Κάποτε, οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα, κοιτώντας γειτονικές χώρες με πιο αυταρχικά καθεστώτα από τα δικά μας, έλεγαν «Κοίτα να δεις τι γίνεται δίπλα μας, ευτυχώς εδώ είμαστε καλά, δεν συμβαίνουν δολοφονίες δημοσιογράφων ή μεγάλα σκάνδαλα».
Κι όμως, φτάσαμε στο σήμερα να κατέχουμε την τελευταία θέση στην ελευθερία του Τύπου στην ΕΕ, να έρχονται κλιμάκια από την ΕΕ για να κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου από τη μία, να ερευνήσουν και να στηρίξουν την ανεξάρτητη δημοσιογραφία από την άλλη, κι από κάτω να είναι μόνο δυο ντουζίνες δημοσιογράφων (οι συνήθεις ύποπτοι, όπως μπορείτε να φανταστείτε). Η αίθουσα «Γεώργιος Καράντζας» στο κτίριο της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ) ήταν σχεδόν άδεια.
Γεννιέται έτσι το εύλογο ερώτημα: σύσσωμος ο κόσμος της ελληνικής δημοσιογραφίας έχει σηκώσει τα χέρια ψηλά και έχει παραδοθεί στο έλεος της λογοκρισίας και αυτο-λογοκρισίας; Ειδικά την ώρα που η Ελλάδα θεωρείται χώρα «υψηλού κινδύνου», σύμφωνα με έκθεση της Κομισιόν;
Το Σκάνδαλο των Υποκλοπών δεν μπορεί να εξισωθεί με κανένα άλλο σκάνδαλο στην Ευρώπη.
Το παρών έδωσαν πάντως οι εκπρόσωποι της Ταχείας Αντίδρασης για την Ελευθερία των Μέσων (MFRR) του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ελευθερία του Τύπου και των Μέσων Ενημέρωσης (ECPMF), της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων (EFJ), του Free Press Unlimited (FPU), του Διεθνούς Ινστιτούτου Τύπου (IPI) και του Osservatorio Balcani e Caucaso Transeuropa (OBCT), καθώς και της Επιτροπής Προστασίας των Δημοσιογράφων (CPJ) και των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα (RSF).
Το πρώτο στοιχείο που τόνισε ο Pavol Szalai, επικεφαλής των Reporters Without Borders, σχετικά με την ανελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα, είναι η «έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στους δημοσιογράφους που δουλεύουν στο κυβερνητικό ρεπορτάζ. Το δεύτερο είναι το κενό ανάμεσα στα λόγια και τις πράξεις της κυβέρνησης. Γιατί η κυβέρνηση λεκτικά στηρίζει τις δράσεις της ΕΕ υπέρ της ελευθεροτυπίας, αλλά στην πραγματικότητα γίνονται ελάχιστα στην πράξη». Τέλος, η απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στην Ελλάδα και τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες έχει σαφώς αμβλυνθεί.
«Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε άλλο έτσι. Θα απαιτήσουμε από την κυβέρνηση και τις αρχές να δείξουν ότι θέλουν όντως να σημειωθεί πρόοδος στην ελευθερία του Τύπου και να το κάνουν αυτό λαμβάνοντας συγκεκριμένα μέτρα», συνεχίζει.
Εσείς καλείστε να κάνετε ένα ιερό λειτούργημα: να δημοσιοποιείτε στον κόσμο τα κακώς κείμενα.
«Σχετικά με το Σκάνδαλο των Υποκλοπών, εφόσον οι αρχές ήταν αυτές που παρακολουθούσαν τους δημοσιογράφους, οι τελευταίοι δεν μπορούν να νιώσουν ασφαλείς ούτε για τους εαυτούς τους, ούτε για τις πηγές τους. Μάλιστα, το μέγεθος αυτού του Σκανδάλου Υποκλοπών δεν μπορεί να εξισωθεί με κανένα άλλο παρόμοιο σκάνδαλο στην ΕΕ. Είδαμε ελάχιστες νομοθετικές ενέργειες και δεν αρκούν».
Παροτρύνουν λοιπόν την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο «να περάσουν επειγόντως αλλαγές στη νομοθεσία, ώστε να παρασχεθεί στους εισαγγελείς επαρκής αιτιολόγηση για τις παρακολουθήσεις για λόγους εθνικής ασφάλειας, να δημιουργηθεί ένας ανεξάρτητος οργανισμός που θα επιβλέπει τις παρακολουθήσεις, να ψηφιστεί νόμος για την αποτελεσματική πρόσβαση στην πληροφορία. Επίσης, ζητάμε από την κυβέρνηση να νομοθετήσει συγκεκριμένες δικλείδες ασφαλείας για τους δημοσιογράφους. Ζητάμε από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας να ψηφίσει διάταγμα που ρυθμίζει τη χρήση του spyware, όπως ορίζεται από το νόμο, γιατί δεν υπάρχει τέτοια ρύθμιση σήμερα. Τέλος, ζητάμε από την Ελληνική Δικαιοσύνη να αποδοθεί δικαιοσύνη στις υποθέσεις των παράνομων παρακολουθήσεων εργαζομένων στα media, με μια διαφανή διαδικασία».
Μετράμε 902 μέρες από την ανεξιχνίαστη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, που αποτελεί την έσχατη μορφή φίμωσης του Τύπου. Ο Γιώργος Καραϊβάζ δολοφονήθηκε μεσημέρι με δέκα σφαίρες κάτω από το σπίτι του.
Η Στάθα Αλεξανδροπούλου, σύζυγος του Γιώργου Καραϊβάζ, ήταν εκεί και δήλωσε: «Εδώ και έξι μήνες περίπου έχουν συλληφθεί δύο ύποπτοι. Είναι το μόνο που ξέρουμε για την υπόθεση. Η ανακριτική αρχή έχει ζητήσει παράταση εξαμήνου για την διερεύνηση της υπόθεσης και ο ανακριτής που ανέλαβε σε πρώτο επίπεδο την υπόθεση έχει αλλάξει. Ο Γιώργος όμως δεν υπάρχει. Ο Γιώργος πέθανε. Όλοι εσείς καλείστε να κάνετε ένα ιερό λειτούργημα: να δημοσιοποιείτε στον κόσμο τα κακώς κείμενα. Αυτό πρέπει να βγει από τα στενά όρια ενός κράτους και να υπάρξει μια πανευρωπαϊκή ασπίδα, κάτω από την οποία θα είστε προστατευόμενοι».
Η Jasmijn de Zeeuw από το Free Press Unlimited που έχει έδρα το Άμστερνταμ έθιξε το ζήτημα της ασφάλειας των δημοσιογράφων. «Ενώ έγινε η σύλληψη δύο ύποπτων δραστών τον Απρίλιο του 2023, ανησυχούμε γιατί δεν έχουν εκδοθεί καταδικαστικές αποφάσεις. Η υπόθεση παραμένει ανοιχτή και σε καθεστώς ατιμωρησίας, όχι μόνο για τον Γιώργο Καραϊβάζ, αλλά και για ολόκληρο τον δημοσιογραφικό κόσμο και την ελευθεροτυπία. Η ατιμωρησία των εγκλημάτων κατά δημοσιογράφων συνεπάγεται φίμωση. Κάτι άλλο που έχουμε δει αυτές τις μέρες, μέσα από συναντήσεις με δημοσιογράφους και εκπροσώπους των αρχών, είναι ότι ακόμη και οι μη θανατηφόρες επιθέσεις κατά των δημοσιογράφων δεν τιμωρούνται ποτέ. Οι έρευνες παραμένουν ανοιχτές και δεν καταδικάζεται κανείς».
Δεν γίνεται καμία καταγραφή των επιθέσεων κατά δημοσιογράφων.
Το πιο ανησυχητικό κομμάτι, σύμφωνα με την ίδια: «Δεν έχει σχεδιαστεί, ούτε ληφθεί κανένα συγκεκριμένο μέτρο για την απόδοση δικαιοσύνης σε τέτοιες περιπτώσεις. Δεν υπάρχει καμία επίσημη πολιτική προτεραιότητα για την έρευνα τέτοιων υποθέσεων που να ευθυγραμμίζεται με τις ευρωπαϊκές οδηγίες και υποχρεώσεις. Δεν γίνεται καμία καταγραφή των επιθέσεων κατά δημοσιογράφων, ούτε υπάρχει πρωτόκολλο για την διερεύνησή τους. Παρατηρήσαμε ότι ενώ πριν δύο χρόνια δημιουργήθηκε μια ειδική ομάδα εργασίας για την προστασία των δημοσιογράφων για να προτείνουν αλλαγές στη νομοθεσία και σχέδια αντιμετώπισης των ζητημάτων αυτών, πολλοί από τους δημοσιογράφους με τους οποίους μιλήσαμε δεν γνωρίζουν την ύπαρξη αυτής της ομάδας. Ανακαλύψαμε ότι αυτή η ομάδα δεν έχει αρκετούς πόρους, ούτε ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, όπως επίσης δεν έχει και την απαραίτητη πολιτική ελευθερία για να κάνει την δουλειά της».
Για τους παραπάνω λόγους, το κλιμάκιο συγκέντρωσε τρεις κύριες προτάσεις για την προστασία των δημοσιογράφων. «Πρώτον, η Εισαγγελία οφείλει να αφιερώσει πρόσθετους πόρους και να ζητήσει βοήθεια από διεθνείς φορείς. Δεύτερον, η Εισαγγελία του Ανώτατου Δικαστηρίου πρέπει να ασκεί σωστά το λειτούργημα και να κάνει ανεξάρτητη αξιολόγηση. Τρίτον, ζητήσαμε από την ειδική ομάδα να βάλει σε προτεραιότητα την δημιουργία μιας πλατφόρμας-παρατηρητηρίου που θα καταγράφει πληροφορίες σχετικές με τις επιθέσεις και τα θύματα», συμπλήρωσε.
O όρος SLAPP (Strategic Lawsuit Against Public Participation), δηλαδή οι στρατηγικές αγωγές με στόχο το πάγωμα του δημόσιου λόγου, έχει γίνει γνωστός και στους δημοσιογράφους στην Ελλάδα, καθώς πολλοί έγιναν στόχοι τέτοιων αγωγών. Ο λόγος; Σε κάποιες μεγάλες εταιρείες ή πολιτικά πρόσωπα δεν «άρεσαν» τα ρεπορτάζ τους. Ο στόχος τους βέβαια δεν είναι μια οικονομική αποζημίωση, αλλά η φίμωση του ελεύθερου λόγου και Τύπου.
O Laurens Hueting, Υπεύθυνος Συνηγορίας του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ελευθερία του Τύπου και των Μέσων Ενημέρωσης (ECPMF), σχολίασε ότι «Οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα γράφουν με ένα μαχαίρι στο λαιμό. Ή μάλλον πολλά μαχαίρια. Ακούσαμε από πολλούς δημοσιογράφους που είναι αντιμέτωποι με SLAPPs, οι οποίοι γράφουν για ζητήματα δημοσίου συμφέροντος, από τη διαφθορά μέχρι τα οικοεγκλήματα, ότι η συνέπεια αυτού είναι να τους πηγαίνουν στα δικαστήρια». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι δημοσιογράφοι να χάνουν τον πολύτιμο χρόνο τους, τους πόρους, τις πηγές τους και να καταστρέφεται η ψυχολογική τους υγεία».
Κατά τον Jamie Wiseman, Υπεύθυνο Συνηγορίας στο Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου (IPI), «υπάρχουν πολλοί ορατοί κίνδυνοι, ωστόσο πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι από κάτω υποβόσκει μια συστημική και βαθιά ριζωμένη κουλτούρα στο μιντιακό οικοσύστημα, η οποία επιδρά αρνητικά στην ελευθερία του Τύπου και την ανεξάρτητη δημοσιογραφία. Πολλά από αυτά τα προβλήματα μπορούν να βρουν τις αιτίες τους στην μακροχρόνια οικονομική κρίση στην Ελλάδα, η οποία αποδυνάμωσε την αγορά των μέσων ενημέρωσης και εμβάθυνε την προβληματική διαπλοκή των media με τα επιχειρηματικά συμφέροντα».
Φοβάμαι λίγο, αλλά θέλουμε να σας στηρίξουμε.
Όπως υπογράμμισε, «δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις, όμως έχετε συμμάχους διεθνώς και εμείς θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε τα ελεύθερα και ανεξάρτητα media στην Ελλάδα».
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων (EFJ) Maja Sever, είπε: «Φοβάμαι λίγο, αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Θέλουμε να σας στηρίξουμε. Ήρθαμε εδώ για να δουλέψουμε μαζί, όμως ήρθαμε επίσης για να δείξουμε την αλληλεγγύη μας και ελπίζουμε να βελτιώσουμε τις διασυνδέσεις και τις συνεργασίες μας. Θα συνεχίσουμε μαζί τη μάχη για την προστασία της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας. Ενώ περιμένουμε από το σύστημα να θεσπίσει κάποια προστασία, θέλουμε να ξέρετε ότι είμαστε εδώ για εσάς. Δεν είναι το τέλος αυτό. Προέρχομαι από μια πολύ μικρή χώρα, την Κροατία και καταλαβαίνω. Σας λέω ότι μπορείτε να έρθετε σε επαφή μαζί μας. Συνεχίζουμε τον αγώνα».