Το Γκόλντεν Στέιτ πήρε το πρωτάθλημα του ΝΒΑ για πρώτη φορά μετά το 1975! Το δίκαιο αποτέλεσμα ήλθε μετά από μια εξαιρετική χρονιά, κατά την οποία η ομάδα κυριάρχησε από την αρχή ως το τέλος. Ήταν η καλύτερη ομάδα της κανονικής περιόδου με μια από τις καλύτερες επιδόσεις στην ιστορία κάνοντας 67 νίκες. Είχε τον Στεφ Κάρι, τον MVP. Είχε την καλύτερη επίθεση, την καλύτερη άμυνα και την πιο δυνατή έδρα. Ήταν η καλύτερη ομάδα στα πλέι-οφ. Ήταν η καλύτερη ομάδα στους τελικούς.
Γκόλντεν Στέιτ – Κλίβελαντ 4-2 (108-100 (παρ.), 93-95 (παρ.), 91-96, 103-82, 104-91, 105-97)
Η σειρά των έξι αγώνων μπορεί να χαρακτηριστεί με δύο φράσεις: α) το Γκόλντεν Στέιτ νίκησε τον Λεμπρόν και β) το τρίποντο είναι το νέο δίποντο. Ο σοβαρός τραυματισμός στο γόνατο του Κάιρι Ίρβινγκ στην παράταση του πρώτου αγώνα είχε ως αποτέλεσμα να παρακολουθήσουμε κάτι που μάλλον συμβαίνει για πρώτη φορά στην ιστορία των τελικών του ΝΒΑ: έναν παίκτη να είναι και να παίζει σαν να είναι όλη η ομάδα του. Μην έχοντας καμία άλλη επιλογή (αφού ο δεύτερος καλύτερος σκόρερ του ρόστερ του ήταν ο ασταθής Τζ.Αρ. Σμιθ και η πεντάδα συμπληρωνόταν από τους undrafted Μοζγκοφ και Ντελαβεντόβα και τον Τρίσταν Τόμπσον), ο κόουτς Μπλατ έβαλε τη μπάλα στα χέρια του Λεμπρον σε όλη τη διάρκεια όλων των αγώνων. Το σύστημα έλεγε ο Λεμπρον να περνάει τη σέντρα από αριστερά και εκεί να κρατάει την μπάλα πολλή ώρα, ώστε να πέφτει ο ρυθμός του αγώνα και να αντιμετωπιστεί το μεγάλο όπλο των Γουόριορς, η ικανότητά τους να βγαίνουν στο ανοιχτό γήπεδο μετά από καλή άμυνα. Στην άμυνα, να κάνουν συνέχεια νταμπλ-τιμ στον Κάρι, ώστε να μην μπορει να δουλέψει η επίθεση με τις πολλές πάσες και τα πολλά τρίποντα των Νταμπς.
Στα τρία πρώτα ματς, το σύστημα δούλεψε: το Γκόλντεν Στέιτ κόμπλαρε (όπως και στα πρώτα ματς με το Μέμφις), τα δύο πρώτα ματς πήγαν στην παράταση (για πρώτη φορά στην ιστορία) και εμείς απολαύσαμε αδιανόητα νούμερα από τον καλύτερο παίκτη του μπάσκετ της εποχής μας. Ο Βασιλιάς έκανε ιστορικές εμφανίσεις με φοβερά νούμερα (45,6 λεπτά συμμετοχής, 35,8 πόντους, 13,3 ριμπάουντ, 8,8 ασίστ μέσοι όροι στα 6 ματς!), τα οποία θα μπορούσαν να είναι ακόμα καλύτερα αν οι συμπαίκτες τους έβαζαν τα σουτ μετά τις πάσες του! Όμως, τα εξωπραγματικά φυσικά προσόντα του Λεμπρον δεν τον κάνουν υπεράνθρωπο και δεν έχουμε φτάσει ακόμα στο σημείο ένας παίκτης να νικάει μια ολόκληρη ομάδα σε σειρά τελικών ΝΒΑ. Αυτό ακριβώς σκεφτόταν ο κόουτς Κερ, αφήνοντας τον Λεμπρόν να οργιάζει, μην κάνοντας καθόλου νταμπλ-τιμ πάνω του και ελπίζοντας ότι οι συμπαίκτες του θα παίξουν όσο μέτρια είναι και η αξία τους. Περίμενε ότι η δική του ομάδα του κάποια στιγμή θα πάρει μπροστά, γιατί δεν γινόταν ο Κάρι να ξαναβάλει μόλις 2/15 τρίποντα όπως έκανε στο 2ο ματς (τα περισσότερα άστοχα στην ιστορία Τελικών!) και οι παίκτες του δεν θα συνέχιζαν για πολύ να κάνουν τις λάθος επιλογές (να αφήνουν ελεύθερα τρίποντα για να κάνουν κακά μπασίματα, αντίθετα με το στυλ που έπαιζε το Γκόλντεν Στέιτ όλη τη χρονιά).
Η σειρά των έξι αγώνων μπορεί να χαρακτηριστεί με δύο φράσεις: α) το Γκόλντεν Στέιτ νίκησε τον Λεμπρόν και β) το τρίποντο είναι το νέο δίποντο.
Το αναμενόμενο συνέβη ήδη από την τέταρτη περίοδο του 3ου ματς: ο Λεμπρόν ήταν φανερά εξαντλημένος (όπως και στα τελευταία δωδεκάλεπτα των επόμενων αγώνων) από τα ατελείωτα μπασίματα και ποσταρίσματα που έκανε, το σουτ του τον εγκατέλειψε (λογικά, αφού έκανε τον playmaker και έπαιρνε σχεδόν 40 προσπάθειες ανά αγώνα παίζοντας σχεδόν ολόκληρους τους αγώνες), οι συμπαίκτες του δεν μπορούσαν να βγάζουν συνέχεια λαγούς από το καπέλο τους και το Γκόλντεν Στέιτ (χάρη στη συμβολή του Ντέιβιντ Λι που μπήκε για πρώτη φορά στους τελικούς και το «ξεμπούκωμα» του Κάρι με σειρά τρελών τριπόντων) μείωσε μια διαφορά 20 πόντων στον ένα πόντο, για να χάσει το ματς από δικά του λάθη και ένα σουτ απελπισίας του Ντελαβεντόβα. Παρά την ήττα, φάνησε ότι αν το Γκόλντεν Στέιτ παίξει το παιχνίδι του, το Κλίβελαντ δεν θα μπορέσει να αντέξει στα επόμενα ματς.
Όπερ και εγέννετο. Στο 4ο ματς το Γκόλντεν Στέιτ έκανε το καλύτερο ξεκίνημα του στη σειρά, βρέθηκε να προηγείται με 48-33 ήδη από το δεύτερο δεκάλεπτο και ως γνωστόν, είχε 56-0 όλη τη χρονιά όταν βρισκόταν 15 πόντους μπροστά σε κάποιο ματς. Χτύπησε και ο Λεμπρον το κεφάλι του σε μια κάμερα πίσω από τη ρακέτα και απέμεινε ο Μοζγκόφ να καρφώνει, αλλά παρά του 28 πόντους και τα 10 ριμπάουντ του, οι Γουόριορς έκαναν περίπατο.
Στο 5ο ματς ο Μπλάτ σκέφτηκε να ξεκινήσει όπως τελείωσε στο 4ο και έδωσε εντολή να «ταϊζουν» συνέχεια τον Μοζγκόφ. Όμως, ο Κέρ είχε την έμπνευση να παίξει small ball με βασικό τον Ιγκουoντάλα (για πρώτη φορά στη σειρά) και να κάνει νταμπλ-τιμ στον Μοζγκόφ, με αποτέλεσμα ο γίγαντας του Κλίβελαντ να πελαγώσει (είναι μάλλον σίγουρο να υποθέσουμε ότι στην καριέρα του δεν έχει ξαναβρεθεί απέναντι σε νταμπλ-τιμ) να περάσει στον πάγκο στο πρώτο 12λεπτο και να μην ξαναγυρίσει στο ματς! Τέτοια επιτυχημένη έμπνευση είχαμε να δούμε από τη σειρά με το Μέμφις, όταν ο Κερ έβαλε τον Μπόγκουτ να παίζει λίμπερο και να αφήνει ελεύθερο τον Τόνυ Άλεν να σουτάρει και να αστοχεί, με αποτέλεσμα να βγει ο Άλεν και να χάσει τον καλύτερο αμυντικό του το Μέμφις. Έτσι, είδαμε ένα ματς με τον Λεμπρον να είναι ο ψηλότερος και ο δυνατότερος παίκτης στο παρκε, να γράφει 40π-14ρ-11α με τον Ίγκι να τον παίζει (όσο γίνεται) καλά στην άμυνα και το Κλίβελαντ να προηγείται ένα πόντο 07:40 πριν τη λήξη. Το σαρωτικό 4ο δεκάλεπτο με τους 17 πόντους (από τους 37 συνολικά) του Κάρι όμως, έγειρε το ματς.
Στο 6ο ματς στο Κλίβελαντ, οι Γουόριορς κέρδισαν σχετικά άνετα χάρη στο τριμπλ νταμπλ του Γκριν (16π-11ρ-10α) και την, για άλλη μια φορά, εξαιρετική εμφάνιση (και στην επίθεση) του Ιγκουοντάλα.
Έτσι, το strength in numbers παιχνίδι του Γκόλντεν Στέιτ επικράτησε του Λεμπρον. Το Γκόλντεν Στείτ έγινε η πρώτη ομάδα μετά τους Μπουλς του 1991 που πήρε πρωτάθλημα με ρόστερ από το οποίο κανένας δεν είχε παίξει πριν σε τελικούς. Ο Ιγκουοντάλα πήρε το βραβείο MVP των Τελικών δικαιότατα, γιατί ήταν ο καλύτερος παίκτης των νικητών σε όλη τη σειρά, αλλά για πρώτη φορά μετά το 1969 και τον Τζέρι Γουέστ μπήκαμε στη διαδικασία να σκεφτούμε αν θα έπρεπε να πάρει το βραβείο ο Λεμπρον (ένας εκ των ηττημένων δηλαδή) που έκανε αυτό που στα απλά μπασκετικά ονομάζουμε «παπάδες».
Το Γκόλντεν Στέιτ είναι η επιτομή ομάδας της νέας εποχής του μπάσκετ, όπου το τρίποντο είναι το νέο δίποντο. Το στυλ αυτό διαφέρει πολύ από αυτό των περσινών Σπερς, οι οποίοι έπαιζαν πιο κοντά στο 90ς στυλ με τα πολλά τρίποντα που προέκυπταν όμως από τους τρομερούς ψηλούς της εποχής (βλ. Ντένις Σκοτ – Σακιλ, Κένι Σμιθ – Χακιμ, κλπ). Όπως διαφέρει και πολύ από το small ball του Μαιάμι που βασιζόταν στα μπασίματα και την καταφανή ανωτερότητα των superstars του.
Κλείνοντας τη χρονιά, μπορούμε να πούμε ότι ήταν μια καλή χρονιά για το ΝΒΑ. Είδαμε νέους διεκδικητές, νέους προπονητές, ορισμένες καλές ομάδες και ανταγωνιστικές σειρές στην post-season. Είχαμε πολύ δυνατή Δύση και η Ανατολή ήταν λίγο καλύτερη σε σχέση με το περσινό δράμα (αλλά και πάλι όχι καλή) και παρά τους πολλούς και σημαντικούς τραυματισμούς και το μέτριο ντραφτ, το θέαμα ήταν μια χαρά.
Άντε και του χρόνου.