«Αν γεννιόταν σήμερα ο Χριστός, θα ήταν κάτω απ’ τα χαλάσματα», έγραφε σε ανάρτησή του ο δικηγόρος Θανάσης Καμπαγιάννης ανήμερα των Χριστουγέννων, για την εθνοκάθαραση που τελείται στη Γάζα. Σχεδόν 21.000 Παλαιστίνιοι έχουν χάσει τη ζωή τους έως τώρα από τις φονικές επιθέσεις του Ισραήλ στην περιοχή. Παράλληλα, σχεδόν 1,9 εκατομμύρια – περισσότερο από το 85% του συνολικού πληθυσμού του θύλακα – έχουν εκτοπιστεί από την αρχή του πολέμου, σύμφωνα με την Υπηρεσία Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες (UNRWA), ενώ πάνω από 1,1 εκατ. από αυτούς έχουν βρει καταφύγιο σε εγκαταστάσεις στην κεντρική και νότια Γάζα.
Η Salwa Tibi θυμάται πώς διένυσε πολλά χιλιόμετρα με τα πόδια στη νότια Γάζα, σε μια απεγνωσμένη αναζήτηση κουβερτών και σεντονιών για να κρατήσει ζεστά τα τέσσερα παιδιά της και άλλους νεαρούς συγγενείς της τη νύχτα. «Ένιωσα άσχημα για τα παιδιά, δεν είχαμε τίποτα να τα κρατήσει ζεστά και νιώθαμε πως θα πεθάνουμε από το κρύο τη νύχτα», είπε η Tibi στο CNN, που εργάζεται στην ανθρωπιστική υπηρεσία CARE International και μένει σε ένα ενοικιαζόμενο σπίτι με τουλάχιστον 20 συγγενείς, μεταξύ των οποίων οκτώ παιδιά και μωρά – το μικρότερο από τα οποία είναι τριών μηνών.
Καθώς οι άνεμοι, οι έντονες βροχοπτώσεις και οι ψυχρότερες θερμοκρασίες σημειώνονται στη Γάζα από τον Νοέμβριο έως τον Φεβρουάριο, εργαζόμενοι/ες στην ανθρωπιστική βοήθεια και πολίτες/ισσες που προσπαθούν να επιβιώσουν από τους επίμονους βομβαρδισμούς έρχονται αντιμέτωποι/ες με σκληρές συνθήκες διαβίωσης, ανεπαρκή πρόσβαση σε ζεστά ρούχα και παπλώματα και πολυάριθμες ασθένειες. Τα τρόφιμα, τα καύσιμα και το νερό αποτελούν πλέον σπάνια αγαθά, ενώ οι τιμές όσων ελάχιστων απομένουν αυξάνονται, καθιστώντας τα απρόσιτα.
Μεγάλος αριθμός αμάχων έχει αναγκαστεί να εκτοπιστεί πολλές φορές από την έναρξη των ισραηλινών επιθέσεων, μαζεύοντας ξανά και ξανά τα υπάρχοντά τους για να ταξιδέψουν νοτιότερα, κοντά στα σύνορα με την Αίγυπτο, αφού το Ισραήλ στις 3 Δεκεμβρίου εξέδωσε εντολές εκκένωσης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εν όψει της επέκτασης των επιθέσεων σε ολόκληρη την επικράτεια.
Αρκετοί Παλαιστίνιοι αναγκάζονται να κοιμούνται στους δρόμους χωρίς καταφύγιο, ζώντας με την απειλή του επικείμενου θανάτου – είτε από αεροπορική επιδρομή, είτε λόγω πείνας, είτε από κάποια ασθένεια αφού δεν υπάρχουν επαρκή φάρμακα. «Αν δεν πεθάνουμε από τους βομβαρδισμούς, θα πεθάνουμε στους δρόμους», λένε οι άμαχοι. Η περίοδος των έντονων βροχοπτώσεων θα μεγεθύνει κάθε πρόκληση επιβίωσης για τους αμάχους, οι οποίοι είναι ήδη εξαντλημένοι από τον πόλεμο που έχει διαλύσει την πατρίδα τους.
Η μέση θερμοκρασία στη Γάζα πέφτει μεταξύ 10°C και 20°C τον Δεκέμβριο, ενώ τον Ιανουάριο πέφτει δύο βαθμούς χαμηλότερα κατά μέσο όρο. Η περίοδος των βροχών συνήθως διαρκεί από τον Νοέμβριο έως τον Φεβρουάριο, με τον Ιανουάριο να αποτελεί τον πιο υγρό μήνα. Ένας σταθμός αναφοράς κοντά στα σύνορα της νότιας Γάζας και του Ισραήλ έδειξε σχεδόν το διπλάσιο της μέσης βροχόπτωσης μέχρι σήμερα. Οι άμαχοι βρίσκονται εκτεθειμένοι στις πλημμύρες, σε αυτοσχέδιες σκηνές που δεν είναι ικανές να τους προφυλάξουν από το νερό.
Οι περισσότεροι έφυγαν από τα σπίτια τους με λίγα ρούχα στην πλάτη τους, ενώ όσοι κατάφεραν να πάρουν μαζί τους κουβέρτες και πιο χοντρά ρούχα, τα εγκατέλειψαν λόγω εξάντλησης κατά τη διάρκεια του ταξιδιού με τα πόδια από τη βόρεια Γάζα προς τα νότια. Ανάμεσα στους αμάχους, υπάρχουν εκείνοι που πρέπει να κουβαλήσουν στην πλάτη τους παιδιά ή να βοηθήσουν ανθρώπους τους με αναπηρίες, ηλικιωμένους και έγκυες να μετακινηθούν. Έτσι, καθίστανται πολύ κουρασμένοι για να συνεχίσουν να κουβαλούν τα υπάρχοντά τους, με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να τα αφήνουν στη μέση του δρόμου.
Οι περισσότεροι κάτοικοι της Γάζας βρέθηκαν απροετοίμαστοι, αφού δεν περίμεναν ότι ο εκτοπισμός τους θα διαρκούσε τους χειμερινούς μήνες χωρίς πρόσβαση στα σπίτια τους. Κάποιοι έχουν καταφύγει σε αναζήτηση για κουβέρτες και άλλες απαραίτητες προμήθειες κάτω από τα ερείπια κατεστραμμένων κτιρίων.
Σαν να μην έφτανε το κρύο, οι έντονες πλημμύρες που προκαλούνται από τις καταρρακτώδεις βροχές διαχέουν σκουπίδια και λύματα στους δρόμους, μολύνοντας τα περιορισμένα αποθέματα τροφίμων και νερού.
Τα βασικά αγαθά έχουν γίνει δυσεύρετα – και όσα υπάρχουν διαθέσιμα, είναι πανάκριβα. Οι άνθρωποι περπατούν για ώρες ή στέκονται σε μεγάλες ουρές για να αγοράσουν τρόφιμα και καύσιμα. Η τιμή των τροφίμων και του νερού έχει εκτοξευθεί καθώς οι προμήθειες μειώνονται, οδηγώντας σε εκτεταμένη πείνα και αφυδάτωση. Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα κήρυξε «καταστροφική κρίση πείνας» στη Γάζα στις 5 Δεκεμβρίου, με την οργάνωση να αναφέρει πως αναγκάστηκε να κλείσει το τελευταίο της αρτοποιείο επειδή δεν είχε καύσιμα ή αέριο για να το λειτουργήσει (να σημειωθεί πως διέθετε 23 αρτοποιεία πριν από τον πόλεμο).
Παράλληλα, δεδομένου ότι το φυσικό φως τον χειμώνα διαρκεί για λιγότερες ώρες εντός της μέρας, οι άνθρωποι δεν μπορούν να βασίζονται στην ηλιακή ενέργεια για τις γεννήτριες που χρειάζονται για την τροφοδοσία των αντλιών νερού. Οι μητέρες εξοικονομούν μεταλλικό νερό για τα παιδιά και τα βρέφη και οι ενήλικες πίνουν νερό που στέλνεται μέσω φορτηγών ανθρωπιστικής βοήθειας, το οποίο δεν είναι 100% καθαρό.
Οι εργαζόμενοι στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας τρέφονται με κονσερβοποιημένα φασόλια, ψωμί και χούμους, επειδή δεν μπορούν να μαγειρέψουν φαγητό χωρίς καύσιμα. Άλλοι έχουν δημιουργήσει αυτοσχέδιες εγκαταστάσεις μαγειρέματος σε πήλινους φούρνους και σε ανοιχτές εστίες, καίγοντας στερεά καύσιμα όπως πλαστικό, ξύλο, σκουπίδια και χαρτόνι αντί να μαγειρεύουν με ηλεκτρισμό ή αέριο.
Όσοι βασίζονται σε στερεά καύσιμα για τη θέρμανση των εσωτερικών χώρων εκτίθενται σε πιθανή δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα, ενώ οι πλανόδιοι πωλητές χρησιμοποιούν απόβλητα για καύσιμα, τα οποία μπορούν να απελευθερώσουν τοξικές αναθυμιάσεις. Και τα αυτοκίνητα που κινούνται με μαγειρικό λάδι ή αραβοσιτέλαιο απελευθερώνουν τεράστιες ποσότητες μαύρου καπνού στην ατμόσφαιρα.
Σύμφωνα με τον Jamal Al Rozzi, εκτελεστικό διευθυντή της Εθνικής Εταιρείας Αποκατάστασης, ο οποίος έχει καταφύγει στο Bani Suhelia στο νότο για την ασφάλεια των παιδιών του, η τιμή της μετκίνησης με αυτοκίνητο έχει εξαπλασιαστεί και το κόστος μετακίνησης εμπορευμάτων σε κάρα που σέρνουν άλογα ή γαϊδούρια έχει τριπλασιαστεί.
Σήμερα, ο αριθμός των νοσοκομείων εν λειτουργία κατά μήκος της λωρίδας έχει πέσει από 36 σε 11. Την ίδια στιγμή, σε πολυπληθή καταφύγια όπου οι άμαχοι δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές ανάγκες υγιεινής, οι ασθένειες εξαπλώνονται δραματικά και αναμένεται άνοδος στις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, καθώς οι ιοί εξαπλώνονται πιο γρήγορα όταν οι άνθρωποι συγκεντρώνονται χωρίς τον κατάλληλο αερισμό.
Οι πολίτες έχουν αρχίσει να εκτίθενται και σε άλλες ασθένειες, συμπεριλαμβανομένης της διάρροιας, της ανεμοβλογιάς και της ηπατίτιδας Α, καθώς και σε ψείρες και ψώρα, επειδή δεν μπορούν να πλυθούν σωστά. Γιατροί στο πεδίο που περιέθαλψαν ανθρώπους, κάνουν λόγο για πληγές «γεμάτες σκουλήκια» και ηλικιωμένους που υπέφεραν από «αφυδάτωση και εξάντληση» αφού διέφυγαν από τον βορρά στο νότο.
Περίπου 165.000 περιπτώσεις διάρροιας έχουν καταγραφεί σε παιδιά κάτω των πέντε ετών, σύμφωνα με τον ΠΟΥ και περισσότερα από 130.000 κρούσματα λοιμώξεων του αναπνευστικού και 35.000 περιπτώσεις δερματικών εξανθημάτων, όπως σημειώνει σε έκθεσή του το ελεγχόμενο από τη Χαμάς υπουργείο Υγείας στη Γάζα.
Οι ευάλωτοι πληθυσμοί, συμπεριλαμβανομένων των υποσιτισμένων παιδιών, των εγκύων, των γυναικών με έμμηνο ρύση και των ατόμων με αναπηρίες, είναι πιο πιθανό να έχουν συμπτώματα που δεν αντιμετωπίζονται. Η πλήρης πολιορκία από το Ισραήλ και οι περιορισμοί στη βοήθεια που εισέρχεται στη Γάζα έχουν μειώσει τις προμήθειες φαρμάκων, αφήνοντας τους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας να μην μπορούν να βοηθήσουν πολλούς ασθενείς που είναι άρρωστοι ή να θεραπεύσουν όσους τραυματίστηκαν από τους βομβαρδισμούς – πράγμα το οποίο αυξάνει τον κίνδυνο μόλυνσης.
Οι πολίτες με χρόνιες ασθένειες, συμπεριλαμβανομένου του διαβήτη και της υψηλής αρτηριακής πίεσης, είναι επίσης πιο ευάλωτοι στις χειμερινές ασθένειες επειδή ο αποκλεισμός έχει εμποδίσει την πρόσβαση στη θεραπεία. Στη Γάζα, υπάρχουν περισσότεροι από 2.000 ασθενείς με καρκίνο, 1.000 άτομα με νεφρική νόσο, 50.000 άτομα με καρδιαγγειακά νοσήματα και 60.000 ασθενείς με διαβήτη, σύμφωνα με τον ΠΟΥ. Ο ανεπαρκώς ελεγχόμενος διαβήτης τύπου 2 μπορεί να οδηγήσει σε επιπλοκές όπως δερματικές λοιμώξεις, καρδιακές προσβολές ή εγκεφαλικά επεισόδια.
Τέλος, περίπου 360 ασθενείς έχουν πρόσβαση σε μονάδες αιμοκάθαρσης στο νότο, οι οποίοι πρέπει να υποβληθούν σε θεραπεία δύο έως τρεις φορές την εβδομάδα. Η μεγαλύτερη μονάδα αιμοκάθαρσης στην Al-Shifa, το μεγαλύτερο νοσοκομείο στη Γάζα, αναγκάστηκε να κλείσει μετά την έφοδο του ισραηλινού στρατού στο νοσοκομείο. Έκτοτε άνοιξε ξανά με πολύ περιορισμένη χωρητικότητα.