Μήπως το Τρίποντο Σκοτώνει το Σύγχρονο Μπάσκετ;

Όλοι σουτάρουν τρίποντα, όχι ακριβώς επειδή το θέλουν

του Στέφανου Τριαντάφυλλου

Το θέμα σηκώνει μεγάλη συζήτηση. Από τη μια υπάρχει η άποψη του θιασώτη του τρίποντου στυλ παιχνιδιού Στέργιου Κουφού (πρώην προπονητής του Ρεθύμνου, νυν προπονητής της Αλ Ραγιάντ στο Κατάρ) που υποστηρίζει ότι «το τρίποντο είναι το νέο κάρφωμα», αυτό δηλαδή που ξεσηκώνει τον κόσμο και αλλάζει το momentum του αγώνα και από την άλλη η άποψη του αρτηριοσκληρωτικού Έτορε Μεσίνα, ο οποίος θεωρεί ότι «το τρίποντο έχει γίνει τόσο σημαντικό, που επηρεάζει το παιχνίδι περισσότερο από άλλα κομμάτια του παιχνιδιού». Και οι δύο διαφορετικές προσεγγίσεις λένε όλη την αλήθεια. Το τρίποντο έχει πλέον μεγάλη επίδραση στο παιχνίδι, είτε από επιλογή, είτε λόγω αποτελέσματος. Αυτό που διαφοροποιεί το μπάσκετ τα τελευταία χρόνια είναι η βελτίωση των αθλητικών ικανοτήτων των παικτών. Μοιραία οι σπουδαίοι αθλητές για να λάμψουν χρειάζονται χώρο (άρα αποστάσεις – άρα ικανούς σουτέρ να ανοίγουν το γήπεδο), ενώ από την άλλη η ίδια η άμυνα προσπαθεί να κλείσει τους διαδρόμους και μοιραία να «δώσει» περισσότερα σουτ στην αδύνατη πλευρά, τακτική που αυξάνει τα σουτ απ’ έξω. Τυπικό παράδειγμα ο Ολυμπιακός, μια από τις καλύτερες pick-n-roll ομάδες των τελευταίων ετών. Είναι σύμπτωση ότι τα περισσότερα τρίποντα στο παιχνίδι τα εκτελούν τα 4άρια (Πρίντεζης-Πέτγουεϊ); Αυτό προκύπτει ακριβώς από την άμυνα, η οποία αποφασίζει να θυσιάσει κάτι για να αναχαιτίσει τα «ρήγματα» του Σπανούλη και τα καρφώματα των ψηλών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αν ψάχναμε μια και μόνο αιτία, αυτή θα ήταν η βελτίωση των παικτών που ωθεί στην άμυνα να ρισκάρει περισσότερο σε περιφερειακά σουτ. Δηλαδή οι περισσότερες ομάδες εκτελούν πολλά τρίποντα, όχι επειδή θέλουν σώνει και καλά να σουτάρουν πολλά τρίποντα, αλλά γιατί μοιραία εκεί τους οδηγεί ο αντίπαλος, που ανέκαθεν ακολουθούσε το δόγμα «πάρε από τον αντίπαλο αυτό που του αρέσει». Χωρίς αυτό βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι πλέον υπάρχουν πολλές σχολές που ζητούν αυτά τα σουτ, βάζοντας για παράδειγμα ακόμη και τους ψηλούς να σουτάρουν, όπως η Ρεάλ Μαδρίτης στην Ευρωλίγκα, ή οι Κλίβελαντ Καβαλίερς στο ΝΒΑ.

Δεν είναι παράξενο, δηλαδή, που μια ομάδα επιλέγει να σουτάρει 25-30 φορές το σουτ που έχει τις λιγότερες πιθανότητες να μπει; Το τρίποντο για παράδειγμα κυμαίνεται από 30-50% ανάλογα τον σουτέρ, το λέι-απ ή το κάρφωμα αντίστοιχα στο 90-100% και η βολή από 65-90%. Οπότε είναι λογικό ότι αν μπορούσαν και ήταν αποκλειστικά στο χέρι τους οι ομάδες θα έκαναν μόνο καρφώματα. Δεν παίζουν μόνες τους, όμως, έχουν και αντίπαλο. Που τους στέλνει όλο και πιο έξω από τη ρακέτα.

Η τοποθέτηση του Νίκου Οικονόμου στο “4′ από τον Ευθύμη Κιουμουρτζόγλου τη σεζόν 1994-95 ήταν η προφητεία για τα stretch τεσσάρια της σύγχρονης εποχής;

Άλλο ένα θέμα που σηκώνει πολλή κουβέντα είναι πως επηρεάζει την στελέχωση των ομάδων η αυξημένη επιρροή του τριπόντου στο παιχνίδι. Το ευρωπαϊκό μπάσκετ τουλάχιστον οδεύει προς την κατεύθυνση των γρήγορων ψηλών, οι οποίοι διακρίνονται για την ικανότητα στην pick-n-roll επίθεση και στην pick-n-roll άμυνα (Χάινς, Λάσμε, Τάιους, Σλότερ), για αυτό και βλέπουμε τους παίκτες να «ανεβαίνουν» θέση. Για παράδειγμα ο Γιαν Βέσελι της Φενέρμπαχτσε/Ούλκερ που έπαιζε 3άρι στην Παρτίζαν, πλέον θεωρείται το «καλό 5άρι» του Ομπράντοβιτς, ακριβώς επειδή μπορεί να «αλλάξει» στην άμυνα και να «βουτήξει» γρήγορα μετά το pick στην επίθεση. Οι περισσότερες ομάδες υποστηρίζουν το παιχνίδι του «τέσσερις έξω κι ένας μέσα» (εξαίρεση η πρωταθλήτρια Ευρώπης Ρεάλ Μαδρίτης), γι’ αυτό και το περιφερειακό σουτ είναι απαραίτητο στοιχείο για έναν πάουερ-φόργουορντ. Είναι κάτι που λάνσαρε τόσο ο Ευθυμης Κιουμουρτζόγλου με τον Νίκο Οικονόμου στο 4, όσο και ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς με τον Μιλένκο Τόπιτς στην εθνική Σερβίας. Έκτοτε βλέπουμε ότι οι περισσότερες ομάδες ακολουθούν αυτό το δόγμα, θέλοντας να υποστηρίξουν το παιχνίδι των αποστάσεων. Άλλο παράδειγμα; Η Άλμπα Βερολίνου που βάζει στο post το 4άρι (ΜακΛιν) και χρησιμοποιεί πιο περιφερειακά τα 5άρια, τα οποία διαθέτουν περιφερειακό σουτ. Οπότε αν εξαιρέσει κανείς την «ανάγκη» για σουτέρ στο 4 (λέγε με Φώτση), τάση που επικρατεί εδώ και πολλά χρόνια, δεν υπάρχει κάποια άλλη αλλαγή στη στελέχωση τουλάχιστον στην Ευρωλίγκα.

Για ορισμένους ίσως να είναι παράξενο το γεγονός ότι έχουν εκλείψει αυτό που έχουμε συνηθίσει να λέμε «κλασικοί σουτέρ», αυτοί που έβγαιναν από τα σκριν κι εκτελούσαν αστραπιαία, όπως ο Έντι Τζόνσον και ο Μπάνε Πρέλεβιτς. Πλέον ελάχιστοι παίκτες έχουν αντίστοιχο παιχνίδι. Στην Ευρώπη είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ναβάρο, Κάρολ, Βασιλειάδης. Κοινός παρανομαστής; Η Ισπανία. Στην Ελλάδα δεν θέλουμε ένας παίκτης να τρέχει και να σουτάρει, γιατί ακριβώς το σουτ του έχει μικρότερο ποσοστό επιτυχίας. Στην Ελλάδα θέλουμε να «βγάζουμε» ένα σουτ σε έναν παίκτη που θα είναι στατικός και θα εκτελέσει με καλύτερες συνθήκες. Κι όμως βλέπουμε ότι οι κλασσικοί σουτέρ εκλείπουν (γιατί ακριβώς με την βελτίωση της ομαδικής άμυνας το έργο τους γίνεται πολύ δύσκολο), αλλά τα τρίποντα αυξάνονται. Να δούμε και τι συμβαίνει με τους ψηλούς. Ναι, σπανίζουν οι ψηλοί που παίζουν κοντά στο καλάθι κι αρέσκονται στην επαφή, αλλά αυτό δεν οφείλεται στο γεγονός ότι προτιμούν να περιφέρονται μακριά από το καλάθι και να σουτάρουν. Το αντίθετο συμβαίνει: περιφέρονται μακριά από το καλάθι, επειδή ακριβώς δεν μπορούν να παίξουν κοντά σ’ αυτό.

Μπάνε Πρέλεβιτς, la grande bellezza

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Θα επιμείνω, κλείνοντας, ότι δεν σουτάρουν όλοι τρίποντα επειδή αυτό θέλουν να κάνουν. Λίγες είναι οι ομάδες π.χ. στην Ευρωλίγκα που έχουν «τρίποντη» φιλοσοφία. Το σουτ ήταν, είναι και θα είναι το βασικό χαρακτηριστικό του μπάσκετ. Σκεφτείτε τον εαυτό σας: μπαίνετε σε ένα γήπεδο. Πιάνεται τη μπάλα, την σκάτε μια φορά και μετά σουτάρετε. Αυτή είναι η φύση του παιχνιδιού και θα παραμείνει έτσι. Το ποσοστό όντως παίζει σημαντικό ρόλο, αλλά νομίζω ότι αυτό κάνει το παιχνίδι συναρπαστικό και όχι μονοδιάστατο. Εξάλλου το σουτ και το ποσοστό είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ψυχολογία της ομάδας και συνήθως αντικατοπτρίζει την πίεση του «πρέπει» που νιώθει μια ομάδα, ενώ παράλληλα διαχωρίζει τους παίκτες που δεν φοβούνται να χάσουν, ένα στοιχείο που προάγει την προσωποκεντρική διάσταση του συγκεκριμένου σπορ. Εν τέλει, πιστεύω ότι η γραμμή θα μεγαλώσει εκ νέου (θα πάει στο 7.25), για δεύτερη φορά μέσα σε λίγα χρόνια (σ.σ τελευταία αλλαγή από τα 6.25 στα 6.75 έγινε το 2010). Κι αυτό γιατί θα προκύψει αυτή η ανάγκη για μεγαλύτερες αποστάσεις. Αλλά και πάλι οι ομάδες θα σουτάρουν με την ίδια συχνότητα. Γιατί απλούστατα αυτό θα τους δίνει η άμυνα.

Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος  εκτός από αρχισυντάκτης στο Sport 24 είναι και assistant coach στο Ψυχικό.

Στην επόμενη σελίδα: Ο Νικος Παπαδογιάννης θυμάται μερικά από τα τρίποντα της ζωής μας.

 

Page: 1 2 3

Παναγιώτης Μένεγος