Κάθε φορά που κάποιος πληροφορείται για τις φρικαλέες συνθήκες και τις πολύπλευρες επιπτώσεις της βιομηχανίας παραγωγής κρέατος, είναι δύσκολο να μην αισθανθεί έστω μία σπιθαμή ενοχής, ακόμη και να μην εισβάλλει στο μυαλό του η αστραπιαία σκέψη της ελάττωσης κατανάλωσης ζωικών τροφίμων. Οι σκέψεις μας όμως συνηθίζουν να απέχουν αρκετά από τις πράξεις μας. Οι περισσότερο «τολμηροί» και ευαισθητοποιημένοι καταναλωτές, στρεφόμενοι στη χορτοφαγία ή τον βιγκανισμό, συμβάλλουν καθημερινά στην προσπάθεια μείωσης παραγωγής κρέατος, με την πλέον ταχεία ανάπτυξη φυτικών εναλλακτικών να προμηνύει ότι η κατανάλωση ζωικών προϊόντων θα έχει συρρικνωθεί αισθητά στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική έως το 2025. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Boston Consulting Group (BCG) και της Blue Horizon Corporation προβλέπεται ακόμη ότι το plant-based «κρέας» θα φτάσει την τιμή του κανονικού κρέατος έως το 2023. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση των λιγότερο «αποφασισμένων» που αδυνατούν να φανταστούν μια καθημερινότητα απαλλαγμένη από τη γεύση της ψημένης σάρκας;
Βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο όπου η παραδοσιακή κατανάλωση κρέατος και των παραγώγων του, πρόκειται να μειωθεί σημαντικά για πρώτη φορά στην ιστορία, με την ετήσια αγορά εναλλακτικών προϊόντων κρέατος, αυγών, γαλακτοκομικών και θαλασσινών να προβλέπεται να φτάσει τουλάχιστον τα 290 δισ. δολάρια έως το 2035. Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί μια έκθεση του 2019 στην οποία αναφέρεται ότι τα περισσότερα κρέατα δεν θα προέρχονται από σφαγμένα ζώα το 2040, με τον διευθυντή του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ να δηλώνει πριν από έναν περίπου χρόνο ότι η έλευση του συνθετικού κρέατος πλησιάζει τα πλούσια έθνη – και να που πλέον αυτό έχει όντως καταφτάσει. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Τι στο καλό είναι αυτό το συνθετικό ή αλλιώς «καλλιεργημένο» κρέας (cultured meat), που μέχρι το 2035 θα έχει καταφέρει να βρίσκεται στα 9/10 εκ των αγαπημένων πιάτων του κόσμου – από την πίτσα με μπέικον έως το σούσι;
Καταρχάς, πρόκειται για κάτι τελείως διαφορετικό από τα plant-based προϊόντα, καθώς το καλλιεργημένο κρέας, είναι κρέας ζωικής προέλευσης. Το in-vitro κρέας, όπως είναι μία ακόμη ονομασία του, βασίζεται στην «κυτταρική καλλιέργεια» και παράγεται απευθείας από ζωικά κύτταρα δίχως να απαιτείται να σφαχτούν ζώα. Η νέα τάση, μολονότι αναδύει κάποια κοινωνικά και ηθικά ζητήματα, αφορά μια τεχνολογία που δύναται να αλλάξει ριζικά τον κόσμο, αντικαθιστώντας σε μεγάλο βαθμό τον παραδοσιακό τρόπο παραγωγής του κρέατος με μια πιο ευγενική και φιλικά προσκείμενη στο περιβάλλον εναλλακτική λύση.
Το 2013, ο Mark Post, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μάαστριχτ, παρουσίασε το πρώτο χάμπουργκερ από καλλιεργημένο κρέας. Η διαδικασία παραγωγής του περιλαμβάνει την έγχυση μυϊκού ιστού από ένα ζώο σε μια κυτταρική καλλιέργεια, επιτρέποντας στα κύτταρα να «μεγαλώνουν» έξω από το σώμα του ζώου. Τα βλαστικά κύτταρα τοποθετούνται σε έναν βιοαντιδραστήρα στον οποίο αρχίζουν να αναπτύσσονται και να πολλαπλασιάζονται. Στη συνέχεια, η μάζα κυττάρων κρέατος που συλλέγεται μπορεί να διαμορφωθεί κατάλληλα, αποκτώντας τη μορφή μπιφτεκιού, λουκάνικου, φιλέτου κοτόπουλου και όποιου άλλου προϊόντος επιθυμεί κανείς.
Με την τεχνολογία να εξελίσσεται και την παραγωγή να κλιμακώνεται, τα προϊόντα καλλιεργημένου κρέατος αναμένεται να αρχίσουν να «φιγουράρουν» σε εστιατόρια υψηλών προδιαγραφών τα επόμενα δύο χρόνια. Σε έρευνα κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 40 συνεντεύξεις με ειδικούς του χώρου, προβλέφθηκε πως μέχρι το 2035 η βιομηχανία του καλλιεργημένου κρέατος θα καταλαμβάνει περίπου το 10% της συνολικής παραγωγής κρέατος. Το καλλιεργημένο κρέας εγκρίθηκε για πώληση και κατανάλωση για πρώτη φορά το Νοέμβριο στη Σιγκαπούρη και μολονότι πρόκειται στο απώτερο μέλλον να κοστίζει όσο το κανονικό κρέας, η έκθεση αναφέρει ότι θα παραμείνει ακριβότερο τουλάχιστον μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2030.
Είναι σημαντικό να γίνει ευδιάκριτο, πως το καλλιεργημένο κρέας δε σχετίζεται με τη χορτοφαγική ή τη βίγκαν διατροφή και ιδεολογία, αλλά απευθύνεται σε όσους επιθυμούν να συμβάλλουν στον περιορισμό των επιβλαβών για το περιβάλλον συνεπειών εξαιτίας της υπερπαραγωγής και κατανάλωσης κρέατος και κατ’ επέκταση στη συρρίκνωση των παραδοσιακών κτηνοτροφικών βιομηχανιών. Η βρετανική Εταιρεία Vegan Society, απορρίπτει την ένταξη των cultured meat προϊόντων στην κατηγορία των vegan τροφίμων καθώς τα αρχικά κύτταρα λαμβάνονται από τα ίδια τα ζώα, παρεμβαίνοντας στη φύση τους. Αυτό στο οποίο συγκεκριμένα καταλήγει, είναι η ανάγκη δημιουργίας ενός νέου όρου για τους ανθρώπους που τρώνε αποκλειστικά καλλιεργημένο κρέας.
Με ποιον τρόπο όμως η παραδοσιακή κτηνοτροφική βιομηχανία ζημιώνει το περιβάλλον και την υγεία μας; Το ζωικό κεφάλαιο καταλαμβάνει σχεδόν το 80% της γεωργικής γης παγκοσμίως, αλλά παράγει λιγότερο από το 20% της θερμιδικής αξίας της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων. Ο αντίκτυπός του στην κλιματική αλλαγή είναι τεράστιος, καθώς η κτηνοτροφία είναι υπεύθυνη για το 14% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που παράγονται παγκοσμίως, ποσοστό μεγαλύτερο από τις εκπομπές που προέρχονται από πλοία, αεροπλάνα, φορτηγά, αυτοκίνητα και όλες τις άλλες μεταφορές μαζί. Επιπλέον, το ήμισυ του μεθανίου και τα δύο τρίτα του οξείδιο του αζώτου που απελευθερώνεται από την ανθρώπινη δραστηριότητα, προέρχεται από την καλλιέργεια ζωωοτροφών και την κτηνοτροφία. Στις ΗΠΑ, το 50% της κατανάλωσης γλυκού νερού προορίζεται για την κτηνοτροφία και τις καλλιέργειες που σχετίζονται με αυτή – χαρακτηριστικά, για την παραγωγή ενός κιλού βοδινού κρέατος απαιτούνται 25 κιλά σιταριού και περίπου 15.000 λίτρα νερού.
Η βιομηχανία βοδινού κρέατος έχει συνδεθεί στενά με την αποψίλωση των δασών του Αμαζονίου, ενώ η Guardian πριν από δύο περίπου χρόνια αποκάλυψε πως οι πυρκαγιές ήταν τρεις φορές πιο συχνές στις περιοχές εκτροφής βοδινού στον Αμαζόνιο. Στη Βραζιλία, η JBS, η μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής κρέατος στον κόσμο, έχει κατηγορηθεί διόλου λίγες φορές για αποψίλωση των δασών, καθώς ένα -απροσδιόριστο- ποσοστό κρέατος που έχει υποστεί επεξεργασία στα εργοστάσιά της, προέρχεται από «έμμεσους προμηθευτές» των οποίων οι ενέργειες έχουν συνδεθεί με την πρακτική της αποψίλωσης.
Σε επίπεδο παραγωγής, η βιομηχανική κτηνοτροφία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη χρήση αντιβιοτικών για την επιτάχυνση της αύξησης του βάρους και την αποφυγή μολύνσεων των ζώων. Σύμφωνα με τον FDA, το εντυπωσιακά υψηλό ποσοστό του 80% όλων των αντιβιοτικών που πωλήθηκαν στις ΗΠΑ το 2014, πωλήθηκαν σε κτηνοτροφικές μονάδες. Απόρροια αυτού, είναι το ολοένα αυξανόμενο ζήτημα της ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά. Ήδη, περισσότεροι από 23.000 άνθρωποι εκτιμάται ότι πεθαίνουν κάθε χρόνο στις ΗΠΑ από μολύνσεις, ιούς και βακτήρια που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν εξαιτίας αυτής της ανθεκτικότητας. Επιπλέον, οι καρδιακές παθήσεις, τα εγκεφαλικά επεισόδια, ο διαβήτης και διάφορες μορφές καρκίνων, αποτελούν μονάχα ορισμένες από την αποδεδειγμένες επιπτώσεις στην υγεία μας, εξαιτίας της υψηλής κατανάλωσης κρέατος – ειδικά του κόκκινου και του μεταποιημένου.
Με την κατανάλωση κρέατος να εκτιμάται πως θα διπλασιαστεί έως το 2050, μέσα στον «ζόφο» της κρεατοβιομηχανίας, η τεχνολογία του καλλιεργημένου κρέατος φαντάζει μια όαση για όσους δεν επιθυμούν να το αφαιρέσουν από τη διατροφή τους, αλλά είναι αποφασισμένοι να συνεισφέρουν στη μείωση των επιβλαβών του επιπτώσεων. Όπως συμβαίνει με κάθε μεγάλη τεχνολογική ανακάλυψη όμως, η τεχνολογία του cultured meat έχει και αρνητικές συνέπειες. Μελέτη του 2011 έχει αποδείξει πως η cultured meat βιομηχανία, σε σχέση με τη συμβατική, δύναται να έχει εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου μειωμένες κατά 78-96% και να χρησιμοποιεί 82-96% λιγότερο νερό, οι επικριτές της όμως διατείνονται ότι οι ενεργειακές απαιτήσεις των υποδομών που απαιτούνται για την κυτταρική καλλιέργεια φαίνεται να είναι μεγάλες. Επίσης, δεδομένου ότι οι κυτταροκαλλιέργειες πραγματοποιούνται σε «αποστειρωμένα δωμάτια», για να καταστεί η αποστείρωση δυνατή απαιτούνται πλαστικά υλικά μίας χρήσης. Η τακτική αυτή μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο μόλυνσης, αλλά παράγει πλαστικά απόβλητα, των οποίων η ποσότητα στα οικοσυστήματα είναι ήδη αρκετά ανησυχητική.
Αναφορικά με τους ηθικούς ενδοιασμούς, πριν από δύο περίπου χρόνια μία ομάδα 16 ερευνητών και ακτιβιστών για τα δικαιώματα των ζώων δημιούργησε τον ιστότοπο Clean Meat Hoax, ο οποίος διατηρώντας μία αρνητική στάση προς τη βιομηχανία του συνθετικού κρέατος προβάλλει το επιχείρημα πως αυτή εξακολουθεί να παρουσιάζει πως το κρέας είναι επιθυμητό και ότι τα ζώα συνεχίζουν να αντιμετωπίζονται ως εκμεταλλεύσιμοι πόροι από τους οποίους οι άνθρωποι μπορούν να επωφεληθούν. Άλλες όμως ομάδες που καταπιάνονται με τα δικαιώματα των ζώων, όπως το People for the Ethical Treatment of Animals (Peta), έχουν υποστηρίξει την τεχνολογία με το επιχείρημα ότι θα σωθούν οι ζωές των ζώων. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε την παντελή αδιαφορία για την αξιοπρεπή διαβίωση των ζώων εκ μέρους της βιομηχανίας κρέατος, που κερδοφορεί χορηγώντας τους ορμόνες και στοιβάζοντάς τα κάτω από λάμπες σε ασφυκτικά κουβούκλια όπου αδυνατούν να κινηθούν και να έχουν επαφή με άλλα ζώα.
Ένα ακόμη λογικό ερώτημα, είναι το κατά πόσο τελικά το καλλιεργημένο κρέας πρέπει να θεωρείται και να ονομάζεται «κρέας». Σύμφωνα με νόμο της Λουιζιάνας, ο όρος «κρέας» δεν εμπερικλείει οτιδήποτε είναι «προϊόν κυτταροκαλλιέργειας που καλλιεργείται σε εργαστήριο από ζωικά κύτταρα», περιορίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την έννοιά του στη διαδικασία της σφαγής των ζώων και τη χρήση της σάρκας τους. Από την άλλη, οι εργαζόμενοι της βιομηχανίας συνθετικού κρέατος ισχυρίζονται πως εάν η λέξη αφαιρεθεί από την ονομασία των προϊόντων, θα δημιουργηθούν ρωγμές για μία βιομηχανία που πιστεύει ότι η αναγνώριση των προϊόντων της ως κρεάτων είναι ο πιο πιθανός τρόπος για να αλλάξει τον κόσμο στρέφοντάς τον στην κατανάλωσή τους έναντι των κρεάτων της παραδοσιακής βιομηχανίας.
Εάν ρωτούσατε εμένα προσωπικά, θα σας απαντούσα πως έπειτα από δώδεκα χρόνια αποχής από την κατανάλωση κρέατος, η σκέψη και μόνο πως θα μασήσω κάτι που προέρχεται από ένα μοσχάρι ή ένα κοτόπουλο, αποτελεί έναν βασικό παράγοντα ο οποίος με αποθαρρύνει από το να θελήσω να εντάξω στη διατροφή μου cultured meat προϊόντα, προτιμώντας να παραμείνω πιστή στη χορτοφαγία. Όποιες κι αν είναι όμως οι ηθικές διαστάσεις του καθενός, από τον «πατροπαράδοτο» κρεατοφάγο μέχρι το χορτοφάγο ή τον vegan, το καλλιεργημένο κρέας έρχεται να αποδείξει πως η κατανάλωση λιγότερου κρέατος και ζωικών προϊόντων είναι ένα από τα ευκολότερα πράγματα που μπορούμε να κάνουμε για να ζήσουμε πιο ηθικά και να αναδιαμορφώσει τις υπάρχουσες διατροφικές κατηγοριοποιήσεις μας, με την προσθήκη της κατηγορίας meat cell product να φαίνεται πως είναι αυτή που ευδοκιμεί. Προϊόν κυττάρων κρέατος, κανείς;
Με πληροφορίες από The Guardian και The Conversation