «Αν υπάρξουν απολύσεις γιατρών στον ΕΟΠΥ, σας παρακαλώ αυτό δεν θέλω να το χρεωθεί η τρόικα, δεν θέλω να μου παίρνει την δόξα ο Τόμσεν για τα αυτονόητα. Οι αποφάσεις είναι δικές μου». Το ΕΣΥ αφέθηκε υποχρηματοδοτημένο και υποστελεχωμένο, με ανθρώπους που έβλεπαν τους μισθούς τους να μειώνονται και το φόρτο εργασίας να αυξάνεται, να διαχειρίζεται μια κατάσταση που και πριν την πανδημία ήταν απελπιστική.

Η Διεθνής Αμνηστία σε μια εις βάθος έρευνα κατέγραψε το αποτύπωμα αυτών των χειρισμών. οι δημόσιες δαπάνες για την υγεία στην Ελλάδα μειώθηκαν από 15,41218 δισεκατομμύρια ευρώ το 2009 σε 8,815 δισεκατομμύρια ευρώ το 2017, μία μείωση 42,8%.

Κατά την ίδια περίοδο, οι κατά κεφαλήν δαπάνες για την υγεία (δηλαδή για κάθε άτομο), μειώθηκαν επίσης κατά 40%. Σε αυτήν την περίοδο, οι δημόσιες δαπάνες για την υγεία ως ποσοστό του ΑΕΠ επίσης μειώθηκαν: έπεσαν από 6,49% το 2009 σε 4,89% το 2017.   

Περαιτέρω, οι μέσες αυτό-αναφερόμενες ανάγκες υγείας που δεν ικανοποιήθηκαν στην Ελλάδα έχουν σχεδόν διπλασιαστεί από το 2009 (4,2%) έως το 2018 (8,3%), έχοντας φτάσει σε ένα μέγιστο 12% το 2016, με μεγαλύτερες επιπτώσεις σε ανθρώπους με χαμηλότερα εισοδήματα.  

Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

«Αυτό που είδαμε μέσα από την έρευνά μας ήταν διάφορες μελέτες που  έχουν τεκμηριώσει τις επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας στην δημόσια υγεία. Με άλλα λόγια, έχουν υποστηρίξει ότι πέρα από το ότι πλήττουν την πρόσβαση στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, αυτά τα μέτρα έχουν καταστήσει περισσότερους ανθρώπους ασθενείς και έχουν επιδεινώσει την υγεία τους.  Για παράδειγμα , στην αρχή της κρίσης, εκθέσεις και άρθρα επεσήμαναν μια αύξηση των μολύνσεων με HIV στα τέλη του 2010, περίπου την ίδια εποχή που οι περικοπές στους προϋπολογισμούς οδήγησαν στην περικοπή σχεδόν κατά το ένα τρίτο των προγραμμάτων προσέγγισης στον δρόμο. Εκθέσεις επεσήμαναν επίσης την αύξηση του αριθμού των αυτοκτονιών όπως και αυξημένες ανησυχίες για την ψυχική υγεία κατά την ίδια περίοδο. Οι μελέτες αυτές  αποτελούν σημαντικές ενδείξεις για το πώς η λιτότητα έχει πλήξει την υγεία των ανθρώπων και αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο μελλοντικές μελέτες να ανακαλύψουν μεγαλύτερη σύνδεση ανάμεσα στα μέτρα λιτότητας στην Ελλάδα και στην υγεία των ανθρώπων. Υπάρχει συχνά ένα χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα σε ένα γεγονός στον πραγματικό κόσμο και την δημοσίευση στοιχείων για την υγεία. Επομένως, ενδέχεται να χρειαστούν κάποια χρόνια μέχρι τα στοιχεία να αντικατοπτρίσουν οποιονδήποτε αντίκτυπο. Οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας επίσης ίσως να χρειαστούν χρόνια για να εκδηλωθούν. Αυτό επίσης, που παρατηρήσαμε ήταν ότι οι εργαζόμενοι στη δημόσια υγεία ήταν εξουθενωμένοι αλλά με αξιοσημείωτη διάθεση να υπηρετήσουν το ΕΣΥ. Οι μαρτυρίες των ίδιων των ασθενών είναι ιδιαίτερα συγκινητικές για τη σχέση τους με τους γιατρούς» επισημαίνει η Λία Γώγου, ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας.

Παρακάτω υπενθυμίζει ότι η υγεία είναι βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, κατοχυρωμένο στις διεθνείς συμβάσεις: «Η Ελλάδα έχει επικυρώσει μια σειρά από διεθνείς και περιφερειακές συνθήκες δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων οι οποίες απαιτούν τον σεβασμό, την προστασία και την εκπλήρωση του δικαιώματος στην υγεία.  Η πραγμάτωση του δικαιώματος στην υγεία απαιτεί οι υγειονομικές εγκαταστάσεις, τα αγαθά και οι υπηρεσίες να είναι διαθέσιμα με ποσοτική επάρκεια και να είναι προσβάσιμα σε όλους τους ανθρώπους χωρίς διακρίσεις. Η συμμετοχή του πληθυσμού σε όλες τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων που σχετίζονται με την υγεία σε επίπεδο κοινότητας, και σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, είναι επίσης κομβική. Πέρα από αυτό, η  Ελλάδα έχει υποχρέωση στην προοδευτική πραγμάτωση του δικαιώματος στην υγεία, και υπάρχει ισχυρό τεκμήριο ότι μέτρα οπισθοδρόμησης που λαμβάνονται σχετικά με το δικαίωμα στην υγεία δεν είναι επιτρεπτά».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Το δικαίωμα στην υγεία ψαλλιδίστηκε, ευαλωτοποιώντας ακόμα περισσότερο τους πιο αδύναμους και αμβλύνοντας το ταξικό χάσμα. Γνωρίζουμε καλά ότι σ’ αυτή τη δεκαετία υπήρχαν άνθρωποι που δε μπορούσαν καν να πληρώσουν τη συμμετοχή που προβλεπόταν για τις αγωγές τους. Επιπλέον, ευνοήθηκε ο ιδιωτικός τομέας που με μια σχεδόν ληστρική λειτουργία, πήρε ακόμα μεγαλύτερο μερίδιο ιδιαίτερα στο κομμάτι των διαγνωστικών εξετάσεων. Ως εκ τούτου, η πανδημία Covid- 19 που είναι μια αντικειμενικά πρωτόγνωρη συνθήκη για όλο τον κόσμο, γίνεται ακόμα δυσκολότερη στη διαχείριση της, όταν το δημόσιο σύστημα υγείας είναι εξασθενημένο και δε διαβλέπεται καμία ουσιαστική προσπάθεια ενίσχυσης του. 

Ο οικονομολόγος Λεωνίδας Βατικιώτης το εξηγεί αναλυτικά: «Το ελληνικό σύστημα υγείας εισήλθε στη μάχη εναντίον του κορονοϊού τον Μάρτιο του 2020 χωρίς να έχει ανακάμψει από την εξάντληση που υπέστη την εποχή των Μνημονίων λόγω των συνεχών περικοπών σε κάθε είδους πόρους: από έμψυχο υλικό μέχρι υποδομές. Η φθορά του αποτυπώνεται στα στατιστικά στοιχεία, που αν και ξέρουμε ότι πάντα αποκλίνουν από τα πραγματικά, διατηρούν την αξία τους για διαχρονικές και διεθνείς συγκρίσεις.

Έτσι για παράδειγμα εύκολα διαπιστώνουμε ότι οι κλίνες των δημόσιων νοσοκομείων στην Ελλάδα από το 2000 ως το 2017 μειώθηκαν κατά 18%: από 35.773 σε 29.495. Η υστέρηση των δημόσιων υγειονομικών υποδομών της Ελλάδας αποτυπώνεται σε πολλά ακόμη μεγέθη. Επιλέγω, μεταξύ πολλών, το ποσοστό των παιδιών με ανικανοποίητες ανάγκες ιατρικών εξετάσεων ή θεραπείας που ενώ σε όλη την ΕΕ ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 1,6%, στην Ελλάδα είναι 2,4%! Η υστέρηση των δημόσιων υποδομών ήταν μια συνειδητή πολιτική που επεδίωξε να στρώσει το δρόμο στην είσοδο των ιδιωτών.

Η τρέχουσα απειλή για το δημόσιο σύστημα υγείας, που στην ιδανική του μορφή εξασφαλίζει μακροζωία και ευημερία, εξαλείφει τις κοινωνικές αντιθέσεις, κ.α. είναι οι Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα. Ποιος ξεχνάει ότι μόλις λίγους μήνες πριν το ξέσπασμα τη πανδημίας στην Ελλάδα, τον Δεκέμβριο του 2019 ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος είχε διοργανώσει σχετική ημερίδα στην Αίγλη Ζαππείου; Το αίτημα του ήταν όσο απλό τόσο σκανδαλώδες: Να ανοίξουν οι πύλες των δημοσίων υποδομών στους ιδιώτες, που να μπορούν να εξετάζουν, να χειρουργούν, κ.α. έναντι αντιτίμου στα κρατικά νοσοκομεία! Αν είχε υλοποιηθεί το αίτημα τους εύκολα μπορούμε να προβλέψουμε ότι σήμερα οι ιδιώτες δε θα έκλειναν τις πύλες μόνο των ιδιωτικών νοσοκομείων στα θύματα του Covid-19 αλλά και του Ευαγγελισμού… Επιπλέον, ΣΔΙΤ και παραχωρήσεις είναι ακραία αποτυχημένο παράδειγμα. Αρκεί μια ματιά στα δεκάδες εκατομμύρια επιπλέον αποζημιώσεων που έλαβαν οι ιδιώτες που ελέγχουν τους αυτοκινητοδρόμους εξ αιτίας της χαμηλής κίνησης κατά τη διάρκεια του λοκ ντάουν…  

Η κυβέρνηση παρόλα αυτά δεν έβγαλε τα συμπεράσματα που πρέπει από τον καταστροφικό εναγκαλισμό των ιδιωτικών συμφερόντων με το δημόσιο σύστημα ασφάλισης και υγείας, που αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στην απομύζηση των δημόσιων πόρων από τα κάθε λογής εξεταστήρια. Κι αντί να προχωρήσει με φαστ τρακ διαδικασίες στην ενδυνάμωση του δημόσιου συστήματος υγείας ακόμη και στο «και πέντε» το καλοκαίρι του 2020, όταν πια είχε φανεί η σημασία του για τη δημόσια υγεία, συνέχισε να το έχει απροστάτευτο, μέχρι που ξέσπασε το δεύτερο κύμα της πανδημίας… Ήξερε πώς κάθε ενδυνάμωση του θα αποτελούσε βαρίδι στην άμεση ή έμμεση ιδιωτικοποίησή του, που ακόμη και σήμερα παραμένει απειλή».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Παρά την κρισιμότητα και την επιτακτικότητα της κατάστασης, το κράτος δείχνει να παραμένει προσηλωμένο στη νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία του, χαρακτηρίζοντας για παράδειγμα τη δημιουργία νέων κλινών ΜΕΘ «πεταμένα λεφτά». Εξου και στην πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ για τις επιπρόσθετες δαπάνες για την υγεία την περίοδο της πανδημίας, η Ελλάδα καταλαμβάνει την προτελευταία θέση. Οι υποδείξεις και οι εκκλήσεις των εργαζομένων στη δημόσια υγεία ήταν σαφείς και ζητούσαν μια γενναία ενίσχυση του ΕΣΥ με παρεμβάσεις μόνιμου χαρακτήρα. Αυτό, όμως, που προκρίθηκε είναι μπαλώματα, όπως είναι οι προσλήψεις μη μόνιμου προσωπικού ή η ανακύκλωση ήδη υπάρχοντος προσωπικού. Την ίδια στιγμή, ο ιδιωτικός τομέας αποδεικνύεται λιγόψυχος και ιδιοτελής, ζητώντας οι ιδιώτες γιατροί 3000 ευρώ το μήνα για να συνδράμουν το ΕΣΥ το επόμενο διάστημα αλλά και με την απροθυμία των ιδιωτών κλινικαρχών να ανταποκριθούν στο αίτημα για διάθεση κλινών προκειμένου να νοσηλευτούν ασθενείς με Covid -19, απροθυμία που οδήγησε την κυβέρνηση σε μια αρκετά περιορισμένη μέχρι στιγμή και καθυστερημένη επίταξη (με προβλεπόμενη αποζημίωση). Το αφήγημα της «αγοράς που αυτορυθμίζεται» καταρρέει με κρότο πάνω σε μια χειμαζόμενη κοινωνία. Ωστόσο, οι πιστοί του το υπερασπίζονται ακόμα με πάθος.

Δίπλα σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν η απουσία πρωτοβάθμιας υγείας που κατευθύνει όλα τα αιτήματα προς τα δημόσια νοσοκομεία, οι ανάλογες περικοπές στον τομέα της πρόνοιας που μετατρέπουν μια σειρά από ιδρυματικού τύπου δομές σε παγίδες θανάτου, η μη πρόσβαση των πολιτών σε τακτικά και δωρεάν test και ο παραγκωνισμός άλλων αιτημάτων υγείας με ενδεικτική την ανακοίνωση για αναστολή του 80% των τακτικών χειρουργείων.

«Στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι νεοφιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις στην υγεία είχαν σαν αποτέλεσμα να κρατιέται μεν το κέλυφος του δημοσίου αλλά να έχει καταργηθεί κάθε εφεδρεία θεωρούμενη ως σπατάλη. Αυτό τώρα το τρακάρει όλος ο κόσμος μπροστά του. Στην Ελλάδα θα φανεί ακόμα εντονότερα η απουσία πρωτοβάθμιας υγείας. Οποιοσδήποτε υποψιάζεται ότι νοσεί πηγαίνει αναγκαστικά στα δημόσια νοσοκομεία που είναι ό,τι χειρότερο. Οι ΜΕΘ δεν επαρκούν. ΜΕΘ χρειαζόμασταν και πριν την πανδημία. Οι αναπνευστήρες, όμως, δε δουλεύουν μόνοι τους. Χρειάζεται εξειδικευμένο προσωπικό.  Δυστυχώς, θα έχουμε αυξημένη θνησιμότητα και από άλλα νοσήματα όχι μόνο από Covid, αφού εξαιτίας της κατάστασης εδώ και πολλούς μήνες ακυρώνονται τακτικά χειρουργεία και δε διενεργούνται προληπτικές εξετάσεις. Από την άλλη υπάρχει ένας ανελέητα κερδοφόρος ιδιωτικός τομέας της υγείας που είναι άμεσα συνδεδεμένος με το Υπουργείο. Μια άλλη σημαντική πτυχή είναι οι περιορισμοί στον τομέα της πρόνοιας. Για παράδειγμα στα γηροκομεία που είχαμε πολλούς θανάτους πανευρωπαικά, η τάση που επικρατεί είναι για ολοένα και μεγαλύτερες μονάδες που δίνουν outsourcing πολλές υπηρεσίες, με εναλλασσόμενους εργαζόμενους και μηδαμινούς ελέγχους. Δε μαθαίνουμε από την εμπειρία. Τα μέτρα που λαμβάνονται δεν έχουν αποτελεσματικότητα. Για να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα της κοινωνίας χρειάζεται ενίσχυση του ΕΣΥ με στελέχωση και εξοπλισμό, προγράμματα στα ιδρύματα με τακτικά test στους εργαζόμενους, αποσυμφόρηση στις φυλακές, όχι διακριτικές μεταχειρίσεις έγκλειστου συνωστισμού εις βάρος του προσφυγικού πληθυσμού, μηχανισμός επιδημιολογικού ελέγχου και παρακολούθησης. Στη Σουηδία σου στέλνουν να κάνεις το τεστ σπίτι σου δωρεάν. Εδώ για να κάνεις τεστ στο πηγαινελα έχεις μολύνει το μισό λεκανοπέδιο» σχολιάζει ο Γιώργος Νικολαίδης, επικεφαλής της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού. 

Η πανδημία είναι καθρέφτης. Όσα επικοινωνιακά υφάσματα κι αν της φορέσεις, αποκαλύπτει μέσα από την αγωνία, τον πόνο και το θάνατο, την ουσία του νεοφιλελευθερισμού ως αντι – ανθρώπινης πολιτικής, αφού αντιστρέφεται την ίδια τη ζωή. Πολύ περισσότερο από ένα ατσούμπαλο damage control, η κοινωνία χρειάζεται ριζικές τομές που δε θα την αφήνουν απροστάτευτη στα μισά μιας σφοδρής καταιγίδας. 

Μαρία Λούκα

Share
Published by
Μαρία Λούκα